Στήνουν μπίζνες με τα δάση-Μετά τις αναδασώσεις, υπουργικές αποφάσεις παραχωρούν και τη διαχείριση δασικών συστημάτων σε ιδιώτες.

24

Η ουσιαστική κατάργηση του νευραλγικού ρόλου των δασαρχείων στη διαχείριση των δασών δημιούργησε κενά στην πολιτική προστασία και την πρόληψη πυρκαγιών και πλημμυρών. Ετσι απέμειναν μόνο η καταστολή των φαινομένων και η αποκατάσταση της καταστροφής, που συχνά αποδεικνύονται πιο προσοδοφόρα.

Οι «σωτήρες»

Το κενό αυτό καλύπτεται πλέον από ιδιώτες, με τις ευλογίες της κυβέρνησης, όπως φαίνεται στις νέες υπουργικές αποφάσεις του ΥΠΕΝ (11/11/2025 και 17/11/2025) που επιτρέπουν τη διαχείριση των δασών και από εταιρείες.

Η κυβέρνηση τους παρουσιάζει ως «σωτήρες», ενώ επιστήμονες και άνθρωποι του πεδίου προειδοποιούν για τη διάλυση των δασικών συστημάτων και το τεράστιο κερδοσκοπικό «πάρτι» γύρω από τους φυσικούς πόρους.

Ολα αυτά δείχνουν ότι κάποια αγαθά πρέπει να παραμένουν υπό αυστηρό δημόσιο έλεγχο. Η προστασία των δασών απαιτεί υψηλά κονδύλια, ανθρώπινο δυναμικό και έρευνα· πόρους που δεν επιτρέπει σε ιδιώτες η λογική κόστους-κέρδους.

Μολοταύτα, το ΥΠΕΝ διαμορφώνει ένα «πράσινο» οικονομικό σύστημα που συνδέει τα νέα υβριδικά σχήματα διαχείρισης δασών με τις αναδασώσεις και το χρηματιστήριο ρύπων. Πρόκειται για μια περίπλοκη αρχιτεκτονική που μετατρέπει τη φύση σε εμπορικό προϊόν.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Τα κόλπα με τους ρύπους

Κεντρικό στοιχείο της εξίσωσης είναι το ευρωπαϊκό EU ETS, που θέτει υποχρεωτικό ανώτατο όριο στις εκπομπές των μεγάλων εταιρειών, μειώνοντάς το κάθε χρόνο ώστε να υποχρεώνονται σε καθαρότερη λειτουργία.

Δίπλα σε αυτό υπάρχουν τα προαιρετικά carbon credits, ένας ιδιωτικά ελεγχόμενος μηχανισμός αντιστάθμισης ρύπανσης, ο οποίος όμως συχνά έχει περιορισμένο αποτέλεσμα: μειώνει τυπικά τις εκπομπές χωρίς να αναχαιτίζει ουσιαστικά τη ρύπανση.

Τα carbon credits συνδέονται με τους στόχους ESG (Environmental Social Governance) και αξιοποιούνται για την προβολή «κλιματικής ουδετερότητας». Ωστόσο η αξιοπιστία τους αμφισβητείται έντονα. Ρεπορτάζ της βρετανικής εφημερίδας «The Guardian» αναφέρει ότι μεγάλες εταιρείες, όπως ExxonMobil, Delta, Gucci, Volkswagen και Disney, αγόρασαν εκατομμύρια «δικαιώματα» που χαρακτηρίστηκαν «πιθανώς άχρηστα» ή «άχρηστα».

Η βασική διαφορά τους είναι σαφής: το EU ETS επιβάλλει πραγματικές αλλαγές και ελέγχεται από την ΕΕ, ενώ τα carbon credits δεν δεσμεύουν κανέναν και συχνά λειτουργούν κυρίως για τη βελτίωση του εταιρικού προφίλ.

Και, αναπόφευκτα, πίσω από όλο το σύστημα κινούνται σημαντικά οικονομικά συμφέροντα.

Εδώ εισέρχονται στο παιχνίδι οι impact αναδασώσεις (επενδυτικές αναδασώσεις με περιβαλλοντικό και οικονομικό «αντίκτυπο»). Οπως εξηγεί στο Documento ο δασολόγος-περιβαλλοντολόγος και επικεφαλής του τμήματος Περιβάλλοντος της ΚΕ του ΚΚΕ Αντώνης Ραλλάτος, η συζήτηση για τις αναδασώσεις στην Ελλάδα σχετίζεται «με τον στόχο έως το 2026 να ξεκινήσει πιλοτικό έργο και η χώρα να εισαχθεί στον παγκόσμιο χάρτη πώλησης πιστωτικών μονάδων άνθρακα (“carbon credits”)».

