Λόγω του σωματότυπου μου, μιας ατημέλητης πάντοτε, μόνιμα εγκατεστημένης γενειάδας από τα είκοσι μου, άλλοτε πλουσιότερης κι άλλοτε σε σμίκρυνση και με άμπλα-ούμπα γλώσσα του σώματος, με ακολουθούσαν ανάλογα με τις εποχές, τις ηλικίες που διερχόμουνα και τις ιδιότητες που απέκτησα (μαθητής, φοιτητής, ναύτης κληρωτός, πολίτης, εκπαιδευτικός, γονιός) διάφορα παρατσούκλια ή παρωνύμια ή παρεγκώμια: Τρινιτά, Οβελίξ, θείος Μπάφος, Μίκης, Δάσκαλος, Μαμπουλίνος, Γεροπαράξενος, Μπάοκ κι άλλα που μάλλον ίσως ανήκουν στην αχνή σφαίρα της γλυκιάς νεότητας (Κυπαρισσάκι μου αψηλό, Αστακομπάρμπουνο) που πέρασε ανεπιστρεπτί.
Παρατσούκλι λέμε το πρόσθετο όνομα που δίνεται σε κάποιον, συνήθως σκωπτικό ή ειρωνικό, από τον κοινωνικό του περίγυρο: το χωριό, το σχολείο, τον επαγγελματικό χώρο, την κοινωνία ολάκερη αν τύχει και είναι πολιτικός. Το παρατσούκλι λέγεται και παρωνύμιο, εκφράζει μια ιδιότητα του παρονομαζόμενου, σωματική, πνευματική ή ηθική, κάποιο σωματικό χαρακτηριστικό του ή μπορεί να αναφέρεται σε μια χαρακτηριστική συμπεριφορά του δημόσιου προσώπου.
Παρατσούκλια μπορεί να έχει πολλά κανείς, αν και συνήθως κάποιο επικρατεί. Τα παρατσούκλια τα λέμε και παρανόμια, ενώ ο Παπαδιαμάντης τα έλεγε «παρεγκώμια».
Έχουν παρατσούκλια και οι πολιτικοί, που μερικά ξεχνιούνται και μερικά μένουν εσαεί:
Ο Μιλτιάδης Έβερτ γνωστός επίσης ως μπουλντόζας, ο Γεώργιος Παπανδρέου στην αρνητική εκδοχή ως Παπατζής και Γέρος της Δημοκρατίας στην δοξαστική εκδοχή, ο επόμενος Παπανδρέου ως Αντρέ Παπαντρέ, Συγκινημένος, Σιδερένιος Αντρίκο ντελ Πάσο, Μιμίκος, ο υιός του επίσης διατελέσας πρωθυπουργός – καθότι εν Ελλάδι το επάγγελμα κληρονομείται συχνά πυκνά – ως Τζέφρι, Γ.Α.Π., Γιωργάκης, Φόρεστ ΓΑΠ, ο Σορτάκιας, ο Εγκέφαλος, Παπανδαιμόνιος.
Κινέζος ο Κώστας Σημίτης , αλλά και λογιστής, τάπερμαν, και Σαύρα του Κολωνακίου. Τσουτσουκάτος ή Στρατηγός ο εξ’ απορρήτων του.
Αποσυρθείς (;) από την μάχιμη πολιτική, εγνωσμένης ρητορικής ικανότητας συνταγματολόγος ή αλλιώς Μπενίτο, Μπένι, Μπένι Χιλ, Μπενί Ζελόν, Πόρκυ.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ως Τραμπάκουλας, Καραμάν Αλής, Φρυδάς, ο Θείος. Ο κληρονόμος του στο επάγγελμα ως Δον Μπουχέ, Βούδας της Ραφίνας, ραφινάτος, κουρασμένος, ο σεμνά και ταπεινά…
Υπήρξαν επίσης ο κ. Τίποτα, αλλά και Κάγκελος και Μπλέηζερ Καγκελόπουλος, έναν τον υποστήκαμε ως ο κ. 2%, κάποιον άλλο ως τον κ. 10% (όταν η βουλιμία είχε πάρει ακόρεστη χροιά), άλλος πάλι υπήρξε το Θείον βρέφος, ένας Παπατάδε με ψιλο-δικαστικές περιπέτειες όταν φύγανε τα μεγαλεία λόγω ελαττωματικών υποβρυχίων που γέρνανε άγαρμπα, ως Κολγκέιτ και Προικοθήρας (επί το ακριβέστερο).
Α, ναι και ο «Mπω Μπρυμέλ» που τίναξε την μπάνκα στον αέρα!
Γραφικός βουλευτής της ΝΔ του νοσταλγικού παρελθόντος, περιφερόταν επί μονίμου βάσεως με αξιολάτρευτη επαγγελματική συχνότητα τη Μεγάλη Εβδομάδα στις λιτανείες και όπου αλλού μπορούσε να συναντήσει το εκλογικό του ακροατήριο για να υπενθυμίσει την ύπαρξή του, έμεινε με το παρεγκώμιο «Ο φίλος του νεκρού» !
Υπήρξαν ή εξακολουθούν να υπάρχουν η Αννούλα του Φονιά ή Φράου Διαμάντω, Το βορίδι ή Βορίδεν ή Αιμοβορίδης ο Τσεκουράτος, ο Μπάρμπι, ο Ντοράκης, ο Μπουμπούκος ή Λουλούκος, ο Παγκαλέων ή Μεγάλος Τραγουδιστής ή Παχύδερμο των Ιμίων (απ’ όλα έχει ο μπαξές), όλοι τους με υπουργικά μεγαλεία και η Αννούλα του Φονιά με ευρωπαϊκούς τίτλους.
Η Προεδρία της Δημοκρατίας είχε ως ένοικο παλαιότερα τον διαπρεπή φιλόσοφο και θεαματικά μικρόσωμο, μικρό, ελάχιστο το δέμας τον «Κότα», ίσως γιατί η διακοσμητική θέση την οποία κατείχε βρισκόταν στην σκιά του Κωνσταντίνου Καραμανλή(του Μεγάλου) στην δε σύγχρονη εποχή τον Πάκη ή Ρόκυ ή Τσάκ.
«Κύρκη»: Εμβληματική προσωπικότητα της πάλαι ποτέ Αριστεράς του Εσωτερικού με υπέροχο μειλίχιο ύφος και απαράμιλλη ρητορική γλυκύτητα.
Γραφικός, νάρκισσος, φανφαρόνος Υπουργός με μπόλικες αρχαιοελληνικές ατάκες ήταν επίσης γνωστός ως Λατίνος εραστής ή Μπαντέρας ή Μπάϊρον ή Στρατηγός Άνεμος ή Πολύξερας.
Διακρίθηκε ως αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, κατά τη διάρκεια της θητείας του ως Υπουργός Πολιτισμού, δώρισε στον Ε.Ο.Τ. τον οικογενειακό του πύργο, που βρίσκεται στη νήσο Κρανάη στο Γύθειο, προς εκμετάλλευση. Διατέλεσε Πρωθυπουργός για σύντομο χρονικό και το παρωνύμιό του ήταν «Βραχιολάκης» (πάντα οι καρποί των χεριών του ήταν στολισμένοι μ’ ένα βραχιόλι).
Επανερχόμενος στους Πρωθυπουργικούς θώκους που κληρονομούνται ας μνημονευθούν ορισμένα από τα παρωνύμια του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη: Μητσοτάκουλας (των Καρπαθίων), Εθνικός Γκαντέμης, Ακατονόμαστος, Ροφός, Ψηλός.
Καταλήγοντας στον τωρινό οικογενειακό κληρονόμο του πρωθυπουργικού θώκου, αναρωτιέμαι αν πέρα από τα όποια θετικά ή αρνητικά παρατσούκλια έχουν καταγραφεί ελόγου του, αν θα προστεθεί και το «Κούλης ο Ωτακουστής» ή «Ο επίμονος ωτακουστής», ή «Πρωθυπουργός ωτακουστής» ή «Πρωθυπουργός επίμονα ωτακουστής» ή «Κούλης ο Αυτιάς» ή κάτι συναφές τέλος πάντων. Άιντε «Κούλης ο κρυψυνούλης»(επί το τρυφερότερο)…
Έτσι σαν «κάθαρση». Καθώς η αυτοκάθαρση δεν συνηθίζεται στον Βαλκάνιο παράδρομο της ευρωπαϊκής κουλτούρας…
*Καθηγητής Τμήματος Διοίκησης Τουρισμού στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής