Τι σηματοδοτεί ο εφοδιασμός του Ιράν με πολεμικά αεροσκάφη από τη Ρωσία

45
Μαχητικό τύπου Su-35 υπό κατασκευή σε ρωσικό εργοστάσιο στην πόλη Κομσομόλσκ επί του Αμούρ. Η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν φέρεται να έχει παραγγείλει 48 τέτοια αεροσκάφη ενώ, μέχρι να παραδοθούν αυτά, λέγεται ότι έχει ήδη παραλάβει έναν αριθμό Mig-29.

Του Αλφόνσου Πάγκα

Όλες οι πληροφορίες που έρχονται από το Ιράν δείχνουν ότι πλέον η ηγέτιδα χώρα του άξονα της αντίστασης εξοπλίζεται σε αεροσκάφη από τη Ρωσία. Παρ’ ότι στο στρατιωτικό τομέα, και ειδικά κάτω από συνθήκες λίγο-πολύ ακήρυχτου πολέμου, υπάρχει ανάγκη απόκρυψης κάποιων πληροφοριών, υπάρχει επίσης όφελος, ειδικά για δυνάμεις από τη φύση τους φιλειρηνικές, να γνωστοποιούν κάποια στοιχεία των δυνατοτήτων τους.

Ας σημειωθεί εν παρόδω ότι μία από τις ιδιαιτερότητες του άξονα της αντίστασης είναι ότι ακόμη και σε στρατιωτικά ζητήματα σχεδόν ουδέποτε ψεύδεται. Και αυτό δεν οφείλεται βέβαια στο ότι δεν ξέρουν πώς να εφαρμόσουν την τέχνη της “μασκίροφκα”, αλλά στην αναγνώριση του ότι “το ψέμα έχει κοντά ποδάρια”. Την ιδιαιτερότητα αυτή τη γνωρίζουν καλά όσοι παρατηρούν με προσοχή τα τεκταινόμενα στο χώρο της Δυτικής Ασίας τις τελευταίες δεκαετίες. Το έχουμε παρατηρήσει πρώτα και κύρια – λόγω της μεγαλύτερης και πιο μακροχρόνιας άμεσης εμπλοκής της σε συγκρούσεις – στη Λιβανέζικη Χεζμπολλάχ, η οποία είναι μεν σαφές ότι είναι γηγενείς δύναμη, με αυτόνομη διαδικασία λήψης αποφάσεων και κύριο γνώμονα το συμφέρον του Λιβανέζικου λαού, δεν παύει όμως να είναι ταυτόχρονα πνευματικό παιδί της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Εκεί που όλοι σχεδόν οι στρατοί κρύβουν επιμελώς τις απώλειές τους, ειδικά όσο κρατούν οι συγκρούσεις, βλέπουμε αντίθετα τη Χεζμπολλάχ να δημοσιοποιεί άμεσα, με περηφάνια, τον ηρωισμό των μαχητών της όταν αυτός οδηγεί στην υπέρτατη τιμή, το να δώσουν δηλαδή τη ζωή τους για την πατρίδα και τα πιστεύω τους. Το ίδιο ακριβώς είδαμε και στη διάρκεια της σύγκρουσης των 12 ημερών της Ισλαμικής Δημοκρατίας με την προσωρινή (ληγμένη, κατά την άποψη του γράφοντος) κατοχική οντότητα: Με απίστευτη ταχύτητα (μέσα σε 1-2 ημέρες) η Ισλαμική Δημοκρατία επιβεβαίωσε τη θυσία ανωτάτων στρατιωτικών και επιστημονικών στελεχών της και τους απέδωσε τις αρμόζουσες τιμές. Ο στρατηγικός αυτός προσανατολισμός προς την αλήθεια, ακόμη και σε βάρος βραχυπρόθεσμων υπολογισμών, έχει ιδιαίτερη σημασία επειδή μας επιτρέπει να κάνουμε με κάποιο βαθμό βεβαιότητας εκτιμήσεις σε έναν τομέα από τη φύση του “σκοτεινό” όπως είναι αυτός των εξοπλισμών.

Ευρισκόμενη επί δεκαετίες κάτω από συνεχή απειλή να δεχθεί συνδυασμένη επίθεση από το σιωνιστικό μόρφωμα και τις ΗΠΑ, η Ισλαμική Δημοκρατία αντικειμενικά βρέθηκε στο δίλημμα είτε να υποταχθεί, είτε να αναπτύξει στρατιωτικές δυνατότητες που θα την κατέτασσαν μισό βήμα πίσω από τις στρατιωτικές υπερδυνάμεις. Ευτυχώς για όλη την ανθρωπότητα, αντί για τον εύκολο δρόμο της υποταγής, η ηγεσία της Ισλαμικής Δημοκρατίας και ο λαός του Ιράν επέλεξαν το δεύτερο δρόμο, κάτω από ομολογουμένως πολύ δύσκολες συνθήκες. Ας μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για την περίοδο που οι ΗΠΑ εθεωρούντο “η μόνη υπερδύναμη”, ενώ η Ρωσική ομοσπονδία, στα πρώτα χρόνια μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, επεδίωκε με κάθε τρόπο την ένταξή της στην υπό την ηγεσία των ΗΠΑ διεθνή τάξη, και η Κίνα δεν είχε βέβαια ακόμη το σημερινό της διεθνές βάρος.

Η μέχρι σήμερα περίοδος: Ο δρόμος της αυτάρκειας

Όπως ήταν λογικό, το Ιράν επεδίωξε αρχικά να προμηθευτεί οπλικά συστήματα αιχμής από το εξωτερικό, ιδιαίτερα από τη Ρωσία. Δυστυχώς, λόγω λαθών – κατά την άποψη του γράφοντος – της τότε ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, οι σχετικές συμφωνίες υπογράφηκαν μεν, αθετήθηκαν δε. Ιδιαίτερα γνωστή είναι η περίπτωση της συμφωνίας για προμήθεια Ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων S-300.

Υπό τις συνθήκες αυτές και έχοντας ήδη την εμπειρία του σχεδόν δεκαετούς και ιδιαίτερα καταστροφικού πολέμου Ιράν-Ιράκ, στη διάρκεια του οποίου ο Ιρακινός στρατός εξοπλιζόταν τόσο από τη Δύση όσο – δυστυχώς – και από τη Σοβ. Ένωση, η Ιρανική ηγεσία συνειδητοποίησε ότι υπήρχε υπαρξιακή ανάγκη να αναπτύξει πλήρως γηγενές οπλικό πρόγραμμα. Με μοναδική βοήθεια, απ’ όσο γνωρίζουμε, από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Βόρειας Κορέας – η οποία, προς τιμήν της, φαίνεται να επέδειξε μεγαλύτερη οξυδέρκεια και τόλμη από άλλες, πολύ ισχυρότερες χώρες και να ανέπτυξε στενές σχέσης ανταλλαγής τεχνογνωσίας με την Ισλαμική Δημοκρατία – και με την εφευρετικότητα που χαρακτηρίζει τα κράτη και τους λαούς που έχουν βγει μέσα από μία μεγάλη επανάσταση, η Ισλαμική Δημοκρατία ανέπτυξε ένα τεράστιο σε εύρος οπλικό πρόγραμμα.

Όσο αφορά το στρατό ξηράς. το πρόγραμμα αυτό περιλαμβάνει από άρματα μάχης (των οποίων η ανάπτυξη συνεχίζεται διαρκώς με αποτέλεσμα η Ισλαμική Δημοκρατία να είναι ίσως η χώρα με τους περισσότερους τύπους τεθωρακισμένων ταυτόχρονα σε παραγωγή – Ζουλφικάρ 3, Καρράρ, Μομπάρεζ, Σάμσαμ, Σολεϊμάν 402 – κάποιοι από τους οποίους είναι τεχνολογικά πολύ μπροστά απ’ ότι έχει να επιδείξει μέχρι σήμερα η συλλογική Δύση), ΤΟΜΠ, ΤΟΜΑ, άλλα στρατιωτικά οχήματα διαφόρων τύπων, πυροβόλα, μέχρι τυφέκια, βομβιδοβόλα, πιστόλια, κράνη και αλεξίσφαιρα γιλέκα. Πρακτικά, οι δυνάμεις ξηράς του Ιρανικού στρατού και των Φρουρών της Επανάστασης είναι αυτάρκεις και πανίσχυρες. Δε θα είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι δεν υπάρχει στρατός στον κόσμο που θα αποτολμούσε σήμερα να εμπλακεί στο έδαφος της Ισλαμικής Δημοκρατίας ενάντια στις χερσαίες δυνάμεις της.

Οι ναυτικές δυνάμεις των Φρουρών της επανάστασης χρησιμοποιούν πλοία εντόπιας ναυπήγησης ή μετασκευής, με εφευρετική – έως μοναδική σε παγκόσμια κλίμακα – σχεδίαση. Ο στόλος περιλαμβάνει πολλά σκάφη διπλής καρίνας (τύπου καταμαράν) των οποίων η σχεδίαση επιτρέπει την υλοποίηση μοναδικών τακτικών όπως η κίνηση μικρών ταχυπλόων κάτω από το κατάστρωμα, ικανών για ανεξάρτητες αποστολές. Περιλαμβάνει επίσης το ελαφρύ αεροπλανοφόρο μη επανδρωμένων αεροσκαφών Σαχίντ Μπαγερί, την ελαφριά κορβέτα διπλής καρίνας με δυνατότητες stealth (περιορισμένου αποτυπώματος σε ραντάρ) Αμπου Μάχντι αλ Μόχαντις και πλήθος ταχυπλόων σκαφών, κάποια από τα οποία μπορούν να πιάσουν και να ξεπεράσουν την εξωπραγματική ταχύτητα των 90 κόμβων (170 χλμ/ώρα). Κοινά χαρακτηριστικά όλων των παραπάνω είναι η εγχώρια ναυπήγηση (με εξαίρεση το Σαχίντ Μπαγερί που είναι εγχώρια μετασκευασμένο νοτιοκορεατικής ναυπήγησης σκάφος μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων), οι πρωτότυπες και ευρηματικές λύσεις που αντί να ακολουθούν την πεπατημένη χαράζουν νέους δρόμους και η απόλυτη βελτιστοποίηση για τις τοπικές θαλάσσιες συνθήκες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το ότι, πολύ πριν ο πόλεμος στην πρώην Ουκρανία αποδείξει ότι τα τεράστια σκάφη (αεροπλανοφόρα, θωρηκτά κλπ) στις σύγχρονες συνθήκες πολέμου είναι από προβληματικά έως σχεδόν άχρηστα, το πολεμικό ναυτικό του Ιράν είχε διαβλέψει την εξέλιξη αυτή και προσανατολιστεί στην ανάπτυξη μεγάλου αριθμού μικρών και ευέλικτων σκαφών με ιδιαίτερα προηγμένες δυνατότητες.

Για τα πυραυλικά συστήματα και τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη θα μπορούσε και θα έπρεπε να γραφτεί ξεχωριστό άρθρο ή και σειρά άρθρων. Ας αρκεστούμε να πούμε ότι σε αυτούς τους δύο τομείς, η Ισλαμική Δημοκρατία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή παγκόσμια, μαζί με την Κίνα, τη Ρωσία και τη Βόρεια Κορέα. Η συλλογική Δύση αρκείται να βλέπει την πλάτη τους και μάλιστα από μεγάλη απόσταση. Ειδικά για το Ιράν, έμμεσα η Δύση παραδέχεται την κορυφαία θέση του, με τους ισχυρισμούς ότι το τελευταίο προμηθεύει με τεράστιες ποσότητες πυραύλων και ιδιαίτερα drones τη Ρωσία σε ενίσχυση της πολεμικής της προσπάθειας στην πρώην Ουκρανία. Και οι ισχυρισμοί αυτοί είναι μεν κατά πάσαν πιθανότητα ψευδείς, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι έχει υπάρξει σημαντική παροχή/μεταφορά τεχνογνωσίας από την Ισλαμική Δημοκρατία προς τη Ρωσία, η οποία έπαιξε, και ακόμη παίζει, καθοριστικό ρόλο στις νίκες των Ρωσικών δυνάμεων.

Στην αντιαεροπορική τεχνολογία, η Ισλαμική Δημοκρατία είναι επίσης πάρα πολύ ισχυρή. Μετά τα εμπόδια που επιτυχώς έθεσε η Δύση – και κυρίως οι ΗΠΑ – στην αγορά εκ μέρους της Ρωσικών S-300, το Ιράν αναγκάστηκε να αναπτύξει σειρά αντιαεροπορικών και αντιπυραυλικών συστημάτων, με ναυαρχίδα το Μπαβάρ-373, το οποίο θεωρείται ισάξιο ή και καλύτερο από το S-400. Χαρακτηριστικό είναι ότι υπήρξαν και δυτικοί ισχυρισμοί (με μεγάλο βαθμό βεβαιότητας ψευδείς) ότι το Ιράν είχε παραδώσει στη Ρωσία ένα πλήρες σύστημα Μπαβάρ 373 για χρήση στον πόλεμο της πρώην Ουκρανίας. Η βεντάλια των αντιαεροπορικών συστημάτων του Ιράν συμπληρώνεται από δεκάδες διαφορετικά συστήματα μεγάλου, μεσαίου και μικρού βεληνεκούς, φορητά αντιαεροπορικά και αντιαεροπορικό πυροβολικό τα οποία συνεχώς βελτιώνονται και εκσυγχρονίζονται. Στην πράξη είδαμε ότι στη διάρκεια της 12ήμερης σύγκρουσης της συλλογικής Δύσης με το Ιράν, τα πλήγματα που δέχθηκε το τελευταίο, αν και σίγουρα όχι αμελητέα, ήταν δυσανάλογα μικρά με τη στρατιωτική – και ιδιαίτερα την αεροπορική – δύναμη των δυτικών, ενώ μεγάλο μέρος των αρχικών πληγμάτων που υποτίθεται ότι θα αποκεφάλιζαν τις Ιρανικές ένοπλες δυνάμεις φαίνεται ότι έγιναν με χρήση drones από πυρήνες πρακτόρων στο εσωτερικό του Ιράν.

Τεράστιας σημασίας είναι το γεγονός ότι το Ιράν ΔΕΝ αναπτύσσει τα οπλικά του συστήματα ΜΟΝΟΝ για δική του χρήση. Η Ιστορία των τελευταίων δεκαετιών έχει δείξει ότι αυτό που εμείς θα ονομάζαμε διεθνιστική αλληλεγγύη είναι μέσα στα γονίδια της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Ανάμεσα στις δυνάμεις που έχουν επωφεληθεί από μεταφορά Ιρανικής οπλικής τεχνογνωσίας είναι Οι Ανσάρ Άλλαχ (“Χούθι”) της Υεμένης, η Χεζμπολλάχ του Λιβάνου και κατά πάσαν πιθανότητα η Ρωσική Ομοσπονδία, η Λ.Δ. της Βόρειας Κορέας και η Χαμάς. Κοινός παρονομαστής ανάμεσα στις οφεληθείσες χώρες είναι ο αντιιμπεριαλιστικός προσανατολισμός. Είναι πολύ πιθανό στο μέλλον να δούμε και μεταφορά τεχνογνωσίας στη Βενεζουέλα και άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής – ήδη γράφτηκε (με όση αξιοπιστία μπορούν να έχουν τέτοιες πληροφορίες όταν προέρχονται από δυτικές πηγές) ότι ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο ζήτησε οπλική βοήθεια από τρεις χώρες, στις οποίες βέβαια περιλαμβάνεται και το Ιράν (μαζί με τη Ρωσία και την Κίνα).

