Μια άγνωστη ιστορία που αφορά την περίπτωση μη πολιτικής ανατροπής του εκλιπόντος Κ. Σημίτη από το Πατριωτικό ΠΑΣΟΚ το 1999.

Μια άγνωστη ιστορία που αφορά την περίπτωση μη πολιτικής ανατροπής του
εκλιπόντος Κ. Σημίτη από το Πατριωτικό ΠΑΣΟΚ το 1999.
Αντί για αποχαιρετισμό θα προβώ σε μία αποκάλυψη για ένα ιστορικό πολιτικό
γεγονός, που αφορά την ανατροπή του Κ. Σημίτη που δεν πραγματοποιήθηκε το
1999. Το πατριωτικό ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε από το 1996 να αντιστέκεται στην μετάλλαξη
του ΠΑΣΟΚ σε νεοφιλελεύθερο κόμμα από την συγκυβέρνηση Σημίτη με τον τότε
αφανή εταίρο Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. (Δεν είναι τυχαίο ότι του το ανταπέδωσε ο
Κυριάκος Μητσοτάκης βάζοντας 15 στελέχη του Σημίτη σε Υπουργικά και
Κυβερνητικά πόστα). Αρχικά υπέγραψαν εκατοντάδες στελέχη (βουλευτές και μέλη
της Κεντρικής Επιτροπής) προειδοποιητικά κείμενα για την εγκατάλειψη της
πατριωτικής γραμμής του Ανδρέα Παπανδρέου. Τις 11/4/1997, 95 Στελέχη 62
Βουλευτές και 33 μέλη της Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ, κάλεσαν τον Σημίτη να στοιχηθεί με
την Ανδρεϊκή πολιτική. Απευθύνθηκαν στον κ. Σημίτη να του υπενθυμίσουν με
αυστηρό ύφος, «ότι ο Α. Παπανδρέου ήταν πάντοτε στο κέντρο της αναγνώρισης του
ελληνικού λαού, της αγάπης, της εμπιστοσύνης και του θαυμασμού όσων
συνεργάστηκαν μαζί του και των λαϊκών στρωμάτων που τον ακολούθησαν και τον
στήριξαν. Για τις καινούργιες ιδέες του, για τους νικηφόρους αγώνες του και για τις
βαθιές αλλαγές που πραγματοποίησε». Καλούσαν ακόμη «τα κορυφαία όργανα του
ΠΑΣΟΚ, να προβούν σε κάθε ενέργεια που θα αποβλέπει στην άμεση διακοπή
απαράδεκτων εκδηλώσεων, που προσβάλουν τη μνήμη του, γιατί έτσι προστατεύουμε
την ιστορία και το έργο του ΠΑΣΟΚ». Με το κείμενο αυτό οι 62 βουλευτές και τα 33
εξωκοινοβουλευτικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, «στοιχίζονταν πίσω από το όνομα και την
ιστορία που κουβαλά ο Α. Παπανδρέου». Το κείμενο άφηνε να εννοηθεί σαφώς ότι,
«εάν η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ συνολικά δεν επιβάλει δραστική παρέμβαση και δεν
αλλάξει ρότα πλεύσης, όσον αφορά παρακαταθήκες του ιδρυτή του κυβερνώντος
κόμματος, τότε θα υπάρξει και συνέχεια η οποία δεν θα αρκεστεί σε μια απλή
επισήμανση η καταγγελία». Το κείμενο υπέγραψαν οι : Αγραφιώτης Γ .
Αδαμόπουλος Γ. Αθανασάκης Ν. Ακριτίδης Ν. Ακριβάκης Αλ. Αλαμπάνος Δ.
Ανουσάκη Ελ. Ανωμερίτης Γ. Αντωνίου Τ. Αποστολίδης Λ. Αράπογλου Χ. Αργύρης
Β., Αρσένη Μ., Βαλυράκης Σ. Βασιλακάκης Β. Βασιλακόπουλος Γ. Βερυβάκης Λ.
Βλαχόπουλος Ηλ. Βούλγαρης Αλ. Βρεττός Κ. Γαϊτανίδης Δ. Γεωργακόπουλος Δ.
Γεωργιάδης Θ. Κικόνογλου Μ. Δαμιανίδης Αλ. Δασκαλάκης Γ. Ευθυμίου Σ.
Ζαμπουνίδης Ν. Ζαφειρόπουλος Γ. Θεοδώρου Χρ. Θωμά Μ. Θωμόπουλος Γ.
Καλαμακίδης Γ. Καλογερόπουλος Δ. Κανελλόπουλος Λ. Καρχιμάκης Μιχ. Κατσέλη
Ν. Κατσικόπουλος Δ. Κατσιμπάρδης Γ. Καψής Γ. Κεδίκογλου Β. Κίρκος Γ. Κισκηρά
Χρ. Κουράκης Γ. Κουλούρης Κ. Κουρουμπλής Π. Κοτσακάς Αντ. Κρεμαστινός Δ.
Κρητικός Π. Κυπριωτάκη Μ. Κωνσταντινίδης Γ. Λαμπαδάρης Ν. Λαμπράκη Ειρ.
Λάμπρου Π. Λιβάνης Αντ. Λωτίδης Λάζ., Μαγκριώτης Γ. Μπετενιώτης Μ. Νούσιος
Β. Ξενογιαννακοπούλου Μ., ΟικονόμουΠ., Παναγιωτακόπουλος Γ., Πανταζή Τ.,
Παπαγεωργίου Θ., Παπαδοπούλου Ν., Παπαηλίας Ηλ. Παπαθεμελής Στ.
Παπακυριαζής Ν. Παπουτσής Χρ. ΠαπούλιαςΚάρ. Παππάς Τ. Πεπονής Αν.
Πιπεργιάς Δ. Σαατσόγλου Αν. Σαλαγιάννης Ν. Σηφουνάκης Ν. Σκουλαρίκης Γ.
Σμπώκος Γ. Σπηλιόπουλος Κ. Στρατάκης Μ. Τσιλίκας Β. Τζιόλας Λ. Τσακλίδης Γ.
Τσερτικίδης Π. Τσιόκας Χ. Φούντας Παρ. Φραγκιαδάκη Μ. Φραγκιαδουλάκης Μ.

Χαραλαμπόπουλος Γ. Χαραλάμπους Γ. Χατζημιχάλης Φ. Χρυσανθακόπουλος Αλεξ.
και Χυτήρης Τηλέμ. Αυτοί δεν ακολούθησαν, όμως όλοι στην συνέχεια, την γραμμή
της αντιπαράθεσης. Ένα μέρος αυτών των δυνάμεων, το απέσυρε ο Άκης
Τσοχατζόπουλος. Ένα άλλο, προσχώρησε στην εκσυγχρονιστική πτέρυγα με
υπουργικές θέσεις και άλλα ανταλλάγματα. Επακολούθησε η επιστολή που
υπέγραψαν τριάντα δύο Βουλευτές, καθώς άλλοι μαντρώθηκαν και άλλοι δείλιασαν,
οι 32 πιστοί στον Ανδρέα βουλευτές, με επιστολή τους προς τον Πρωθυπουργό Κ
Σημίτη απεύθυναν αυστηρή προειδοποίηση στην κυβέρνηση, ότι θα σταματήσουν να
στηρίζουν την πολιτική της σε περίπτωση, που υπάρξει επί της ουσίας συζήτηση στην
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για οποιοδήποτε ζήτημα θέτει η Τουρκία τις 20/04/1997: «Από
τον Ιανουάριο του 1996 έως σήμερα, δηλώσεις δικές σας αλλά και των υπουργών οι
οποίοι χειρίζονται την εξωτερική μας πολιτική , χαρακτηρίζονται από έκδηλες και
δυσεξήγητες διαφορές μεταξύ τους, οι οποίες εγγίζουν τα όρια των αντιφάσεων. Τις
τελευταίες μέρες , η αποδοχή από την ελληνική κυβέρνηση ελληνοτουρκικού
διαλόγου, ο οποίος φαίνεται ότι τώρα ξεκινά σε ομάδες επιστημόνων αλλά με άδηλη
τη συνέχεια του, συνοδεύεται από δυσνόητες, αλλά και μη συμπίπτουσες εξηγήσεις η
εξειδικεύσεις. Δεν κατανοούμε την αναζήτηση ειδικών διαδικασιών,
αποσυνδεδεμένων από συγκεκριμένα ζητήματα προς επίλυση και το ερώτημα είναι:
ποια τα ζητήματα για τα οποία μπορεί να συμφωνηθούν αυτές οι διαδικασίες;
Υπενθυμίζουμε ότι διαδικαστικοί κανόνες υφίστανται. Τα διαδικαστικά θέματα
προσδιορίζουν και τα ουσιαστικά και ότι, ακόμα, οδηγούν στην καταγραφή εκκρεμών
προβλημάτων. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται προφανώς για μια διασταύρωση
επιχειρημάτων η οποία δεν νοείται, παρά μόνο εάν ακολουθήσει η υποβολή τους σε
τρίτο διαιτητή. Έχει συμφωνήσει αυτός ο διαιτητής και ποιες οι σχετικές δεσμεύσεις
μας, ως προς τη διαιτητική κρίση του; Δεν είναι επίσης, κατανοητοί οι όροι, που
εμφανίζεται να θέτει η κυβέρνηση για την ενεργοποίηση των αποτελεσμάτων αυτής
της επιτροπής (η ομάδα επιστημόνων). Το ερώτημα μας, που επιβάλλει υπεύθυνη
απάντηση, είναι σαφές: εβδομήντα χρόνια μετά τη συνθήκη της Λοζάννης, εξήντα
πέντε χρόνια μετά την Ιταλοτουρκική συνθήκη της Άγκυρας και πενήντα περίπου
χρόνια μετά τη συνθήκη των Παρισίων, αποδεχόμαστε εμείς, ότι υπάρχουν, τάχα
προβλήματα η κενά, τα οποία αγγίζουν την ακεραιότητα του εθνικού μας χώρου;
Είναι προφανές ότι, ακόμα και αν η Άγκυρα αναγνωρίσει γενικά και αόριστα την ισχύ
των συνθηκών, αυτή η «αναγνώριση» δεν θα σημαίνει και παραίτηση από τις
αξιώσεις της, θα είναι μια ακόμη κενή επίδειξη δήθεν διαλλακτικότητας για την οποία
θα μας ζητούνται ανταλλάγματα. Οι ανησυχίες μας, λοιπόν αναφέρονται τελικά στο
ενδεχόμενο ο διάλογος, τον οποίο ξεκινάτε, να προσφέρει στην Άγκυρα μια ακόμα
διπλωματική επιτυχία. Ζητούμε να επανέλθουμε, έστω και με καθυστέρηση, στη
βασική μας πολιτική ότι, ένα ζήτημα υφίσταται, νομικού κυρίως χαρακτήρα, η
οριοθέτηση της νησιωτικής υφαλοκρηπίδας. Ελπίζουμε, οι επιφυλάξεις και οι
ανησυχίες μας να μην επαληθευτούν. Εάν, όμως, η εξέλιξη των πραγμάτων μας
επιβεβαιώσει, παρακαλούμε να έχετε υπόψη σας ότι η ακολουθούμενη πολιτική δεν
θα έχει την κατανόηση μας». Υπογράφουν οι: Γ. Αδαμόπουλος, Ν. Ακριτίδης, Γ.
Ανωμερίτης, Σ. Βαλυράκης,, Λ. Βερυβάκης, Μ. Γικόνογλου, Α. Δαμιανίδης, Ρ. Ζήση
, Μ. Καχριμάκης, Ν. Κατσέλη , Π. Κατσιλιέρης, Ι. Καψής , Γ. Κίρκος, Α. Κοτσακάς ,

Κ. Κουλούρης, Π. Κρητικός, Γ. Κωνσταντινίδης , Ν. Λαμπαδάρης, Λ. Λωτίδης , Μ.
Μπετενιώτης, Π. Οικονόμου, Σ. Παπαθεμελής, Η. Παπαηλίας, Α. Πεπονής,
Δ.Πιπεργιάς, Ν. Σηφουνάκης, Μ. Στρατάκης, Γ. Τσακλίδης, Β. Τσιλίκας, Α.
Τσούρας, Γ. Χαραλαμπόπουλος, Α. Χρυσανθακόπουλος. Έπειτα ήρθε η προδοσία της
Μαδρίτης Στις 8 Ιούλη 1997 αρχίζει η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη.
Σημίτης-Ντεμιρέλ υπογράφουν συμφωνία με σκοπό «τη μείωση της έντασης στο
Αιγαίο και την απομάκρυνση του κινδύνου σύρραξης ανάμεσα στις δύο χώρες». Το
κείμενο έμεινε στην ιστορία ως «Συμφωνία της Μαδρίτης». «Και οι δύο χώρες θα
αναλάβουν προσπάθεια να προωθήσουν διμερείς σχέσεις, που θα βασίζονται σε:
Σεβασμό στα νόμιμα, ζωτικά συμφέροντα και ενδιαφέροντα της κάθε χώρας στο
Αιγαίο, τα οποία έχουν μεγάλη σημασία για την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία
τους» περιλάμβανε μεταξύ άλλων το κείμενο. Ακολούθησε μια σημαντική εξέλιξη:
Σε στρατιωτικό διεκπεραιωτή της θέλησης των Ηνωμένων Πολιτειών και των
κυρίαρχων δυνάμεων της Δύσης μετασχηματίστηκε το ΝΑΤΟ. Κάτι, δηλαδή σαν
«πληρωμένος εκτελεστής» που αναλαμβάνει αποστολές, όπου γης πολλές φορές
μάλιστα δρα ανεξέλεγκτα. Αυτό ήταν το βασικό συμπέρασμα της διήμερης Συνόδου
Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Μαδρίτη, την οποία ο κ. Σημίτης χαρακτήρισε ως «μια από
τις πιο σημαντικές στην ιστορία της Συμμαχίας». Η υπογραφή της λεγόμενης
Συμφωνίας Σημίτη –Ντεμιρέλ ξεσήκωσε το πατριωτικό ΠΑΣΟΚ. Η Ελλάδα
αναγνώρισε για πρώτη φορά «τα ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο».
Έγινε χαμός. Ξεσηκώθηκαν όλοι οι πατριώτες του ΠΑΣΟΚ. Ο Γιώργος Παπανδρέου
εγκαταλείποντας την γραμμή του Ανδρέα, κάλυψε πλήρως τον Σημίτη και δήλωσε
σχετικά: «Η συμφωνία της Μαδρίτης, είναι μια συμφωνία αρχών, που την είχαμε
επιδιώξει εδώ και μήνες. Η αναφορά στα ζωτικά συμφέροντα είναι πολύ θετική για τη
χώρα μας, γιατί αναφέρεται σε νόμιμα ζωτικά συμφέροντα. Το κείμενο θα βοηθήσει
στη διαδικασία των εμπειρογνωμόνων και θα αποτελέσει μια καινούργια βάση. Όσο
γι αυτά που λέγονται, ότι πρόκειται για αιφνιδιαστική απόφαση η πίεση Αμερικάνων,
αυτό το θέμα το είχε επιδιώξει πολλούς μήνες η χώρα μας, με έμφαση». Σε αυτή την
εξέλιξη αντέδρασαν 22 Βουλευτές με επιστολή τους τις 10/07/1997. Το πλήρες
κείμενο της ανακοίνωσης των «22» έχει ως εξής: «Το κοινό ανακοινωθέν, το οποίο
υπέγραψαν στη Μαδρίτη ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος και ο Πρόεδρος της
Τουρκίας, παρά τις διευκρινίσεις οι οποίες επακολούθησαν, επαναφέρει τα καίρια
διλλήματα της πολιτικής μας απέναντι στον επεκτατισμό της Άγκυρας. Το βέβαιον
είναι ότι, το κοινό αυτό ανακοινωθέν αποτελεί προϊόν ελληνοτουρκικού διαλόγου και
μάλιστα σε υψηλό πολιτικό επίπεδο παρά τις διαβεβαιώσεις ότι δεν διεξάγεται
ελληνοτουρκικός διάλογος. Και το περιεχόμενο του κοινού αυτού ανακοινωθέντος
αποδεικνύει ότι οι δεδομένες και γνωστές επιφυλάξεις για αυτού του είδους το
διάλογο και τις συνέπειές του, είναι βάσιμες. 1. Εμφανίζεται για πρώτη φορά η
Ελλάδα να αποδέχεται ότι οι μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις είναι
ελληνοτουρκικές διαφορές. Καταυτόν τον τρόπο εξισώνεται αυτός που διεκδικεί με
τον υφιστάμενο την απειλή του. Η Τουρκία μάλιστα δικαιούται να ισχυρίζεται ότι τα
όσα μέχρι στιγμής διέπραξε έχουν γίνει αποδεκτά εκ μέρους της Ελλάδας. 2. Η
αναφορά επίσης για πρώτη φορά σε ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο,
αποτελεί σημείο επί του οπίου μπορούν να θεμελιωθούν αυθαίρετες αξιώσεις της

Άγκυρας, δεδομένου ότι το ζωτικό συμφέρον κάθε χώρας ορίζεται μονομερώς. Ποια
είναι τα ζωτικά συμφέροντα της Γείτονος δεν προσδιορίζεται στο κοινό ανακοινωθέν
και επιβάλλεται να εξηγηθεί. Πάντως, η Ελλάδα παρουσιάζεται διατεθειμένη να
σεβαστεί τα τουρκικά ζωτικά συμφέροντα, δηλαδή αυθαίρετες δεδομένες η νέες
αξιώσεις της Άγκυρας στο Αιγαίο. Μ αυτό τον τρόπο ανοίγει ο δρόμος για τη
μετατροπή του ελληνικού αρχιπελάγους σε χώρο αμφισβητούμενης κυριαρχίας,
υποσκάπτεται η εθνική μας ασφάλεια και δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για μόνιμη
ένταση στο συγκεκριμένο χώρο. 3. Η δέσμευση αποφυγής μονομερών ενεργειών
μπορεί να ερμηνευθεί ως αποδοχή εκ μέρους μας, ότι η επέκταση των χωρικών μας
υδάτων εξαρτάται από την συναίνεση της Τουρκίας. Η εμφανιζόμενη ως παραίτηση
της Τουρκίας από τη χρήση η την απειλή χρήσης βίας, δεν αποτελεί ούτε υποχώρηση,
ούτε παραχώρηση. Αποτελεί υποχρέωση της, σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς
Δικαίου, θα μπορούσε συνεπώς η διατύπωση του κοινού ανακοινωθέντος να
προσφέρει το επιχείρημα ότι η άσκηση του δικαιώματος μας συνιστά παραβίαση
δεσμεύσεως που αναλάβαμε. Άλλωστε, η επέκταση των χωρικών μας υδάτων δεν
αποτελεί διεθνές ζήτημα, αλλά μονομερές κυριαρχικό μας δικαίωμα. Η ίδια διεθνής
σύμβαση, που καθορίζει το δικαίωμα αυτό ως μονομερές, καθορίζει και τις
υποχρεώσεις του κράτους που ασκεί αυτό το δικαίωμα. 4. Η δήλωση περί σεβασμού
της κυριαρχίας της κάθε χώρας, καθώς και των αρχών του Διεθνούς Δικαίου και των
διεθνών συνθηκών δεν αίρει δυστυχώς και παρά τις επιφανειακές εντυπώσεις, ούτε
τις αξιώσεις της τουρκικής ηγεσίας, ούτε τις αμφισβητήσεις νομίμων δικαιωμάτων
μας. Ως γνωστόν, η Τουρκία ουδέποτε ανεγνώρισε ότι απειλεί την Ελλάδα.
