Την επέμβαση του εισαγγελέα ζητά ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Δωδεκανήσου κ. Νίκος Φουτούλης για τις τεράστιες ελλείψεις φαρμάκων που καταγράφονται στην αγορά, παρά την απαγόρευση εξαγωγής, για όσο διάστημα θα διαρκέσει η κρίση του κορωνοϊού.
Όπως εξηγεί στη «δ» ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Δωδεκανήσου, οι φαρμακευτικές εταιρείες μπορεί να μην εξάγουν μεν τα φάρμακα υπακούοντας στις σχετικές κυβερνητικές οδηγίες, ωστόσο δεν τα διαθέτουν ούτε στην ελληνική αγορά, διατηρώντας τα ως απόθεμα προκειμένου να τα εξάγουν αμέσως μόλις λήξουν τα περιοριστικά μέτρα, επενδύοντας στο κέρδος και όχι στις ανάγκες της εγχώριας αγοράς, ιδιαίτερα σε αυτή τη δύσκολη περίοδο.
Σύμφωνα με τον κ. Ν. Φουτούλη, ελλείψεις καταγράφονται σε όλα τα σκευάσματα πολυεθνικών εταιρειών, από τα ευρείας κατανάλωσης μέχρι τα εξειδικευμένα και αναγκαία για τους καρκινοπαθείς.
«Επειδή οι τιμές στην Ελλάδα είναι πολύ χαμηλές, δεν διαθέτουν τα φάρμακα στην εγχώρια αγορά, αλλά τα στοκάρουν προκειμένου μόλις επιτραπεί, να τα διαθέσουν και πάλι στο εξωτερικό όπου το κέρδος τους φτάνει μέχρι και το 120%. Η απαγόρευση εξαγωγών με χρονικό περιθώριο είναι δώρο άδωρο, αυτή δεν είναι η ενδεδειγμένη λύση διότι ελλείψεις εξακολουθούν να καταγράφονται και καμία βελτίωση δεν έχει επέλθει. Η πρότασή μου, που αποτελεί και την ορθότερη λύση, είναι να οριστεί μια συγκεκριμένη ποσότητα εξαγωγής και να αλλάξει το barcode, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα που διαθέτει η τεχνολογία προκειμένου να υπάρχει άμεσος έλεγχος για τις ποσότητες που διατίθενται στην εγχώρια αγορά και στο εξωτερικό από την κάθε φαρμακοβιομηχανία. Mόνο έτσι θα υπάρχει πλήρης εικόνα και θα καλυφθούν οι ανάγκες», λέει ο κ. Νίκος Φουτούλης.
Ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Δωδεκανήσου, επισημαίνει ότι οι φαρμακοβιομηχανίες θα έπρεπε αυτή τη δύσκολη περίοδο να δείξουν ενσυναίσθηση και να βοηθήσουν με κάθε τρόπο, ωστόσο «αντί να βάλουν νερό στο κρασί τους και να σκεφτούν τη δημόσια υγεία και το κοινό καλό, προτάσσουν πάλι το κέρδος. Θα πρέπει να επέμβει ο εισαγγελέας, για να επέλθει η ομαλότητα ώστε να καταστεί κατανοητό ότι δεν μπορούν να αγνοούν τις ανάγκες, δεν μπορούν να προτάσσουν το κέρδος εις βάρος της υγείας, δεν μπορούν να κάνουν ο,τι θέλουν και να γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια τις κυβερνητικές οδηγίες την ώρα που εμείς τους παρακαλούμε στα τηλέφωνα για να εξασφαλίσουμε φάρμακα για τις χημειοθεραπείες ανθρώπων που παλεύουν για τη ζωή τους», όπως τονίζει.
Το πλέον εξωφρενικό, είναι πως πολλές φαρμακευτικές εταιρείες, προκειμένου να αναλάβουν την προμήθεια των φαρμακευτικών προϊόντων – εμπορευμάτων στα φαρμακεία, να ολοκληρωθεί η παραγγελία του εκάστοτε φαρμακοποιού και να διατεθούν σε αυτόν τα φαρμακευτικά σκευάσματα, θέτουν ως προϋπόθεση να τους αποστείλουν με φαξ ή άλλο μέσο την ιατρική συνταγή του ασφαλισμένου (!) για τον οποίο προορίζεται το φαρμακευτικό προϊόν, προκειμένου να ελεγχθεί αν το συγκεκριμένο φάρμακο αναφέρεται στην ιατρική συνταγή καθώς και να αποσταλεί η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας του συναλλασσόμενου φαρμακείου! Στην περίπτωση δε που ο φαρμακοποιός δεν προσκομίσει τα ανωτέρω, αρνούνται παρανόμως την προμήθεια των εν λόγω φαρμάκων, με αποτέλεσμα να τίθεται σε κίνδυνο τόσο η δημόσια υγεία όσο και η υγεία των ασφαλισμένων πολιτών!
Σύμφωνα με τον πρόεδρο των φαρμακοποιών, τίθενται παρανόμως, καταχρηστικώς, αυθαιρέτως και κατά το δοκούν, παράνομοι όροι στα φαρμακεία, από τους οποίους και εξαρτάται ο εφοδιασμός τους με φαρμακευτικά προϊόντα, ενώ καμία γενική ή ειδική διάταξη νόμου δεν προβλέπει τέτοιου είδους πρακτικές ούτε και καθιστά υποχρέωση του φαρμακοποιού την προσκόμιση των ανωτέρω για την εκτέλεση της παραγγελίας του.
Η άμεση εξυπηρέτηση του ασφαλισμένου – ασθενή είναι κυρίαρχο και επείγον ζήτημα διότι αφενός ο φαρμακοποιός έχει καθήκον να διασφαλίσει την απρόσκοπτη διάθεση των συνταγογραφούμενων φαρμάκων, αφετέρου η οποιαδήποτε καθυστέρηση στην εξυπηρέτηση του ασφαλισμένου ασθενή έχει σοβαρές δυσμενείς συνέπειες για την υγεία του, με κίνδυνο να συμβεί ακόμα και το μοιραίο. Εξάλλου, το δημόσιο συμφέρον επιβάλλει την ύπαρξη αποθεμάτων στα φαρμακεία για την άμεση ικανοποίηση των αναγκών των πολιτών και την προστασία της δημόσιας υγείας.
«Με την πρακτική αυτή δημιουργείται τεράστιο πρόβλημα και παρεμποδίζεται η σωστή, σύμφωνα με τον νόμο και τα χρηστά ήθη, άσκηση του καθήκοντός μας, εφόσον εμείς επωμιζόμαστε το βάρος και τις συνέπειες της μη άμεσης εξυπηρέτησης του πολίτη – ασθενή, με αποτέλεσμα να προκαλείται εσφαλμένη αντίληψη στον ασφαλισμένο ότι ο φαρμακοποιός δεν θέλει η αδιαφορεί να τον εξυπηρετήσει», λέει περαιτέρω ο κ. Φουτούλης.
Η πολιτική των φαρμακευτικών εταιρειών ξεπερνά κάθε λογική, καθώς αντί να εξυπηρετούν τις ανάγκες των ασθενών με τα φαρμακευτικά σκευάσματα, θέτουν σε άμεσο κίνδυνο την υγεία τους, ακόμα και την ζωή τους και ως φαίνεται κανένα από τα αρμόδια όργανα δεν μπορούν ούτε να τις ελέγξουν ούτε να τους επιβληθούν.
Επιπλέον, αναφέρει ότι η κατάσταση στη Ρόδο ως προς τα αντισηπτικά και μέσα ατομικής προστασίας και προσωπικής υγιεινής έχει ομαλοποιηθεί, οι ελλείψεις έχουν καλυφθεί σε μεγάλο ποσοστό και δεν παρατηρείται πλέον συνωστισμός, όπως στην αρχή της υγειονομικής κρίσης.
«Στα Δωδεκάνησα, λάβαμε την απόφαση να μην τροποποιήσουμε το ωράριο λειτουργίας των φαρμακείων μας, προκειμένου να καθησυχάσουμε τους πολίτες, να μην αισθάνονται φόβο ή ανασφάλεια. Είναι σημαντικό να γνωρίζουν ότι ο φαρμακοποιός τους είναι δίπλα τους, για να καλύψει τις ανάγκες τους και να τους λύσει τυχόν απορίες για αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση που όλοι βιώνουμε. Το ωράριο στα φαρμακεία της Δωδεκανήσου δεν έχει διαφοροποιηθεί, όπως συνέβη σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Αχαΐα. Τα φαρμακεία στη Ρόδο και σε όλα τα Δωδεκάνησα, διατήρησαν το ωράριο λειτουργίας τους μέχρι τις 9 το βράδυ προκειμένου να εξυπηρετήσουμε τον κόσμο, παρ΄ότι δεν υπάρχει τεράστιος φόρτος εργασίας. Το ζητούμενο είναι να νιώθουν ασφαλείς οι πολίτες», επισημαίνει ο κ. Φουτούλης.
*Πηγή:www.dimokratiki.gr