Είναι βέβαιον, ότι η οποιαδήποτε προσπάθεια να προβλέψει κάποιος το αποτέλεσμα των εκλογών, ακόμη και στη βάση των δημοσκοπήσεων που δημοσιεύονται είναι μάταιος κόπος και καταδικασμένη σε αποτυχία.
Όμως είναι δυνατόν να εξελιχθούν κάποιες σκέψεις και στη βάση κάποιων λογικών υποθέσεων να μπορούν να γίνουν ορισμένες αρχικές εκτιμήσεις, προκειμένου ο καθένας να επιλέξει τη στάση του.
Είναι γεγονός κοινά αποδεκτό, ότι το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα, ήδη από την εφαρμογή του πρώτου μνημονίου εισήλθε σε μια βαθιά κρισιακή περιδίνηση, η οποία με τη σειρά της δημιούργησε μια βαθιά ρωγμή στη σχέση αυτού του συστήματος με την κοινωνία, η οποία ολοένα και περισσότερο αισθάνεται και είναι απούσα από τις εξελίξεις και τις αποφάσεις που την αφορούν. Η κρίση αντιπροσώπευσης που παρουσιάστηκε τα πρώτα μνημονιακά χρόνια, μετά από την ανατροπή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος το 2015, βάθυνε ακόμη περισσότερο και φάνηκε να αποκτά χαρακτηριστικά μη αναστρέψιμα.
Έτσι φτάσαμε στις εκλογές του 2019 με συρρικνωμένο το συμμετέχον εκλογικό σώμα κατά περίπου 1,4 εκατομμύρια ψηφοφόρων από τις τελευταίες εκλογές πριν γίνει εμφανής η κρίση -αυτές του 2009. Πέραν από ένα λογικό ποσοστό «τριβής» γύρω στο 20%, προστέθηκε ένα ακόμα τουλάχιστον 20% του εκλογικού σώματος που συνειδητά πλέον αρνείται τη συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία.
Σήμερα έχει πειστεί και ο τελευταίος οπαδός, ή μη, κάθε κόμματος, ότι δεν υπάρχουν ουσιαστικές πολιτικού χαρακτήρα διαφορές μεταξύ των κομμάτων που διεκδικούν τη διακυβέρνηση, με τις όποιες τέτοιες να περιορίζονται στο στυλ κι το ύφος της ρητορικής που χρησιμοποιεί κάθε κόμμα, προκειμένου να πείσει, ότι είναι «καλύτερη» επιλογή για τους ψηφοφόρους, οι οποίοι στον βαθμό που συμμετέχουν, περισσότερο αρνητικά εκφράζονται παρά στηρίζοντας μια ανύπαρκτη εναλλακτική πρόταση απέναντι στον στενό κορσέ, εάν όχι στον ζουρλομανδύα, που μας φορέθηκε από εγχώριους και ξένους επικυρίαρχους.
Εικόνα σήψης και παρακμής
Η διακυβέρνηση Μητσοτάκη τα τελευταία τέσσερα χρόνια, έφερε στην επιφάνεια και μια σειρά άλλες ήδη προϋπάρχουσες παθογένειες του πολιτικού συστήματος, την οικογενειοκρατία, το νεποτισμό, την αλαζονεία και τη μεγίστη δυνατή διαπλοκή με οικονομικά συμφέροντα, εν τέλει τη διαφθορά που διατρέχει οριζόντια και κάθετα κάθε εξουσιαστική έκφανση εκπορευόμενη από το συγκεκριμένο πολιτικό σύστημα. Κάθε θεσμός από την Προεδρία της Δημοκρατίας, τη Δικαιοσύνη, το Κοινοβούλιο, την τοπική Αυτοδιοίκηση, τα ΜΜΕ, τη αυτοαποκαλούμενη διανόηση, ακόμη και την Εκκλησία έχει χάσει κάθε αξιοπιστία και αποτελεί σταδιακά συνώνυμο της εγκληματικής οργάνωσης. Ενώ οι διαπλοκές με το οργανωμένο έγκλημα και τον υπόκοσμο είναι πλέον πασιφανείς.
