Μια Ριζοσπαστική Ανάγνωση της Σχολικής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα του Μητσοτάκη
Το παρόν άρθρο συντάχθηκε εν μέσω των μαζικών κινητοποιήσεων της 6ης Νοεμβρίου 2025, ημέρας που συμπίπτει με τη Διεθνή Ημέρα κατά της Ενδοσχολικής Βίας και του
Εκφοβισμού, καθιερωμένη από την UNESCO ως πρώτη Πέμπτη
του Νοεμβρίου.
Σε αυτή την ημερομηνία, εκατοντάδες σχολεία και πανεπιστήμια στην Ελλάδα παραμένουν κλειστά λόγω καταλήψεων, με μαθητές και φοιτητές να διεκδικούν όχι μόνο εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά και την υπεράσπιση της ψυχικής τους υγείας απέναντι σε ένα
σύστημα που συστηματικά την υπονομεύει.
Στις 6 Νοεμβρίου 2025, η Ελλάδα ξυπνά με τα σχολεία της να σιωπούν όχι από αδυναμία, αλλά από την ηχηρή πράξη της αντίστασης.
Από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο έως τα γυμνάσια και λύκεια της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και της περιφέρειας, οι καταλήψεις δεν αποτελούν απλώς διακοπή μαθημάτων, αλλά ριζοσπαστική διεκδίκηση δικαιωμάτων δικαίωμα στην εκπαίδευση χωρίς
εξεταστική πίεση, δικαίωμα στην ψυχική ακεραιότητα, δικαίωμα να μην εκφοβίζονται από συμμαθητές, καθηγητές ή διοικητικές αρχές.
Αυτή η ημέρα, που συμπίπτει με τη Διεθνή Ημέρα κατά του Σχολικού Εκφοβισμού, αποκτά συμβολική βαρύτητα που ξεπερνά το τυπικό της πλαίσιο, καθώς ο εκφοβισμός δεν περιορίζεται σε μαθητικές συμπεριφορές, αλλά εκπορεύεται συχνά από την ίδια την ιεραρχική δομή του σχολείου από διευθυντές που επιβάλλουν πειθαρχικούς ελέγχους, από καθηγητές που μετατρέπουν τα μαθήματα σε πεδία εξουσίας, από ένα σύστημα που αγνοεί την πολυφωνία και προωθεί την ομοιομορφία.
Ως δάσκαλος και δημοσιογράφος με ριζοσπαστική προοπτική, εμπνευσμένος από την παράδοση του ελληνικού διαφωτισμού και της πεφωτισμένης εξέγερσης, βλέπω στις σημερινές καταλήψεις όχι νεανική αφέλεια ή αποσταθεροποιητικό παρακμιακό
φαινόμενο, αλλά ενσάρκωση της παιδαγωγικής θεωρίας του Πάουλο Φρέιρε, το σχολείο ως χώρος απελευθέρωσης, όπου οι μαθητές δεν είναι παθητικοί δέκτες γνώσης, αλλά ενεργοί
δημιουργοί κοινωνικής αλλαγής.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ωστόσο, αντιμετωπίζει αυτές τις πράξεις ως υπαρξιακή απειλή, αποκαλύπτοντας την νεοφιλελεύθερη της αντίληψη για την εκπαίδευση, ένα εργαλείο πειθαρχίας και οικονομικής παραγωγικότητας, όχι χώρος δημοκρατικής
ωρίμανσης και κριτικής σκέψης.
Η νεολαία που σήμερα καταλαμβάνει τα σχολεία της δεν ζητά προνόμια, διεκδικεί την επιστροφή σε μια εκπαίδευση που ξεχάστηκε κάπου στις προτεραιότητες μιας κυβέρνησης που έχει μετατρέψει τα πάντα σε αγορά και τους πάντες σε καταναλωτές.
Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, από την ανάληψη της εξουσίας το 2019, έχει επιτείνει τις ανισότητες στην εκπαίδευση μέσω πολιτικών που μετατρέπουν τα σχολεία σε πεδία ανταγωνισμού και φόβου, σε εργοστάσια παραγωγής βαθμών και όχι ανθρώπων.
Η πρόταση για το νέο «Εθνικό Απολυτήριο» και οι αλλαγές στη δομή του Λυκείου,που αυξάνουν τον εξεταστικό φόρτο και εντείνουν την ψυχολογική πίεση, δεν είναι απλώς εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά ιδεολογικές επιλογές που ευνοούν την ελίτ και τιμωρούν την πλειοψηφία, που καταδικάζουν χιλιάδες νέους σε μια εφηβεία γεμάτη άγχος, αϋπνία και φαρμακευτική υποστήριξη για να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις ενός συστήματος που τους θέλει υπάκουους, όχι ελεύθερους.
Σύμφωνα με εκθέσεις του Υπουργείου Παιδείας, ο εκφοβισμός αγγίζει το 20-30% των μαθητών, με περιπτώσεις που εμπλέκουν εκπαιδευτικούς και διοικητικούς παράγοντες να παραμένουν ατιμώρητες, καθώς το σύστημα βασίζεται σε πειθαρχικούς μηχανισμούς αντί για προληπτική αγωγή και πραγματική ψυχολογική υποστήριξη.
Η κυβερνητική απόκριση στο φαινόμενο του bullying είναι επιφανειακή και θεατρική, καμπάνιες με αφίσες που κοστίζουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, πλατφόρμες όπως το stop-
bullying.gov.gr που λειτουργούν περισσότερο ως επικοινωνιακά εργαλεία παρά ως πραγματικά δίκτυα υποστήριξης, και «πανικό κουμπιά» για μαθητές που θυμίζουν τεχνοκρατική φιέστα παρά ουσιαστική παρέμβαση στη ρίζα του προβλήματος.
Η αντιπολίτευση που έχει πεθάνει δεν μπορεί να καταγγείλει δικαίως αυτές τις πρωτοβουλίες ως «παιδαγωγική της ποινής και του φόβου», όπου οι τιμωρίες, αποβολές, απουσίες, στιγματισμός, αντικαθιστούν την εκπαίδευση στην ενσυναίσθηση και την ισότητα,
όπου το σύστημα προτιμά να τιμωρεί τα θύματα που τολμούν να μιλήσουν, παρά να αντιμετωπίσει τους θύτες και τις δομικές συνθήκες που τους δημιουργούν. Επιπλέον, οι απειλές του Πρωθυπουργού κατά εκπαιδευτικών που συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις εντείνουν τον εκφοβισμό από «άνωθεν», μετατρέποντας το σχολείο σε χωροφύλακα της νεολαίας, σε πειθαρχικό κέντρο όπου η ελευθερία της σκέψης και η κριτική στάση αντιμετωπίζονται ως υπονόμευση της τάξης.
Στην Ελλάδα του Μητσοτάκη οπου η ψυχική υγεία των νέων κλυδωνίζεται από την πανδημία, την οικονομική κρίση, την κλιματική αγωνία και την αίσθηση ενός κόσμου που καταρρέει, η κυβέρνηση προωθεί ιδιωτικοποιήσεις και περικοπές στη δημόσια εκπαίδευση, αφήνοντας τα δημόσια σχολεία ως αποθήκες ψυχών, όχι ως κοινοτικά κέντρα που θα μπορούσαν να προσφέρουν καταφύγιο και νόημα. Αυτή η πολιτική δεν είναι τυχαία ούτε αποτέλεσμα ατυχών επιλογών, αντανακλά την νεοφιλελεύθερη ατζέντα της Νέας
Δημοκρατίας, όπου η εκπαίδευση μετριέται σε λεφτά, βαθμούς και πιστοποιητικά, όχι σε ανθρώπινη ανάπτυξη, όπου κάθε μαθητής είναι ένας μελλοντικός εργαζόμενος που πρέπει να εκπαιδευτεί στην υποταγή, όχι στην κριτική σκέψη.
Οι καταλήψεις των μαθητών, λοιπόν, δεν είναι παρά μια ριζοσπαστική και απολύτως νόμιμη απάντηση σε αυτό το καθεστώς καταπίεσης, μια πράξη αυτοοργάνωσης που θυμίζει τις
εξεγέρσεις του '73 ή του '16, όπου η νεολαία υπήρξε πρωτοπόρος της κοινωνικής αλλαγής και δείκτης μιας κοινωνίας που έχει χάσει τον προσανατολισμό της.
Για να κατανοήσουμε την παθογένεια και την αναχρονιστικότατα του ελληνικού συστήματος, αρκεί μια σύγκριση με το νορβηγικό μοντέλο εκπαίδευσης, που βασίζεται σε σκανδιναβικές αρχές ισότητας και συλλογικότητας, σε μια φιλοσοφία που βλέπει την εκπαίδευση ως δημόσιο αγαθό και όχι ως εμπορεύσιμο προϊόν.
Στη Νορβηγία, η εκπαίδευση δεν είναι αγώνας επιβίωσης, αλλά διαδικασία ολιστικής ανάπτυξης, τα σχολεία εστιάζουν στην ευημερία (well-being), με έμφαση στην αποδοχή της
διαφορετικότητας και την προληπτική αντιμετώπιση του εκφ οβισμού μέσω ολοκληρωμένων προγραμμάτων, όπως το Olweus Bullying Prevention Program, που ενσωματώνεται στο
καθημερινό πρόγραμμα και όχι ως επιφανειακή καμπάνια. Δεν υπάρχουν βαθμολογήσεις στα πρώτα χρόνια, ούτε υπερβολική οικιακή εργασία που μετατρέπει το σπίτι σε προέκταση της
σχολικής τυραννίας ,αντίθετα, προωθείται η δημιουργικότητα, η συνεργασία και η φυσική δραστηριότητα, με τα σχολεία να λειτουργούν ως κοινότητες όπου μαθητές, εκπαιδευτικοί και γονείς συμμετέχουν δημοκρατικά στις αποφάσεις, όπου κάθε φωνή έχει βάρος και κανένα παιδί δεν είναι απλός αριθμός σε ένα μητρώο. Σε αντίθεση, το ελληνικό σχολείο παραμένει ιεραρχικό, εξεταστικό κεντρικό και απελπιστικά προσκολλημένο σε ένα μοντέλο του 19ου αιώνα, ο μαθητής βαθμολογείται από την πρώτη κιόλας τάξη, με διαγωνίσματα που ενισχύουν τον ανταγωνισμό και αγνοούν την ψυχική διάσταση, που μετατρέπουν την παιδική ηλικία σε προετοιμασία για έναν ατέρμονα επαναλαμβανόμενο κύκλο
εξετάσεων.
Ενώ στη Νορβηγία το ποσοστό εκφοβισμού πέφτει στο 5-10% χάρη σε υποχρεωτικά σεμινάρια ενσυναίσθησης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, στην Ελλάδα το φαινόμενο
θριαμβεύει από την έλλειψη πόρων, λιγότεροι σύμβουλοι ψυχικής υγείας, υπερφορτωμένοι εκπαιδευτικοί που αντί να διδάσκουν παλεύουν με γραφειοκρατία, και διοίκηση που βλέπει τον εκφοβισμό ως «παιδικό πρόβλημα» που θα λυθεί από μόνο του με λίγη πειθαρχία και αυστηρότητα. Η νορβηγική προσέγγιση, χρηματοδοτούμενη από ένα κράτος πρόνοιας με υψηλούς φόρους και ισότιμη κατανομή του πλούτου, αποδεικνύει ότι η εκπαίδευση μπορεί να είναι δημόσιο αγαθό, όχι εμπορεύσιμο προϊόν που πωλείται στον καλύτερο πλειοδότη.
Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση Μητσοτάκη προωθεί voucher και ιδιωτικά σχολεία, διευρύνοντας το κοινωνικό χάσμα, τα παιδιά των φτωχών γειτονιών εκτίθενται περισσότερο σε εκφοβισμό, σε κτίρια που θυμίζουν φυλακές και όχι σχολεία, ενώ οι ελίτ απολαμβάνουν «ασφαλή» εκπαίδευση σε ιδιωτικές εγκαταστάσεις όπου ακόμα καιο εκφοβισμός διαχειρίζεται με εξατομικευμένα προγράμματα και ψυχολόγους on call.
Οι καταλήψεις της 6ης Νοεμβρίου δεν είναι απλώς ένα επεισόδιο ή μια στιγμιαία έκρηξη εφηβικής αντίδρασης, είναι αρχή μιας μακράς πορείας, μια κραυγή για σχολεία που σέβονται τα παιδιά ως υποκείμενα δικαιωμάτων, όχι ως αντικείμενα ελέγχου και πειθαρχίας.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη οφείλει να ακούσει αυτή τη φωνή, όχι να την καταστείλει με απειλές και πειθαρχικές διαδικασίες οφείλει να υιοθετήσει στοιχεία από το νορβηγικό μοντέλο, όπως την ενσωμάτωση της ψυχικής υγείας στο πρόγραμμα σπουδών, την
κατάργηση της εξεταστικής τρομοκρατίας που μετατρέπει την εφηβεία σε εφιάλτη, και την πραγματική συμμετοχή των μαθητών στις αποφάσεις που τους αφορούν.
Οι μαθητές, ως ριζοσπάστες πρωταγωνιστές μιας απαραίτητης κοινωνικής μεταρρύθμισης, μας καλούν σε μια παιδαγωγική επανάσταση, από το σχολείο-φυλακή στο σχολείο-πολίτη, από το σχολείο της υποταγής στο σχολείο της ελευθερίας.
Μόνο έτσι θα τιμήσουμε την ημέρα κατά του εκφοβισμού όχι με κενά λόγια και καμπάνιες που κοστίζουν και δεν αλλάζουν τίποτα, αλλά με πράξεις δικαιοσύνης και ριζική ανατροπή ενός συστήματος που έχει αποτύχει παταγωδώς.
Η ιστορία θα κρίνει αυστηρά όσους σήμερα επιλέγουν να κωφεύουν μπροστά στη συλλογική απελπισία της νεολαίας και η νεολαία, με τις καταλήψεις της, έχει ήδη γράψει το δικό της
κεφάλαιο στην ιστορία του αγώνα για μια καλύτερη εκπαίδευση και μια πιο ανθρώπινη κοινωνία.
Journalist correspondent to the World
Independent Journalist | Print and Broadcast| Editor-News
Greece247news – Anti World news – Iskra news
European Organization of Communication















