Η νέα εποχή: συνέργεια των δυνάμεων του διεθνούς Νότου.

Ο δρόμος αυτός (της ανάπτυξης πλήρως αυτάρκους/γηγενούς οπλικού προγράμματος), που ακολουθήθηκε εξ ανάγκης, είχε σίγουρα πλεονεκτήματα, αφού έφερε το Ιράν στην πρώτη γραμμή σε πολλούς τομείς, όπως τα πυραυλικά συστήματα και τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones), πράγμα που του επέτρεψε να επιτύχει συντριπτικά συστήματα στο σιωνιστικό μόρφωμα στη διάρκεια της 12ήμερης σύγκρουσης και τελικά να το υποχρεώσει σε συνθηκολόγηση. Από την άλλη μεριά, είχε και τα μειονεκτήματά του, αφού μία χώρα του μεγέθους του Ιράν, η οποία μάλιστα ξεκίνησε χωρίς προηγμένα οπλικά προγράμματα, δεν ήταν δυνατόν να υπερκαλύψει την απόσταση από τους εχθρούς του σε όλο το πλάτος της στρατιωτικής τεχνολογίας.

Είναι αυτονόητο ότι η πρόοδος που επετεύχθη τα 30 τελευταία χρόνια στον στρατιωτικό τομέα δεν ήταν χωρίς κόστος. Υποχρεωμένη να επενδύει δυσανάλογα μεγάλα ποσά στην άμυνα, η Ισλαμική Δημοκρατία αναγκαστικά πήρε τα ποσά αυτά από άλλους τομείς, όπως οι υποδομές και οι κοινωνικές παροχές. Είναι εκπληκτικό το ότι κατάφερε να το κάνει αυτό χωρίς να οδηγήσει τους τομείς αυτούς σε κατάρρευση. Από την άλλη μεριά, είναι αρκετά βέβαιο ότι η ανάγκη να έχει δυνατότητα να καινοτομεί ενίσχυσε τις επενδύσεις σε τομείς όπως η επιστημονική και τεχνική εκπαίδευση όπως και η βαριά βιομηχανία (πρώτες ύλες, μεταλλουργία κλπ). Σε όλους αυτούς τους τομείς το Ιράν έχει ζηλευτή θέση.

Όμως η ανθρωπότητα έχει πλέον περάσει σε νέα περίοδο. Η συλλογική Δύση, που πριν από 20 χρόνια φαινόταν κυρίαρχη, καταρρέει σε όλα τα επίπεδα, μεταξύ των οποίων το οικονομικό και το στρατιωτικό. Οι κύριες – εκτός από το Ιράν – δυνάμεις του άλλου πόλου, η Ρωσία και η Κίνα, υποχρεώνονται να αναγνωρίσουν ότι δεν υπάρχει περιθώριο ειρηνικής συνύπαρξης με τον αμερικανοκεντρικό ιμπεριαλισμό ο οποίος είναι εκ φύσεως ασύμβατος με την ειρήνη.

Φαίνεται ότι αυτή η αναγνώριση έχει οδηγήσει τις ηγεσίες των χωρών αυτών – έστω και πολύ αργότερα απ’ ότι πολλοί θα θέλαμε – στη συνειδητοποίηση ότι είναι απαραίτητο να ενισχύσουν την Ισλαμική Δημοκρατία, ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο και τη δική τους θέση. Ειρήσθω εν παρόδω ότι η διευρυνόμενη συνεργασία στον τομέα των οπλικών συστημάτων είναι ένας μόνον ανάμεσα σε πολλούς τομείς της διευρυνόμενης συνεργασίας ανάμεσα στις τρεις ηγέτιδες χώρες των BRICS, συνεργασίας που περιλαμβάνει επίσης τον οικονομικό και το διπλωματικό τομέα.

Για να επανέλθουμε όμως στα οπλικά συστήματα, που είναι το αντικείμενο αυτού του άρθρου, δύο είναι οι κύριοι τομείς που η Ισλαμική Δημοκρατία δεν έχει εγχώρια παραγωγή.

Ο ένας είναι τα πυρηνικά όπλα. Παρά τις σχετικές (και αλληλοαντικρουόμενες) ψευδολογίες των αμερικανοσιωνιστών (τους οποίους βέβαια παπαγαλίζουν τα πιστά σκυλάκια τους της Ε.Ε.), ακόμη και ο πράκτορας του γενοκτονικού καθεστώτος, Ραφαέλ Γκρόσι (ο ίδιος που ακόμη δεν έχει καταφέρει να διαπιστώσει ότι αυτοί που βομβαρδίζουν συστηματικά τον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια δεν είναι οι Ρώσοι που τον ελέγχουν αλλά οι ουκροναζί που έχουν χάσει τον έλεγχό του, ο ίδιος που απαιτεί πρόσβαση και έλεγχο στο ειρηνικό πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν αλλά ποτέ δεν έχει ζητήσει αντίστοιχη πρόσβαση στο πολεμικό πυρηνικό πρόγραμμα του παιδοκτονικού καθεστώτος) έχει υποχρεωθεί να δηλώσει κατ’ επανάληψη ότι δεν υπάρχει στρατιωτικό πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Και ο λόγος που δεν υπάρχει δεν είναι ότι δε θα μπορούσε η Ισλαμική Δημοκρατία να έχει αναπτύξει πυρηνικά όπλα – κάτι τέτοιο είναι σαφές ότι θα ήταν μέσα στις δυνατότητές της. Απλά υπάρχει συνειδητή απόφαση, με ιδεολογική βάση, να μην αναπτυχθούν πυρηνικά όπλα για μία σειρά λόγους. Συμπληρωματικά αξίζει να ειπωθεί ότι το Ιράν κατέχει ένα όπλο εξίσου ισχυρό με τα πυρηνικά, όπλο που απλά έχει επιλέξει να μην χρησιμοποιήσει μέχρι σήμερα. Πρόκειται για τη δυνατότητα κλεισίματος των στενών του Ορμούζ, που θα έστελνε μία ώρα αρχύτερα στον τάφο την παραπαίουσα οικονομία της Δύσης.

Ο άλλος τομέας είναι η στρατιωτική αεροπορία. Πρόκειται για τομέα που απαιτεί εξαιρετικά προηγμένη τεχνογνωσία και θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο και επώδυνο για το Ιράν στο προηγούμενο διάστημα να προσπαθήσει να φτάσει τους αντιπάλους του. Έτσι επέλεξε να αφήσει πίσω την ανάπτυξη γηγενών δυνατοτήτων στον τομέα της αεροπορίας και να αναπτύξει στη θέση της ασύμμετρες δυνατότητες (πυραύλους, drones, αντιαεροπορικά). Αυτό, σε συνδυασμό με την διστακτικότητα των κύριων μη δυτικών δυνάμεων (Ρωσία, Κίνα) το προηγούμενο διάστημα να πουλήσουν στο Ιράν προηγμένα πολεμικά αεροσκάφη, οδήγησε στη σημερινή κατάσταση, όπου ο μόνος στρατιωτικός τομέας όπου οι ένοπλες δυνάμεις της Ισλαμικής Δημοκρατίας υστερούν έναντι των αντιπάλων τους είναι η αεροπορία. Αυτό είναι αναμφισβήτητο, όσο αναμφισβήτητο είναι βέβαια και το γεγονός ότι η υποτιθέμενη “απόλυτη κυριαρχία στους αιθέρες” του κατοχικού μορφώματος επί του Ιράν ανήκει αποκλειστικά στα πεδία της φαντασίας και της προπαγάνδας.

Στην εποχή μας, που η οικονομία και η παραγωγική διαδικασία είναι διεθνοποιημένες, είναι ιδιαίτερα προβληματική η προσπάθεια απόλυτης αυτάρκειας ενός κράτους. Το παρόν και το μέλλον ανήκουν στη συνεργασία ανάμεσα σε ομάδες κρατών με κοινά, από λίγο έως πολύ, συμφέροντα. Υπό την οπτική αυτή, οι ειδήσεις για την πώληση μαχητικών αεροσκαφών από τη Ρωσία στο Ιράν είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρες. Ειδήσεις για αντίστοιχες προμήθειες από την Κίνα, αν αληθεύουν – πράγμα καθόλου βέβαιο – επίσης μόνον σαν θετικές μπορούν να χαρακτηριστούν.

Δυστυχώς στη διάρκεια της δωδεκαήμερης σύγκρουσης της Ισλαμικής Δημοκρατίας με την κρατικόμορφη οντότητα παιδοβιαστών και τους συμμάχους της, η Ισλαμική Δημοκρατία αφέθηκε χωρίς καμία πρακτική βοήθεια από τις χώρες που θα έπρεπε να είχαν σπεύσει σε υποστήριξή του. Η ξεκάθαρη – για όσους μπορούν να διαβάζουν ανάμεσα στις γραμμές – νίκη του Ιράν άλλαξε την εξίσωση στη Δυτική Ασία. Είναι πιθανό ένας από τους λόγους της διστακτικότητας της Ρωσίας να ήταν ο φόβος να δει να επαναλαμβάνονται τα όσα συνέβησαν στη Συρία, όπου προς στιγμήν υπήρξε πολύ πραγματικός κίνδυνος να μεταφερθεί ο ρωσικής κατασκευής οπλισμός της Συριακής Αραβικής Δημοκρατίας στην (πρώην) Ουκρανία, για να χρησιμοποιηθεί από το εκεί νεοναζιστικό καθεστώς ενάντια στη χώρα που τον κατασκεύασε. Η εξαιρετική ανθεκτικότητα της Ισλαμικής Δημοκρατίας και η άνευ προηγουμένου συσπείρωση του Ιρανικού λαού γύρω από την ηγεσία του, σίγουρα εξαφάνισε τέτοιες ανησυχίες. Μαζί με την ολοένα και πιο προκλητική στάση των ευρωπαϊκών νεοφασιστικών καθεστώτων αλλά και του διανοητικά ασταθούς Τραμπ απέναντι στη Ρωσία, φαίνεται να έπαιξε επίσης το ρόλο της στην απόφαση να παραδοθούν μαχητικά αεροσκάφη Ρωσικής κατασκευής στο Ιράν.

Η εξέλιξη αυτή, μαζί με άλλες αντίστοιχες που είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν, αλλάζει με τη σειρά της τα δεδομένα. Το μόνο σημείο όπου υστερούσε στρατιωτικά το Ιράν παύει όλο και περισσότερο να υπάρχει. Σε συνδυασμό με κινήσεις διεύρυνσης της οικονομικής, ενεργειακής, διπλωματικής κλπ συνεργασίας ανάμεσα στις τρεις κύριες χώρες των BRICS, αυτό μας βάζει σιγά σιγά σε μία εποχή όπου η Δύση θα γίνεται όλο και περισσότερο παράγοντας άνευ σημασίας.

Ας ελπίσουμε ότι θα έρθουν και στη χώρα μας κοινωνικές αλλαγές που θα της επιτρέψουν να πάψει να είναι ο δαρμένος ουραγός του αιματοβαμμένου στρατοπέδου του παρελθόντος και να προσχωρήσει ως αξιοπρεπής εταίρος στο στρατόπεδο του μέλλοντος!

Πρωτοδημοσιεύτηκε στο iranea.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας