Κατέρρευσε ένα ακόμα κυβερνητικό αφήγημα. Ποιo θα είναι το επόμενο succes story και ως πότε ο λαός θα διατηρεί τις αυταπάτες πως με αυτή την κυβέρνηση μπορεί να υπάρξει σωτηρία Π.Δ.
Μία δυσάρεστη έκπληξη περίμενε την κυβέρνηση Μητσοτάκη καθώς η Moody’s, ανακοίνωσε πως δεν προχωρά σε δράση αξιολογήσεων και ως εκ τούτου η μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας παραμένει σε Ba1 (μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική)!
Με λίγα λόγια ο οίκος «τελειώνει» το παραμύθι της επενδυτικής βαθμίδας, στο οποίο βασίζει την… «οικονομική της επιτυχία» η κυβέρνηση και εστιάζει στους λόγους για την απόφασή της.
Οφείλεται λοιπόν, στην…. «επιτυχημένη» αναδιάρθρωση του χρέους του 2012 που εξακολουθεί να βαραίνει την αξιολόγηση, στο πολύ υψηλό αλλά γρήγορα μειωμένο χρέος της κυβέρνησης, που υποστηρίζεται όμως από μια καλή δομή με χαμηλά επιτόκια και πολύ μεγάλες λήξεις, και στους κινδύνους που ακόμα τις ελληνικές τράπεζες!
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το χρέος αυτό που η Moody’s αναφέρει είναι ότι ουσιαστικά η μείωση του πάει καλά για τον απλούστατο λόγο ότι η αποπληρωμή του θα ξεκινήσει το… 2032.
Αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η ανάπτυξη στη χώρα ήταν της τάξης του 2% ενώ προβλέπονταν αρχικά ότι θα ήταν 2,4%, δεν δημιουργεί αισιοδοξία στον μεγάλο οικοομικό οίκο.
Στη σημερινή της ανακοίνωση, η Moody’s αναφέρει:
«Οι αξιολογήσεις Ba1 της Ελλάδας και οι σταθερές προοπτικές υποστηρίζονται από ένα σταθερό ιστορικό μεταρρυθμίσεων, το οποίο οδήγησε σε ορατές βελτιώσεις στους θεσμούς και τη διακυβέρνηση, σε ισχυρότερες επενδύσεις και σε έναν πιο υγιή τραπεζικό τομέα.
Παρά την αναμενόμενη μεγάλη μείωση, το χρέος προς το ΑΕΠ θα παραμείνει πολύ υψηλό.
Τούτου λεχθέντος, η ευνοϊκή δομή του χρέους και το μεγάλο απόθεμα μετρητών είναι σημαντικοί μετριαστικοί παράγοντες.
Η ελληνική οικονομία έχει ξεπεράσει καλά την ενεργειακή κρίση και σημαντικά κεφάλαια της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και ιδιωτικές επενδύσεις θα στηρίξουν την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.
Μαζί με συνεχείς μεταρρυθμίσεις, αυτό θα συμβάλει στην άνοδο της δυνητικής ανάπτυξης και θα αντισταθμίσει σε κάποιο βαθμό τον αρνητικό αντίκτυπο από δυσμενή δημογραφικά στοιχεία.
Η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας επιβραδύνθηκε στο 2% το 2023 από 5,6% το 2022, καθώς ο υψηλός πληθωρισμός και η νομισματική σύσφιξη επηρέασαν την αύξηση της κατανάλωσης και των επενδύσεων.
Τα έσοδα από τον τουρισμό, ωστόσο, έφτασαν σε νέο ρεκόρ.
Η Moody’s προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,4% το 2024 και 2,3% το 2025, υποστηριζόμενη από την εγχώρια ζήτηση και τις εξαγωγές, ενώ οι ρυθμοί πληθωρισμού θα μειωθούν σε περίπου 2%.
Οι χαμηλότερες τιμές ενέργειας και οι ισχυρότερες εξαγωγές υπηρεσιών συνέβαλαν στη μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στο 6,4% του ΑΕΠ το 2023, από έλλειμμα 10,3% το 2022.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας βελτιώθηκε απότομα σε λιγότερο από 1% του ΑΕΠ το 2023 από 2,4% το 2022, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Moody’s.
Τα στοιχεία που βασίζονται σε μετρητά δείχνουν ισχυρή αύξηση εσόδων κατά 4,9% υπερβαίνοντας την αύξηση των δαπανών μόνο 0,9%.
Η Moody’s αναμένει ότι τα ελλείμματα θα σταθεροποιηθούν στο 0,9% του ΑΕΠ το 2024-2025 και τα πρωτογενή πλεονάσματα περίπου στο 2% του ΑΕΠ.
Ο δείκτης χρέους της Ελλάδας εκτιμάται ότι έχει μειωθεί στο 161% του ΑΕΠ στο τέλος του 2023 από 172,6% το 2022 και η Moody’s προβλέπει περαιτέρω μείωση στο 148% μέχρι το τέλος του 2025.
Η βαθμολογία για την «οικονομική ισχύ» είναι baa1 και εξισορροπεί υψηλά επίπεδα πλούτου και τις ισχυρές προοπτικές ανάπτυξης τα επόμενα τρία χρόνια.
Η βαθμολογία baa2 των θεσμών και της διακυβέρνησης της Ελλάδας αντικατοπτρίζει την ισχυρή δυναμική στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη επιφέρει απτή πρόοδο σε αρκετούς τομείς.
Ωστόσο, η αναδιάρθρωση του χρέους του 2012 εξακολουθεί να βαραίνει την αξιολόγηση.
Η δημοσιονομική ισχύς του ba2 βασίζεται στο πολύ υψηλό αλλά γρήγορα μειωμένο χρέος της κυβέρνησης, που υποστηρίζεται από μια καλή δομή χρέους με χαμηλά επιτόκια και πολύ μεγάλες λήξεις.
Η βαθμολογία ευαισθησίας ba, συνεχίζει να οφείλεται σε κινδύνους που σχετίζονται με τον τραπεζικό τομέα, παρά τη σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν βαθιές διαρθρωτικές βελτιώσεις που θα μπορούσαν να προσφέρουν ισχυρότερες πιστωτικές μετρήσεις από αυτές που αναμένει επί του παρόντος η Moody’s έναντι των διαρθρωτικών προκλήσεων, οι οποίες θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας περισσότερο από ό,τι αναμενόταν επί του παρόντος.
Η συναίνεση γύρω από τις συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις που βελτιώνουν τη λειτουργία των αγορών εργασίας και προϊόντων στην Ελλάδα και αποφέρουν πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα μπορεί να αποφέρει θετικά αποτελέσματα μεγαλύτερα από τα αναμενόμενα.
Οι προκλήσεις περιλαμβάνουν μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών.
Επιπλέον, δεδομένου του μεγέθους και της σημασίας τομέων όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία, η οικονομία είναι επιρρεπής σε εξωτερικούς κραδασμούς και περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά την οικονομική ανθεκτικότητα με τη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης θα απαιτήσουν χρόνο.
Ανοδική πίεση στις αξιολογήσεις θα μπορούσε να προκύψει σε ένα σενάριο συνέχισης των οικονομικών πολιτικών και δέσμευσης για δημοσιονομική εξυγίανση, σε συνδυασμό με επιτυχή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που απομένουν, ιδίως στο δικαστικό σύστημα, που θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε εξωτερικούς κραδασμούς, ταχύτερη από την αναμενόμενη βελτίωση της δημοσιονομικής ισχύος.
Επιπλέον, μια πιο γρήγορη αλλαγή στην οικονομική δομή της Ελλάδας που συμβάλλει στη βελτίωση της οικονομικής ανθεκτικότητας θα ήταν πιστωτική θετική.
Περαιτέρω βελτιώσεις στον τραπεζικό τομέα, μειώνοντας τη μεταβλητότητα της κερδοφορίας και φέρνοντας τους δείκτες ποιότητας και κεφαλαιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων πιο κοντά στον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, θα ήταν επίσης πιστωτικά θετικές.
Πτωτικές πιέσεις στις αξιολογήσεις θα μπορούσαν να προκύψουν εάν μια αντιστροφή της πορείας πολιτικής που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια ή ενδείξεις ότι οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις δεν δίνουν την ώθηση στην ανάπτυξη και τους δημοσιονομικούς λογαριασμούς που αναμένεται επί του παρόντος, επιβαρύνοντας το επιχειρηματικό κλίμα και τις επενδύσεις θα ασκούσε καθοδική πίεση στην αξιολόγηση.
Ειδικότερα, οι ενδείξεις ότι είναι πιθανή μια διαρκής, ουσιώδης επιδείνωση της δημοσιονομικής θέσης της κυβέρνησης, πιθανώς σε συνδυασμό με απότομη επιδείνωση της υγείας του τραπεζικού τομέα, θα προκαλούσαν αρνητική ενέργεια αξιολόγησης.