Η Συρία βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο της διεθνούς σκακιέρας, αυτή τη φορά με την πτώση του καθεστώτος του Μπασάρ αλ-Άσαντ να δημιουργεί μια εύθραυστη και χαοτική μετάβαση.
Οι πρόσφατες εξελίξεις αναδεικνύουν το βάρος των εξωτερικών παρεμβάσεων, με την Τουρκία, το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες να επιδεινώνουν την κατάσταση, προωθώντας τα δικά τους γεωπολιτικά συμφέροντα εις βάρος της κυριαρχίας της Συρίας.
Στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, η Τουρκία έχει κλιμακώσει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις μέσω του υποστηριζόμενου από αυτήν Συριακού Εθνικού Στρατού (SNA). Με πρόφαση την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας», επιδιώκει να εκτοπίσει τις κουρδικές δυνάμεις των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF), οι οποίες διατηρούν συμμαχία με τις ΗΠΑ. Η πραγματικότητα, όμως, αποκαλύπτει μια διαφορετική ατζέντα: η Άγκυρα επιχειρεί να εδραιώσει την επιρροή της στη Συρία, δημιουργώντας μια μόνιμη ζώνη κατοχής που εξυπηρετεί τα στρατηγικά και δημογραφικά της σχέδια. Η βίαιη εκδίωξη πληθυσμών και οι επιθέσεις εναντίον μη στρατιωτικών στόχων καταδεικνύουν μια ευρύτερη στρατηγική αλλαγής του δημογραφικού ιστού της περιοχής.
Στην ίδια στιγμή, το Ισραήλ συνεχίζει τις επεμβάσεις του, στοχεύοντας στρατηγικές υποδομές σε περιοχές όπως η Δαμασκός. Οι αεροπορικές επιδρομές του επιβαρύνουν τη νέα μεταβατική κυβέρνηση, καθιστώντας αδύνατη την αποτελεσματική διαχείριση της μετάβασης και δημιουργώντας περαιτέρω αστάθεια. Παρά την προπαγάνδα περί «προστασίας της ασφάλειας», είναι σαφές ότι οι ισραηλινές επιθέσεις εξυπηρετούν τα δικά τους γεωπολιτικά συμφέροντα, εστιάζοντας στην αποδυνάμωση οποιασδήποτε κεντρικής εξουσίας στη Συρία και τη διατήρηση του ελέγχου στα Υψίπεδα του Γκολάν.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, αν και εμφανίζονται ως σύμμαχος του κουρδικού στοιχείου, διαδραματίζουν έναν ρόλο που απέχει πολύ από τη σταθερότητα. Η υποστήριξή τους προς διάφορες παρατάξεις μέσα στη Συρία, συχνά με αντιφατικό τρόπο, ενισχύει τη διάσπαση της χώρας και δημιουργεί διχασμούς. Παράλληλα, οι πρόσφατες δεσμεύσεις για ανθρωπιστική βοήθεια δεν αναιρούν τη συμμετοχή τους στον κατακερματισμό της Συρίας μέσα από την ενεργή εμπλοκή τους στον πόλεμο, που αρχικά στηρίχθηκε στην πολιτική αλλαγή μέσω ανατροπής του Άσαντ.
Η εκλεκτή του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ για τη θέση της διευθύντριας των εθνικών μυστικών υπηρεσιών εξέδωσε μια σύντομη δήλωση με την οποία επαναβεβαίωσε τη θέση του Τραμπ σχετικά με τις πρόσφατες εξελίξεις στη Συρία, αφού οι δημοσιογράφοι τη ρώτησαν για τις σκέψεις της σχετικά με την απομάκρυνση του αλ Άσαντ, τον οποίο συνάντησε το 2017.
«Θέλω να ασχοληθώ με το θέμα που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων: Στέκομαι σε πλήρη υποστήριξη και συμφωνώ ολόψυχα με τις δηλώσεις που έκανε ο πρόεδρος Τραμπ τις τελευταίες ημέρες σχετικά με τις εξελίξεις στη Συρία», δήλωσε η Γκάμπαρντ εξερχόμενη από συνεδρίαση της Γερουσίας στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ.
Η αποκάλυψη των εγκλημάτων που συντελέστηκαν υπό το καθεστώς Άσαντ, όπως η εύρεση σωρών βασανισμένων κρατουμένων στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Χαράστα, προκαλεί φρίκη, όμως οι ενέργειες αυτές χρησιμοποιούνται από τις μεγάλες δυνάμεις για να δικαιολογήσουν περαιτέρω επεμβάσεις. Στο μεταξύ, πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί από τον Νοέμβριο, με τους περισσότερους να ζουν υπό άθλιες συνθήκες.
Η κατάσταση στη Συρία είναι μια μάχη επιρροής μεταξύ περιφερειακών και διεθνών δυνάμεων που παίζουν τα δικά τους παιχνίδια σε βάρος του συριακού λαού. Η Τουρκία συνεχίζει να αναδιαμορφώνει τα σύνορα με επιθετική πολιτική, το Ισραήλ εντείνει τις επιθέσεις του και οι ΗΠΑ δρουν υποκριτικά, διατηρώντας επαφές με όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Την ίδια ώρα, ο δρόμος προς μια ειρηνική μετάβαση φαίνεται μακρινός, με τις γεωπολιτικές εντάσεις να προμηνύουν έναν μακρύ και δύσκολο αγώνα για τη διατήρηση της συριακής ενότητας και ανεξαρτησίας.