Ισχυρίζεται απλώς ότι κακώς θεωρούμε, ότι τα σύνορα μας είναι οριοθετημένα. Σε
ότι μάλιστα αφορά τις διεθνείς συνθήκες είναι επίσης γνωστό ότι η Τουρκία
κατηγορηματικά διαβεβαιώνει ότι τις σέβεται, συμπληρώνοντας βέβαια ως
απαραίτητη προϋπόθεση να τις έχει προσυπογράψει. Καταυτό τον τρόπο, δεν
αποδέχεται ούτε τη σύμβαση για το Διεθνές Δίκαιο της θάλασσας, ούτε τη συνθήκη
δια της οποίας τα Δωδεκάνησα περιήλθαν στην Ελληνική Επικράτεια . Εκτίμηση μας
είναι ότι διολισθαίνουμε σταδιακά σε επιλογές, οι οποίες συνεπάγονται αναγνώριση
των τουρκικών αξιώσεων, νομιμοποίηση του επεκτατισμού του καθεστώτος της
Άγκυρας και εξαναγκασμό της πολιτικής του, σε μία στιγμή μάλιστα που
αντιμετωπίζει κρίση και διαθέτει περιορισμένες δυνατότητες κινήσεων, ενώ
παράλληλα καλλιεργείται η πλάνη ότι δεν υφίσταται τουρκική απειλή. Θα πρέπει να
είναι σαφές ότι δεν συμμεριζόμαστε τις ευθύνες αυτών των εξελίξεων και σε κάθε
περίπτωση θεωρούμε επιβεβλημένη τη σχετική συζήτηση στα αρμόδια όργανα του
Κινήματος. Υπογράφουν οι: Ανωμερίτης Γιώργος, Βαλυράκης Σήφης, Βερυβάκης
Λευτέρης, Βλαχόπουλος Ηλίας, Γικόνογλου Μόσχος, Διαμανίδης Αλέκος, Κατσέλη
Νόρα, Καψής Γιάννης, Κοντομάρης Ευτύχης ,Κουλούρης Κίμων, Κουρουμπλής
Παναγιώτης, Λαμπαδάρης Νίκος, Μπεντενιώτης Μανώλης, Οικονόμου Παντελής,
Παπαθεμελής Στυλιανός, Παπαηλίας Ηλίας, Πεπονής Αναστάσης, Πιπεργιάς
Δημήτρης, Σαρρής Δημήτρης, Τσιλίκας βασίλης , Χαραλαμπόπουλος Γιάννης,
Χρυσανθακόπουλος Αλέκος. Με το κείμενο αυτό προκλήθηκε σοβαρό ρήγμα στην
εσωκομματική αντιπολίτευση. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος μεταπήδησε στην άλλη
όχθη.. Τις 06/12/1997 έγινε ο χαμός στο Υπουργικό Συμβούλιο. Που είσαι Ανδρέα να

τους δεις και να τους ακούσεις! Μέσα στο Υπουργικό Συμβούλιο ο υπουργός
Μεταφορών Τ. Μαντέλης ( και στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού ) είπε ότι
«είναι φανερό ότι υπάρχουν σοβινιστικές και εθνικιστικές απόψεις μέσα στο
ΠΑΣΟΚ». Ο υπουργός Γεωργίας Στ. Τζουμάκας συμπλήρωσε : «Τάσο, πες
καλύτερα, ότι είναι ακροδεξιές αυτές οι απόψεις τους» και ο Τ. Μαντέλης
ανταπάντησε «το υιοθετώ». Ο υπουργός Παιδείας Γ. Αρσένης που είχε το θάρρος να
διατυπώσει καθαρά τις θέσεις του, διαφώνησε πλήρως με τους κυβερνητικούς
χειρισμούς στο θέμα της νέας δομής του ΝΑΤΟ. Στην εισήγηση του ο κ. Σημίτης
χρησιμοποιώντας αυστηρό τόνο χαρακτήρισε ενδεδειγμένους τους χειρισμούς του
Άκη Τσοχατζόπουλου, ενώ προκάλεσε τον κ. Αρσένη να πει που συγκεκριμένα
διαφωνεί. Ο τότε Υπουργός Άμυνας κ. Τσοχατζόπουλος είπε: «Άλλες οι συνθήκες
του 1980 και άλλες του 2000. Όχι μόνο δεν χάσαμε τίποτα από τα κυριαρχικά μας
δικαιώματα πρόσθεσε, αλλά απεναντίας αναβαθμίσαμε τη θέση μας στη δομή του
ΝΑΤΟ». Τότε τέθηκαν τρία ερωτήματα του Γ. Αρσένη, ως παραδείγματα κινδύνου:
1. Εάν ένα τουρκικό αεροπλάνο πετάει πάνω από το Αιγαίο για μη νατοϊκή αποστολή,
που θα αναφέρεται: Στην Αθήνα, τη Σμύρνη η την Νεάπολη; 2. Εάν ένα ελληνικό
αεροσκάφος κάνει πτήση από την περιοχή του λεκανοπεδίου στη Χίο, θα αναφέρεται
στην Αθήνα και τη Νεάπολη; 3. Εάν ένα ιπτάμενο αντικείμενο της Ρωσίας, της
Τουρκίας η της Λιβύης εντοπιστεί 8 μίλια δυτικά της Χίου τίνος άδεια θα ζητήσουμε
για αναγνώριση; Τη θα γίνει, αν η Νεάπολη ζητήσει από την Τουρκία να πάει αυτή να
το αναγνωρίσει; θα έχουμε θερμό επεισόδιο; Ποιος θα λύσει την διαφορά επιτόπου; Ο
Αλ. Παπαδόπουλος υποστήριξε, ότι υπήρχε συμφωνία, για τους χειρισμούς του κ.
Τσοχατζόπουλου και ουδείς έθεσε θέμα βέτο. Ο Βαγγ. Βενιζέλος χαρακτήρισε τη
Συμφωνία των Βρυξελλών, ως το «μικρότερο κακό», ενώ φωτογραφίζοντας τον κ.
