Του Κώστα Ράπτη
Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών στη Βόρεια Μακεδονία, ο οποίος διεξήχθη την Πέμπτη, δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για το τι πρόκειται να συμβεί στις 8 Μαΐου, οπότε ο δεύτερος γύρος θα συμπέσει με τις βουλευτικές εκλογές. Η υπό τον Κρίστιαν Μίτσκοσκι αντιπολίτευση, η οποία ουδέποτε συμφιλιώθηκε με τη Συμφωνία των Πρεσπών, καλπάζει προς την κατάκτηση της εξουσίας.
Η υποψήφια του δεξιού αντιπολιτευόμενου κόμματος VMRO-DPMNE, Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα, κατέγραψε ποσοστό διπλάσιο αυτού του βασικού της αντιπάλου, του υποψηφίου του κυβερνώντος Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SDSM) και απερχόμενου προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας, Στέβο Πεντάροφσκι. Ειδικότερα, με καταμετρημένο το 99% των ψήφων, η Σιλιάνοφσκα συγκέντρωσε το 40,08%, ενώ ο Πεντάροφσκι μόλις 19.93% των ψήφων.
Η αναμέτρηση των δύο αυτών μπλοκ αναπαρήχθη τρόπον τινά και στο εσωτερικό της ογκώδους αλβανόφωνης κοινότητας. Έτσι, τρίτος κατετάγη ο υποψήφιος της συγκυβερνώσας Δημοκρατικής Ένωσης για την Ενσωμάτωση(DUI) και υπουργός Εξωτερικών της Βόρειας Μακεδονίας, Μπουγιάρ Οσμάνι (13,36%) και πέμπτος ο υποψήφιος του VLEN, συνασπισμού τεσσάρων αντιπολιτευόμενων αλβανικών κομμάτων, Άρμπεν Ταραβάρι (9,21%).
Αξιοσημείωτη ήταν η επίδοση του δημάρχου Κουμάνοβο και επικεφαλής του νεοσύστατου κόμματος ZNAM, Μακσίμ Ντιμίτριεφκσι ο οποίος κατέκτησε την τέταρτη θέση με 9,26%. Την προεδρία διεκδίκησαν επίσης η Μπιλιάνα Βάνκοφσκα του αριστερού κόμματος Levica η οποία απέσπασε το 4,55% της ψήφου και ο δήμαχος του Κάρπος, Στέφτσο Γιακόμοφσκι με μόλις 0,9%.
Το ποσοστό συμμετοχής ανήλθε στο 49,95%, υψηλότερο κατά οχτώ ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον πρώτο γύρο των προηγούμενων προεδρικών εκλογών που είχαν διεξαχθεί τον Απρίλιο του 2019.
Ο Στέβο Πεντάροφσκι αναγνώρισε πως το αποτέλεσμα δεν ήταν το επιθυμητό για αυτόν, πρόσθεσε ωστόσο ότι θα προσπαθήσει για την ανατροπή στον δεύτερο γύρο.
Πρόκειται για ευφημισμό: το αποτέλεσμα συνιστά συντριβή των κυβερνώντων Σοσιαλδημοκρατών και δεν δύναται να ανατραπεί.
Ο Πεντάροφσκι εκτίμησε ότι το αποτέλεσμα “αποτελεί ταυτόχρονα πλήγμα για την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας”. Μπορεί όμως κανείς να αντιστρέψει το επιχείρημα και να θεωρήσει την έκβαση των εκλογών ως λογική συνέπειας του ότι η ευρωπαϊκή πορεία της γείτονος καρκινοβατεί.
Η Βόρεια Μακεδονία υιοθέτησε (μέσω κοινοβουλευτικών “αποστασιών” που τραυμάτισαν την πολιτική ζωή) την Συμφωνία των Πρεσπών, η οποία ασφαλώς δυσαρέστησε σημαντικό τμήμα του πληθυσμού, μόνο και μόνο για να βρεθεί αντιμέτωπη με το βουλγαρικό βέτο και την συνολική απροθυμία των “27” για νέες διευρύνσεις.
Βέβαια, το μείζον ζητούμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών, δηλαδή η ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, επετεύχθη – όμως οι βελτιώσεις που ανέμεναν οι πολίτες της γειτονικής χώρας στη ζωή τους δεν προέκυψαν.
Η ακρίβεια και η διαφθορά που μοιάζει αδύνατο να καταπολεμηθεί έστρεψαν τους ψηφοφόρους έναντι στους Σοσιαλδηξμοκράτες, οι οποίοι άλλωστε είχαν στερηθεί τον φυσικό τους ηγέτη Ζόραν Ζάεφ, μετά την παραίτησή του στον απόηχο των δημοτικών εκλογών του 2021.
Ο αρχηγός του VMRO-DPMNE Χρίστιαν Μίτσκοσκι μίλησε για “πολιτικό τσουνάμι” στη χώρα και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι η Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα θα είναι η νέα πρόεδρος, ενώ το κόμμα του θα σημειώσει “τεράστια” νίκη στις βουλευτικές εκλογές και θα σχηματίσει την επόμενη κυβέρνηση.
Πώς μεταφράζεται το “τσουνάμι” στα θέματα της εξωτερικής πολιτικής;
Στο επίσημο πρόγραμμα της Σιλιάνοφσκα ενόψει των προεδρικών εκλογών, που παρατίθενται στην ιστοσελίδα του VMRO-DPMNE, οι θέσεις της υποψήφιας για τη Συμφωνία των Πρεσπών είναι οι εξής: “Η Συμφωνία των Πρεσπών, συμπεριλαμβανομένων των συνταγματικών τροποποιήσεων, εγκρίθηκε κατά παράβαση του εθνικού δικαίου και συνιστά επίμαχο θέμα στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, ιδίως σε σχέση με το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση, την αρχή της ισότητας των κρατών, την παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις ενός κυρίαρχου κράτους, ενώ η παρείσφρηση στην ταυτότητα, συνιστά επιπλέον και σοβαρή παραβίαση των συλλογικών και ατομικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων των πολιτών της Μακεδονίας. Τόσο από νομικής όσο και από πολιτικής άποψης εξακολουθώ να θεωρώ ότι το θέμα παραμένει ανοιχτό”.
Ήδη η Σιλιάνοφσκα, αλλά και ο Μίτσκοτσκι (τον οποίο μπορούμε να θεωρήσουμε πρωθυπουργό εν αναμονή) έχουν δεσμευθεί ότι δεν θα χρησιμοποιούν τον προσδιορισμό “Βόρεια” στην ονομασία της χώρας τους.
Οι αναθεωρητικές τους βλέψεις προσκρούουν βέβαια στον νομικά δεσμευτικό χαρακτήρα της Συμφωνίας των Πρεσπών (και πολιτικά στην απροθυμία του όποιου αλβανόφωνου πολιτικού εταίρου εξασφαλίσουν να ξανανοίξει το ζήτημα). Όμως και μόνο η εξάπλωση της χρήσης του όρου “Μακεδονία” (άνευ προσδιορισμού) στο εσωτερικό αρκεί για να οδηγήσει την Αθήνα σε πάγωμα των σχέσεων.