Στα τέλη Μαΐου, ο πρόεδρος της Πολωνίας Αντρέι Ντούντα ανακοίνωσε ότι θα υπογράψει νόμο που εγκρίθηκε από το κοινοβούλιο για τη σύσταση μιας κρατικής επιτροπής για τη διερεύνηση της ρωσικής επιρροής στην εσωτερική ασφάλεια της Πολωνίας μεταξύ 2007 και 2022. Στην πραγματικότητα, η πρωτοβουλία είναι μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια από την πολωνική ηγεσία να εκφοβίσει την αντιπολίτευση και την κοινωνία των πολιτών.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδωσε την ευκαιρία στην πολωνική εθνικολαϊκιστική κυβέρνηση να βελτιώσει τη φήμη της που έχει χτυπηθεί. Η αμείλικτη υποστήριξή της προς το Κίεβο έχει αναγνωριστεί σωστά και μάλιστα τυγχάνει θαυμασμού σε όλη την ήπειρο. Αλλά όσο πλησιάζουν οι κοινοβουλευτικές εκλογές – αναμένονται τον Οκτώβριο ή τον Νοέμβριο του 2023 – τόσο μεγαλύτερος είναι ο πειρασμός να χρησιμοποιηθεί ο πόλεμος ως κάλυμμα για αυτό για το οποίο έχει γίνει διαβόητο το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι: μια αυταρχική αναθεώρηση του κράτους δικαίου κατά παραγγελία. Το διακύβευμα για το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη είναι εξαιρετικά υψηλό. Η απώλεια εξουσίας θα είχε αναπόφευκτα ως αποτέλεσμα σοβαρές προσωπικές συνέπειες για ορισμένους πολιτικούς και κρατικούς αξιωματούχους που εμπλέκονται σε σκάνδαλα διαφθοράς, κατάχρηση εξουσίας και, το πιο σημαντικό, κατάφωρες παραβιάσεις του συντάγματος. Εν τω μεταξύ, οι προοπτικές επανεκλογής του είναι ασαφείς.
Η νέα επιτροπή θα έχει τεράστιες εξουσίες. Θα μπορεί να δηλώσει, για παράδειγμα, ότι ένα συγκεκριμένο άτομο ενήργησε υπό ρωσική επιρροή κατά των συμφερόντων της Πολωνίας και να επιβάλει κυρώσεις, περιλαμβανομένης της απαγόρευσης της κατοχής δημοσίων αξιωμάτων για έως και δέκα χρόνια. Ωστόσο, δεν υπάρχει ακριβής ορισμός του τι συνιστά μια τέτοια εγκληματική συμπεριφορά. Ως εκ τούτου, η επιτροπή θα έχει απεριόριστη διακριτική ευχέρεια να ταξινομήσει ορισμένα άτομα ως Ρώσους πράκτορες – χωρίς τη δυνατότητα να ασκηθεί έφεση κατά των ετυμηγοριών της. Επιπλέον, τα άτομα θα μπορούσαν να τιμωρηθούν για προηγούμενες ενέργειες που δεν αποτελούσαν ποινικό αδίκημα εκείνη τη στιγμή.
Εννέα μέλη της επιτροπής θα διοριστούν από την κυβερνητική πλειοψηφία για αόριστο χρονικό διάστημα και δεν μπορούν να λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους. Το όργανο θα εκπληρώσει τη λειτουργία ενός ειδικού ποινικού δικαστηρίου, ενός λαϊκού δικαστηρίου και ενός κρατικού δικαστηρίου σε ένα – σε πλήρη περιφρόνηση του συντάγματος και της διάκρισης των εξουσιών.
Οι πολιτικοί του κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη δεν κρύβουν το γεγονός ότι ο κύριος στόχος τους είναι να στοχοποιήσουν τον ηγέτη της αντιπολίτευσης, Ντόναλντ Τουσκ – για να τον εκφοβίσουν, να του απαγορεύσουν να είναι υποψήφιος στις εκλογές ή ακόμα και να τον βάλουν στη φυλακή. Μετά την ψήφιση του νόμου, με το παρατσούκλι “Λεξ Τουσκ”, ένας υφυπουργός ανήρτησε στο Twitter μια φωτογραφία του Τουσκ με τη δήλωση: “Ο Ντόναλντ Τουσκ είναι το νούμερο ένα στη λίστα των πολιτικών που πρέπει να αποπουτινιστούν”. Για μήνες, η κρατική προπαγάνδα παρουσιάζει τον Τουσκ ως φίλο του Πούτιν, ξένο πράκτορα και υποστηρικτή μιας ρωσογερμανικής συγκυριαρχίας στην Ευρώπη. Η ετικέτα “Ρώσος πράκτορας” έχει χρησιμοποιηθεί από το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη εναντίον όλων εκείνων που αντιτίθενται στις αυταρχικές τάσεις του κόμματος. Ο Κατσίνσκι επιτέθηκε προσφάτως εναντίον ενός δημοσιογράφου από το TVN – το μεγαλύτερο ανεξάρτητο τηλεοπτικό κανάλι στην Πολωνία – αποκαλώντας τον “Ρώσο πράκτορα”. Ο δημοσιογράφος του είχε κάνει μια ερώτηση για ένα περιστατικό που αφορούσε έναν ρωσικό πύραυλο που βρέθηκε στην Πολωνία και το οποίο κρύβονταν για καιρό από τις αρχές.
Δεν είναι η μόνη νομοθετική πρόταση που προσποιείται ότι στοχεύει ξένους πράκτορες, αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί ξεκάθαρη επίθεση στα πολιτικά δικαιώματα και το σύνταγμα. Το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη έχει προτείνει επίσης τροποποιήσεις στον ποινικό κώδικα. Ο διακηρυγμένος στόχος: η ενίσχυση του αγώνα ενάντια στην ξένη (κυρίως ρωσική) κατασκοπεία. Το σχέδιο νόμου ποινικοποιεί την αποκάλυψη όλων των – όχι μόνο εμπιστευτικών – πληροφοριών που θα μπορούσαν να βλάψουν τα συμφέροντα της Πολωνίας. Η ανταλλαγή στοιχείων με ξένους (όχι μόνο Ρώσους) σχετικά με τη διαφθορά, τις παραβιάσεις του κράτους δικαίου ή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τους επενδυτικούς κινδύνους ή ακόμα και τις απόψεις για την ιστορία θα μπορούσε εύκολα να ενταχθεί σε αυτήν την κατηγορία. Τέτοιες πράξεις προδοσίας θα μπορούσαν να τιμωρηθούν με πολλά χρόνια φυλάκισης – ακόμα κι αν διαπράχθηκαν ασυνείδητα. Για τους ακτιβιστές της κοινωνίας των πολιτών, τους στοχαστές ή τους δημοσιογράφους αυτή είναι μια σαφής προειδοποίηση – και μια προσπάθεια να φιμώσουν εκείνους των οποίων οι απόψεις μπορεί να διαφέρουν από την επίσημη γραμμή.
Το κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη ισχυρίστηκε ότι ενημέρωσε τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου για την αμφιλεγόμενη δικαστική του μεταρρύθμιση. Με τις νέες πρωτοβουλίες της μπορεί να πήρε μαθήματα από τον Τούρκο αυταρχικό Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η αντιτρομοκρατική νομοθεσία του επέτρεψε να βάλει στη φυλακή εκατοντάδες αντιπάλους του με βάση ψευδείς κατηγορίες. Η πολιτική εργαλειοποίηση της εισαγγελίας στην Πολωνία είναι ήδη πραγματικότητα, ενώ ο έλεγχος της κυβέρνησης στα δικαστήρια σφίγγει παρά τις αντιρρήσεις των Βρυξελλών. Εάν εφαρμοστούν αυτές οι δύο νέες πρωτοβουλίες, η πόρτα για μια κατάφωρη κατάχρηση της κρατικής εξουσίας θα ήταν ορθάνοιχτη.
Είναι παράδοξο το γεγονός ότι ενώ η πολωνική κυβέρνηση προετοιμάζεται να δώσει ενδεχομένως το τελευταίο χτύπημα στη δημοκρατική δομή της χώρας, το νέο σύμφωνο άμυνας για τη δημοκρατία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα μπορούσε να του δώσει ένα χέρι βοήθειας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Βρυξέλλες – σε αντίθεση με τη Βαρσοβία – θέλουν πραγματικά να καταπολεμήσουν την παραπληροφόρηση και την ξένη επιρροή. Αλλά το σχέδιό της απειλεί να χύσει την καρδάρα με το γάλα. Η Επιτροπή θέλει οι οργανισμοί που λαμβάνουν χρηματοδότηση από χώρες εκτός ΕΕ (συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών) να εγγραφούν ως εκτελούντες εργασίες με ξένα χρήματα. Η νέα νομοθεσία της ΕΕ πρόκειται να λάβει τη μορφή οδηγίας, η οποία δίνει στις εθνικές κυβερνήσεις πολλά περιθώρια για τον τρόπο εφαρμογής της (σε αντίθεση με τους κανονισμούς, οι οδηγίες δεν εφαρμόζονται απευθείας στα εθνικά νομικά συστήματα). Ένας πολωνικός νόμος για τους ξένους πράκτορες που εκπονήθηκε από την τρέχουσα κυβέρνηση μπήκε μόνο προσωρινά ξανά στο συρτάρι. Βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο “καλό” ρωσικό σχέδιο, στιγματίζοντας όλους τους ανεξάρτητους θεσμούς που βασίζονται στην υποστήριξη από ξένους δωρητές.
Η Πολωνία κοιτάζει στην άβυσσο μιας δυσάρεστης εκλογικής εκστρατείας και μιας άνευ προηγουμένου – ακόμη και υπό το πρίσμα των τελευταίων οκτώ ετών διακυβέρνησης του κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη – επίθεση στην αντιπολίτευση και τους επικριτές της κυβέρνησης. Η απόφαση του Ντούντα δείχνει ότι δεν υπάρχουν συνταγματικά ή δημοκρατικά πρότυπα που το κυβερνών στρατόπεδο δεν θα ήταν διατεθειμένο να παραβιάσει για να διασφαλίσει ότι θα παραμείνει στην εξουσία. Αυτό είναι βαθιά ανησυχητικό. Πριν από χρόνια, ο Κατσίνσκι ανακοίνωσε – θαυμάζοντας τον Βίκτορ Όρμπαν – ότι θα ήθελε να έχει τη Βουδαπέστη στη Βαρσοβία. Με το “lex Tusk” και τον νέο ποινικό κώδικα, η Άγκυρα θα ήταν μια ακόμη καλύτερη μεταφορά.
Οι ΗΠΑ, η ΕΕ και τα κράτη μέλη τους θα πρέπει να καταστήσουν σαφές στην πολωνική κυβέρνηση ότι η κατάχρηση του πολέμου στην Ουκρανία για την επιβολή αντιδημοκρατικών πρακτικών είναι κάτι το μη αποδεκτό και θα οδηγήσει σε πολιτική απομόνωση. Η Πολωνία πρόκειται να αναλάβει την προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (μετά την Ουγγαρία) την 1η Ιανουαρίου 2025. Θα ήταν καταστροφικό εάν η ΕΕ καθοδηγούνταν από αυταρχικούς. Τέλος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να επανεξετάσει την πρότασή της. Κατέστη σαφές για άλλη μια φορά ότι η κύρια απειλή για τη δημοκρατία στην Ευρώπη προέρχεται από μέσα. Όσοι την απειλούν πρέπει να εκτίθενται και να μη δίνεται χείρα βοηθείας.
Piotr Buras