Στην Ολλανδία σημειώθηκε την Τετάρτη ένας εκλογικός σεισμός – ένδειξη (ή μάλλον απλή πρόγευση) των πολιτικών κραδασμών που προορίζεται να προκαλέσει, όχι μόνο στη συγκεκριμένη χώρα, η “πράσινη μετάβαση”.
Οι Ολλανδοί ψηφοφόροι κλήθηκαν να αναδείξουν τα νέα περιφερειακά συμβούλια, από τα οποία και θα προκύψει τον Μάιο η έμμεσα εκλεγόμενη Άνω Βουλή της Ολλανδίας. Και έφεραν στην πρώτη θέση ένα κόμμα διαμαρτυρίας, το οποίο ιδρύθηκε μόλις το 2019 και προφανώς στην απερχόμενη Άνω Βουλή δεν είχε ούτε μία έδρα.
Το Κίνημα Αγροτών Πολιτών (BoerBurgerBeweging) της Καρολίν φαν ντερ Πλας απέσπασε σχεδόν 20% της ψήφου και προορίζεται να αναδείξει 15 γερουσιαστές, επί συνόλου 75, όσους δηλ. και η συμμαχία της Πράσινης Αριστεράς με τους Εργατικούς, ενώ το κεντροδεξιό κόμμα VVD του εδώ και 13 χρόνια πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε περιορίσθηκε στις 10 έδρες. Συνολικά ο συνασπισμός της συμπολίτευσης (ο οποίος εκτός του VVD περιλαμβάνει τους “φιλελεύθερους Δημοκράτες 66” την Χριστιανική Ένωση και τους συντηρητικούς Χριστιανοδημοκράτες) έχασε οκτώ από τις 32 έδρες που κατείχε. Ένας άλλος μεγάλος χαμένος ήταν το ακροδεξιό Φόρουμ για τη Δημοκρατία (FvD) του Τιερί Μποντέ, το οποίο από το 15% των περιφερειακών εκλογών του 2019 προσγειώθηκε στο 3% της ψήφου.
Το ποσοστό προσέλευσης στην κάλπη έφθασε το 57,5%, ξεπερνώντας αυτό προηγούμενων αναμετρήσεων, ενώ οι διαθέσεις των ψηφοφόρων υπήρξαν σαφείς: σύμφωνα με διαδικτυακή έρευνα της Ipsos για το δημόσιο κανάλι NOS, το 60% των συμμετασχόντων αντιμετώπισε τις περιφερειακές εκλογές ως οιονεί δημοψήφισμα για τις πολιτικές της κυβέρνησης, τις οποίες απορρίπτει σε ποσοστό 46%.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ποιά από όλες τις κυβερνητικές επιλογές ευθύνεται περισσότερο για την προχθεσινή ανατροπή. Η εκτόξευση του ΒΒΒ στο προσκήνιο συνιστά αποτέλεσμα της stikstofcrisis που ταλανίζει την Ολλανδία τα τελευταία χρόνια, ήτοι της “κρίσης του αζώτου”, η οποία έχει οδηγήσει σε αλλεπάλληλες, μεγάλες (και κάποτε βίαιες) κινητοποιήσεις των Ολλανδών αγροτών, που κορυφώθηκαν πέρσι το καλοκαίρι.
Η Ολλανδία αποτελεί από τα τέλη του 19ου αιώνα έναν “πρωταθλητή” του αγροτικού τομέα, με μεγαλύτερο όγκο παραγωγής σήμερα απ’ ότι λ.χ. η οκταπλάσια σε έκταση Πολωνία. Η εντατική κτηνοτροφία (συχνά σε συνθήκες φρικτές για τα ζώα) και η διαρκής χρήση λιπασμάτων και ζιζανιοκτόνων έχει καταστήσει τη χώρα τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα αγροτικών προϊόντων παγκοσμίως.
Το τίμημα είναι η υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Τα επίπεδα αζώτου ανά εκτάριο γης είναι τριπλάσια του μέσου όρου της Ε.Ε., το έδαφος γίνεται όλο και περισσότερο όξινο και ο υδροφόρος ορίζοντας υποβαθμίζεται.
Έπειτα από επίμονες δικαστικές μάχες της μη κυβερνητικής οργάνωσης MOB, η κυβέρνηση Ρούτε ανέλαβε την δέσμευση να μειώσει στο μισό τις εκπομπές αζώτου μέχρι το 2030, κλείνοντας έναντι αποζημίωσης χιλιάδες αγροκτήματα, αρχής γενομένης από όσα βρίσκονται κοντά σε μία από τις 160 προστατευόμενες ζώνες Natura 2000, που καλύπτουν το 10% της έκτασης της χώρας.
Το αποτέλεσμα είναι η αναταραχή που παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια, καθώς μεγάλα συμφέροντα συναντήθηκαν με την ανατροπή κάθε σταθεράς στη ζωή μικρομεσαίων αγροτών (που διατηρούν τις ίδιες οικογενειακές εκμεταλλεύσεις επί γενεές και τώρα έπαψαν λ.χ. να έχουν πρόσβαση σε δάνεια μέχρι να ξεκαθαρίσει το μέλλον του αγροκτήματός τους), εγείροντας ταυτοτικά ζητήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με την αγροτική ομοσπονδία LTO, οι αυτοκτονίες αγροτών ήταν το 2020 κατά 37% αυξημένες σε σχέση με τα προηγούμενα επτά έτη.
Η ενίσχυση της αστικοποίησης, από την άλλη πλευρά, δεν αποτελεί εύκολη λύση, αν μη τι άλλο διότι οι ίδιες περιβαλλοντικές οργανώσεις που ζητούν περιορισμό της αγροτικής παραγωγής πρωτοστατούν και σε κινήσεις φρεναρίσματος της οικοδομικής δραστηριότητας.
Το BBB κατάφερε να συνενώσει τις διαμαρτυρίες των αγροτών με τη δυσφορία και άλλων τμημάτων του πληθυσμού σε ένα λαϊκιστικό κίνημα όσων “αισθάνονται ότι δεν ακούγονται” από τις ελίτ – με την προσκόλληση, πάντως, και ακροδεξιών στοιχείων ή ποικίλων συνομωσιολόγων, γεγονός το οποίο δημιουργεί προβλήματα στη συνοχή του κόμματος.
Η “δημοσκόπηση των δημοσκοπήσεων” του Politico φέρει το BBB ικανό να αποσπάσει το 15% της ψήφου στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Ο πρωθυπουργός Ρούτε, πάντως, δηλώνει ότι δεν ανησυχεί για την ευστάθεια της κυβέρνησής του. Θα όφειλε να ανησυχεί ωστόσο για τον ρυθμό εφαρμογής του σχεδίου περιορισμού των εκπομπών αζώτου, καθώς η υλοποίησή του περνά από τις περιφερειακές διοικήσεις, σε κάποιες εκ των οποίων η κεντροδεξιά συμμαχεί με το BBB. Σε κάθε περίπτωση, το κόμμα της φαν ντερ Πλας κατέκτησε την πρώτη θέση σε 5 από τις 12 περιφέρειες – σε ορισμένες με ποσοστά άνω του 30%.
Είναι ενδιαφέρον ότι το ενισχυμένο μπλοκ της (κέντρο)αριστεράς στηρίζει στο συγκεκριμένο ζήτημα τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, εάν δεν πιέζει για την επιτάχυνσή τους. Οι διαιρέσεις στον άξονα πόλης-υπαίθρου αποδεικνύονται έτσι καθοριστικότερες από αυτές της παραδοσιακής πολιτικής γεωγραφίας.
Και το ζήτημα δεν αποτελεί ολλανδική ιδιαιτερότητα: αντίστοιχες αγροτικές κινητοποιήσεις έχουν επεκταθεί και στη γειτονική Φλάνδρα του Βελγίου. Άλλωστε και τα “Κίτρινα Γιλέκα” στην Γαλλία προέκυψαν αρχικά από τη σύγκρουση μιας εξουσίας που εμφανιζόταν φιλοπεριβαλλοντική με μία ύπαιθρο που είναι απολύτως παραμελημένη. Το νέο “αγροτικό ζήτημα” θα απασχολεί την Ευρώπη όλο και πιο συχνά.