24 Φεβρουαρίου. Μια ημέρα θλίψης. Για την Ουκρανία. Για τη Ρωσία, όπως ίσως αποδείξει το μέλλον. Για την Ευρώπη. Μα πάνω απ’ όλα για τον άνθρωπο. Και με τον όρο «άνθρωπος» δεν εννοώ απλά τον μοναδικό απόγονο του homo sapiens. Αλλά μιλώ για εκείνους που ακόμα έχουν συναισθήματα. Για εκείνους που πίστεψαν -ίσως αφελώς- στους στίχους του John Lennon «Imagine all the people livin’ life in peace»
Ο πόλεμος δυστυχώς χτυπά για ακόμα μια φορά την πόρτα μας. Όχι την πόρτα του κόσμου γενικά, μιας και ο πλανήτης ίσως ποτέ να μην απαλλάχθηκε από την πνοή του πολέμου,. Τι ωραία απώλεια θα ήταν αυτή άραγε…
Ουτοπική ίσως;
Χτυπά όμως την πόρτα της Γηραιάς Ηπείρου. Και υποσκάπτει τα θεμέλια της ΕΕ, που τόσο καιρό ενώ έβλεπε τον κίνδυνο να έρχεται, τον υποτιμούσε και ευαγγελιζόταν το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Που παρότι νομίζει ότι είναι δυνατή και ισχυρός παίκτης της διεθνούς σκηνής, φάνηκε για άλλη μια φορά κατώτερη των περιστάσεων. Δείχνοντας πώς το ευρωπαϊκό οικοδόμημα μπορεί να είναι απαραίτητο, ώστε τα μικρά εδαφικά και πληθυσμιακά κράτη της Ευρώπης , όπως και η Ελλάδα, να μπορούν να έχουν ρόλο και δύναμη στη διεθνή σκηνή, αλλά ταυτόχρονα είναι ανομοιογενές και ανεπαρκές. Ανεπαρκές προσπαθώντας να σώσει ό, τι σώζεται -αν σώζεται- με τις συνεχώς προβαλλόμενες ως «άνευ προηγουμένου» κυρώσεις. Κυρώσεις, οι οποίες αντ’ αυτής της προβολής, θα έπρεπε να θεωρούνται αυτονόητες, αν ως ΕΕ αξίες, όπως η ειρήνη και ο ανθρωπισμός, αποτελούν τόσο θεμέλιο όσο και σκοπός της ύπαρξης σου.
Και κάπου εκεί η σημερινή ελληνική Κυβέρνηση να προσπαθεί να «ταχθεί στη σωστή πλευρά της ιστορίας» προβαίνοντας σε μια «ηθικά σωστή και εθνικά επιβεβλημένη απόφαση» να στείλει η χώρα πολεμικό υλικό στην Ουκρανία, όπως μας ενημέρωσε ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ισχυριζόμαι «ενημέρωσε», γιατί από ό, τι φάνηκε αποφασίζει μόνος του για εθνικής σημασίας ζητήματα, που δεσμεύουν όχι μόνο το παρόν, αλλά και το μέλλον της χώρας. Αποφασίζει μόνος, απαξιώνοντας επιδεικτικά τη συμβουλευτική αλλά σίγουρα πιο δημοκρατική διαδικασία της σύγκλησης του ΚΥΣΕΑ και του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών. Άλλωστε, κανείς δε θα μπορούσε να τον υποχρεώσει να συμφωνήσει ούτε με τον Τσίπρα, ούτε με τον Ανδρουλάκη. Απλά κάτι τέτοιο θα επέβαλε η σκέψη μόνο ότι σε 1,5 χρόνο από τώρα θα κληθεί να βρεθεί ενώπιον του ελληνικού λαού ζητώντας ανανέωση της λαϊκής εντολής. Εκτός αν -εκ παραδρομής- θεωρεί ή επιδιώκει ότι η Ελλάδα θα ακολουθήσει την τακτική κρατών, όπως η Τουρκία και η Ρωσία, όπου η θέση του Πρωθυπουργού ταυτίζεται με ένα πρόσωπο. Ακόμα και στην εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου όμως κάτι τέτοιο δε συνέβη.
Ως προς τη «σωστή πλευρά της ιστορίας», με την οποία κατά τα λεγόμενα του, η Ελλάδα πάντοτε τασσόταν μάλλον ο Κ. Μητσοτάκης «πάσχει» από επιλεκτική μνήμη.
Σε ό, τι αφορά την «ηθικά σωστή» απόφαση, προσωπικά ηθικά σωστή θεωρώ την προσπάθεια με κάθε μέσο να σταματήσει όσο το γρηγορότερο δυνατόν η πολεμική σύρραξη και να λυθούν οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών δια της διπλωματικής οδού. Κι όχι τη συμμετοχή σε αυτόν στέλνοντας ένοπλα μέσα κι όχι μόνο -όπως εννοείται επιβαλλόταν «ηθικά και εθνικά»- ανθρωπιστική βοήθεια. Μάλλον ο κύριος Μητσοτάκης -πάλι- έχει διαφορετική άποψη…
Επίσης, κάτι για «εθνικά επιβεβλημένη» άκουσα από τα χείλη του Πρωθυπουργού μας. Εθνικά επιβεβλημένη από ποια άποψη, θα ήθελα να μας εξηγήσει. Από την άποψη ότι δημιουργεί ανοιχτό πολεμικό μέτωπο και μπαίνει στη «μαύρη» λίστα μιας χώρας, από την οποία εξαρτάται ενεργειακά; Από μία χώρα, τη στήριξη της οποίας θα επεδίωκε σε περίπτωση σύγκρουσης με την Τουρκία; Αν μη τι άλλο ενδιαφέρουσα- και ταυτόχρονα επικίνδυνη- προσέγγιση.
Και στη μέση όλων αυτών των διεθνών πολιτικών παιγνίων ποιοι άλλοι; Οι απλοί άνθρωποι. Τα θύματα. Του σήμερα. Του χθες. Μα και δυστυχώς του αύριο. Άνθρωποι που ξυπνώντας να πάνε στη δουλειά τους, να πάνε τα παιδιά τους στο σχολείο, δεν είδαν ποτέ το ήλιο να ανατέλλει. Αλλά το μέλλον τους να δύει -ίσως- μια για πάντα. Έτσι, συμβαίνει δυστυχώς πάντα. Τώρα είναι ο Ουκρανικός λαός. Χθες κάποιος άλλος. Αύριο ένας άλλος. Μα πάντοτε μιλάμε για αμάχους, για πρόσφυγες. Που δεν επέλεξαν να αφήσουν την πατρίδα τους, αλλά αναγκάστηκαν. Σαν λαός θα έπρεπε να το γνωρίζουμε πλέον καλά αυτό. Κι όχι η Υφυπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, κυρία Βούλτεψη, να διαχωρίζει με πρόσφατες δηλώσεις τους πρόσφυγες ανάλογα με το «προφίλ τους».
Και τελικά τι μπορούμε να συμπεράνουμε;
Μπορούμε να δούμε ότι η ΕΕ αρχίζει να πλησιάζει σε έναν γκρεμό. Έναν γκρεμό που αν δεν προλάβει -εγκαίρως αυτή τη φορά- να φτιάξει τη γέφυρα για απέναντι, ίσως αποβεί μοιραίος.
Συνειδητοποιούμε, επιπλέον, ότι σε περίπτωση ένοπλης σύρραξής με την Τουρκία, ο ελληνικός λαός θα ΄ναι μόνος του. Εκτός αν οι εκάστοτε μεγάλες δυνάμεις έχουν κάτι να κερδίσουν και πολύ περισσότερο κάτι να χάσουν…
Και ως τελευταίο και κατά τη γνώμη μου σημαντικότερο, αντιλαμβανόμαστε ότι παρά την υγειονομική κρίση που έφερε και πάλι στο προσκήνιο την έννοια της αλληλεγγύης και του ανθρωπισμού, είμαστε ανεπίδεκτοι μαθήσεως ως ανθρωπότητα θυσιάζοντας τα πάντα στο βωμό των συμφερόντων.
Κι αν δε θυμηθούμε άμεσα ότι η απάντηση στο ερώτημα της Σφίγγας δεν ήταν άλλη παρά ο άνθρωπος, θα είναι πλέον αργά και θα βυθιζόμαστε ολοένα και περισσότερο στη δυστοπία που προφητικά προέβλεψε ο Όργουελ επιβεβαιώνοντας τον Ουμπέρτο Έκο που χαρακτηριστικά έλεγε: «Σήμερα, ζούμε σε καθεστώς ειρήνης εδώ και 70 χρόνια, και κανείς μας δεν συνειδητοποιεί πόσο υπέροχο και σημαντικό είναι αυτό.».
Για μένα. Για σένα. Για όλους μας
Ντουντουνάκης Γιάννης,
πρωτοετής φοιτητής στη Νομική Αθηνών