Την ώρα που ανοίγει νέος κύκλος «κόκκινων», κυρίαρχα επιχειρηματικών δανείων, οι γύπες των δανείων σε τράπεζες, funds και servicers δεν διστάζουν να βγάλουν στο «ηλεκτρονικό σφυρί» ακόμη και εργατικές κατοικίες ευάλωτων κατά τεκμήριο πολιτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα στο φθινόπωρο βγήκαν σε πλειστηριασμό δύο εργατικές κατοικίες, μία στο Δοξάτο Δράμας και μία στην Ξάνθη. Συγκεκριμένα η Cepal Hellas ως διαχειρίστρια των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας Galaxy II funding με έδρα το Δουβλίνο προχώρησε στον πλειστηριασμό για ποσό κατάσχεσης 50.000 ευρώ. Παρότι δεν είναι γνωστό το ποσό που αγοράστηκε το συγκεκριμένο δάνειο, θεωρείται σίγουρο ότι δεν έχει αγοραστεί με πάνω από 8.000 ευρώ. Με δεδομένο δε ότι ο πλειστηριασμός έκλεισε στις 40.000 ευρώ, καθίστανται προφανή τα κέρδη του fund, που ουδείς μπορεί να εξεύρει τον μέτοχο αυτής της ιρλανδικής εταιρείας.
Ολα αυτά συμβαίνουν παρά την απόφαση του Αρειου Πάγου (570/2015) που απαγορεύει την κατάσχεση ακινήτου που αγοράστηκε ή αναγέρθηκε κατά τις διατάξεις χορήγησης των στεγαστικών προγραμμάτων δανείου του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) εφόσον δεν έχει εξοφληθεί. Συγκεκριμένα, η απόφαση αναγράφει: «α) απαγορεύεται η διάθεση με αναγκαστική εκτέλεση ακινήτου που αγοράστηκε ή αναγέρθηκε, κατά τις διατάξεις χορήγησης των στεγαστικών προγραμμάτων δανείου του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, β) τυχόν επιβολή της κατάσχεσης ως ανωτέρω είναι άκυρη και γ) σε περίπτωση διαθέσεως του ακινήτου με αναγκαστικό πλειστηριασμό και αν ακόμη αυτός παραμείνει έγκυρος, ως διαδικαστική πράξη, επειδή είναι ανίσχυρος και ανενεργής ως δικαιοπραξία διαθέσεως του ουσιαστικού δικαίου, δεν επιφέρει μεταβίβαση της κυριότητας επί του πλειστηριασθέντος στον υπερθεματιστή». Πρόκειται για απόφαση που στηρίζεται στην κείμενη νομοθεσία που ορίζει επί λέξει: «δεν επιτρέπεται κατάσχεσις επί των από του ΟΕΚ κατασκευαζόμενων και παραχωρούμενων εργατικών κατοικιών, μέχρι την αποπληρωμή του τιμήματος του ΟΕΚ».
Το ερώτημα που τίθεται είναι τι ακριβώς κάνει η ΔΥΠΑ (Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης) που έχει συγχωνεύσει τον πρώην ΟΕΚ. Ειρήσθω εν παρόδω, στην εργατική κατοικία στη Ξάνθη για την οποία διενεργήθηκε ο πλειστηριασμός όχι μόνο υφίσταται εγγραφή υποθήκης υπέρ του ΟΕΚ, αλλά ο «κόκκινος» δανειολήπτης συνεχίζει να οφείλει στη ΔΥΠΑ (καθολική διάδοχος του ΟΕΚ). Οπως προκύπτει λοιπόν, ουδεμία ενέργεια που να προασπίζει όχι μόνο την περιουσία του οφειλέτη αλλά και το συμφέρον της ΔΥΠΑ καταγράφηκε, όπως καταγγέλλει ο Πανελλήνιος Σύλλογος Υπαλλήλων ΟΑΕΔ, τ. ΟΕΕ, τ. ΟΕΚ (ΠΑΝΣΥΠΟ).
Συνδικαλιστές καταγγέλλουν ότι ο συγκεκριμένος δικαιούχος στην Ξάνθη που έχασε το σπίτι του είχε οφειλές προς τη ΔΥΠΑ. Καθίσταται προφανές ότι η έλλειψη αντίδρασης της διοίκησης επέφερε ζημιά που αντίκειται στο συμφέρον του κράτους. Μπορεί να είναι άγνωστος ο αριθμός των ανθρώπων που εμφανίζονται ως «κόκκινοι» δανειολήπτες ενώ έχουν πάρει εργατική κατοικία μέσω του ΟΕΚ, αλλά γνωρίζουμε ότι όσοι έχουν λάβει στεγαστικά τραπεζικά δάνεια με επιδότηση επιτοκίου από τον πρώην ΟΕΚ ανέρχονται σε περίπου 97.500.
Ζητείται παρέμβαση
Υπό αυτά τα δεδομένα και για την προστασία των συμφερόντων της ΔΥΠΑ θα πρέπει η διοίκησή της και συγκεκριμένα ο επικεφαλής Σπύρος Πρωτοψάλτης να ενεργήσει άμεσα και να ενημερώσει την Εισαγγελία του Αρειου Πάγου για όλες τις νέες περιπτώσεις παράνομων πλειστηριασμών εργατικών κατοικιών και να ζητήσει την παρέμβασή του. «Δεν είναι δυνατόν οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες (ΑΑΔΕ) να τηρούν τις νομοθετικές διατάξεις και να αιτούνται ενημέρωση από τη ΔΥΠΑ για το εάν οφείλουν οι οικιστές εργατικών κατοικιών, ενώ αφήνουν τις εισπρακτικές να παρανομούν και να λειτουργούν ασύδοτα» καταγγέλλει στο Documento ο πρόεδρος του ΠΑΝΣΥΠΟ Κώστας Λιβέρης. Δεν είναι δυνατόν ο διοικητής της Σπ. Πρωτοψάλτης να εμφανίζεται σύμμαχος των funds και των παράνομων πρακτικών που υιοθετούν οι servicers, ειδικά όταν μιλάμε για φτωχά νοικοκυριά που κατά το πλέον ή έλαττον ανήκουν στο ευάλωτο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας θα συμπληρώσουμε εμείς.
Κώστας Λιβέρης
Πρόεδρος του Παν. Συλ. Υπαλ. ΟΑΕΔ – τ. ΟΕΚ και μέλος του ΔΣ της Ομοσπονδίας ΠΟΠΟΚΠ
Απαραίτητη η ίδρυση Δημόσιου Οργανισμού Στεγαστικής Πολιτικής
Η αξιοπρεπής στέγαση των ευάλωτων νοικοκυριών θα έπρεπε να ήταν προτεραιότητα για τους κυβερνώντες αφού αποτελεί βασικό κρίκο συνοχής της κοινωνίας και προαπαιτούμενο για τη δημιουργία υγιών σχέσεων, ενώ σχετίζεται άμεσα με την επίλυση του δημογραφικού, την οικονομική ανάπτυξη και την αποαστικοποίηση.
Ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας για πολλά χρόνια, μέχρι την κατάργησή του το 2012, πρόσφερε στεγαστικά προγράμματα μέσω πολλαπλών παροχών όπως κατασκευές εργατικών κατοικιών, επιδοτήσεις ενοικίου, χορηγήσεις άτοκων/χαμηλότοκων δανείων, στεγάζοντας πάνω από 700.000 δικαιούχους χωρίς να επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό αφού η χρηματοδότησή τους προερχόταν από τις εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών.
Τα αποθεματικά του ΟΕΚ ύψους 1,5 δισ. ευρώ παρέμεναν αναξιοποίητα από τον ΟΑΕΔ για πάνω από μια δεκαετία ενόσω η στεγαστική κρίση διογκώνονταν. Τα τελευταία δύο χρόνια η κυβέρνηση έλαβε αποσπασματικά μέτρα ανάσχεσης της κρίσης, όπως το πρόγραμμα «Σπίτι μου» το οποίο λειτούργησε ως μοχλός αύξησης των τιμών πώλησης των κατοικιών ενώ η κυβέρνηση αρνήθηκε να ενεργοποιήσει τα διαθέσιμα ευρωπαϊκά κονδύλια.
Τα συγκεκριμένα δάνεια όμως χορηγήθηκαν και σε όσους ουδέποτε είχαν συνεισφέρει, ως μη υπόχρεοι, στο αποθεματικό του ΟΕΚ (π.χ. σε ελεύθερους επαγγελματίες), καταργώντας την έννοια της ανταποδοτικότητας, ενώ τα ηλικιακά όρια (25-39 ετών) και τα εισοδηματικά κριτήρια που τέθηκαν απέκλεισαν ακόμη και όσους κατέβαλλαν για πολλά χρόνια εισφορές υπέρ ΟΕΚ.
Το πρόγραμμα δεν συμπεριλάμβανε την ανέγερση νέων κατοικιών, υποχρεώνοντας τους δικαιούχους να αγοράσουν σπίτια άνω των 15 ετών, με αποτέλεσμα και σε συνδυασμό με τις αυξημένες τιμές πώλησης των κατοικιών να πουληθούν κατοικίες με μέσο όρο κατασκευής τα 40 έτη, ενώ το πρόγραμμα ανακαινίζω – νοικιάζω απέτυχε παταγωδώς να διαθέσει προς ενοικίαση επιπλέον σπίτια αφού κατατέθηκαν μόνο περίπου 1.200 αιτήσεις.
Για τα δεινά αυτής της χώρας ως γνωστόν δεν φταίνε ποτέ τα καρτέλ ακρίβειας ούτε η φοροδιαφυγή εκατομμυρίων από τις εταιρείες καυσίμων, αλλά οι σερβιτόροι που δεν δηλώνουν τα φιλοδωρήματά τους.
