Το γεγονός ότι η «Volkswagen» (VW) – ο πανίσχυρος γερμανικός όμιλος της αυτοκινητοβιομηχανίας και σύμβολο της «επιτυχίας» του γερμανικού «εξαγωγικού κράτους» – θα κλείσει για πρώτη φορά εργοστάσια στη Γερμανία, καταργώντας δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας και θα μειώσει δραστικά τους μισθούς, είναι «ατόφιος» ο ορισμός του νόμου του κέρδους και του ανταγωνισμού στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής.
Για να γίνει πιο ξεκάθαρη η εικόνα, η VW δεν «καταρρέει» ούτε έχει «μπει μέσα». Ο όμιλος της VW, ο οποίος περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την «Audi», τη SEAT, τη «Skoda», τη «Lamborghini», την «Bentley», την «Bugatti» και τη «Scania», είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής αυτοκινήτων στον κόσμο, με 136 εργοστάσια και πάνω από 600.000 εργαζόμενους, εκ των οποίων σχεδόν 300.000 εντός Γερμανίας. Κατασκευάζει πάνω από 26.600 οχήματα ημερησίως.
Το 2023 ο όμιλος ανέφερε καθαρά κέρδη 17,9 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση κατά 2,1 δισ. από το 2022. «Κινδυνεύει» όμως σοβαρά να χάσει το «τρένο» της μετάβασης στην ηλεκτροκίνηση και μαζί «τη θέση της στον διεθνή ανταγωνισμό», υπό την πίεση της Κίνας, του μεγαλύτερου ανταγωνιστή της.
Για τα μερίδια στην αγορά, τις πωλήσεις, τις επενδύσεις, τα κέρδη και τα υπερκέρδη των καπιταλιστών, οι εργαζόμενοι της VW καλούνται να θυσιαστούν ξανά και ξανά εδώ και περίπου μια δεκαετία. Πάνω στις πλάτες τους «χτίστηκαν» η προετοιμασία της VW για να μπει «ανταγωνιστικά» στην «εποχή της ηλεκτροκίνησης», τα νέα εργοστάσια στην Κίνα και αλλού, η επέκταση της παραγωγής, η εξαγορά μετοχών σε άλλους ομίλους της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Σε «πρόγραμμα εξυγίανσης» από το 2016
«Πρέπει να κερδίζουμε περισσότερα χρήματα από τα αυτοκίνητά μας για να μπορέσουμε να επενδύσουμε στο μέλλον (…) Οι ανταγωνιστές μας σε ΗΠΑ και Κίνα έχουν “γκαζώσει” πολύ και πρέπει να καταβάλουμε απίστευτη προσπάθεια για να πιάσουμε τον ρυθμό»…
Ηταν Μάρτης του 2019, όταν ο τότε επικεφαλής της VW, Χέρμπερτ Ντις, ανακοίνωνε σε πανηγυρικό σχεδόν κλίμα την είσοδο σε μια «νέα εποχή», με σταδιακή κατάργηση επιπλέον 5.000 – 7.000 θέσεων εργασίας έως το 2023 εξαιτίας της αυτοματοποίησης ορισμένων εργασιών, αλλά και των επενδύσεων που σχεδίαζε ο όμιλος σε ηλεκτροκίνηση, ψηφιοποίηση, αυτόματη οδήγηση.
Ηταν το δεύτερο «πρόγραμμα λιτότητας» που εφάρμοζε η VW από το 2016 – με τη σύμφωνη γνώμη του επιχειρησιακού «σωματείου» – προβλέποντας την κατάργηση 30.000 θέσεων εργασίας παγκοσμίως, από τις οποίες οι 23.000 στη Γερμανία.
Η κατάργηση των θέσεων ξεκίνησε τότε μέσω της «μερικής συνταξιοδότησης» εργαζομένων που απέχουν τουλάχιστον τρία χρόνια έως τη συνταξιοδότηση και οδηγεί σε μείωση της τελικής σύνταξής τους. Η επιχείρηση υπολόγιζε πως μέχρι το 2023 στη «μερική συνταξιοδότηση» θα μπορούν να ενταχθούν 11.000 υπάλληλοι.
Όπως ομολογούσε τότε η διοίκηση της VW, με τις περικοπές, την αυτοματοποίηση ορισμένων εργασιών και τον περιορισμό των μοντέλων VW, τα κέρδη της θα αυξάνονταν κατά 5,9 δισ. ευρώ ετησίως. Επιπλέον η παραγωγικότητα στα εργοστάσια θα αυξανόταν κατά 5% τον χρόνο και έτσι θα πετύχαινε «αύξηση κερδών και περιθωρίου κέρδους».
Δεν ήταν, όμως, μόνο η VW. Μέσα στο 2019, οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, η μια πίσω από την άλλη, ανακοίνωναν χιλιάδες απολύσεις η καθεμιά, προκειμένου να μειώσουν το λεγόμενο εργασιακό «κόστος» και να επενδύσουν στην ηλεκτροκίνηση. Παράλληλα, ζητούσαν και έπαιρναν μέτρα στήριξης από την τότε κυβέρνηση του μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) – Σοσιαλδημοκρατών (SPD), ενώ ορισμένες επένδυαν σε άλλες χώρες, σε πιο συμφέρουσες αγορές (π.χ. Κίνα).
