Του Κώστα Ράπτη
Εν μέσω διεθνούς αγωνίας κάποιοι, παραδόξως, αισιοδοξούν. Πρόκειται για τους ιθύνοντες της αμερικανικής διπλωματίας, οι οποίοι θεωρούν ότι έχουν (τουλάχιστον προς το παρόν) αποτρέψει το ενδεχόμενο μιας άμεσης αναμέτρησης, με τις προφανείς δυσμενείς επιπτώσεις διεθνώς, ανάμεσα στο Ιράν και το Ισραήλ – σε αντίποινα για τη δολοφονία (προφανώς, όσο και αν δεν ομολογείται, με ισραηλινή πρωτοβουλία) του εξόριστου πολιτικού ηγέτη της παλαιστινιακής ισλαμιστικής οργάνωσης Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγιε, ενώ αυτός βρισκόταν στην Τεχεράνη ως επίσημος προσκεκλημένος για την ορκωμοσία του νέου Ιρανού προέδρου Μασούντ Πεζεσκιάν.
Άγνωστο παρέμενε μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές ποια θα ήταν πραγματικά η αντίδραση της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Πολλά κρίσιμα ερωτήματα συσσωρεύονται: Θα υπάρξει ιρανικό πλήγμα κατά του Ισραήλ μαζικό ή κατά το μάλλον συμβολικό; Θα εμπλακούν η Χεζμπολάχ του Λιβάνου, οι Χούθι της Υεμένης, οι Ιρακινοί σιίτες; Ποια στάση θα τηρήσουν οι διεθνείς δυνάμεις και οι κυβερνήσεις των γειτονικών αραβικών χωρών; Ποιος θα επιχειρήσει να προωθηθεί ως ειρηνοποιός; Πόσο θα κινδυνέψει η ναυσιπλοΐα στα στενά του Χορμούζ και η διεθνής διακίνηση πετρελαίου;
Παρά την ακραία νευρικότητα που επικρατεί, με τους διεθνείς αερομεταφορείς να αναστέλλουν τις πτήσεις τους προς Ιράν και Λίβανο και με σειρά κρατών να σχεδιάζουν κατεπείγουσα απομάκρυνση των υπηκόων τους από την περιοχή, η αμερικανική πλευρά επέμενε ωστόσο σε μια ελπιδοφόρα ανάγνωση των πραγμάτων. Και το πιο ενδιαφέρον είναι ότι αυτή τη στάση με έμμεσο τρόπο τη δικαιολογούν και οι τοποθετήσεις της ιρανικής πλευράς.
“Θεωρούμε πως ποτέ δεν είχαμε φθάσει τόσο κοντά στη σύναψη συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός”, ως προς τη Λωρίδα της Γάζας, δήλωσε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, Τζον Κέρμπι, την Τετάρτη, ημέρα κατά την οποία η αιματοχυσία που ξεκίνησε με τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου συμπλήρωνε τους δέκα μήνες ακριβώς. Είχε προηγηθεί δημόσιο μήνυμα του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Άντονι Μπλίνκεν, (για πρώτη φορά τόσο σαφές) προς Ισραήλ και Ιράν για αυτοσυγκράτηση.
Την ίδια στιγμή η ιρανική αντιπροσωπεία στα Ηνωμένα Έθνη εξέδιδε την εξής ανακοίνωση: “Ακολουθούμε δύο προτεραιότητες ταυτοχρόνως: πρώτον, την επίτευξη βιώσιμης κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα, με απόσυρση των κατοχικών δυνάμεων από το έδαφός της, και δεύτερον, το να τιμωρηθούν οι επιτιθέμενοι για τη δολοφονία του μάρτυρα Χανίγιε”.
Το ότι οι δύο αυτοί στόχοι είναι πρακτικά αλληλοαναιρούμενοι δεν χρειάζεται να σχολιασθεί. Αλλά η συμβολή σε ένα “υπέρτερο καλό”, όπως η κατάπαυση του πυρός στη Γάζα, θα αποτελούσε χρήσιμο πρόσχημα, ώστε να υπαναχωρήσει το Ιράν από μια αντεπίθεση, που όσο φαντάζει υποχρεωτική, άλλο τόσο γεννά δισταγμούς στην ιρανική ηγεσία.
Αποκατάσταση αποτροπής
Για την Τεχεράνη το να απαντηθεί η δολοφονία Χανίγιε δεν αποτελεί απλώς ζήτημα εκδίκησης υπό καθεστώς συναισθηματικού βρασμού, αλλά και ρεαλιστικό υπολογισμό της ανάγκης να αποκατασταθεί η όποια περιφερειακή σταθερότητα στο προσεχές μέλλον διά της επαναφοράς του (καταρρακωθέντος πλέον) “μηνύματος αποτροπής” το οποίο έστειλε το Ιράν τον περασμένο Απρίλιο, πλήττοντας, έστω και συμβολικά, για πρώτη φορά απευθείας την επικράτεια του Ισραήλ, σε απάντηση προς την ισραηλινή επίθεση στο ιρανικό προξενείο της Δαμασκού.
Όμως τα πράγματα είναι περίπλοκα. Διότι δεν είναι μόνο ανταγωνιστές, όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία, που απευθύνουν εκκλήσεις αυτοσυγκράτησης, αλλά και εταίροι του Ιράν στο έργο της ευρασιατικής ολοκλήρωσης, όπως η Μόσχα και το Πεκίνο. Μάλιστα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν φέρεται, σύμφωνα με αποκλειστικό ρεπορτάζ των Asia Times, να απέστειλε (διά του πρώην υπουργού Άμυνας και νυν γραμματέα του Εθνικού Συμβουλίου της Ρωσίας, Σεργκέι Σοϊγκού, ο οποίος συναντήθηκε τη Δευτέρα με την ιρανική ηγεσία στην Τεχεράνη) επιστολή, με την οποία ζητά να μην θιγούν οι Ισραηλινοί άμαχοι, αλλά και προθυμοποιείται να μεσολαβήσει μεταξύ Ιράν και Ισραήλ. Οι Ιρανοί ιθύνοντες φέρονται να παζαρεύουν με τη Ρωσία την προμήθεια συστημάτων S-400 και μαχητικών Su-35, προκειμένου να φανούν δεκτικότεροι στις παραινέσεις Πούτιν. Ήδη παρατηρήθηκε κίνηση μεταγωγικών Ιλιούσιν από Μόσχα προς Ιράν.
Το βλέμμα στο εσωτερικό
Αλλά και το εσωτερικό μέτωπο του Ιράν δεν είναι αρραγές. Ο νεοεκλεγείς μεταρρυθμιστής πρόεδρος Πεζεσκιάν, ο οποίος κέρδισε τη λαϊκή ψήφο υποσχόμενος εξομάλυνση των σχέσεων με τον “έξω κόσμο” φέρεται, κατά το Iran International, να εκλιπαρεί τον ανώτατο ηγέτη αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ να μην διατάξει εξαπόλυση αντιποίνων προς το Ισραήλ, φοβούμενος την εσωτερική αναταραχή που θα προκύψει. Δεν είναι πολύ πιθανό να εισακουσθεί, όμως είναι αλήθεια ότι περισσότερο και από τους επιχειρησιακούς υπολογισμούς η ιρανική ηγεσία στέκεται στην κατάσταση πνευμάτων στην ανήσυχη ιρανική κοινωνία και στη διάβρωση της χώρας (όπως έδειξε περίτρανα και η δολοφονία Χανίγιε) από εχθρικά δίκτυα.
Τα μέτωπα του Λιβάνου και της Γάζας
Η Χεζμπολάχ, πάλι, αποτελεί διαφορετική υπόθεση. Άλλωστε, δεν κινείται μόνο από την ανάγκη να επιδείξει αλληλεγγύη στη Χαμάς ή στο Ιράν, παρά έχει και δικούς της λογαριασμούς να επιλύσει. Σχεδόν ταυτόχρονα με τη δολοφονία Χανίγιε σημειώθηκε η (αναγνωρισμένης ισραηλινής πατρότητας) επιχείρηση εξόντωσης του στρατιωτικού υπαρχηγού της σιιτικής οργάνωσης Φουάντ Σουκρ.
Σε εκτενές τηλεοπτικό μήνυμά του την Τρίτη ο ηγέτης της Χεζμπολάχ, Χασάν Νασράλα τόνισε ότι η οργάνωσή του και το Ιράν έχουν “υποχρέωση να ανταποδώσουν” μετά τις δύο δολοφονίες, “όποιες κι αν είναι οι συνέπειες”, υποδηλώνοντας έτσι ότι οι προηγούμενες αναστολές για το τίμημα που θα πληρώσει ο πολυθρησκευτικός και πολιτικά διασπασμένος Λίβανος δεν ισχύουν πλέον. Δεν θεωρείται απίθανο, λοιπόν, να κινηθεί η Χεζμπολάχ κατά του Ισραήλ ερήμην του Ιράν.
Ταυτόχρονα, όμως, ο Νασράλα υποστήριξε ότι τα αντίποινα θα έλθουν με τον τρόπο και στον χρόνο που πρέπει, εξήρε τη “σοφία” της “υπομονής” και πρόσθεσε ότι οι καθυστερήσεις αποτελούν τμήμα των ψυχολογικών επιχειρήσεων εις βάρος του εχθρού.
Η Χαμάς, εν τω μεταξύ, έστειλε το δικό της αμείλικτο μήνυμα, εκλέγοντας στη θέση του δολοφονηθέντος Χανίγιε, ως επικεφαλής του Πολιτικού της Γραφείου, τον Γιάχια Σινουάρ, ήτοι τον στρατιωτικό εγκέφαλο των επιθέσεων της 7ης Οκτωβρίου, ο οποίος κινείται στα τούνελ της Γάζας και αποτελεί τον πρώτο στόχο του Ισραήλ εδώ και δέκα μήνες. Η επιχείρηση “κανονικοποίησης” της Χαμάς, διά της συμφωνίας με τη Φάταχ, η οποία υπεγράφη στο Πεκίνο, αποτελεί παρελθόν.
Εκβιάζοντας εμπλοκή των ΗΠΑ
Το ότι ο Σινουάρ εξακολουθεί να διαφεύγει και να διευθύνει επιχειρήσεις, παρά την εξόντωση από τις ισραηλινές δυνάμεις σχεδόν 40.000 συμπατριωτών του, είναι ένας (και ίσως ούτε ο σημαντικότερος, αν συνυπολογίσουμε την απώλεια διεθνούς νομιμοποίησης ή τη δημογραφική και οικονομική αιμορραγία) δείκτης των υστερήσεων και της πραγματικής ευαλωτότητας του Ισραήλ, ιδίως σε χερσαίες επιχειρήσεις.
Το να “εκβιασθεί” αμεσότερη στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ, και μάλιστα προεκλογικά, σε μια μεγαλύτερη σύγκρουση δεν είναι μια ιδέα που συγκινεί τη Ουάσινγκτον, παρά τα προφανή πλεονεκτήματά της για την κυβέρνηση Νετανιάχου.