Η εγκληματική διαχείριση της πανδημίας, που έφερε την Ελλάδα στις πρώτες θέσεις στον κόσμο σε θανάτους, τα μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα, το γενικό ξεπούλημα, οι κάθε είδους Μπάτσηδες, οι πλειστηριασμοί, και οι τηλεφωνικές υποκλοπές, έχουν δημιουργήσει ένα χωρίς προηγούμενο για δημοκρατική χώρα δυστοπικό περιβάλλον, υποβάλλοντας την κοινωνία σε επαναλαμβανόμενα «σηπτικά» σοκ, με τη συμμετοχή -έμμεση, ή άμεση- όλων των κοινοβουλευτικών παραγόντων, των ΜΜΕ και των «θεσμών», προεξάρχουσας της ίδιας της δικαιοσύνης στον ανώτατο βαθμό του Αρείου Πάγου, που αποφασίζει στο όνομα του ελληνικού λαού, αλλά σε βάρος του.
Η δημοκρατία λειτουργεί τύποις πέριξ και εντός του κοινοβουλίου, ενώ όλες οι στρατηγικού τύπου επιλογές για τη χώρα και οι κρίσιμες αποφάσεις λαμβάνονται αφανώς σε εξωχώρια κέντρα που έχουν εγκαταστήσει μια άτυπη δικτατορία «αρίστων» και «ειδικών» τοποτηρητών στο εσωτερικό της χώρας, με τα κόμματα ως ενώσεις πολιτών -θεσμοί της δημοκρατίας, να έχουν μετατραπεί σε ιμάντα μεταβίβασης και υλοποίησης των επιλογών και των αποφάσεων αυτής της δικτατορικής «ελίτ» και των εξωχώριων στυλοβατών της.
H «woke» κουλτούρα της απομόνωσης και της εξόντωσης κάθε διαφορετικής άποψης, ή πολιτικής θέσης που δεν είναι αρεστή, έχει επικρατήσει πλήρως στα ΜΜΕ, στην κυβέρνηση, στη δικαιοσύνη. Διαβρώνει το κοινωνικό σώμα σε κάθε του έκφανση. Γιατροί βρέθηκαν κατηγορούμενοι, επειδή τόλμησαν να διατυπώσουν αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων. Χιλιάδες έχασαν τη δουλειά τους επειδή δεν εμβολιάστηκαν, ή εν τέλει εξαναγκάστηκαν να υποστούν μια ανυπόφορη κι επικίνδυνη γι’ αυτούς ιατρική πράξη στο όνομα ενός «κοινού» καλού που μόνον κάποιοι «ειδικοί» και η κυβέρνηση, τη συνεπικουρία σύσσωμης της αντιπολίτευσης, γνώριζε. Ηλικιωμένοι συνταξιούχοι στερήθηκαν μέρος του πενιχρού τους εισοδήματος για τον ίδιο λόγο. Ο αποκλεισμός «μικρότερων» κομμάτων από τα ΜΜΕ είναι παγιωμένο καθεστώς. Σήμερα μόλις ξεκίνησε ποινική δίωξη εν ενεργεία βουλευτή, επειδή άσκησε δριμεία κριτική σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αδιανόητα, πριν λίγο μόλις καιρό πράγματα, τείνουν να γίνουν ρουτίνα.
Ενώ, οι εξελίξεις στη διεθνή σκηνή με τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και σε σχέση με τα εθνικά θέματα, έχουν πείσει και τον τελευταίο, ότι το σύνολο του «υπαρκτού» πολιτικού προσωπικού διέπεται από υπαλληλική σχέση με τις ξένες πρεσβείες στην Αθήνα και κυρίως εκείνες των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Γερμανίας. Η παραδοσιακά βαθιά εξάρτηση της χώρας από τον ξένο παράγοντα, τα χρόνια της «κρίσης» μετετράπη σε άτυπη πλην απροκάλυπτη κατοχή. Και η συνειδητοποίηση αυτή αφορά σε όλους, είτε πιστεύουν ότι δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, είτε θεωρούν ότι μπορεί και πρέπει να υπάρξει εναλλακτική.
Η απουσία αντιπροσώπευσης προκαλεί παραλυσία
Ο κόσμος ψάχνει από κάπου να πιαστεί και δεν βρίσκει. Πάρα τα επιφαινόμενα, στο βάθος γνωρίζει, ότι 13 χρόνια χωρίς προηγούμενο, σε ειρηνική περίοδο, θυσιών πήγαν χαμένα και έπονται τα χειρότερα. Η απογοήτευση, η κατάθλιψη, η διάλυση κάθε ψήγματος κοινωνικής συνοχής, που μοχλεύει η ανασφάλεια τόσο σε προσωπικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο, με την αποθέωση του ατομικισμού, έχουν οδηγήσει το κοινωνικό σώμα σε πλήρη παραλυσία.
Όλη αυτή η περιρρέουσα παραλυτική ατμόσφαιρα πραγματικής σήψης, που θα χρειάζονταν τόμοι ολόκληροι για να περιγραφεί σε κάθε της πτυχή, δεν μπορεί παρά να βρει έκφραση και στον τρόπο που συμπεριφέρεται το εκλογικό σώμα, με την αποχή να αυξάνει ολοένα και περισσότερο σε κάθε εκλογική αναμέτρηση από το 2009 και μετά και να καθίσταται σταδιακά σημαίνον και καθοριστικός παράγοντας διαμόρφωσης του εκλογικού αποτελέσματος. Σε παρένθεση, ας πούμε κάτι γι’ αυτό. Στους 100 ψήφους, έστω ότι ένα κόμμα λαμβάνει τους 24. Αυτοί εκφράζουν το 24% του εκλογικού σώματος. Εάν απέχουν της ψηφοφορίας πχ 40 και οι συνολικοί έγκυροι ψήφοι που απομένουν είναι 60, τότε το ποσοστό του συγκεκριμένου κόμματος εκτινάσσεται στο 40% (24/60) και κατά πάσα πιθανότητα συνεπάγεται αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Από την άλλη πάντα θα υπάρχουν οι ωφελούμενοι του πολιτικού συστήματος και οι κομματικοί «στρατοί» των οπαδών που αντιμετωπίζουν το «Κόμμα» όπως την ποδοσφαιρική ομάδα της προτίμησής τους. Άλλοι είτε ψηφίζουν παραδοσιακά χωρίς να το πολυσκέπτονται, είτε μη βλέποντας εναλλακτική, επιλέγουν με βάση τη λογική του μη χείρον. Έτσι, πάντα θα υπάρχει ένας ικανός αριθμός «προθύμων» ψηφοφόρων και οι εκλογές θα παραμένουν νόμιμες και ικανές να παράξουν διακυβέρνηση, παρά τις πομφόλυγες διάφορων, είτε απελπισμένων, είτε βαλτών, που «ονειρεύονται» ή προτείνουν… επαναστάσεις δια της αποχής.
Παρ’ όλα αυτά η διάρρηξη της σχέσης του πολιτικού συστήματος με την κοινωνία είναι αδιαμφισβήτητη.
Η χαλαρή ψήφος και η ψήφος διαμαρτυρίας
Με δεδομένα τα παραπάνω θα προσέλθουμε στις κάλπες με πλήρη γνώση, ότι στη βάση του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής δεν πρόκειται να υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση και η διακυβέρνηση της χώρας θα κριθεί είτε με τον σχηματισμό εκ των ενόντων μιας ασταθούς κι εφήμερης συνεργασίας δύο εκ των κομμάτων που διαγκωνίζονται στην κορυφή, ή, το πιθανότερο, να οδηγηθούμε σε δεύτερο γύρο αναμέτρησης, με διαφορετικό εκλογικό σύστημα, αλλά και πάλι με πιθανότητες να μην μπορέσει ένα κόμμα να κατακτήσει την αυτοδυναμία.
Φαίνεται μάλιστα, ότι εν όψει των διευθετήσεων που θα ακολουθήσουν, τόσο στα ζητήματα της οικονομίας, όσο και κυρίως στα εθνικά θέματα και τις παραχωρήσεις που μας επιβάλλονται προς την Τουρκία, για να κρατηθεί η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ αρραγής, κανένα κόμμα δεν μπορεί να αναλάβει από μόνο του το βάρος και όλοι θα επιδιώξουν τη διάχυση της ευθύνης σε όλους. Αυτό φαίνεται να είναι και η κατεύθυνση που δίνουν οι πρεσβείες, μέσω των επαναληπτικών εκλογών. Ίσως αυτό σηματοδοτεί και η γνωστή συνάντηση Μπλίνκεν – Τσίπρα. Τα πάντα θα πρέπει να τακτοποιηθούν για να μην υπάρξουν εκπλήξεις. Εκτός κι αν λογαριάσει διαφορετικά ο ξενοδόχος. Δηλαδή ο ίδιος ο ελληνικός λαός.
Ωστόσο, βαδίζουμε ολοταχώς σε εκλογές με περίπου υπονομευμένο τα αποτέλεσμά τους στην κατεύθυνση της ευρύτερης κυβερνητικής συνεργασίας, όσο ασταθής κι αν αποδειχθεί, έστω κι εάν αυτό απαιτήσει δύο γύρους. Αυτό φυσικά, ακόμη και ενστικτωδώς, γίνεται κατανοητό από το εκλογικό σώμα που θα προσέλθει -τουλάχιστον την πρώτη Κυριακή- εντελώς χαλαρά και με πρόθεση να εκφράσει δυσαρέσκεια και να στείλει μηνύματα.
Αυτό φυσικά θα αποτυπωθεί, πολύ πιθανόν, πέραν της αποχής, με σημαντική μείωση του αθροίσματος των επιμέρους ποσοστών που θα λάβουν τα λεγόμενα «κυβερνητικά» κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ). Το ελάχιστο άθροισμα ποσοστών που έλαβαν τα εν λόγω κόμματα, καταγράφηκε στις ευρωεκλογές του 2019 και έφτασε μόλις το 64,59% του συνόλου των εγκύρων ψήφων. Τίποτε δεν αποκλείει, με δεδομένες τις συνθήκες διενέργειας των προσεχών εκλογών, να καταγραφεί ένα ακόμη πιο χαμηλό άθροισμα ποσοστών. Αυτό φυσικά θα έχει να κάνει τόσο με τη «χαλαρή» ψήφο, ή την ψήφο διαμαρτυρίας, αλλά και με το ποσοστό της αποχής. Όσο μαζικότερη αποδειχθεί αυτή τη φορά η προσέλευση στις κάλπες, με δεδομένο το κλίμα που περιγράφεται, τόσο μικρότερο θα είναι το άθροισμα των ποσοστών των εν λόγω τριών κομμάτων, ανεξάρτητα τα επιμέρους ποσοστά τους και το ποιο θα είναι πρώτο. Αντίθετα, όσο υψηλότερο θα είναι το ποσοστό της αποχής, τόσο υψηλότερο θα είναι το αντίστοιχο ποσοστό των κομμάτων και το σύστημα θα δείξει να σταθεροποιείται ακόμη μια φορά σε βάρος όλων μας. Ο… ξενοδόχος θα έχει λογαριάσει άσχημα.
Άρα, όσοι επιδιώκουν με τη στάση τους να στείλουν ένα ηχηρό μήνυμα στους «κυβερνητικούς» παντός «χρώματος» θα πρέπει να μην απέχουν, αλλά να προσέλθουν στις κάλπες και να ψηφίσουν οτιδήποτε «μικρό», όσο άσχετο, αδύναμο και ιδιοτελές το θεωρούν.
Ψάχνοντας για το «διαμάντι»
Η λογική κάθε γνήσιας και ειλικρινούς έκφρασης απέναντι στην διεφθαρμένη εξουσία και τις επιλογές της, είναι κατ’ αρχήν να την «κοντύνει». Όσο γίνεται περισσότερο. Μετά βλέπουμε. Και ο μόνος τρόπος είναι η μαζική συμμετοχή και η διασπορά των ψήφων σε κάθε κόμμα που πλησιάζει περισσότερο την πολιτική «επιθυμία» του καθένα, έστω κι εάν δεν τον εκφράζει, παρά μόνον μπορεί να τον εξυπηρετήσει στη διάθεση αντίθεσης στο πολιτικό σύστημα που σαπίζει ολοένα και περισσότερο. Παρ’ όλα αυτά, μέσα στην «άμμο» των πολλών επίδοξων σωτήρων και Δελαπατρίδηδων που θα σπεύσουν να διεκδικήσουν την ψήφο, σίγουρα υπάρχουν και κάποια διαμαντάκια, που έχουν προτάσεις κι αξίζει τον κόπο η στήριξή τους. Ας ψάξουμε -κάτι θα βρούμε.
Φυσικά η ανωτέρω παρατήρηση δεν αφορά σε αυτούς που έχουν συμφέροντα, τους θρησκόληπτους δήθεν ιδεολόγους, ή τους χουλιγκάνους των κομματικών μαγαζιών. Αυτοί θα το κάνουν το «καθήκον» τους, εις βάρος όλων των υπολοίπων -κι έχουν ένα σωρό δικαιολογίες για να πείθουν τον εαυτόν τους, ότι είναι με τη «σωστή πλευρά της ιστορίας». Όπως δεν αφορά και σε αυτούς που, εάν δεν είναι βαλτοί, την κοινωνική αδιαφορία και τον κομπλεξικό εγωκεντρισμό τους τον θεωρούν πράξη ατομικής αντίστασης. Είναι άξιοι της τύχης τους να επιλέγουν να αποφασίζουν άλλοι για λογαριασμό τους.
Συνεπώς το πρώτο πράγμα που θα επηρεάσει αποφασιστικά τις μετεκλογικές εξελίξεις και την πορεία της χώρας θετικά, ή αρνητικά, είναι το άθροισμα των ποσοστών που θα λάβουν τα τρία «κυβερνητικά» κόμματα σε αυτές τις εκλογές. Όσο πιο μικρό είναι αυτό το άθροισμα, τόσο με κομμένα τα φτερά θα αρχίσουν να ανακαλύπτουν τον σεβασμό απέναντι στην κοινωνία και θα σκέπτονται δυό φορές πριν κάνουν το κάθε τι. Ανοίγοντας συνάμα τον δρόμο για νέες επιλογές και λειτουργικές εναλλακτικές. Για φως ολοένα και περισσότερο φως απέναντι στο σκοτάδι της επιβληθείσας αντι-δημοκρατίας. Όσο πιο μεγάλο θα είναι αυτό το άθροισμα τόσο μεγαλύτερη η αμετροέπεια και η αλαζονεία, η καταστολή, κάθε διαφορετικής φωνής, καθώς και η αδιαφορία των συστημικών κομμάτων και προσώπων για τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας και της χώρας, με την πορεία προς την ολοκληρωτική καταστροφή μη αναστρέψιμη. Πρόκειται για τερματικού χαρακτήρα μάχη!
Όμως αυτό το άθροισμα ποσοστών των «συστημικών» κομμάτων είναι το μόνο μέγεθος που πραγματικά εμείς μπορούμε να επηρεάσουμε με τη συμμετοχή μας στις εκλογές, ή την αποχή μας από αυτές. Και θα είναι απολύτως καθοριστικό για όλους μας και για την πορεία της χώρας στο εξής. Ας το λάβουμε υπ’ όψιν κι ας δράσουμε ανάλογα, προσπαθώντας να ανακαλύψουμε το «διαμάντι» μέσα στον βούρκο. Υπάρχει!
* Ο Όθωνας Κουμαρέλλας είναι Αρχιτέκτονας -Μηχανικός, πολιτικός – οικονομικός αναλυτής και συγγραφέας, μέλος της προσωρινής Συντονιστικής Επιτροπής της «Συμμαχίας Ανατροπής»