Βρωμάει ο τόπος από τις συγκαλύψεις και την ατιμωρησία των ισχυρών. Οι διεφθαρμένοι δεν μπορούν να πλήξουν τη διαφθορά που γιγαντώνεται και γενικεύεται.
Μετά το σκάνδαλο της Siemens, που οδηγήθηκε σε παραγραφή για σχεδόν όλους τους κατηγορουμένους, την ίδια κατάληξη έχει και η υπόθεση της αναβάθμισης 6 φρεγατών κλασης Kortenaer, του ΠΝ, το 2003, στην οποία είναι κατηγορούμενοι ο πρώην ΥΕΘΑ του ΠΑΣΟΚ Γιάννος Παπαντωνίου και η σύζυγός του Σταυρούλα Κουράκου.
Οι συγκεκριμένοι μάλιστα είχαν προφυλακιστεί τον Οκτώβριο 2018.
Μετά την υπόθεση του σκανδάλου των «μαύρων ταμείων» της Siemens, που έκλεισε με παραγραφή και για το οποίο, μάλιστα, διενεργείται έρευνα από τη Δικαιοσύνη για ενδεχόμενες ευθύνες των οργάνων της, που οδήγησαν σε απαλλαγή τους κατηγορουμένους, σε παραγραφή οδηγήθηκε και η υπόθεση της αναβάθμισης των φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού, η οποία αφορά 10 από τους 16 πρώην στρατιωτικούς που αποτελούσαν μέλη των επιτροπών, υπέγραφαν τις συμβάσεις και ήταν κατηγορούμενοι για απιστία.
Υστέρα από 20 χρόνια και αφού έφτασε στο ακροατήριο η υπόθεση της αναβάθμισης των φρεγατών, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, έπειτα από σχετική απόφαση του Αρείου Πάγου, έκρινε ότι πλέον για τους 10 εκ των 16 κατηγορουμένων πρώην στελεχών του ΥΠΕΘΑ και πρώην στρατιωτικών οι κατηγορίες έχουν παραγραφεί και ως εκ τούτου απηλλάγησαν!
Την ίδια κατάληξη αναμένεται να έχει η υπόθεση και για τους άλλους έξι κατηγορούμενους πρώην στρατιωτικούς και μέλη επιτροπών Άμυνας, καθώς και γι’ αυτούς έχει παραγραφεί η κατηγορία της απιστίας, γεγονός που αναμένεται να επικυρωθεί από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων στις 15 Ιανουαρίου 2024.
Εκείνη την ημέρα αναμένεται να συνεχιστεί η δίκη, που αναβλήθηκε την περασμένη Τρίτη, προκειμένου να κινήσουν τη σχετική διαδικασία και οι άλλοι έξι κατηγορούμενοι, που και γι’ αυτούς το αδίκημα της απιστίας 20 χρόνια μετά είναι πλέον παραγραμμένο.
Στο δικαστήριο διαπιστώθηκε ότι μέχρι τώρα δεν είχε κλητευθεί από την Εισαγγελία το Δημόσιο για να παρασταθεί ως Πολιτική Αγωγή στην υπόθεση, όπως θα έπρεπε να έχει γίνει!
Δικηγόρος του Δημοσίου εμφανίστηκε στο δικαστήριο και χρόνια μετά δήλωσε την πρόθεση του Δημοσίου να παρασταθεί στο δικαστήριο της 15ης Ιανουαρίου 2024.
Μετά την απαλλαγή, λόγω παραγραφής, των 10 πρώην στρατιωτικών κάτι που αναμένεται να συμβεί και με τους άλλους έξι.
Οι μοναδικοί που παραμένουν κατηγορούμενοι στην υπόθεση είναι ο πρώην υπουργός Γιάννος Παπαντωνίου και η σύζυγός του Σταυρούλα Κουράκου, καθώς και ο πολιτικός μηχανικός Ανδρέας Μπάρδης, ο οποίος φέρεται, σύμφωνα με την κατηγορία, ότι παρείχε «κάλυψη» στον κ. Παπαντωνίου, μέσω λογαριασμών και μέσω αγοραπωλησιών ακινήτων.
Ο πρώην υπουργός Γιάννος Παπαντωνίου είναι κατηγορούμενος για δωροδοκία και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα μαύρου χρήματος) και τα δύο αδικήματα σε βαθμό κακουργήματος, ενώ η σύζυγος του Σταυρούλα Κουράκου μόνο για ξέπλυμα.
Η κατηγορία της απιστίας έχει παραγραφεί για τον Γιάννο Παπαντωνίου βάσει του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Παράλληλα, έχει παραγραφεί και το αδίκημα της δωροδοκίας, το οποίο αφορά ποσό 2.800.000 ελβετικών φράγκων, που σύμφωνα με την κατηγορία δόθηκαν στον κ. Παπαντωνίου για την επιλογή του αναδόχου και του υποκατασκευαστή του έργου της αναβάθμισης των έξι φρεγατών.
Παραμένει, ωστόσο, το αδίκημα της νομιμοποίησης (ξέπλυμα μαύρου χρήματος), το οποίο δεν παραγράφεται ποτέ και για το οποίο δικάζεται και η σύζυγος του πρώην υπουργού.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό της υπόθεσης είναι ότι στη δίκη που αναμένεται να γίνει στις 15 Ιανουαρίου δεν υπάρχουν άλλοι μάρτυρες, πλην ενός πραγματογνώμονα, που είχε διοριστεί στο πλαίσιο της ανάκρισης, καθώς σύμφωνα με την κατηγορία ο κ. Παπαντωνίου φέρεται ότι χρησιμοποίησε πλήθος τραπεζικών λογαριασμών μέσω των οποίων εκτελέστηκαν εκατοντάδες κινήσεις εντός του χρηματοπιστωτικού τομέα, οι οποίες απέβλεπαν να καταστήσουν αδύνατο τον εντοπισμό των χρημάτων που αποκόμισε και ταυτόχρονα να προσδώσουν νομιμοφάνεια σε αυτές τις κινήσεις.
Η υπόθεση άρχισε ύστερα από έρευνα της πρώην ανακρίτριας Διαφθοράς Ηλιάνας Ζαμανίκα, που μαζί με τον τότε αρμόδιο εισαγγελέα έκρινε προφυλακιστέο το ζεύγος Παπαντωνίου.
Κατηγορούνται για ξέπλυμα 2.800.000 ελβετικών φράγκων, ποσό που φέρεται ότι εισέπραξε ο πρώην υπουργός για την προώθηση σε συγκεκριμένη εταιρία αναβάθμισης φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού, τη σύμβαση που υπογράφηκε στις 6/2/2003, με αντισυμβαλλόμενα μέρη την εταιρία Ελληνικά Ναυπηγεία Α.Ε. ως κύριο ανάδοχο, με υποκατασκευαστή την εταιρεία THALES NEDER LAND B.V., και το υπουργείο Εθνικής Αμυνας.
Κατά το κατηγορητήριο, ο κ. Παπαντωνίου φέρεται ότι έλαβε ως δώρο για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του υποκατασκευαστή του έργου το ποσό των 2.800.000 ελβετικών φράγκων, ενώ φέρεται, επίσης, πως «χρησιμοποίησε πλήθος τραπεζικών λογαριασμών, μέσω των οποίων εκτελέστηκαν εκατοντάδες κινήσεις εντός του χρηματοπιστωτικού τομέα, οι οποίες απέβλεπαν να καταστήσουν αδύνατο τον εντοπισμό των χρημάτων που αποκόμισε» και ταυτόχρονα να προσδώσουν νομιμοφάνεια σε αυτές τις κινήσεις.
Καίριο ρόλο στην υπόθεση θεωρήθηκε πως έπαιξε ο τότε συγκατηγορούμενός του, πολιτικός μηχανικός Ανδρέας Μπάρδης, ο οποίος φαίνεται να παρείχε «κάλυψη» στον κ. Παπαντωνίου μέσω λογαριασμών και μέσω αγοραπωλησιών ακινήτων.
Στην υπόθεση εμπλεκόταν, επίσης, και ο επιχειρηματίας, εκπρόσωπος -τότε- της THALES στην Ελλάδα, Χαράλαμπος Μπεκατώρος, ο οποίος στο μεταξύ απεβίωσε.
Ο Γιάννος Παπαντωνίου αρνήθηκε τις κατηγορίες και μίλησε για σκευωρία σε βάρος του, «στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδίου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ να εξοντώσει τους αντιπάλους της ηθικά και πολιτικά».
Υποστήριζε ότι «το σχέδιο περιλάμβανε άσκηση διώξεων με εικασίες χωρίς στοιχεία, κατάργηση του τεκμηρίου αθωότητας και προαγγελία δικαστικών αποφάσεων από τον πρωθυπουργό και άλλα μέλη της κυβέρνησης».
Όταν αποφυλακίστηκε, ενάμιση χρόνο αργότερα, εξέδωσε βιβλίο με τίτλο «Προσωπική Μαρτυρία», στο οποίο ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι «το μέγεθος της αδικίας και της ταλαιπωρίας που έχω υποστεί είναι ασυνήθιστα μεγάλο και πρωτοφανές για έναν πολίτη ευρωπαϊκής χώρας».