Αρσένη είπε ότι, «κάποιοι τρέφουν αυταπάτες». Ο Κ. Λαλιώτης ζήτησε
συλλογικότητα και ευθύνη, χαρακτήρισε επιτυχημένους τους χειρισμούς
Τσοχατζόπουλου και σύμφωνους με το διεθνές περιβάλλον, στο οποίο έχει ενταχθεί η
Ελλάδα. Τις συνέπειες από αυτές τις επιλογές τις ζούμε εντονότερα σήμερα. Η
αποκαλούμενη εσωκομματική αντιπολίτευση έκανε αισθητή την παρουσία της, στο
γεύμα που παρέθεσε ο Γιάννης Χαραλαμπόπουλος στο σπίτι του στη Γλυφάδα τις 19
Απρίλη του 1998. Πολιτικός με εξορίες και βασανιστήρια. Άξιος αγωνιστής και
πιστός στον Ανδρέα… Σχεδόν 30 βουλευτές συμμετείχαν στο δείπνο και δεν
περιορίστηκαν μόνο στο φαγητό, αλλά αποφάσισαν να συντονίσουν στο εξής τη
δράση τους και οι όποιες κινήσεις τους να έχουν συλλογική μορφή, ώστε οι ίδιοι να
αποτελέσουν ένα συμπαγές μέτωπο αντίστασης, σε ότι αλλοιώνει κατά τη γνώμη
τους, τη φυσιογνωμία του ΠΑΣΟΚ. Μεταξύ των βουλευτών αυτών ήταν και οι: Κ.
Παπούλιας, Γ. Καψής Λ. Βερυβάκης, Α. Πεπονής, Σ.Παπαθεμελής, Γ.Ζιάγκας, Α.
Διαμαντίδης, Π. Οικονόμου, Ε. Κοντομάρης, Α. Χρυσανθακόπουλος, Κ. Κουλούρης,
Γ. Ανωμερίτης, Ν. Κατσέλη, Ε. Ανουσάκη, Δ. Πιπεργιάς, Ε.Μπεντενιώτης, Κ.
Μπαντουβάς, Π. Κρητικός, Π. Κουρουμπλής, Η. Παπαηλίας, Γ. Κίρκος, Ν.
Λαμπαδάρης, Γ. Τσακλίδης, Δ. Γεωργακόπουλος, καθώς και οι Γικόνογλου,
Κεδίκογλου και Κηπουρός. Προέκυψαν τεράστιοι κίνδυνοι από την αλλαγή της
εξωτερικής πολιτικής. Χαρακτηριστική είναι η συνέντευξη του αείμνηστου Γιάννη
Χαραλαμπόπουλου στην ΑΘΗΝΑΙΚΗ : «Η πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου,

ανέκαθεν, σε σχέση με το Κυπριακό, ασφαλώς ήταν η διεθνοποίηση του. Ότι δηλαδή,
το Κυπριακό αποτελεί διεθνές πρόβλημα, η Κύπρος είναι μέλος –κράτος των
Ηνωμένων Εθνών και συνεπώς η όποια λύση θα πρέπει να προέλθει και να είναι
σύμφωνη με τις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών και τις αποφάσεις του Συμβουλίου
Ασφαλείας. Δυστυχώς όλα αυτά τα χρόνια δεν έγινε απολύτως τίποτε. Το δεύτερο
σημείο το οποίο θα ήθελα να υπογραμμίσω, είναι ότι, στα ελληνοτουρκικά, ήταν
σταθερή και μόνιμη, επίμονη θα λέγαμε, η θέση της κυβέρνησης Παπανδρέου, ότι δεν
υπάρχουν Ελληνοτουρκικές διαφορές, υπάρχει μια και μόνη εκκρεμότητα και αυτή η
οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Ερώτηση: Όμως η κυβέρνηση παραπέμπει –διά
στόματος Πάγκαλου –και τα υπόλοιπα προβλήματα στο Δικαστήριο της Χάγης….. –
Πιστεύω ότι μια τέτοια αλλαγή πολιτικής εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους. Η από την
πλευρά της κυβέρνησης του υπουργού Εξωτερικών, πρόταση, ότι αν οι Τούρκοι
νομίζουν ότι υπάρχουν κάποιες διαφορές με την Ελλάδα, να προσφύγουν στο Διεθνές
Δικαστήριο της Χάγης, είναι μια πολιτική η οποία σίγουρα εγκυμονεί κινδύνους.
Διότι, εμείς όλα αυτά τα χρόνια, όπως σας είπα, είχαμε σταθεί στη θέση ότι δεν
διαπραγματευόμαστε κυριαρχικά μας δικαιώματα, ότι τα σύνορα μας στον αέρα, στη
θάλασσα, στην ξηρά, έχουν καθοριστεί και προσδιοριστεί από διεθνείς συνθήκες και
συμβάσεις. Και εκείνο που ζητούσαμε πάντοτε- και από την Τουρκία φυσικά αλλά
και από τη Διεθνή Κοινότητα – ήταν να σεβαστούν τις συνθήκες, τις συμβάσεις και
το Διεθνές Δίκαιο. Δεν δεχόμασταν, δηλαδή, όλα αυτά τα χρόνια ότι μπορούμε εμείς
είτε να πάμε σε διάλογο, είτε σε δικαστήρια της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου της
Χάγης η σε διαιτησίες η σε οτιδήποτε άλλο για να συζητήσουμε και να
διαπραγματευτούμε, στην ουσία θέματα τα οποία είναι μη διαπραγματεύσιμα. Αυτή
ήταν η πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου και αυτή η πολιτική σήμερα, με τον τρόπο
που εφαρμόζεται, πιστεύω ότι έχει αλλάξει κατά τρόπο που εγκυμονεί κινδύνους και
οδηγεί, αν θέλετε, στην πιο ήπια περίπτωση, σε έναν διάλογο εφ όλης της ύλης με
τους Τούρκους. Ερώτηση: Υπάρχει μια εκτίμηση κυβερνητική, που λέει ότι υπάρχει
διαρροή ψηφοφόρων από τη Ν.Δ. προς το ΠΑΣΟΚ.. -Χάνουμε την ψυχή μας,
χάνουμε την ταυτότητα μας, χάνουμε τους αγωνιστές, αυτούς που όταν ήμασταν
μικρό κόμμα, όταν ξεκινούσαμε, ήταν μαζί μας και ήταν μαζί όλ΄ αυτά τα δύσκολα
χρόνια, τα χρόνια της ανόδου του ΠΑΣΟΚ. Αν χάσουμε αυτούς, χάνουμε την
ταυτότητα μας, χάνουμε την ψυχή μας. (Συνέπεια της δεξιάς στροφής Σημίτη).
Ερώτηση: Σε περίπτωση που κριθούν επικίνδυνοι κάποιοι κυβερνητικοί χειρισμοί, θα
φτάσετε και σε άρση της εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση; Σκοπός μας είναι, η
μάλλον συγκεντρωθήκαμε στο σπίτι μου φερ΄ειπείν και μας οδήγησε εκεί ένας νέος
κοινός προβληματισμός και μια κοινή ανησυχία και εκπέμπουμε, αν θέλετε, ένα
μήνυμα προς την κυβέρνηση ότι υπάρχουν ορισμένα προβλήματα, ορισμένοι τομείς
της πολιτικής που εφαρμόζεται οι οποίοι απομακρύνουν απ΄ το ΠΑΣΟΚ κοινωνικές
ομάδες, που μας στήριξαν στο παρελθόν. Πρέπει η κυβέρνηση να κατανοήσει ότι εάν
συνεχιστεί μια τέτοια πολιτική, θα υπάρχει, εκ των πραγμάτων, συρρίκνωση της
εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ κάτι το οποίο εμείς τουλάχιστον δεν το θέλουμε.
Θέλουμε το ΠΑΣΟΚ να κρατήσει τον ιδεολογικό του πυρήνα και να διατηρήσει τη
φυσιογνωμία του. Αν χάσει τη φυσιογνωμία του, όπως είπαμε, χάνει την ψυχή του».
Τότε κρίθηκαν τα περισσότερα. Η οπισθοχώρηση που έπληξε την εσωκομματική

αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ. Ο Σάκης Πεπονής είχε συντάξει ένα από τα πολλά
κείμενα αντιπαράθεσης με τον Σημίτη. Αυτή τη φορά όμως, ήταν σε σχέση με μια
ψηφοφορία στην Βουλή. Ο Σημίτης τα στύλωσε. «Δεν κυβερνώ υπό ομηρία», είπε.
Είχαν μαζευτεί ήδη 11 υπογραφές. Με άλλες δυο ακόμη θα χάνονταν η δεδηλωμένη.
«Θα διαλύσω την Βουλή και θα τους καταγγείλω για αποστασία, ότι δεν με αφήνουν
να κυβερνήσω», διεμήνυσε ο Σημίτης. Προσωπική μαρτυρία: Γυρνούσαμε με τον
Πιπεργιά από μια εκδήλωση στην παλαιά Βουλή, με ομιλητή τον Μ. Χαραλαμπίδη,
αρνηθήκαμε να υπογράψουμε. «Μας την έχουν στημένη» είπαμε στον Σήφη
Βαλυράκη, που μας καλούσε να προσυπογράψουμε το κείμενο. Ο Σημίτης είχε
σημάνει συναγερμό στα μέσα ενημέρωσης. «Να τους τσακίσετε», ήταν η
παρότρυνση. «Διάγραψε τους», του διεμήνυσαν οι εκδότες – καναλάρχες. Ο
Πρόεδρος της Βουλής Απ. Κακλαμάνης τότε κάλεσε τους Πεπονή, Βερυβάκη και
άλλους στο γραφείο του και αυτοί υπαναχώρησαν. Η διάσπαση είχε αποφευχθεί την
τελευταία στιγμή. Οι πρωτοστατούντες, θα πρότειναν τον Κάρολο Παπούλια για
μεταβατικό αρχηγό ΠΑΣΟΚογενούς κόμματος, αν τους διέγραφε ο Σημίτης. Είναι
σίγουρο ότι, θα μας εξόντωνε όλους με τόνους λάσπη. Ήταν το τέλος της πρώτης
τετραετίας του Σημίτη. Η εσωκομματική αντιπολίτευση είχε πλέον αποδυναμωθεί. Το
ενδεχόμενο να υπάρξει οργανωμένη αποχώρηση από το ΠΑΣΟΚ το είχα απορρίψει.
Μου ζητούσαν να συμφωνήσω στη σύσταση νέου κόμματος. Στο ενδεχόμενο αυτό θα
συμμετείχαν οι Κεντρώοι του ΠΑΣΟΚ και οι επιρροές του Γεράσιμου Αρσένη.
Έβλεπα μπροστά μου έντιμους ιστορικά και πολιτικά αγωνιστές που οι περισσότεροι
είχαν από 20 έως 30 χρόνια διαφορά ηλικίας από εμένα. Αν έλεγα το ναι θα είχαμε
πραγματοποιήσει μια μεγάλη πολιτική ρήξη. Ο λαός όμως, όπως εκτίμησα, διψούσε
για εξουσία και ατομικά μερίδια και δεν θα ακολουθούσε την ιδεολογική μας
συνέπεια. Δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται παρά μόνο για την προνομιακή του σχέση με
την εξουσία. Το απέδειξε με τον Μιχάλη Χαραλαμπίδη το 2000 ο οποίος δεν
εκτιμήθηκε δεόντως και κακώς που δεν συμμετείχε στις Ευρωεκλογές το 1999 παρότι
τον παρότρυνα. Την ίδια περίοδο είχαμε και άλλες συνταρακτικές εξελίξεις. Η
παράδοση του Οτσαλάν στην Τουρκία είναι εθνική μειοδοσία! Να πως απάντησε το
Πατριωτικό ΠΑΣΟΚ στην προδοτική στάση της κυβέρνησης Σημίτη: Κοινή δήλωση
για τον Οτσαλάν και το Κουρδικό ζήτημα. «Η Ελλάδα εμφανίζεται από σήμερα το
πρωί, ως συνεργός της επιτυχίας της Άγκυρας να οδηγήσει στο κελιά των φυλακών
έναν ηγέτη του Κουρδικού λαού. Για μια φορά ακόμα, στη διάρκεια των τελευταίων
ετών, προσφέρεται στην ηγεσία της Τουρκίας η δυνατότητα να επιβεβαιώσει, ότι
επιβάλει τις θελήσεις της. Η σειρά των γεγονότων, όπως από σήμερα αρχίζουν να
αποκαλύπτονται, οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι από όλες τις χώρες της Ευρώπης στις
οποίες κατέφυγε ο Οτσαλάν, η Ελλάδα είναι εκείνη η οποία συνέβαλε στην τραγική
κατάληξη. Αλλά η Ελλάδα θα έπρεπε κατεξοχήν να αρνηθεί κάθε σύμπραξη στην
παράδοση και να υπενθυμίσει στους ευρωπαίους εταίρους της, ότι οι κοινές
δημοκρατικές παραδόσεις μας και ο πολιτικός μας πολιτισμός, επιβάλανε στην
Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει τις ευθύνες της και να προσφέρει πολιτικό άσυλο.
Αντί γι αυτό, και παρά τα εγνωσμένα φιλικά αισθήματα του λαού μας για τους
Κούρδους, προκαλέσαμε την εχθρότητά τους η οποία, δυστυχώς, σε ορισμένες
περιπτώσεις, εκδηλώθηκε και με πράξεις ακραίες. Ταυτόχρονα ενθαρρύναμε ξανά

την αδιαλλαξία και τους κομπασμούς της ‘Άγκυρας. Οι χειρισμοί του Υπουργείου
Εξωτερικών και όσων συνεργάστηκαν σ' αυτούς, καθώς και οι δηλώσεις με τις οποίες
επιχειρήθηκε η συγκάλυψη της αλήθειας και η παραπληροφόρηση, προσβάλουν
βάναυσα τη νοημοσύνη του Ελληνικού λαού. Και έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τις
δημοκρατικές μας παραδόσεις. Η εξέλιξη και η κατάληξη του ζητήματος, γεννούν
συγκεκριμένες και βαρύτατες ευθύνες. Πιστεύομε και ελπίζουμε, ότι θα ακολουθήσει
παραίτηση του Υπουργού Εξωτερικών».
Αθήνα 16/2/1999 Βαλυράκης Ιωσήφ, Βερυβάκης Ελευθέριος, Καψής Ιωάννης,
Κηπουρός Χρήστος, Μπαντουβάς Κωνστνατίνος, Παπαθεμελής Στυλιανός, Πεπονής
Αναστάσιος, Χρυσανθακόπουλος Αλέκος. Εκ μέρους των Βουλευτών αυτών, με
τηλεοπτική δήλωση, απαίτησα την παραίτηση των εμπλεκομένων υπουργών μελών
της Κυβέρνησης. Τελικά παραιτήθηκαν προς εξιλέωση της εξαγριωμένης κοινής
γνώμης, τρείς από αυτούς (Θ. Πάγκαλος, Αλ. Παπαδόπουλος και Φ. Πετσάλνικος). Η
παράδοση του Οτσαλάν έγινε με το Γιώργο Παπανδρέου κρυπτόμενο πίσω από τον
Πάγκαλο. Να υπενθυμίσουμε ότι η πλειοψηφία των Κεντρώων του Πατριωτικού
ΠΑΣΟΚ ηττήθηκε στις βουλευτικές εκλογές του 2000 και έκτοτε ο χώρος
καταλήφθηκε ολοκληρωτικά από το Σημιτικό μπλόκ. ( Δεκάδες χιλιάδες stage
προσλήψεις ανέργων δόθηκαν σε Σημιτικούς υποψηφίους για να εξασφαλιστεί η
επικράτηση τους έναντι των Ανδρεοπαπανδρεϊκών).
Αλέξανδρος Χρυσανθακόπουλος Πάτρα 7/1/2024

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας