Βαθιά μέσα στον μηχανισμό της ΙΧ εξωτερικής πολιτικής που ασκεί ο Μητσοτάκης, η Παπαδοπούλου ήταν ήδη αμφιλεγόμενη πριν καν αναλάβει έναν τόσο κρίσιμο ρόλο
Είναι ένα ευαίσθητο σημείο ότι στο ζωτικής σημασίας πεδίο της εξωτερικής πολιτικής κάποιες φορές τα πράγματα διαμορφώνουν μη εκλεγμένοι αξιωματούχοι. Οταν αυτό συμβαίνει, εύλογα τίθεται το ερώτημα αν αυτοί οι αξιωματούχοι αποδίδουν πίστη στον εκάστοτε πρωθυπουργό που τους διόρισε, στις διαχρονικές εθνικές γραμμές της χώρας ή στην προσωπική τους καριέρα.
Στη δική μας περίπτωση, η διπλωματική «σκιά» του Κυριάκου Μητσοτάκη στο υπουργείο Εξωτερικών είναι διττή. Γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι μετά τις εκλογές θα υπάρξουν εξελίξεις στα Ελληνοτουρκικά, διόρισε δύο πρόσωπα της απόλυτης εμπιστοσύνης του: τον Γιώργο Γεραπετρίτη, που δεν έχει διπλωματικές εμπειρίες, και την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου.
Η Παπαδοπούλου, που, όπως έγραψε χθες η «δημοκρατία», επιχειρεί για λογαριασμό της κυβέρνησης ωμή παρέμβαση στο Πατριαρχείο, φροντίζει να διατηρεί πάντα χαμηλό προφίλ. Στο υπουργείο Εξωτερικών, όμως, διαθέτει τεράστια ισχύ. Η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου δεν έχει εκλεγεί από τους ψηφοφόρους. Ξεκίνησε από ακόλουθος πρεσβείας και έφτασε να διοριστεί υφυπουργός Εξωτερικών από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η έμπιστη του πρωθυπουργού ούτε λογοδοτεί στους πολίτες ούτε επιλέχθηκε ούτε ελέγχεται απ’ αυτούς, αλλά καθορίζει με τις πράξεις της τα πλέον σημαντικά ζητήματα για το αύριο της χώρας.
Είναι η υφυπουργός ΥΠΕΞ που στην πραγματικότητα «τρέχει» την εξωτερική μας πολιτική. Θα μπορούσε, εκ θέσεως, να κάνει τη δύσκολη δουλειά για λογαριασμό του «ευέλικτου» -σχετικά με τις εθνικές κόκκινες γραμμές- Μητσοτάκη χωρίς κανείς να μπορεί να την αγγίξει. Η Παπαδοπούλου διαχειρίζεται τα Ελληνοτουρκικά με εξαιρετική μυστικότητα. Είναι προς το συμφέρον της χώρας; Κανείς δεν μπορεί να το ελέγξει.
Βαθιά μέσα στον μηχανισμό της «Ι.Χ.» εξωτερικής πολιτικής που ασκεί ο Μητσοτάκης, η Παπαδοπούλου ήταν ήδη αμφιλεγόμενη πριν καν αναλάβει έναν τόσο κρίσιμο ρόλο εν μέσω συζητήσεων με την Τουρκία.
Το 2015, ο τότε υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς συγκρούστηκε με την Παπαδοπούλου, που ήταν εκείνη την εποχή η επικεφαλής της μόνιμης ελληνικής αντιπροσωπίας στις Βρυξέλλες, για χειρισμούς της σε εθνικά ζητήματα. Η κυβέρνηση Τσίπρα την κατηγόρησε, σύμφωνα με διαρροές και δημοσιεύματα της εποχής, ότι ενημέρωνε για τις εξελίξεις πρώτα τον πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαµαρά και µετά την κυβέρνηση.
Φιλοσυριζέικα ΜΜΕ έγραφαν τότε ότι ο Κοτζιάς την είχε ανακαλέσει τον Σεπτέμβριο του 2015, λίγο πριν από τις εκλογές, και μετά την κάλπη την απομάκρυνε οριστικά. Η διπλωμάτισσα μετατέθηκε για τα επόμενα χρόνια στις πρεσβείες χωρών της Λατινικής Αμερικής.
Το θέμα έφτασε στη Βουλή, με έντονη αντίδραση από την Ντόρα Μπακογιάννη για τις αποφάσεις Κοτζιά. Στις 6 Οκτωβρίου 2015, παρουσία και του Κυριάκου Μητσοτάκη, η πρώην υπουργός Εξωτερικών έκανε την επίθεσή της:
«Αυτό που συμβαίνει σήμερα στο υπουργείο Εξωτερικών, ο κ. Κοτζιάς να διώκει πρέσβεις του επιπέδου της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου στη Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπία, αποδεικνύει ότι, πέρα από του ενός λάθους πολιτική, είναι μια πολιτική γεμάτη μικρότητα και εμπάθεια. Αλλά έτσι πυροβολούμε τα πόδια της Ελλάδος, πυροβολούμε την άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, πυροβολούμε τους ίδιους τους εαυτούς μας».
Κατά την Ντόρα Μπακογιάννη, η ελληνική διπλωματία κατέρρεε και η Ελλάδα πυροβολούσε τα πόδια της απλά επειδή μετατέθηκε ένα πρόσωπο, όποιο κι αν ήταν αυτό. Κάτι που δεν τολμούσαν να πουν οι Αμερικανοί ούτε για τον… Κίσινγκερ, το δήλωσε η Μπακογιάννη για την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου!
Υστερα απ’ όλα αυτά, οι πιθανότητες να μη βρεθεί δίπλα στον Κυριάκο Μητσοτάκη η Παπαδοπούλου ήταν μηδενικές. Ετσι, απ’ όταν έγινε πρωθυπουργός, το 2019, την επέβαλε από την πρώτη κιόλας μέρα. Αρχικά ως επικεφαλής του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού, με το περιβάλλον του Κοτζιά να αφήνει να διαρρεύσει, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ότι η Παπαδοπούλου επιδιώκει να θέσει υπό τον έλεγχό της το υπουργείο τόσο πολιτικά όσο και διοικητικά. Στη συνέχεια, ο Μητσοτάκης τής ανέθεσε την πιο «βαριά» πρεσβεία για την Ελλάδα, αυτήν των ΗΠΑ. Και τελικά τη διόρισε υφυπουργό Εξωτερικών μετά τις εκλογές του περασμένου Ιουνίου.
Φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ φιλοτεχνούν το προφίλ της επιμελώς τα τελευταία χρόνια. Εμφανίζουν μια δυναμική διπλωμάτη που κυνηγήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ και που ακόμα και επί Κυριάκου Μητσοτάκη, το 2019, αντιμετώπισε δυσκολίες από μια μειοψηφία της σύνθεσης της κυβέρνησης.
Οσοι γνωρίζουν τι συμβαίνει στο ΥΠΕΞ κάνουν λόγο ουσιαστικά για μια υφυπουργό που έχει τη δύναμη υπερυπουργού. Από τα χέρια της περνούν όλα τα σοβαρά ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, μια και ο Γεραπετρίτης είναι άπειρος στη διπλωματία. Στην πραγματικότητα, όμως, η Παπαδοπούλου δεν δικαιώνει όσους τη θεωρούν blue chip της ελληνικής διπλωματίας. Η δήλωσή της στις 7 Νοεμβρίου, με αφορμή τον πόλεμο Ισραήλ – Χαμάς, ότι «η κρίση στη Μέση Ανατολή θα επηρεάσει θετικά τον ελληνοτουρκικό διάλογο» κρίνεται, πέρα από εκτός πραγματικότητας, και ως τουλάχιστον αφελής.
Ακόμα κι ένας άπειρος διπλωμάτης δεν θα έλεγε ποτέ ότι Ελλάδα και Τουρκία, παρά τις διαφορές τους, «έχουν ένα κοινό συμφέρον: δεν μπορούν να ζουν σε μια περιοχή η οποία εκρήγνυται, και η έκρηξη αυτή τη στιγμή στη Μ. Ανατολή αφορά και τους δυο μας». Το πώς όλη αυτή η κατάσταση -με την Ελλάδα να είναι 100-0 υπέρ του Ισραήλ και την Τουρκία 100-0 υπέρ της Χαμάς- θα μπορούσε να είναι θετική εξέλιξη για τα Ελληνοτουρκικά το ξέρει μόνο η Παπαδοπούλου…
Βασίλης Γαλούπης
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Υφυπουργός Εξωτερικών
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957. Σπούδασε Νομική και Πολιτικές Επιστήμες, με μεταπτυχιακό στις Διεθνείς Σχέσεις στην Πενσιλβανία. Η εμπλοκή της με το υπουργείο Εξωτερικών αρχίζει από το 1981, όταν διορίστηκε ακόλουθος πρεσβείας. Το 1987 ανέλαβε τη διεύθυνση του ΥΠΕΞ στη Διεύθυνση Βόρειας Αμερικής και το 1991 έγινε πρόξενος της Ελλάδας στη Ν. Ορλεάνη. Το 2000 διετέλεσε επικεφαλής του ελληνικού γραφείου στην Πρίστινα και την επόμενη χρονιά ανέλαβε τη Διεύθυνση Βαλκανικών Υποθέσεων του υπουργείου Εξωτερικών. Το 2002-2007 ήταν μόνιμη αντιπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ, στη συνέχεια μόνιμη αντιπρόσωπος στην Ε.Ε. και κατόπιν πρέσβης σε Ουρουγουάη, Παραγουάη. Το 2019 διορίστηκε επικεφαλής του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και το 2000 έγινε πρέσβειρα της Ελλάδας στις ΗΠΑ. Από τις εκλογές του Ιουνίου είναι υφυπουργός Εξωτερικών.