Του Γιώργου Κράλογλου
Επενδυτής δεν έρχεται ούτε για μπάνια. Επενδύσεις λέμε τα σπίτια και τα οικόπεδα που πουλάμε σωρηδόν. Το ρευστό περιζήτητο. Για ποια οικονομία μιλάμε;
Και να μείνουμε λίγο ακόμη στις επενδύσεις. Τις ξένες επενδύσεις (γιατί αν ψάξουμε για τις δικές μας, δε θα δούμε τίποτε αξιόλογο για συζήτηση).
Πού επενδύουν λοιπόν οι ξένοι, έστω και αν έχουν αυξήσει την παρουσία τους; Μόνο σε αγορές σπιτιών, οικοπέδων (τουριστικών περιοχών) σε τουριστικά καταλύματα και γενικά ό,τι έχει να κάνει με τουρισμό και υπηρεσίες.
Για ρίξτε μια ματιά γύρω σας. Εκεί που κινούνται οι ξένοι επενδυτές. Δεν θα δείτε να συζητάνε ούτε για συμπράξεις και συνεργασίες ή επενδύσεις σε αυτό το μέρος που εμείς ακόμη αποκαλούμε παραγωγή. Έστω και βιοτεχνική παραγωγή.
Με άλλα λόγια, δεν θα δείτε να έρχονται ξένοι να “σηκώνουν φουγάρα” (σαν αυτά που είχαμε παλιά, τις εποχές της εκβιομηχάνισης της χώρας) ή να επενδύσουν (μαζί με τους μικρούς και μεσαίους της παραγωγής μας), δημιουργώντας τα μεγαλύτερα σχήματα. Αυτά δηλαδή που όντως χρειαζόμαστε για να φύγουμε από το 98,5% του σημερινού βιοτεχνικού και μικροεπιχειρηματικού μας επιπέδου.
Αυτές τις παραγωγικές – θα λέγαμε – επενδύσεις, έχουμε ανάγκη ως οικονομία και δεν τις βρίσκουμε, πράγμα που σημαίνει ότι μέσα στα επόμενα χρόνια, εκτός του ότι η Ελλάδα θα αλλάξει χέρια σε μεγάλο βαθμό (εφόσον συνεχίσει η στροφή μόνο στις πωλήσεις ακινήτων), κανείς δεν θα μπορεί ούτε να προβλέψει πού θα πάμε και πού θα βρεθούμε.
Να δούμε και ένα άλλο κομμάτι της οικονομίας, τη λεγόμενη εξωστρέφεια μας, που επίσης δεν αντέχει σε συζήτηση όταν “κολακεύουμε” την οικονομία με “φανφάρες”.
Να το δούμε και να μην πούμε τα δικά μας. Να μεταφέρουμε τα πρόσφατα συμπεράσματα της έκθεσης του έγκυρου ΚΕΠΕ και στα θέματα αυτά. “Η εξέλιξη των συνολικών εξαγωγών”, (μας λέει), “πλην πετρελαιοειδών και αγροδιατροφικών, δεν έχει τη δυναμική που έχουν άλλες χώρες με παρόμοια κρίση (Πορτογαλία). Αυτό υποδηλώνει ότι το παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας μετά την κρίση, που τόσο έχει συζητηθεί η αλλαγή του, παραμένει σχετικά μεταβλητό”.
Τι σημαίνει με άλλα λόγια αυτό; Ότι η χώρα που έχει στην κορυφή προτεραιοτήτων της οικονομίας της τον τουρισμό και τις υπηρεσίες και όχι την παραγωγή και εκ των πραγμάτων δε σχεδιάζει μεταβολές και επενδύσεις (που θα της δώσουν παραγωγική ώθηση, νέα εκβιομηχάνιση και αναβάθμιση των μικρών και μεσαίων μονάδων της σε υπολογίσιμα και κυρίως ανταγωνιστικά σχήματα) δεν μπορεί να λογαριάζει ότι η σημερινή της οικονομία θα τη στηρίξει μακροπρόθεσμα.
Και από την εξωστρέφεια στο εργασιακό, για να ολοκληρώσουμε την εικόνα. Οι επενδύσεις που θα έφερναν τις θέσεις εργασίας και την υψηλή απασχόληση με τις αμοιβές που δικαιούται η δική μας εργασιακή αγορά δεν ήρθαν. Ο δε κατώτατος (που ορίζει το κράτος και μόνο το κράτος και με τον οποίο αμείβεται μόνον το 20% των εργαζομένων) εξαντλείται σε ένα 15νθήμερο, λόγω της ακρίβειας που φέρνουν τα ουρανοκατέβατα κέρδη. Αυτά τα οποία ομολογεί ότι τα ξέρει η κυβέρνηση, αλλά (όπως φαίνεται) αδυνατεί να πολεμήσει στην πράξη.