Η δημόσια ακρόαση για τα μέτρα του USTR κατά των πλοίων που ναυπηγήθηκαν στην Κίνα, που ξεκίνησε στις 24 Μαρτίου και ολοκληρώθηκε στις 26 Μαρτίου, προσέφερε μια αναλυτική εικόνα των απόψεων και των ανησυχιών της παγκόσμιας ναυτιλιακής βιομηχανίας. Τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη ακρόαση διάφορες πλευρές, από εργατικά συνδικάτα έως εκπροσώπους κινεζικών ναυπηγείων, αντάλλαξαν απόψεις για τα νέα υψηλότατα προτεινόμενα τέλη και τις επιπτώσεις τους στο παγκόσμιο εμπόριο και τη ναυτιλία.
Η γενική ανησυχία είναι ότι τα μέτρα του USTR ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και στη διαθεσιμότητα πλοίων για το αμερικανικό εμπόριο, ενώ υπάρχουν και αναφορές για αποτυχία των προτεινόμενων μέτρων να επιλύσουν πλήρως το πρόβλημα της κινεζικής ναυπηγικής κυριαρχίας. Η αντιπαράθεση ανάμεσα σε υποστηρικτές και επικριτές της πρότασης επικεντρώνεται σε ζητήματα ασφάλειας, επιπτώσεων στις θέσεις εργασίας και στο κόστος των logistics, καθώς και στις επιπτώσεις στα μικρότερα αμερικανικά λιμάνια.
Αυτή η διαδικασία έρχεται σε μια περίοδο υψηλών εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, με τη ναυτιλία να αποτελεί έναν από τους τομείς που θα μπορούσαν να κρίνουν τη συνέχεια της εμπορικής αντιπαράθεσης. Οι επερχόμενες εξελίξεις θα καθορίσουν όχι μόνο τις αμερικανικές πολιτικές στον τομέα της ναυτιλίας, αλλά και τη γεωπολιτική δυναμική στις διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές και τα λιμάνια, όπως στην περίπτωση του Πειραιά.
Κατά τη διάρκεια των δύο ακροάσεων κατέθεσαν τις απόψεις τους συνδικάτα εργαζομένων, εκπρόσωποι της κινεζικής ναυπηγικής βιομηχανίας, Αμερικανοί και διεθνείς διαχειριστές πλοίων, εκπρόσωποι της χαλυβουργικής βιομηχανίας των ΗΠΑ, του Ναυτικού Επιμελητηρίου των ΗΠΑ, καθώς και εκπρόσωποι τρίτων συμφερόντων και διεθνών οργανισμών. Επίσης συμμετείχαν εκπρόσωποι μηχανικών, εργαζομένων στον τομέα της αεροδιαστημικής, λεβητοποιών, χαλυβουργών, ηλεκτρολόγων και της Διεθνούς Ένωσης Λιμενεργατών και Εργαζομένων σε Αποθήκες, οι οποίοι εξέφρασαν υποστήριξη στην πρόταση στο σύνολο της.
Ωστόσο, στη διάρκεια των σχετικών συζητήσεων και υπό την πίεση των ερωτήσεων, αρκετοί εκπρόσωποι φορέων παραδέχτηκαν ότι τα προτεινόμενα μέτρα ενδέχεται να μην επιλύσουν πλήρως το πρόβλημα. Οι εκπρόσωποι των κινεζικών ναυπηγείων αντέτειναν ότι οι κινεζικές πρακτικές δεν ευθύνονται για την παρακμή της αμερικανικής ναυπηγικής βιομηχανίας και προειδοποίησαν ότι η εφαρμογή της πρότασης θα μπορούσε να διαταράξει το παγκόσμιο εμπόριο, να μειώσει τη διαθεσιμότητα πλοίων για το αμερικανικό εμπόριο και να επηρεάσει αρνητικά τα μικρότερα αμερικανικά λιμάνια, οδηγώντας σε απώλειες θέσεων εργασίας. Ανέφεραν επίσης ότι η επιτυχία της Κίνας οφείλεται σε δεκαετίες συνεργασιών και προέτρεψαν τις ΗΠΑ να επιδιώξουν περισσότερη συνεργασία με την Κίνα.
Οι εκπρόσωποι της αμερικανικής χαλυβουργίας υποστήριξαν την πρόταση με ενθουσιασμό, διαβεβαιώνοντας ότι μπορούν να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες των αμερικανικών ναυπηγείων, αλλά αναγνώρισαν ότι τα μέτρα αυτά δεν επαρκούν από μόνα τους και αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής. Επίσης, τόνισαν την ανάγκη προετοιμασίας για μια περίοδο προσαρμογής, με ιδιαίτερη προσοχή στις εφοδιαστικές αλυσίδες, ενώ προειδοποίησαν για τους κινδύνους ασφαλείας από τη χρήση της κινεζικής ψηφιακής πλατφόρμας logistics, LOGINK.
Οι εκπρόσωποι της WDS, της Tropical Shipping και της UCL, αν και συμφώνησαν με τη γενική κατεύθυνση της πολιτικής, εξέφρασαν επιφυλάξεις για τη δομή των μέτρων και ζήτησαν εξαιρέσεις, προειδοποιώντας ότι η πρόταση θα διαταράξει το διασυνοριακό εμπόριο με τις χώρες του Νότου και θα προκαλέσει μεγάλες απώλειες θέσεων εργασίας, καθώς οι περισσότερες από αυτές τις συναλλαγές εξαρτώνται από τα κινεζικά ναυπηγεία.
Το Ναυτικό Επιμελητήριο των ΗΠΑ, από την πλευρά του, υποστήριξε ότι η πιο κατάλληλη πολιτική για την επίτευξη των στόχων είναι το SHIPS for America Act και όχι τα προτεινόμενα μέτρα, τα οποία θα βαρύνουν άδικα το αμερικανικό μεταφορικό σύστημα και θα αυξήσουν το κόστος για τον Αμερικανό καταναλωτή.
Επιπλέον, εκπρόσωποι του Καναδά υπογράμμισαν ότι ο Καναδάς είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος των ΗΠΑ και προειδοποίησαν ότι η πρόταση θα πλήξει το διμερές εμπόριο.
Οι Αμερικανοί διαχειριστές πλοίων ζήτησαν εξαιρέσεις, προτείνοντας οι χρεώσεις να επιβάλλονται ανά κοντέινερ και όχι ανά πλοίο, επισημαίνοντας ότι το εμπόριο με τις Βερμούδες θα υποστεί σοβαρό πλήγμα. Αντίθετα, εκπρόσωποι διεθνών οργανώσεων, όπως φορείς του κλάδου των τακτικών γραμμών και του Caricom, εξέφρασαν σφοδρές αντιρρήσεις, θεωρώντας ότι η πρόταση αποτελεί αναδρομική ποινή που τιμωρεί τους Αμερικανούς καταναλωτές και θα προκαλέσει σοβαρή συμφόρηση στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Τόνισαν ότι η επιβολή ποινών σε πλοία που είχαν αγοραστεί σε περιόδους περιορισμένων επιλογών δεν προάγει τους στόχους της πολιτικής.
Η διαδικασία αυτή εξελίσσεται σε μια περίοδο αυξημένων εντάσεων ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, με τις θαλάσσιες μεταφορές να βρίσκονται στο επίκεντρο του εμπορικού πολέμου. Οι αμερικανικές αρχές κατηγορούν την κινεζική κυβέρνηση για αθέμιτες επιδοτήσεις στα ναυπηγεία της, κάτι που ενισχύει τη θέση της Κίνας στον τομέα των εμπορικών πλοίων, ενώ η κινεζική επέκταση μέσω επενδύσεων σε λιμάνια ανά τον κόσμο, όπως στον Πειραιά, προκαλεί ανησυχία στην Ουάσινγκτον, καθώς θεωρείται απειλή για την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα και την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Ο οικονομικός αντίκτυπος των νέων μέτρων
Σε σειρά αναλύσεων που πραγματοποιούνται όλη αυτή την περίοδο καταγράφεται ο αντίκτυπος των νέων μέτρων που επιδιώκει να επιβάλει η διοίκηση Τραμπ στα πλοία που έχουν ναυπηγηθεί στην Κίνα και καταπλέουν σε λιμάνια των ΗΠΑ. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι, με βάση τα δεδομένα της παγκόσμιας χωρητικότητας στόλου για το 2023, τα τέλη που προτείνονται θα επηρεάσουν τους ναύλους στις κύριες εμπορικές διαδρομές, την κερδοφορία των μεταφορικών εταιρειών και την αποδοτικότητα της αγοράς.
Συγκεκριμένα, εκτιμούν θα αυξηθούν κατά 7,3% οι ναύλοι στις διαδρομές του Ατλαντικού και κατά 6,5% οι ναύλοι του Ειρηνικού (Ασία – Δυτική Ακτή των ΗΠΑ), ενώ η συνολική απώλεια στην παγκόσμια καταναλωτική ευημερία εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 22,64 δισ. δολάρια. Αναλυτικά και ανά αγορά, υπολογίζουν ότι η Ocean Alliance θα υποστεί απώλειες κερδών περίπου 6,31 δισ. δολαρίων, ενώ η The Alliance θα περιοριστεί σε απώλειες της τάξης των 0,9 δισ. δολαρίων, λόγω της σχετικά χαμηλής έκθεσής της σε κινεζικής ναυπήγησης πλοία.
Η δε κυβέρνηση των ΗΠΑ θα μπορούσε να συγκεντρώσει εκτιμώμενα έσοδα ύψους 21,04 δισ. δολαρίων. Ωστόσο, το συνολικό παγκόσμιο πλεόνασμα θα μειωνόταν κατά 11,27 δισ. δολάρια, υποδεικνύοντας ότι η πολιτική εισάγει αναποτελεσματικότητες στην κατανομή των πόρων. Ουσιαστικά, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα είναι ο μοναδικός οικονομικός ωφελούμενος, ενώ η παγκόσμια αγορά τακτικών γραμμών μεταφοράς φορτίων θα υποστεί σημαντική απώλεια ευημερίας λόγω των στρεβλωτικών επιπτώσεων της πολιτικής.
Το χρονικό των νέων μέτρων που προωθούν οι ΗΠΑ
Το 2025 το Γραφείο του Εμπορικού Αντιπροσώπου των Ηνωμένων Πολιτειών (USTR) ξεκίνησε νέα έρευνα βάσει του Section 301 για τους τομείς της ναυτιλίας, των logistics και της ναυπηγικής της Κίνας. Η έρευνα επικαλέστηκε εκτεταμένες κρατικές επιδοτήσεις και βιομηχανικές πολιτικές που επέτρεψαν στην Κίνα να κυριαρχήσει στη ναυπηγική, στον εξοπλισμό διαχείρισης φορτίων και στις θαλάσσιες μεταφορές.
Σε απάντηση, το USTR πρότεινε ένα σύνολο μέτρων με σκοπό την εξουδετέρωση αυτών των πλεονεκτημάτων και τη στήριξη της αναζωογόνησης του ναυτιλιακού τομέα των ΗΠΑ.
Αναλυτικά, το USTR πρότεινε:
– Τέλη υπηρεσιών για Κινέζους μεταφορείς: Οι κινεζικές ναυτιλιακές εταιρείες που προσεγγίζουν αμερικανικά λιμάνια θα υπόκεινται σε τέλη έως και 1 εκατ. δολαρίων ανά είσοδο πλοίου ή 1.000 δολαρίων ανά καθαρό τόνο χωρητικότητας.
– Τέλη βάσει σύνθεσης στόλου: Οι μη κινεζικές εταιρείες θα αντιμετωπίσουν επίσης τέλη, ανάλογα με το ποσοστό κινεζικής ναυπήγησης πλοίων στον στόλο τους:
—50% ή περισσότερο: έως και 1 εκατομμύριο δολάρια ανά είσοδο.
—25% έως 49%: έως και 750.000 δολάρια ανά είσοδο.
—Έως 25%: έως και 500.000 δολάρια ανά είσοδο.
– Τέλη για εκκρεμείς παραγγελίες κινεζικών πλοίων: Επιπλέον τέλη θα επιβάλλονται σε εταιρείες με πλοία υπό παραγγελία από κινεζικά ναυπηγεία, κλιμακούμενα ανάλογα με το ποσοστό αυτών των παραγγελιών στο συνολικό βιβλίο παραγγελιών τους.
– Κίνητρα για αμερικανικής ναυπήγησης πλοία: Οι μεταφορείς που χρησιμοποιούν πλοία αμερικανικής ναυπήγησης θα λαμβάνουν εκπτώσεις έως και 1 εκατομμύριο δολάρια ανά είσοδο σε λιμάνι.
– Εντολή προτίμησης φορτίου: Σταδιακή επιβολή υποχρέωσης για μεταφορά αυξανόμενου ποσοστού των αμερικανικών εξαγωγών με πλοία αμερικανικής ναυπήγησης και σημαίας, ξεκινώντας από 1% και φτάνοντας το 15% σε διάστημα επτά ετών.
Το USTR υποστηρίζει ότι αυτά τα μέτρα είναι απαραίτητα αφενός για τη μείωση της στρατηγικής εξάρτησης των ΗΠΑ από την κινεζική ναυτιλία και αφετέρου για την ανασυγκρότηση της αμερικανικής ναυπηγικής βάσης.
Οι υποστηρικτές των μέτρων τονίζουν τη σημασία για την εθνική ασφάλεια και τη βιομηχανική πολιτική, ενώ οι επικριτές, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων των γεωργικών και ενεργειακών εξαγωγέων, προειδοποιούν για αύξηση του κόστους των logistics και πιθανές πληθωριστικές πιέσεις.