Προς νέα γενιά «κόκκινων δανείων-Οι τράπεζες αρνούνται κάθε επιδότηση επιτοκίων-δόσεων

807

Η κυβέρνηση σηκώνει τα χέρια ψηλά και δεν νομοθετεί κούρεμα δανείων πρώτης κατοικίας και ρητή απαγόρευση πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, ενώ οι τράπεζες αρνούνται κάθε επιδότηση ακόμα και δόσεων παρά την αύξηση των επιτοκίων και των ληστρικών υπερκερδών τους.

Ένα-ένα τα κυβερνητικά μεγάλα λόγια για την ισχυρή οικονομία που έφτιαξαν γυρίζουν μπούμερανγκ στην κοινωνία με την εξυπηρέτηση των δανείων να γίνεται ασύμφορη οδηγώντας σε ασφυξία τα νοικοκυριά και την κυβέρνηση να νίπτει τα χείρας της.

Όλα τα σενάρια για ένα νέο πρόγραμμα «Γέφυρα», που προωθούσαν οι τράπεζες για κρατική επιδότηση σε δόσεις δανείων, απορρίπτονται από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο επιμένει ότι θα πρέπει να υπάρξει στήριξη ευάλωτων δανειοληπτών έναντι των μεγάλων αυξήσεων στα επιτόκια, αλλά τον «λογαριασμό» να πληρώσουν οι τράπεζες, χωρίς… δεκάρα επιβάρυνσης του κρατικού προϋπολογισμού.

Αυτές οι αυξήσεις ήδη προκαλούν έντονη πίεση στους οικονομικά ασθενέστερους δανειολήπτες και δημιουργούν κινδύνους για νέα γενιά κόκκινων δανείων.

Η δεύτερη κατά σειρά συνάντηση του Χρήστου Σταϊκούρα με κορυφαία τραπεζικά στελέχη απέβη άκαρπη, όσον αφορά το φλέγον θέμα των μεγάλων αυξήσεων στις δόσεις των στεγαστικών δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου, οι οποίες εκτιμάται ότι θα είναι της τάξεως του 25% ή και περισσότερο, όταν κλείσει η ΕΚΤ αυτόν τον κύκλο αύξησης των επιτοκίων της, οδηγώντας το βασικό της επιτόκιο γύρω στο 3%.

Στην αμέσως προηγούμενη συνάντηση, ο υπουργός Οικονομικών είχε ζητήσει από τις τράπεζες να καταθέσουν προτάσεις ελάφρυνσης των δανειοληπτών στη βάση του μοντέλου που ακολούθησε η Ισπανία, δηλαδή με μειώσεις επιτοκίων και επιμήκυνση διάρκειας δανείων που θα επιβαρύνουν αποκλειστικά τις τράπεζες.

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι εκπρόσωποι των τραπεζών προσήλθαν σήμερα στη συνάντηση για να υποστηρίξουν ότι δεν δύνανται να προχωρήσουν σε οριζόντια μέτρα ελάφρυνσης, κατά τα πρότυπα αυτών που εφαρμόσθηκαν στην Ισπανία, αλλά μόνο σε κατά περίπτωση ρυθμίσεις, σε περιπτώσεις όπου το ζητούν οι δανειολήπτες και κρίνεται ότι είναι αναγκαία μια παρέμβαση.

Από τη πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών ξεκαθάρισε ότι το Δημόσιο δεν πρόκειται να αναλάβει το βάρος ενός νέου προγράμματος επιδότησης δόσεων δανείων, όχι μόνο γιατί είναι περιορισμένα τα περιθώρια του προϋπολογισμού για το 2023 (υπάρχει αποθεματικό 1 δισ. για έκτακτες ανάγκες, που θα μπορούσε να εξαντληθεί πολύ γρήγορα αν ανεβούν πάλι οι τιμές της ενέργειας), αλλά και επειδή η παροχή κρατικών επιδοτήσεων για να καλυφθούν τα κόστη που δημιουργεί η πολιτική της ΕΚΤ θα ήταν μια κίνηση εξουδετέρωσης της νομισματικής πολιτικής, που θα προκαλούσε προστριβές με την ΕΚΤ. Άλλωστε, καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν έχει κινηθεί σε τέτοια κατεύθυνση.

Με δεδομένη την τεράστια απόσταση των θέσεων των δύο πλευρών, που ουσιαστικά λένε με τον δικό τους τρόπο «Δεν πληρώνω» το κόστος στήριξης δανειοληπτών, συμφωνήθηκε ότι οι τράπεζες θα καταθέσουν νέες προτάσεις σε δύο εβδομάδες για να συνεχισθούν οι συζητήσεις.

Αυτό σημαίνει ότι η συζήτηση θα συνεχισθεί αφού πλέον θα έχει γίνει γνωστή και η επόμενη αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ, κατά 0,50% ή κατά 0,75%, στις 15 Δεκεμβρίου.

Όπως αναφέρεται σχετικά στην ανακοίνωση που εξέδωσε το ΥΠΟΙΚ μετά τη συνάντηση, συμφωνήθηκε η «κατάθεση πρότασης των τραπεζών για πρόγραμμα στήριξης ενήμερων ευάλωτων δανειοληπτών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους ευρωπαϊκούς εποπτικούς κανόνες, χωρίς δημοσιονομικό κόστος.

Η Κυβέρνηση ζητά αυτή να κατατεθεί τις επόμενες δύο εβδομάδες».

Η ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών

Σε εντατικοποίηση των επαφών με εκπροσώπους του χρηματοπιστωτικού τομέα έχει προχωρήσει το Υπουργείο Οικονομικών. Σκοπός είναι να βρεθεί κοινός τόπος στις παρεμβάσεις τις οποίες οφείλει να αναλάβει σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία το τραπεζικό σύστημα, προκειμένου να συνεισφέρει το σημαντικό μερίδιο που του αναλογεί, στην προσπάθεια στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, καθώς και μετάβασης προς μια οικονομία πιο δυναμική, παραγωγική και εξωστρεφή.

Στο πλαίσιο αυτό, ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας πραγματοποίησε σήμερα νέα συνάντηση με τους επικεφαλής των συστημικών τραπεζών, με εκπροσώπους της Τράπεζας της Ελλάδος και της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, με τη συμμετοχή του Γενικού Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής κ. Θάνου Πετραλιά, της Ειδικής Γραμματέως Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους κας Μαριαλένας Αθανασοπούλου και του Προέδρου του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνώμων κ. Μιχάλη Αργυρού.

Ως απόρροια αυτής της συστηματικής, κοινής προσπάθειας, μέχρι στιγμής, έχουμε πετύχει:

1ον. Επιτάχυνση – τους τελευταίους μήνες – ρυθμίσεων μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών του Ν.4738/2020, στο πλαίσιο διαχείρισης του υψηλού, συσσωρευμένου την τελευταία δεκαετία, ιδιωτικού χρέους.
Μέχρι στιγμής, έχουν υλοποιηθεί 2.221 ρυθμίσεις οφειλών, συνολικού ύψους 406 εκατ. ευρώ.
Εξ αυτών, περίπου το 65% πραγματοποιήθηκε κατά το τελευταίο τρίμηνο. Μόνο τον τελευταίο μήνα πραγματοποιήθηκαν 500 νέες ρυθμίσεις, και το τελευταίο δεκαήμερο περίπου 200 νέες.

2ον. Μείωση των επιτοκίων στις ρυθμίσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού.

3ον. Καθολική έγκριση των ρυθμίσεων του εξωδικαστικού μηχανισμού σε δανειολήπτες ελβετικού φράγκου.

Ωστόσο, οι νέες προκλήσεις που ορθώνονται μπροστά μας, λόγω του υψηλού πληθωρισμού και της αύξησης του κόστους χρήματος εξαιτίας της συσταλτικής νομισματικής πολιτικής, είναι μεγάλες, πιέζοντας τα διαθέσιμα εισοδήματα των πολιτών.

Η Κυβέρνηση, με τις πολιτικές που εφαρμόζει, στηρίζει ουσιαστικά αυτά τα εισοδήματα.

Ζητά από το χρηματοπιστωτικό σύστημα να συμβάλει ενεργά.

Στο πλαίσιο αυτό, κατά τη σημερινή, νέα συνάντηση συζητήθηκαν τα εξής:

1ον. Κατάθεση πρότασης των τραπεζών για πρόγραμμα στήριξης ενήμερων ευάλωτων δανειοληπτών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους ευρωπαϊκούς εποπτικούς κανόνες, χωρίς δημοσιονομικό κόστος.
Η Κυβέρνηση ζητά αυτή να κατατεθεί τις επόμενες δύο εβδομάδες.

2ον. Κατάθεση προτάσεων των τραπεζών με σκοπό την αύξηση της εγκρισιμότητας των αιτήσεων του εξωδικαστικού μηχανισμού που αφορούν τους ενήμερους δανειολήπτες τους.

Οι σχετικές προτάσεις εκτιμάται ότι θα υποβληθούν μέχρι τέλους του έτους.

3ον. Αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και μείωση των αυξημένων επιτοκίων χορηγήσεων ως αποτέλεσμα της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ.

Τα πιστωτικά ιδρύματα αναμένεται να κινηθούν, διακριτά και ανεξάρτητα, προς αυτή την κατεύθυνση το προσεχές διάστημα.

Η Ελληνική Κυβέρνηση ζητά αυτό να γίνει άμεσα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τη μεγάλη αύξηση του επιτοκιακού περιθωρίου των τραπεζών το τελευταίο διάστημα.

4ον. Επαναξιολόγηση του κόστους προμηθειών των τραπεζών στις απλές τραπεζικές συναλλαγές.
Η Ελληνική Κυβέρνηση παρουσίασε λίστα σχετικών προμηθειών, η οποία θα αξιολογηθεί από το κάθε τραπεζικό ίδρυμα, διακριτά και ανεξάρτητα.

Τέλος, η Ελληνική Κυβέρνηση ξεκαθάρισε στις διοικήσεις των τραπεζών ότι, για την ίδια, δεν υφίσταται ζήτημα απόδοσης bonus στα υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη για το 2022.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας