Σύμφωνα με την τράπεζα, τα βασικά θετικά στοιχεία που τροφοδότησαν την άνοδο, όπως οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η δημοσιονομική σταθερότητα και οι βελτιωμένες μερισματικές αποδόσεις, είναι πλέον ενσωματωμένα στις τιμές…
Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτές θα πρέπει να είναι πιο επιλεκτικοί, αναζητώντας νέους καταλύτες για περαιτέρω άνοδο.
Εξαιρετικές επιδόσεις, αλλά…
Όπως αναφέρει η HSBC, «οι ελληνικές μετοχές κατέγραψαν εξαιρετικές αποδόσεις το 2025, αυξημένες κατά 68%.
Θεωρούμε ότι ήρθε η ώρα για υποβάθμιση σε neutral.
Πολλοί από τους θετικούς καταλύτες, όπως οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η δημοσιονομική εξυγίανση και η βελτίωση των μερισμάτων, έχουν ήδη γίνει γνωστοί και αποτιμηθεί στις τιμές της αγοράς.
Ένας ακόμα λόγος ανησυχίας είναι η τοποθέτηση των κεφαλαίων: το 60% των GEMs funds διαθέτει τώρα έκθεση στις ελληνικές μετοχές, σε σύγκριση με μόλις 40% το 2022.
Συνεπώς, υπάρχουν λιγότεροι καταλύτες που να μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντική υπεραπόδοση».
Μακροοικονομική δυναμική
Το πρόβλημα στην ανάπτυξη δεν είναι το επίπεδο, αλλά ο ρυθμός μεταβολής.
Το β’ τρίμηνο του 2025 η οικονομία αυξήθηκε κατά 1,7% σε ετήσια βάση, έναντι 2,5% το δ’ τρίμηνο.
Η επένδυση, που έχει αυξηθεί πάνω από 50% από την πανδημία, αποτέλεσε φέτος έναν μικρό περιοριστικό παράγοντα λόγω καθυστερήσεων στην υλοποίηση έργων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
Η κατάσταση αναμένεται να βελτιωθεί, καθώς τον Ιούλιο η Ελλάδα υπέβαλε την έκτη αίτηση για δόση ύψους 2,1 δισ. ευρώ, φέρνοντας τις συνολικές εκταμιεύσεις στα 23,4 δισ. ευρώ ή 65% της κατανομής της.
Παρόμοια εικόνα παρουσιάζεται στον Τουρισμό: το 2024 σημειώθηκαν ρεκόρ 40,7 εκατ. αφίξεις, αυξημένες κατά 13% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ενώ το 2025 αναμένεται αύξηση μόλις 3%.
Οι αυξήσεις μισθών, με τελευταία αύξηση 6% του κατώτατου μισθού την 1η Απριλίου, μπορεί να στηρίξουν την κατανάλωση, αλλά ταυτόχρονα να πλήξουν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας και τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων.
Λιγότερο ελκυστικές αποτιμήσεις
Σύμφωνα με τη βρετανική τράπεζα, οι ελληνικές μετοχές διαπραγματεύονται με δείκτη P/E 12 μηνών 9,0x, παρουσιάζοντας ανατίμηση 35% σε ετήσια βάση.
Πρόκειται για έκπτωση 35% σε σχέση με τις ευρωπαϊκές ομόλογες αγορές, κάτι που βρίσκεται σε γενικές γραμμές στον μέσο όρο από το 2017.
Στον τραπεζικό τομέα, η απόδοση μερίσματος που ήταν 9% στα τέλη του προηγούμενου έτους, μετά την άνοδο 45% σε ετήσια βάση, έχει πέσει στο 5,2%, μόλις 70 μονάδες βάσης πάνω από τις αντίστοιχες τράπεζες των αναδυόμενων αγορών.
Η αγορά δεν είναι απαραίτητα ακριβή, αλλά δεν αποτελεί πλέον ευκαιρία όπως πριν από 12 μήνες.
Πιθανή αναβάθμιση σε ανεπτυγμένη αγορά
Η Ελλάδα, λέει η HSBC, παραμένει στη λίστα παρακολούθησης του FTSE Russell για αναβάθμιση σε «ανεπτυγμένη αγορά», με απόφαση πιθανή τον Σεπτέμβριο (αναθεώρηση 7 Οκτωβρίου), ανάλογα με τη βελτίωση της κλίμακας της αγοράς.
Η MSCI αποφάσισε να μην αναβαθμίσει την Ελλάδα τον Ιούνιο, κυρίως λόγω των απαιτήσεων μεγέθους και ρευστότητας.
Ωστόσο, η προτεινόμενη εξαγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών από την Euronext θα μπορούσε να βελτιώσει την ενσωμάτωση και τη ρευστότητα.
Μια αναβάθμιση θα προσδώσει κύρος και πιθανή ανατίμηση, αλλά και κινδύνους: οι ελληνικές μετοχές θα αντιπροσωπεύουν μικρότερο ποσοστό των δεικτών ανεπτυγμένων αγορών, με πιθανή μείωση της προσοχής των επενδυτών και της ρευστότητας.
Προτιμήσεις ανά τομέα
Σύμφωνα με την HSBC, οι τράπεζες στηρίζουν την άνοδο, με ισχυρή κερδοφορία, βελτίωση ποιότητας ενεργητικού και επανέναρξη πληρωμών μερισμάτων.
Τα αποτελέσματα β’ τριμήνου 2025 ήταν ισχυρά, με σταθερή αύξηση δανείων, ανθεκτικά NIMs και μειωμένες προβλέψεις.
Το μεγαλύτερο ζήτημα για τη θετική μας άποψη είναι η συγκέντρωση των κεφαλαίων – τα δεδομένα μας δείχνουν σημαντική μετακίνηση σε ελληνικές τράπεζες, με το ποσοστό των funds που κατέχουν τις τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες να αυξάνεται από 15% το 2023 σε 29% σήμερα.
Εκτός των χρηματοοικονομικών, διατηρούμε θετική στάση στον τουρισμό: το Διεθνές Αεροδρόμιο Αθηνών διαχειρίστηκε 3,9 εκατ. επιβάτες τον Αύγουστο 2025 (+7% σε ετήσια βάση), με αύξηση 7% στο σύνολο του έτους.
Αυτό ωφελεί τις αεροπορικές εταιρείες, όπως η Aegean, που επωφελείται από υψηλές τιμές και σχεδόν πλήρεις πτήσεις.
Παράλληλα, οι βιομηχανίες και ο κατασκευαστικός τομέας ωφελούνται από την συνδυαστική δράση ευρωπαϊκών κονδυλίων και ιδιωτικών επενδύσεων.