Η ΔΥΠΑ παρότι είναι καθολικός διάδοχος του κοινωνικού έργου του ΟΕΚ φιλοξενεί δικηγορικές – εισπρακτικές εταιρείες στις ημέρες καριέρας για να βρουν φτηνό προσωπικό για το θεάρεστο έργο τους, ενώ την ίδια ώρα αδιαφορεί επιδεικτικά για τους παράνομους πλειστηριασμούς από τα funds των εργατικών κατοικιών που έχουμε επανειλημμένως καταγγείλει ως Παν. Συλ. Υπαλ. ΟΑΕΔ – τ. ΟΕΚ.
Για την ανάσχεση της στεγαστικής κρίσης απαιτείται η παρέμβαση του κράτους με την κατασκευή και διάθεση νέων κοινωνικών κατοικιών μέσω ενός Δημόσιου Οργανισμού Στεγαστικής Πολιτικής (ΔΟΣΠ), ο οποίος θα αναλάβει να υλοποιήσει ολοκληρωμένα στεγαστικά προγράμματα.
Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι πολλά σύγχρονα κράτη, όπως της Ιρλανδίας, Αυστρίας, Ισπανίας και της Πορτογαλίας, υλοποιούν την ίδια στεγαστική πολιτική που περιλαμβάνει κυρίως την κατασκευή κοινωνικών κατοικιών αφού μόνο μέσω της κρατικής παρέμβασης μειώνονται οι τιμές ενοικίων και πώλησης των κατοικιών, ενώ ταυτόχρονα στεγάζονται αξιοπρεπώς τα ευάλωτα νοικοκυριά.
Κώστας Τσουμάνης
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω
Οι προσφερόμενες λύσεις για τη ρύθμιση χρεών φυσικών προσώπων
Η εκτόξευση του δημόσιου χρέους και η οξύτατη δημοσιονομική κρίση στα οποία διήλθε η Ελλάδα από τα τέλη του έτους 2009 και τους πρώτους μήνες του έτους 2010 είχαν άμεσο επακόλουθο την ψήφιση του πρώτου μνημονίου. Η μείωση των εισοδημάτων, των συντάξεων και των παροχών που αφορούσαν τους πολίτες μαζί με την αύξηση του κόστους ζωής και την άνοδο των δεικτών της ανεργίας επέφεραν και την αύξηση του ιδιωτικού χρέους προς τις τράπεζες. Ο ν. 3869/2010, γνωστός ως νόμος Κατσέλη, υπήρξε σοβαρό και αξιόπιστο καταφύγιο για τους δανειολήπτες, παρόλο που από το έτος 2010 μέχρι και το έτος 2020, οπότε ψηφίστηκε, πολλές ελληνικές οικογένειες γλίτωσαν από τα «πλοκάμια» των τραπεζών.
Χωρίς προστασία πρώτης κατοικίας
Από το 2020 με τον πτωχευτικό νόμο 4738/2020 με τίτλο «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας και άλλες διατάξεις» υπάρχει μια νέα εποχή χωρίς προστασία της πρώτης κατοικίας. Στον εξωδικαστικό μηχανισμό του νέου νόμου μπορούν να υποβάλουν φυσικά και νομικά πρόσωπα που έχουν πτωχευτική ικανότητα. Συγκεκριμένα, αίτηση υπαγωγής δηλαδή μπορούν να καταθέσουν όχι μόνο επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες αλλά και ιδιωτικοί ή δημόσιοι υπάλληλοι.
Αναντίρρητα, ο ν. 4738/2020 με την πλατφόρμα του εξωδικαστικού και την πτώχευση μικρού αντικειμένου συνιστούν σημαντικά «όπλα» στη φαρέτρα του δανειολήπτη. Είναι αλήθεια ότι στην αρχική εφαρμογή του ν. 4738/2020 οι ρυθμίσεις από τις τράπεζες μόνο γενναιόδωρες δεν υπήρξαν, τα πιστωτικά ιδρύματα είχαν το δικαίωμα να μην απαντούν στις προτάσεις των δανειοληπτών, ενώ τα ποσοστά διαγραφής δανείων ήταν μικρά. Στην πλειοψηφία τους οι ρυθμίσεις της πλατφόρμας του εξωδικαστικού δεν λύνουν το πρόβλημα, παρά μόνο στις ρυθμίσεις για το δημόσιο και για τα ασφαλιστικά ταμεία, όπου το επιτόκιο 3% της πλατφόρμας είναι πολύ πιο επωφελές για τον οφειλέτη με μεγαλύτερη διάρκεια αποπληρωμής (έως 240 μήνες) σε σχέση με τις υπόλοιπες ρυθμίσεις. Η προσφυγή στη Δικαιοσύνη και η καταφυγή του πολίτη στην κρίση του αμερόληπτου δικαστή και όχι στους αριθμούς ενός αυστηρού τεχνοκράτη μπορεί ίσως, με την ανάλογη νομοθετική ψήφιση πιο γενναίων διατάξεων, παρόμοιου περιεχομένου με αυτές του ν. 3869/2010, να συνιστούν καλή λύση στο πρόβλημα της αστικής αφερεγγυότητας, που τόσο οξύνθηκε στη χώρα μας τα τελευταία δεκαπέντε έτη.