Του Κώστα Ράπτη
Διαθέτουμε νικητή! Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν όσοι παρατηρητές των αμερικανικών προεδρικών εκλογών φαντάζονται ότι μια τηλεοπτική μονομαχία μπορεί να υποκαταστήσει την ετυμηγορία της κάλπης.
Το γεγονός ότι η νυν αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Κάμαλα Χάρις επιμένει, χωρίς ανταπόκριση, να υπάρξει ένα δεύτερο (έπειτα από αυτό της περασμένης Τρίτης) ντιμπέιτ με τον Ρεπουμπλικανό πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, καθώς και τα παράπονα του τελευταίου για τη μεροληψία των συντονιστών αποδεικνύουν ότι πράγματι η εκλεκτή των Δημοκρατικών κέρδισε τις εντυπώσεις.
Όμως η σημασία αυτού του γεγονότος θα πρέπει να σχετικοποιηθεί. Μεταξύ άλλων διότι πάντα ο υποψήφιος των Δημοκρατικών έβγαινε νικητής των ντιμπέιτ τα τελευταία 24 χρόνια (αφού το κοινό των Ρεπουμπλικανών συνήθως αποτελεί μειοψηφία μεταξύ όσων έχουν το ενδιαφέρον να παρακολουθήσουν) με μόνο δύο εξαιρέσεις: την επικράτηση του Τραμπ επί του Τζο Μπάιντεν στη μοιραία τηλεμαχία του καλοκαιριού, η οποία έθεσε εκτός παιδιάς τον νυν πρόεδρο και οδήγησε στην “επιστράτευση” της Χάρις, καθώς και την επικράτηση του Μιτ Ρόμνι επί του Μπαράκ Ομπάμα το 2012, οπότε όμως, όπως γνωρίζουμε, η κάλπη αποφάσισε διαφορετικά…
Στην πραγματικότητα, οι τάσεις μεταξύ των Αμερικανών εκλογέων παραμένουν σταθερές κατά τις εβδομάδες που ακολούθησαν τη “στέψη” της Χάρις στο συνέδριο των Δημοκρατικών τον Αύγουστο – με ολοένα και πιο ισχυρή την πιθανότητα αυτή μεν να εξασφαλίσει προβάδισμα στη λαϊκή ψήφο, ο δε Τραμπ να κερδίσει τις επίμαχες “αμφίρροπες” πολιτείες και άρα την πλειοψηφία στο Εκλεκτορικό Κολλέγιο.
Μόνο στο Ουισκόνσιν η Χάρις έχει ένα κάπως καθαρό προβάδισμα τριών μονάδων, ενώ μικρότερη της μονάδας είναι η υπέρ της διαφορά σε Βόρειο Καρολίνα, Νεβάδα και Πενσιλβάνια, όπως άλλωστε και η υπέρ του Τραμπ διαφορά σε Τζόρτζια και Αριζόνα. Συνολικά περίπου 200.000 ψηφοφόροι σε μια χούφτα πολιτείες θα κρίνουν το αποτέλεσμα.
Μια επιστημονική καταγραφή
Για τους παράγοντες που θα αποδειχθούν καθοριστικοί στην εκλογή, το Pew Research Center προσφέρει την πλέον επιστημονική καταγραφή, με πανεθνική έρευνα που διεξήχθη σε 9.720 ενήλικες από τις 26 Αυγούστου έως τις 2 Σεπτεμβρίου 2024, ήτοι πριν από το ντιμπέιτ.
Σύμφωνα με αυτήν, το βασικό πλεονέκτημα του Τραμπ είναι η οικονομία, την οποία οι ψηφοφόροι θεωρούν ως το πιο σημαντικό θέμα φέτος. Το 55% των ψηφοφόρων κρίνει ότι ο Τραμπ θα λάβει καλές αποφάσεις σχετικά με την οικονομική πολιτική, σε σύγκριση με το 45% που λέει το αυτό για τη Χάρις.
Το προβάδισμα της Χάρις έναντι του Τραμπ στο ζήτημα των αμβλώσεων δίνει σχεδόν κατοπτρική εικόνα: το 55% των ψηφοφόρων έχει τουλάχιστον κάποια εμπιστοσύνη στη Χάρις, ενώ το 44% εκφράζει εμπιστοσύνη στον Τραμπ.
Η αντιπρόεδρος εξασφαλίζει προβάδισμα έναντι του Τραμπ σε πολλά προσωπικά γνωρίσματα: θεωρείται ότι είναι καλό πρότυπο (πλεονέκτημα 19 ποσοστιαίων μονάδων), προσγειωμένη (13 μονάδες) και ειλικρινής (8 μονάδες).
Το προηγούμενο πλεονέκτημα του Τραμπ στη “διανοητική οξύτητα” έχει εξαφανιστεί. Πριν από δύο μήνες, ο Τραμπ θεωρούνταν “οξύνους” από το 58% των ερωτηθέντων και ο Μπάιντεν από το 24% μόλις. Τώρα τα ποσοστά διαμορφώνονται με 61% έναντι 52% υπέρ της Χάρις.
Το ποσοστό των υποστηρικτών των Δημοκρατικών που είναι πολύ ή αρκετά ικανοποιημένοι από το προεδρικό ψηφοδέλτιο τριπλασιάσθηκε από τον Ιούλιο, οπότε ο Μπάιντεν παρέμενε στην κούρσα (52% τώρα έναντι 18% τότε).
Τα συνολικά πρότυπα υποστήριξης για κάθε υποψήφιο έχουν αλλάξει ελάχιστα από τον περασμένο μήνα. Για παράδειγμα, ο Τραμπ κατέχει προβάδισμα μεταξύ των Λευκών ψηφοφόρων (56% προς 42%), ενώ η Χάρις διατηρεί μεγάλα πλεονεκτήματα στους Μαύρους (84% προς 13%) και τους Ασιάτες ψηφοφόρους (61% προς 37%). Οι Ισπανόφωνοι ψηφοφόροι, των οποίων η υποστήριξη κατανεμήθηκε ισομερώς μεταξύ Μπάιντεν και Τραμπ τον Ιούλιο, τώρα ευνοούν τη Χάρις, με ποσοστό 57% έναντι 39%.
Δυσαρέσκεια και αβεβαιότητα στους ψηφοφόρους
Οι απόψεις των Αμερικανών για την οικονομία συνεχίζουν να είναι σε μεγάλο βαθμό αρνητικές, όσο ήταν στην αρχή του τρέχοντος έτους. Μόνο το 25% αξιολογεί τις οικονομικές συνθήκες ως άριστες ή καλές. Οι τιμές των τροφίμων και των καταναλωτικών αγαθών εξακολουθούν να αποτελούν μείζονα ανησυχία για τους περισσότερους Αμερικανούς, που σε αυξανόμενα ποσοστά εκφράζουν επίσης ανησυχίες για το κόστος στέγασης και τις θέσεις εργασίας.
Οι ψηφοφόροι γενικά έχουν ανάμικτες απόψεις για τη σημασία του φύλου, της φυλής και της εθνότητας της Χάρις στην υποψηφιότητά της. Το ότι είναι γυναίκα, Μαύρη και Ασιάτισσα κρίνεται ότι θα τη βοηθήσει. Κάπως περισσότεροι ψηφοφόροι βλέπουν το φύλο της Χάρις ως πιθανό αρνητικό (30%) από ό,τι βλέπουν τη φυλή και την εθνικότητά της με αυτόν τον τρόπο (19%). Μάλιστα είναι κυρίως οι πιθανοί ψηφοφόροι των Δημοκρατικών που κατεξοχήν εκτιμούν ότι η αντιπρόεδρος θα πληρώσει τίμημα για το φύλο της.
Πολύ περισσότεροι ψηφοφόροι λένε ότι η ηλικία του Τραμπ θα τον βλάψει (49%) παρά θα τον βοηθήσει (3%) στις εκλογές. Οι υπόλοιποι λένε ότι δεν θα κάνει μεγάλη διαφορά. Το αντίστροφο ισχύει για το πώς βλέπουν οι ψηφοφόροι την επίδραση της ηλικίας της 59χρονης Χάρις.
Οι περισσότεροι υποστηρικτές του Τραμπ (54%) δηλώνουν ότι θα ήταν αποδεκτό για αυτόν να διατάξει ομοσπονδιακούς αξιωματούχους επιβολής του νόμου να ερευνήσουν τους αντιπάλους των Δημοκρατικών. Το αντίστοιχο για Ρεπουμπλικανούς αντιπάλους θα ήθελε να δει το 27% των οπαδών της Χάρις.
Τόσο οι υποστηρικτές του Τραμπ (58%) όσο και της Χάρις (55%) λένε ότι θα ήταν αποδεκτό για τον υποψήφιό τους, εάν κερδίσει, να χρησιμοποιήσει εκτελεστικές εντολές για να χαράξει πολιτικές, αν δεν εξασφαλίσουν τη στήριξη του Κογκρέσου.
Μόνο το 20% των ψηφοφόρων λέει ότι είναι ήδη σαφές ποιος υποψήφιος θα κερδίσει τις εκλογές, ενώ το 80% δηλώνει ότι αυτό δεν είναι ακόμη σαφές.
Όσο για τις δικαστικές περιπέτειες του Τραμπ, αυτές δεν δείχνουν να κάνουν τη διαφορά, εφόσον κάθε παράταξη μοιάζει εγκλωβισμένη στις δικές της πεποιθήσεις: το 72% των Δημοκρατικών ψηφοφόρων κρίνει ότι ο πρώην πρόεδρος θα πρέπει να οδηγηθεί στη φυλακή, ενώ το 81% υποστηρίζει το αντίθετο.