Πώς θα γίνει αυτό και πώς συνδέεται με το EU ETS; Ειδικοί με τους οποίους ήρθε σε επαφή το Documento δίνουν ως παράδειγμα μια βιομηχανική μονάδα ανακύκλωσης. Είναι μέσα στο EU ETS (άρα έχει υποχρεωτικό όριο ρύπανσης). Για να μειώσει πραγματικά τις εκπομπές άνθρακα, λένε, η εταιρεία πρέπει να επενδύσει εκατομμύρια σε νέα τεχνολογία, αλλά το κάνει με αργούς ρυθμούς. Παράλληλα όμως θέλει να έχει «πράσινη εικόνα», καθώς αυτό ζητούν επενδυτές και τράπεζες. Ετσι δημιουργείται ένα ΣΔΙΤ αναδάσωσης για κάποιο από τα πολλά καμένα βουνά της χώρας. Ενας ιδιώτης επενδυτής πληρώνει την αναδάσωση. Σε αντάλλαγμα έχει το δικαίωμα παραγωγής carbon credits. Η εταιρεία αγοράζει από εκεί 10.000 carbon credits, δεν επηρεάζει τις υποχρεώσεις της στο EU ETS και παρουσιάζεται ευθυγραμμισμένη με τα πρότυπα του ESG.

Το «λιγότερο κόστος»

Αρκετοί επισημαίνουν ότι δεν θα προχωρήσουν οι σχεδιασμοί αυτοί, καθώς επιστρέφουμε στις εξορύξεις. Για τον Αντ. Ραλλάτο, πρόκειται για τη λογική του «λιγότερο κακού». Ο ίδιος επισημαίνει στο Documento ότι εκτός των «credit bonus» για τις εταιρείες, το κρατικό όφελος από αυτή τη διαδικασία αναδάσωσης είναι το «λιγότερο κόστος». Ωστόσο τονίζει: «Δεν μπορούμε να δούμε ξεκομμένα ένα έργο αναδασώσεως με τη μορφή impact από τη συνολική ανάγκη που έχει το δάσος για τη διαχείρισή του. Γιατί να χρειαστεί να γίνει αναδάσωση μετά την πυρκαγιά, αντί για την πρόληψή της; Φέρνουν τη συζήτηση στη λογική του “μικρότερου κακού”, καθώς αυτό συμφέρει κυβέρνηση και επιχειρηματίες. Ετσι, για κάθε ευρώ που δεν δίνουν στην πρόληψη, δαπανούν έπειτα 5-8 ευρώ για την κατάσβεση και την αποκατάσταση των δασών. Η ολοκληρωμένη διαχείριση δεν προσφέρει κέρδη. Φανταστείτε ότι, αν κάναμε ολοκληρωμένη διαχείριση, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί το 25-30% του βρόχινου νερού. Αντ’ αυτού αξιοποιήσιμο είναι μόλις το 7%».

Δέντρα… εργάτες

Η προσοδοφορία του κλάδου αποτυπώνεται στη δήλωση του Βάουτερ Σουτάετ, που ως διευθυντής επιχειρηματικής ανάπτυξης της Triodos Investment Management το 2024 τόνισε (Euronews, 1η.10.2024) μεταξύ άλλων: «Υπάρχουν αγορές με πιο σίγουρα κέρδη· ωστόσο τα δέντρα έχουν ζωή. Κάποια είδη μπορούν να αναπτυχθούν αρκετά γρήγορα (…) ειδικά στις αναδυόμενες αγορές. Αλλά σε γενικές γραμμές είναι ο ρυθμός του δέντρου που καθορίζει τον ρυθμό και την απόδοση. Αρα υπάρχουν αγορές με ταχύτερα κέρδη, αλλά αυτή είναι μια σταθερή αγορά. Και αν το κάνεις με τον σωστό τρόπο, μπορεί να έχεις και μια υγιή απόδοση, δίπλα στα έσοδα από την ξυλεία που μπορεί να υπάρχουν».

Ωστόσο, σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο (2/2025), δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για αναδασωτέες εκτάσεις ή την ανάγκη αναδάσωσης, γεγονός που οδηγεί σε αποσπασματική διάθεση πόρων. Παράλληλα, οι δασικές υπηρεσίες στερούνται επαρκών μέσων και προσωπικού, ενώ καταγράφονται κενά στη διαδικασία επιλογής αναδόχων και την εποπτεία της εφαρμογής των υποχρεώσεών τους, παρά την επιτάχυνση των αναδασώσεων υπό αυτό το θεσμικό πλαίσιο. Το συνέδριο υπογραμμίζει ότι το συνολικό ποσοστό υλοποίησης αναδασώσεων δεν υπερβαίνει το 30%.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας