Η στρατιωτική και οικονομική ισχύς των ΗΠΑ, που συμβολίζουν τα αεροπλανοφόρα και το δολάριο, αμφισβητούνται έντονα
«Στη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου, την περίοδο 1854-’56, Βρετανία, Γαλλία και Ρωσία έδωσαν άγριες μάχες στα εδάφη που βρίσκεται η σύγχρονη Ουκρανία. Εκατοντάδες χιλιάδες πέθαναν από τραύματα ή αρρώστιες. Παρ’ όλα αυτά, το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών συνέχισε να αποπληρώνει τα χρέη του στην τσαρική κυβέρνηση και η Ρωσία συνέχισε να καταβάλει τους τόκους στους Βρετανούς που κατείχαν το κρατικό χρέος της.
Σύμφωνα δε με το νέο βιβλίο του Νίκολας Μάλντερ για την ιστορία των κυρώσεων, με τίτλο Το Οικονομικό Όπλο, κάποιος Βρετανός υπουργός έχει χαρακτηρίσει αυτονόητη για τα πολιτισμένα έθνη την πρακτική της αποπληρωμής των χρεών προς ένα εχθρό στη διάρκεια κάποιου πολέμου».
Το παραπάνω απόσπασμα από την εξαιρετική ανάλυση του Ρόμπιν Χάρντινγκ στους Financial Times προκαλεί εύλογους συνειρμούς, τους οποίους άλλωστε κάνει και ο ίδιος. Συνειρμούς που παραπέμπουν στην απροθυμία (ή μήπως απειλή;) της Ρωσίας να εξυπηρετήσει τις δανειακές της υποχρεώσεις (ανεξαρτήτως του τι συνέβη τελικώς με τα «κουπόνια» των 117 εκατ. δολλαρίων που έληξαν στις 16 Μαρτίου) και, κυρίως, σε δύο άλλες, πρωθύστερες εξελίξεις: Αφενός, στο «πάγωμα» από τις ΗΠΑ και τη Δύση μεγάλου μέρους των αποθεματικών της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας και, αφετέρου, στον αποκλεισμό σημαντικών τραπεζών της χώρας από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT.
«Άχρηστα» συναλλαγματικά αποθέματα
Το ερώτημα που τίθεται είναι αυτονόητο για τον Χάρτινγκ: Εάν τα αποθέματα μιας κεντρικής τράπεζας σε δολάρια μπορούν να παγώσουν τη στιγμή ακριβώς που είναι αναγκαία, τότε ποιος ο λόγος να συγκεντρώνονται;. Αμέσως δε προκύπτει και το επόμενο: Μήπως το αμερικανικό δολάριο κινδυνεύει να απωλέσει τη θέση του ως (κυρίαρχο) παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα;
Η αλήθεια είναι ότι, με την τροπή που έχουν πάρει οι εξελίξεις μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την επιβολή σκληρών και πρωτόγνωρων κυρώσεων σε βάρος της από τη Δύση, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η αμφισβήτηση του δολαρίου επιταχύνεται. Έτσι, υπονομεύεται και ο ένας από τους δύο πυλώνες οι οποίοι στηρίζουν τον «θρόνο» στον οποίο κάθονται οι Ηνωμένες Πολιτείες, ως η κορυφαία (και μοναδική επί της ουσίας) παγκόσμια υπερδύναμη.
Ας επισημάνουμε δύο μόνο πρόσφατα παραδείγματα, τα οποία έχουν άμεση σχέση με τον πόλεμο. Αφορούν δε στις δύο πολυπληθέστερες χώρες του πλανήτη, στις οποίες κατοικούν σχεδόν 2,8 δισεκ. άνθρωποι (το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού) – ενώ παράλληλα και σίγουρα όχι τυχαία, δεν στηρίζουν τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας.
Η Κίνα και το γουάν
Το ένα έχει να κάνει με την Κίνα. Σύμφωνα με αποκλειστικό ρεπορτάζ της Wall Street Journal, το Πεκίνο βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο διαπραγματεύσεων με το Ριάντ, που έχουν στόχο οι πληρωμές για το σαουδαραβικό πετρέλαιο που αγοράζει η Κίνα να γίνονται όχι σε δολάρια, αλλά σε γουάν.
Για να κατανοηθεί η σημασία αυτής της εξέλιξης, αρκεί να σημειώσουμε πως η Κίνα καλύπτει το 15% των εισαγωγών πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία – η οποία, με τη σειρά της, κατευθύνει στην Κίνα το 25% των συνολικών εξαγωγών της. Στα παραπάνω στοιχεία δε, πρέπει να προσθέσουμε και το γεγονός ότι στην περίπτωση που αυτό το μοντέλο ευοδωθεί, τότε θα εφαρμοστεί και στο φυσικό αέριο, αλλά και στις συναλλαγές με άλλες χώρες, όπως η Ρωσία.
Η Ινδία και η ρουπία
Το δεύτερο παράδειγμα είναι η Ινδία. Με βάση το ρεπορτάζ των FT, η κυβέρνηση του Νέου Δελχί, σε συνεργασία με τη Μόσχα, διερευνά εντατικά τη δυνατότητα να υπάρξει ένα σχήμα που θα επιτρέπει το διμερές εμπόριο να διεξάγεται ανεξαρτήτως από τα δολάρια. Με βάση, δηλαδή, τα εθνικά νομίσματα των δύο χωρών, το ρούβλι και τη ρουπία, παρακάμπτοντας έτσι τις δυτικές κυρώσεις.
Τα μεγέθη είναι μεγάλα και σε αυτή την περίπτωση. Για του λόγου το αληθές, μόνο στον τομέα των εξοπλισμών, υπολογίζεται πως το 60% των αγορών της Ινδίας αφορά ρωσικά οπλικά συστήματα – ενώ τεράστια είναι και η εξάρτηση στη γεωργία, κυρίως εξαιτίας των ρωσικών λιπασμάτων και του σιταριού.
Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι η προσπάθεια διαφοροποίησης από το δολάριο δεν είναι κάτι καινοφανές. Έγινε δε εμφανής από τη στιγμή που, όπως σημείωνε στις 18 Ιανουαρίου ο Economist, «οι ΗΠΑ άρχισαν να χρησιμοποιούν στα σοβαρά το σύστημα του δολαρίου ως γεωπολιτικό όπλο, μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου», προσθέτοντας πως «ο Ντόναλντ Τραμπ αναβάθμισε αυτή την πολιτική σε άλλο επίπεδο έντασης, χρησιμοποιώντας τις κυρώσεις ως βασικό εργαλείο άσκησης εξωτερικής πολιτικής».
Αναζητώντας εναλλακτική του SWIFT
Το βρετανικό περιοδικό υπενθύμιζε τότε, πριν από δύο χρόνια και τις παραμονές της εμφάνισης της πανδημίας, ότι η Ρωσία είχε ήδη απεξαρτήσει σε σημαντικό βαθμό από το δολάριο το εμπόριό της, το εξωτερικό της χρέος και τα τραπεζικά της χαρτοφυλάκια. Όπως επίσης και ότι Ρωσία, Κίνα, Ινδία και άλλες χώρες βρίσκονταν σε συζητήσεις και είχαν ήδη υπογράψει διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες για τη διεξαγωγή εμπορικών συναλλαγών στα εθνικά τους νομίσματα, ενώ παράλληλα αναζητούσαν εναλλακτική στο SWIFT. Ακόμη και η Ευρώπη, όπως τονίζεται, είχε κατασκευάσει το Index, ένα σύστημα εκκαθάρισης συναλλαγών που θα επέτρεπε στις επιχειρήσεις της να έχουν εμπορικές συναλλαγές με το Ιράν, παρακάμπτοντας τις κυρώσεις των ΗΠΑ.
Όλα αυτά, όπως εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει, αποτελούν διαδικασίες που ναι μεν μπορεί να βρίσκονταν σε «πειραματικό στάδιο» πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία, όμως διέγραφαν μία σαφή τάση χειραφέτησης από τις ΗΠΑ και το δολάριο. Και τώρα, οι πάντες θα αναγκαστούν να τις πάρουν πολύ πιο σοβαρά, καθώς πρακτικά δεν έχουν άλλη επιλογή – με τη βοήθεια των ψηφιακών νομισμάτων και των κρυπτονομισμάτων, που κερδίζουν διαρκώς έδαφος.
Ιστορική αλλαγή
Με βάση τα παραπάνω, δεν θα συνιστούσε υπερβολή ο ισχυρισμός ότι, στη «μεγάλη εικόνα», τα όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία και τα όσα προηγήθηκαν στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, «πριονίζουν» και τους δύο πυλώνες της αμερικανικής παντοδυναμίας. Σηματοδοτώντας, έτσι, το τέλος μιας ολόκληρης εποχής και το άνοιγμα μιας νέας, όπου οι ισορροπίες θα είναι πολύ διαφορετικές και το κέντρο βάρους θα έχει μετατοπιστεί προς Ανατολής, όπως είχαν προβλέψει εγκαίρως πολλοί αναλυτές.
Με τις Ηνωμένες Πολιτείες να μην είναι σε θέση, πλέον, να παίζουν τον ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα και να αμφισβητούνται και στρατιωτικά (ειδικά στην Ασία και τον Ειρηνικό) και το δολάριο να αποδυναμώνεται σταδιακά, η αλλαγή αποκτά ιστορικές διαστάσεις. Ένα «παράλληλο σύμπαν» δημιουργείται στον πλανήτη, με τους ανταγωνισμούς να εντείνονται και τις διαχωριστικές γραμμές να είναι πιο καθαρές παρά ποτέ μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Πηγή: ΟΤ