Για πάρα πολλά χρόνια, ο άτυπος γαλλογερμανικός άξονας σηματοδοτούσε τη συνέχεια της ευρωπαϊκής ενοποίησης αλλά και την ουσία του ίδιου του ιστορικού συμβιβασμού.
Δύο χώρες που έχουν βρεθεί αντιμέτωπες στο παρελθόν πολλές φορές, με την πίεση των ΗΠΑ λόγω της αυγής του Ψυχρού Πολέμου, οδηγήθηκαν σε συμβιβασμούς προκειμένου να επικρατήσει ειρήνη στην Ευρώπη.
Τα ελληνοτουρκικά αποτέλεσαν άλλη μια υπόθεση στριπτίζ της ΕΕ και του ιστορικού χαμηλού αλληλεγγύης και ομοφωνίας που ταλανίζει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Μεταξύ άλλων, αποδείχθηκε αυτό που κατά τραγική ειρωνεία έλεγε ο Γερμανός Φον Κλάουζεβιτς, ότι στο τέλος κερδίζει αυτός που ξέρει να πολεμά. Αποδείχθηκε ότι η Γερμανία δεν μπορεί πλέον να σύρει τη Γαλλία με το μέρος της και ότι υπάρχουν βασικοί λόγοι που δεν μπορεί πλέον η Γερμανία να ελέγξει τη Γαλλία.
- Η Μεσογειακή Ένωση ήταν διαχρονικά η πρόταση της Γαλλίας εντός της ΕΕ προκειμένου να μπορεί το Παρίσι να αναπνεύσει και να διατηρήσει την πάντα ιδιαίτερη εξωτερική του πολιτική. Η Γαλλία ήταν μια παγκόσμια δύναμη μέχρι περιοριστεί σε σύμμαχο της Δύσης στην κρίση του Σουέζ η οποία ενταφίασε τόσο τη γαλλική όσο και την βρετανική πρωτοκαθεδρία.
Το Βερολίνο από την άλλη, οικοδομούσε μια ΕΕ η οποία ήταν περισσότερο μια εμπορική εταιρεία παρά μια ένωση κρατών που στόχευαν να αποκτήσουν ισχυρή διεθνή φωνή.
Κάθε άλλο εγχείρημα εκτός από αυτό που οικοδομούσε το Βερολίνο, φάνταζε εχθρικό και προβληματικό για την παραδοσιακά ελλιπή σε φαντασία γερμανική εξωτερική πολιτική η οποία ακολουθούσε πάντα εκείνη την μορφή ισχύος που επηρέαζε τη Γηραιά Ήπειρο ανά περίοδο.
Η Γαλλία δεν ήταν σε θέση να επηρεάσει καταστάσεις εντός του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι καθώς έως την κρίση της Ευρωζώνης, τα περισσότερα κράτη-μέλη είχαν αποδεχθεί την γερμανική τάξη πραγμάτων.
Ωστόσο, η Αραβική Άνοιξη σε συνδυασμό με την είσοδο της ΕΕ στις πολλές κρίσεις, (οικονομική, προσφυγική, ασφάλειας, άνοδο ακραίων κομμάτων και Brexit) επιτάχυνε την γαλλική αποφασιστικότητα για διαφοροποίηση από τη γερμανική φωνή.
Το MED 7 το οποίο ουσιαστικά ξεκίνησε από την Ελλάδα, ήταν αρχικά η αποτύπωση της εικόνας του Eurogroup της 12ης Ιουλίου 2015. Η γεωγραφία των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και η περίοδος Σόϊμπλε, έφεραν τα μεσογειακά κράτη στο να συνασπιστούν γύρω από τη Γαλλία η οποία μετατρεπόταν πλέον από γερμανικό εταίρο και σε γερμανικό αντίβαρο.
Η έκρυθμη κατάσταση στη Λιβύη και στη Συρία που εν πολλοίς οφείλεται στις πολιτικές της Τουρκίας και της Ρωσίας, οδήγησαν το Παρίσι στο να σηκώσει το ανάστημά του.
Τα ελληνοτουρκικά συνέστησαν την κατάλληλη αφορμή ώστε η Γαλλία να νομιμοποιήσει στα πλαίσια της ΕΕ και του ΝΑΤΟ την πολιτική της. Η ενεργειακή ασφάλεια του Παρισιού σε συνδυασμό με τις τεράστιες γαλλικές επενδύσεις σε Αφρική και Μέση Ανατολή, οδηγούν τον πρόεδρο Μακρόν στο να αναλάβει πρωτοφανείς πρωτοβουλίες οι οποίες είναι εκτός Βρυξελλών (και από την άποψη του ΝΑΤΟ και από την άποψη της ΕΕ). Αυτή η ελευθερία κινήσεων, οφείλεται εν πολλοίς και στο γεγονός ότι η Γερμανία δεν έχει τα μέσα πλέον να κρατήσει τη Γαλλία.
- Το Βερολίνο δεν μπορεί πλέον να πιέζει κανένα κράτος μέσα από προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής. Η COVID-19 έφερε την ευρωπαϊκή οικονομία στην εντατική και δε συμφέρει τη Γερμανία η περαιτέρω πτώση της αγοραστικής δυνατότητας των Ευρωπαίων πολιτών καθώς αυτό θα έδινε τη χαριστική βολή στις γερμανικές εξαγωγές οι οποίες έχουν ήδη καταθλιπτικές προβλέψεις.
Επιπρόσθετα, η Γερμανία αντιμετωπίζει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα στις έτσι και αλλιώς ταραγμένες σχέσεις της με τις ΗΠΑ.
Ο Nord Stream 2 σηματοδοτεί για τις ΗΠΑ μια δήλωση του Βερολίνου ότι οι σχέσεις ΕΕ – ΗΠΑ δεν είναι προτεραιότητα του Βερολίνου το οποίο επιθυμεί να έχει εκτός ΝΑΤΟ «ειδικές σχέσεις» με τη Ρωσία.
Από την άλλη, η Γαλλία δεν επιθυμεί τον αγωγό Nord Stream 2 καθώς δε μειώνει την ενεργειακή εξάρτηση της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο και έτσι ταυτόχρονα, οι γαλλικές επενδύσεις της Total στη Μεσόγειο, γίνονται περισσότερο επισφαλείς.
Επιπρόσθετα, από τη Γαλλία περνάει η είσοδος χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ. Η Γερμανία έκανε ένα σημαντικό λάθος καθώς υποσχέθηκε σε χώρες των Δυτικών Βαλκανίων της ένταξή τους στην ΕΕ.
Η Γαλλία έδωσε ήδη μια αρνητική απάντηση και η Γερμανία δεν μπορεί να προχωρήσει στη βαλκανική της πολιτική όπως σχεδίαζε. Εύκολα μπορεί να σκεφθεί κανείς ότι στην εξοχική κατοικία του Γάλλου προέδρου η κυρία Μέρκελ παρέδωσε και τυπικά το Νότο της Ευρώπης στη Γαλλία καθώς υπήρχαν από καιρό «γερμανικές ιδέες» για Ευρώπη πολλών ταχυτήτων.
Σίγουρα η Γαλλία θα ξανασκεφτεί την προοπτική ένταξης χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ με άλλη οπτική, αν και η Γερμανία υποστηρίξει τις γαλλικές πρωτοβουλίες στη Μεσόγειο.
Αρκετά κράτη του Νότου της ΕΕ, όσο και αν προβληματίζονται από το γαλλικό άνοιγμα στη Μεσόγειο, δεν μπορούν να μπλοκάρουν τα γαλλικά σχέδια καθώς εντός της ΕΕ, όλα τα κράτη του Νότου στηρίζονται στη Γαλλία για να βάζει η Γερμανία νερό στο κρασί της στην πολιτική της λιτότητας. Τέλος, υπάρχει ένας ακόμη λόγος για τον οποίον η Γερμανία δεν μπορεί να αποτρέψει τη Γαλλία από το να υλοποιήσει τα σχέδιά της.
Η κυρία Μέρκελ δεν θα είναι Καγκελάριος μετά το 2021.
Το γερμανικό πολιτικό τοπίο είναι ήδη αρκετά θολό και στις προηγούμενες εκλογές, η Γερμανία κινδύνευσε με ακυβερνησία. Η Γερμανία μετά την ολοκλήρωση της θητείας Μέρκελ, θα είναι πιθανόν πιο εσωστρεφής και έτσι το Παρίσι θα έχει μεγαλύτερο και πιο ελεύθερο πεδίο δράσης.
Ο μαρασμός της Γερμανίας σε συνδυασμό με το ιστορικό χαμηλό αλληλεγγύης και συνοχής της ΕΕ, βοηθούν τη Γαλλία στο να γίνει η δύναμη που θα αντικαταστήσει τη Γερμανία καθώς και η γεωγραφία της Γαλλίας, της επιτρέπει να είναι ταυτόχρονα μια χώρα της Βόρειας και Δυτικής Ευρώπης αλλά και της Μεσογείου.
(*) Ο Αλέξανδρος Δρίβας είναι Διεθνολόγος -Συντονιστής του Τομέα Ευρασίας & Ν. Α. Ευρώπης στο ΙΔΙΣ – Research Fellow in HALC (Hellenic American Leadership Council)
**Οι απόψεις του κειμένου εκφράζουν τον αρθρογράφο