Ενδεικτικά, ο όμιλος «Daimler» («Mercedes Benz» κ.ά.) ανακοίνωσε τότε σταδιακή κατάργηση τουλάχιστον 10.000 θέσεων εργασίας παγκοσμίως, αντίστοιχα η «Audi» κατάργηση 9.500 θέσεων εργασίας και δημιουργία 2.000 νέων, στον κλάδο της ηλεκτροκίνησης και των ψηφιακών εφαρμογών. Η «Opel» περικοπή έως και 4.100 θέσεων μέχρι το 2025. Άλλες 5.000 θέσεις στη Γερμανία ανακοίνωσε πως θα καταργήσει η αμερικανική «Ford».
«In China for China»
Την ίδια στιγμή που στη Γερμανία προχωρούσε σε χιλιάδες απολύσεις, η VW επένδυε σε πιο κερδοφόρες αλλά και πιο ανταγωνιστικές αγορές, όπως η περιοχή Ασίας – Ειρηνικού.
Τον Ιούνη του 2020 ανακοίνωσε επενδύσεις 2 δισ. ευρώ στην επέκταση της ηλεκτροκίνησης στην Κίνα και συγκεκριμένα στην κοινοπραξία «JAC Volkswagen» και στην αγορά μετοχών από την κινεζική εταιρεία παραγωγής μπαταριών «Gotion» («Guoxuan»).
Τότε η VW έγινε ο πρώτος διεθνής κατασκευαστής αυτοκινήτων που επένδυσε απευθείας σε κινεζικό προμηθευτή μπαταριών.
Η Κίνα «προσφέρει στη “Volkswagen” νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες ανοίγοντας την αγορά της», καθώς αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρικών αυτοκινήτων στον κόσμο, δήλωνε τότε ο διευθύνων σύμβουλος της «VW China», παρουσιάζοντας σχέδια της εταιρείας να πουλήσει εκεί 1,5 εκατ. ηλεκτρικά αυτοκίνητα μέχρι το 2025.
«Ζωτικής σημασίας» για να διατηρηθεί ο όμιλος στην κορυφή του παγκόσμιου ανταγωνισμού είναι η επιτυχία των ηλεκτρικών αυτοκινήτων της VW στην αγορά της Κίνας, όπου λειτουργούν 39 εργοστάσια της γερμανικής επιχείρησης υπό το σύνθημα «In China for China» (Στην Κίνα, για την Κίνα).
Εκτοτε ο παγκόσμιος ανταγωνισμός οξύνθηκε, ιδιαίτερα μετά την πανδημία του κορονοϊού, ενώ η γεωπολιτική σύγκρουση με τη Ρωσία στην Ουκρανία οδήγησε σε αύξηση των τιμών της Ενέργειας στην Ευρώπη.
Ο T. Σέφερ, διευθύνων σύμβουλος της VW, δήλωσε πρόσφατα ότι ο όμιλος δεν είχε αρκετά έσοδα από τις πωλήσεις αυτοκινήτων, ενώ το κόστος Ενέργειας, υλικών και εργατικών δαπανών αυξήθηκε. Τα γερμανικά εργοστάσια δεν είναι αρκετά παραγωγικά και είναι πιο ακριβά σε σύγκριση με τους στόχους της VW και το κόστος των ανταγωνιστών, πρόσθεσε.
Στην Κίνα, την άλλοτε «μηχανή ανάπτυξης», τα κέρδη της VW μετά από φόρους μειώθηκαν το γ’ τρίμηνο κατά 64% φτάνοντας στα 1,58 δισ. ευρώ.
Στην Ευρώπη η αγορά αυτοκινήτου έχει συρρικνωθεί από το 2020 κατά 2 εκατ. οχήματα, 500.000 εκ των οποίων ανήκουν στην VW. «Απλά δεν υπάρχει πια η αγορά», είπε ο Σέφερ.
Στο μεταξύ, παρότι έχουν υποχωρήσει οι τιμές στα μέταλλα για την κατασκευή μπαταριών, παρά τη μείωση του «εργατικού και λειτουργικού κόστους», παρά την εξέλιξη της τεχνολογίας που αυξάνει την παραγωγικότητα, «η μέση τιμή για ένα ηλεκτροκίνητο όχημα στην Ευρώπη έχει αυξηθεί από το 2021 κατά 1/3, ενώ στην Κίνα έχει μειωθεί κατά το ήμισυ», σύμφωνα με το Automotive News Europe.
Σε μια κίνηση να αναχαιτιστούν οι κινεζικές πωλήσεις, η Κομισιόν υιοθέτησε επιπρόσθετους δασμούς, σύνολο 35%, στα ηλεκτρικά οχήματα που εισάγονται από την Κίνα, παρά την καταψήφιση από τη Γερμανία – και άλλες κυβερνήσεις – που φοβάται «αντίποινα» από την Κίνα.
Το μερίδιο αγοράς των κινεζικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων στην ΕΕ αυξήθηκε από 2% το 2020 στο 14% το β’ τρίμηνο του 2024, σύμφωνα με την Κομισιόν.
«Έρχονται μεγαλύτεροι κίνδυνοι»
Παράλληλα με τις χιλιάδες «εθελούσιες» απολύσεις που βαφτίστηκαν προετοιμασία για τη «νέα εποχή», τα στελέχη της εταιρείας VW αλλά και σύσσωμη η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία προειδοποιούσαν για τους «ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους» που έρχονταν, εξαιτίας της εξέλιξης της τεχνολογίας.
Ενα ηλεκτρικό αυτοκίνητο χρειάζεται κατά 30% λιγότερους εργαζόμενους για να κατασκευαστεί σε σχέση με έναν κινητήρα εσωτερικής καύσης. «Σε αυτό θα είναι δύσκολο να προσαρμοστούμε μόνο με πρόωρη μερική συνταξιοδότηση», δήλωνε το 2019 ο επικεφαλής της VW, Χ. Ντις, ενώ ο γερμανικός Τύπος κατακλυζόταν από ρεπορτάζ και μελέτες των ομίλων της αυτοκινητοβιομηχανίας για τις χιλιάδες θέσεις εργασίας που θα καταργούνταν μέχρι το 2030.
Την περασμένη βδομάδα, μια ανάλυση της Deutsche Bank αποκάλυψε «πόσες θέσεις εργασίας στον σημαντικότερο κλάδο της Γερμανίας διακυβεύονται πραγματικά», προκειμένου να είναι εξασφαλισμένα τα προσδοκώμενα κέρδη στο περιβάλλον της παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας.
Ο Ερ. Χέιμαν, ειδικός στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας της Deutsche Bank Research, επισημαίνει ότι η εγχώρια παραγωγή της αυτοκινητοβιομηχανίας είναι επί του παρόντος «σχεδόν 23% κάτω από τα προηγούμενα υψηλά». Την ίδια στιγμή, «οι εταιρείες μείωσαν την απασχόληση μόνο κατά 8%». «Αυτό δείχνει μειωμένη παραγωγικότητα» καθώς και «πλεόνασμα των εργαζομένων στις αυτοκινητοβιομηχανίες και στους προμηθευτές τους».
Συγκεκριμένα, στο αποκορύφωμα της παραγωγής αυτοκινήτων στη Γερμανία το 2018 «απασχολούνταν περίπου 830.000 εργαζόμενοι», σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης της Αυτοκινητοβιομηχανίας. Με μείωση της παραγωγής κατά 23% «η απασχόληση θα έπρεπε να αντιστοιχεί σε περίπου 640.000 εργαζόμενους».
«Αυτήν τη στιγμή απασχολούνται περίπου 770.000 στην αυτοκινητοβιομηχανία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα πλεόνασμα 130.000 θέσεων εργασίας», αναφέρεται χαρακτηριστικά…
«Λουκέτο» σε τρία εργοστάσια, 30.000 απολύσεις
Στην εταιρεία VW βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη «σχέδιο εξυγίανσης» με ορίζοντα το 2026, όμως η διοίκηση τονίζει τώρα πως τα «ήπια μέτρα» δεν επαρκούν για την αύξηση των ετήσιων κερδών κατά 5 δισ. και ότι η κινεζική παραγωγή δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπιστεί με τα «παλιά μέσα».
Τώρα ανακοίνωσε «λουκέτο» σε τουλάχιστον 3 από τα 10 εργοστάσιά της στη Γερμανία με πρώτο στη λίστα να «ακούγεται» το εργοστάσιο στο Οσναμπρικ. Δεν αποκλείεται να επηρεαστεί και η ιστορική μονάδα της VW στο Βόλφσμπουργκ, πόλη – σύμβολο του ομίλου, όπου βρίσκεται ένα από τα μεγαλύτερα εργοστάσια κατασκευής αυτοκινήτων στον κόσμο.
Πέρα από τις 30.000 θέσεις εργασίας που θα χαθούν, σύμφωνα με διαρροές, η αυτοκινητοβιομηχανία σχεδιάζει να μειώσει μόνιμα τους μισθούς όλων των εναπομεινάντων εργαζομένων κατά 10%, θα καταργηθούν μπόνους και πρόσθετες πληρωμές λόγω πολυετιών, θα «παγώσει» κάθε αύξηση για δύο χρόνια.
Απέναντι στα αντεργατικά σχέδια της VW και των άλλων μονοπωλιακών ομίλων, από τα τέλη Οκτώβρη έχουν ξεκινήσει μια σειρά από απεργιακές κινητοποιήσεις στον κλάδο του Μετάλλου, με τους εργαζόμενους να αγωνίζονται για νέες Συλλογικές Συμβάσεις με αυξήσεις μισθών.
ΠΗΓΗ ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