Ο Λευκός Οίκος αποφάσισε να περιορίσει δραστικά την πρόσβαση του Πεκίνου στους ζωτικής σημασίας ημιαγωγούς και την τεχνολογία κατασκευής τους, επιχειρώντας να ανακόψει την αλματώδη ενίσχυση της Κίνας.
Η Κίνα δεν κρύβει ότι επιδιώκει να γίνει υπερδύναμη. Για τον λόγο αυτό, έχει τοποθετήσει τον πήχη πολύ ψηλά σε όλους τους τομείς, με σκοπό να φτάσει εκεί που θέλει, το συντομότερο δυνατό.
Ανάμεσα στα άλλα, έχει θέσει στόχο να γίνει ο παγκόσμιος ηγέτης στον κλάδο της τεχνητής νοημοσύνης ως το 2030. Επίσης, προσπαθεί να πραγματοποιήσει ένα άλμα σε επίπεδο κβαντικών υπολογιστών, με το τελευταίο της επίτευγμα να προέρχεται από την Baidu – την «κινεζική Google» όπως ονομάζεται από αρκετούς.
Και φυσικά, όπως είναι γνωστό, προχωρά με ταχύτατους ρυθμούς στην παραγωγή υπερσύγχρονων οπλικών συστημάτων, που θα επιτρέψουν κάποια στιγμή στις ένοπλες δυνάμεις της να «κοιτάξουν στα μάτια» τις αντίστοιχες αμερικανικές, οι οποίες αποτελούν αναμφίβολα την πιο εξελιγμένη και φονική πολεμική μηχανή που έχει γνωρίσει ποτέ η ανθρωπότητα.
Η απάντηση του Μπάιντεν
Όλα αυτά, φυσικά, είναι γνωστά στις Ηνωμένες Πολιτείες, που δεν έχουν διάθεση να περιμένουν πότε οι Κινέζοι να φτάσουν στο σημείο να τους ανταγωνίζονται στα ίσια. Έτσι, βήμα-βήμα, προσπαθούν να τους καθυστερήσουν ή και να τους… εκτροχιάσουν.
Ο πιο πρόσφατος κρίκος σε αυτή την αλυσίδα προστέθηκε την περασμένη Παρασκευή. Και σίγουρα δεν θα είναι ο τελευταίος, καθώς η αντιπαράθεση ανάμεσα στη νυν και την ανερχόμενη υπερδύναμη κλιμακώνεται σε όλα τα επίπεδα.
Εκείνη την ημέρα, η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε ένα νέο πακέτο κυρώσεων σε βάρος του Πεκίνου. Με στόχο, όπως αναφέρουν οι New York Times στο ρεπορτάζ τους, να περιορίσουν την πρόσβαση του Πεκίνου «σε κρίσιμες τεχνολογίες που απαιτούνται για τα πάντα – από τους υπερυπολογιστές μέχρι τα έξυπνα και υψηλής ακριβείας όπλα».
«Επιστροφή στη Λίθινη Εποχή»
Το πακέτο προβλέπει την επιβολή αυστηρών περιορισμών στην εξαγωγή ημιαγωγών προς την Κίνα, όπως επίσης και της τεχνολογίας που απαιτείται για την κατασκευή των μικροτσίπ. Επιπλέον, απαιτεί από τους Αμερικανούς πολίτες που εργάζονται για λογαριασμό των Κινέζων σε αυτόν τον κλάδο να παίρνουν ειδική άδεια προκειμένου να συνεχίσουν, ενώ αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο περιορισμών και κυρώσεων και σε βάρος εταίρων των ΗΠΑ που θα συνεχίσουν να προμηθεύουν τους Κινέζους με τα προϊόντα και την τεχνολογία που χρειάζονται.
«Για το διατυπώσω ήπια, (οι κινεζικές εταιρείες) επιστρέφουν κατά βάση στη Λίθινη Εποχή», δήλωσε στους Financial Times ο διευθύνων σύμβουλος της China Renaissance, σχολιάζοντας – με αρκετή δόση υπερβολής, είναι αλήθεια – τις συνέπειες που θα έχει η απόφαση των ΗΠΑ.
Μοντέλο Huawei για όλη την Κίνα
Μάλιστα, το ρεπορτάζ της εφημερίδας σημειώνει ότι αυτό που πρακτικά θα συμβεί είναι η γενίκευση του μοντέλου που εφαρμόστηκε «πιλοτικά» στην περίπτωση της Huawei. Πρόκειται, όπως είναι γνωστό, για μια εταιρεία η οποία συμπεριλαμβανόταν στα «διαμάντια» του στέμματος της κινεζικής οικονομίας, διεκδικώντας ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια αγορά της τεχνολογίας των επικοινωνιών.
Όμως, μετά τις σκληρές κυρώσεις που της επέβαλαν οι Αμερικανοί πριν από δύο περίπου χρόνια, όχι απλώς έχει χάσει έδαφος, αλλά ο ιδρυτής της προειδοποίησε πρόσφατα το προσωπικό ότι η επιβίωση του ομίλου είναι αμφίβολη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανακοίνωση των κυρώσεων ήρθε σε μια κομβική στιγμή για την Κίνα, καθώς την ερχόμενη Κυριακή ξεκινά το 20ο συνέδριο του ΚΚ, που θα επανεκλέξει για τρίτη θητεία τον νυν ηγέτη του και πρόεδρο της χώρας, Σι Τζινπίνγκ. Επαναβεβαιώνοντας, ταυτόχρονα, το φιλόδοξο σχέδιό του, η κατάληξη του οποίου δεν είναι άλλη από την Κίνα στην κορυφή.
Πώς θα απαντήσει ο Σι;
Έτσι, τίθεται ένα σαφές ερώτημα, το οποίος διατύπωσε στους NY Times η συνεργάτης του πανεπιστημίου Yale, Σαμ Σακς: «Θα ξεπεράσει αυτό το νέο πακέτο την κόκκινη γραμμή, με αποτέλεσμα να πυροδοτήσει μια απάντηση την οποία δεν έχουμε δει ξανά μέχρι σήμερα; Πολλοί εκτιμούν πως ναι».
Είναι αλήθεια, βεβαίως, ότι οι Κινέζοι δεν θα είναι οι μόνοι που θα χάσουν από την εφαρμογή των νέων μέτρων. Με την αγορά τους να είναι από τις πιο σημαντικές και για τις αμερικανικές εταιρείες του κλάδου – η Intel πραγματοποιεί το 10% των πωλήσεών της στην Κίνα, ενώ για άλλες το ποσοστό είναι πολύ μεγαλύτερο – είναι λογικό να υπάρχει μεγάλη ανησυχία.
«Κατανοούμε τον σκοπό της εγγύησης της εθνικής ασφάλειας», ανέφερε σε ανακοίνωσή της η Ομοσπονδία της Βιομηχανίας Ημιαγωγών, προσθέτοντας ωστόσο ότι ελπίζει οι νέοι κανόνες να εφαρμοστούν με τρόπο «που δεν θα πληγεί ακουσίως η καινοτομία στις ΗΠΑ».
Προβάδισμα της πολιτικής
Το σίγουρο είναι ότι, όπως συνέβη και με τη Ρωσία μετά την εισβολή της στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, σε τέτοιες περιπτώσεις η πολιτική αποκτά προβάδισμα έναντι της οικονομίας. Κάτι που σημαίνει ότι επιβάλει τις επιλογές της, με το όποιο κόστος, προσπαθώντας στη συνέχεια να το καλύψει, να το μετριάσει ή να το διαμοιράσει.
Παρ’ όλα αυτά, καθώς το οικονομικό ειδικό βάρος της Κίνας είναι απείρως μεγαλύτερο σε σύγκριση με εκείνο της Ρωσίας, τόσο για τις ΗΠΣ όσο και για ολόκληρο τον κόσμο, η τελική ρήξη δεν θα έρθει τόσο εύκολα – οι δε συνέπειές της, στην περίπτωση που έρθει, θα είναι τρομακτικές.
Είναι δε γεγονός ότι πολλοί κορυφαίοι εκπρόσωποι της αμερικανικής επιχειρηματικής ελίτ δεν διστάζουν να μεταφέρουν τις ανησυχίες τους στον Λευκό Οίκο. Άλλοι, πάλι, προχωρούν σε ενέργειες οι οποίες κινούνται σε αντίθετη κατεύθυνση από τις αποφάσεις του Τζο Μπάιντεν.
Ο «μίστερ Tesla» σε νέες περιπέτειες
Στη δεύτερη κατηγορία ανήκει, αναμφίβολα, ο Ίλον Μασκ. Ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου, μετά τον σάλο που προκάλεσε με την παρέμβασή του για τη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία – διατυπώνοντας ένα σχέδιο τεσσάρων σημείων που πολλοί χαρακτήρισαν ακραία φιλορωσικό – τώρα επέλεξε να αναμιχθεί και σε ένα μέτωπο που «καίει» Πεκίνο και Ουάσιγκτον.
Πρόκειται, βεβαίως, για την Ταϊβάν, για την οποία ο Μασκ, μιλώντας στους FT, πρότεινε την υιοθέτηση ενός καθεστώτος παρόμοιου με αυτό του Χονγκ Κονγκ το οποίο, όπως είναι γνωστό, εκχωρήθηκε στη δικαιοδοσία του Πεκίνου από τους Βρετανούς πριν από 25 χρόνια, το 1997. «Θα μπορούσαν να πετύχουν μια διευθέτηση η οποία θα ήταν πιο ευνοϊκή από εκείνη του Χονγκ Κονγκ», τόνισε ο ίδιος, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Ταϊπέι – αλλά και τις ευχαριστίες των Κινέζων.
Σε αυτό το φόντο, ίσως δεν είναι τυχαίο ότι τον Σεπτέμβριο η Tesla κατέγραψε ρεκόρ πωλήσεων στην αγορά της Κίνας, με 83.000 νέα οχήματα, αριθμός μεγαλύτερος κατά 8% σε σύγκριση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα.
Ταϊβάν και ημιαγωγοί
Με άλλα λόγια: Ερμηνεύοντας τις γεωπολιτικές εξελίξεις και κάνοντας τους υπολογισμούς του με κριτήριο τη μεγιστοποίηση των κερδών του, ο Μασκ ενδεχομένως να θεωρεί ότι είναι αδιανόητο να χάσει μια αγορά σαν της Κίνας – ή, παράλληλα, να τα σπάσει με μια δύναμη όπως η Ρωσία.
Δυστυχώς γι’ αυτόν, όμως, άλλοι θα έχουν τον τελευταίο λόγο. Πολύ περισσότερο καθώς η Ταϊβάν είναι μια παγκόσμια υπερδύναμη στον κλάδο των μικροτσίπ και οι Αμερικανοί δεν θα επιτρέψουν εύκολα αυτός ο «θησαυρός» να περάσει στα χέρια των Κινέζων, αλλάζοντας ριζικά τους διεθνείς συσχετισμούς.