Le Monde: Στην Ελλάδα το δημόσιο σύστημα υγείας εξακολουθεί να βρίσκεται υπό κατάρρευση

19

Οταν διαμαρτύρονται οι νοσοκομειακοί γιατροί, για τον υπουργό Υγείας Α. Γεωργιάδη είναι «μίζεροι» και «μειοψηφίες». Τώρα που τα λέει η συντηρητική εφημερίδα Le Monde τι θα πει; Φωτογραφία αρχείου από επίσκεψη στο «Ασκληπιείο» Βούλας. (ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI)

Παρά τις δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη για ένα ΕΣΥ που έχει αναβαθμιστεί και τις πυκνές αναρτήσεις του Άδωνη Γεωργιάδη που ανακαλύπτει συνεχώς «θαύματα» και ευγνωμονούντες ασθενείς, η πραγματικότητα στο Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι η ακραία υποστελέχωση από προσωπικό, όπως καταγγέλλουν οι σύλλογοι των εργαζομένων στα νοσοκομεία.

Το πρόβλημα είναι τόσο μεγάλο που απασχολεί και ΜΜΕ του εξωτερικού, όπως η συντηρητική γαλλική εφημερίδα Le Monde που με ρεπορτάζ της ενημερώνει τους αναγνώστες της ότι «Στην Ελλάδα, ένα δημόσιο σύστημα υγείας που εξακολουθεί να βρίσκεται σε κατάρρευση».

Το ρεπορτάζ που έχει υπότιτλο «Ο τομέας της υγείας πάσχει από έλλειψη επενδύσεων και προσωπικού. Οι χαμηλοί μισθοί ωθούν τους γιατρούς να στραφούν στον ιδιωτικό τομέα», υπογράφει η ανταποκρίτρια Μαρίνα Ραφενμπεργκ.

Για να φανεί το μέγεθος του προβλήματος στην Ελλάδα το ρεπορτάζ καταλήγει με ένα αδιαμφισβήτητο δεδομένο: «Οι Έλληνες πληρώνουν περίπου το 33% των δαπανών υγείας από την τσέπη τους, έναντι 15% κατά μέσο όρο για τους άλλους κατοίκους των χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης».

Ξεκινάει με την ιστορία του καρδιολόγου Γιώργου Βήχα, ο οποίος το 2011, άνοιξε, μαζί με έξι συναδέλφους του, μια κοινωνική κλινική στα νότια προάστια της Αθήνας, στο Ελληνικό, για να καλύψει τις ανάγκες χιλιάδων μακροχρόνια ανέργων που, χωρίς ασφάλιση υγείας, δεν γίνονταν πλέον δεκτοί δωρεάν στα δημόσια νοσοκομεία. Όταν, το 2015, η αριστερή κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ) ψήφισε την επανένταξη των ανασφάλιστων στα δημόσια νοσοκομεία, η κλινική του Ελληνικού έγινε λιγότερο απαραίτητη. Ωστόσο, τα δημόσια ιδρύματα βρέθηκαν γρήγορα σε δυσχερή θέση. «Για τους μακροχρόνια ανέργους, αυτή η μεταρρύθμιση ήταν ένα βήμα προόδου. Όμως, το πρόβλημα είναι ότι η χρηματοδότηση που παρέχει το κράτος για την κάλυψη των εξόδων αυτών των επιπλέον ατόμων δεν είναι επαρκής. Ως αποτέλεσμα, τα νοσοκομεία είναι χρεωμένα και στερούνται τα πάντα…», τονίζει ο καρδιολόγος.

Σε τέτοιο βαθμό -γράφει γαλλική εφημερίδα- που, ακόμη και μετά το 2015, οι τακτικοί ασθενείς συνέχιζαν να έρχονται στην κλινική του Ελληνικού, επειδή «ακόμη ένιωθαν στιγματισμένοι στο δημόσιο νοσοκομείο, δεν είχαν πρόσβαση σε ορισμένα υπερβολικά ακριβά φάρμακα και οι χρόνοι αναμονής για να τους περιθάλψουν ήταν ακόμη μεγάλοι», θυμάται ο Γιώργος Βήχας. Ωστόσο, η κοινωνική κλινική δεν διήρκεσε πολύ. Έπρεπε να κλείσει τον Μάρτιο του 2020, στην αρχή της κρίσης που προκάλεσε ο Covid-19, για να δώσει τη θέση της σε ένα πολυτελές συγκρότημα που περιλαμβάνει ουρανοξύστες, κατοικίες, εμπορικό κέντρο, ξενοδοχεία και ακόμη και καζίνο.

Σήμερα, ο Γιώργος Βήχας διευθύνει μια δημόσια κλινική κοντά στο παραθαλάσσιο θέρετρο Λαγονήσι, νότια της Αθήνας (σ.σ. Κέντρο Υγείας Καλυβίων), και διαπιστώνει με λύπη ότι ο τομέας της δημόσιας υγείας εξακολουθεί να υπολείπεται σε επενδύσεις στην Ελλάδα. Μεταξύ 2008 και 2023, σχεδόν 20.000 γιατροί έφυγαν στο εξωτερικό, σύμφωνα με τον Ιατρικό Σύλλογο Αθηνών, και οι αναχωρήσεις, αν και λιγότερες από ό,τι πριν από μερικά χρόνια, συνεχίζονται: το 2023, περισσότεροι από 800 γιατροί αποφάσισαν να μεταναστεύσουν, κυρίως λόγω των χαμηλών μισθών. Ένας καρδιολόγος, διευθυντής κλινικής και κοντά στη συνταξιοδότηση, όπως ο Γιώργος Βήχας, κερδίζει μόνο 2.100 ευρώ το μήνα.

 

Η εφημερίδα Le Monde συνεχίζει με μια άλλην ματιά στο ΕΣΥ: Ο Στρατής Εμμανουηλίδης, ενδοκρινολόγος σε δημόσια κλινική στα βορειοανατολικά της Αθήνας, συνταξιοδοτήθηκε πριν από μερικούς μήνες και λαμβάνει μόνο 1.800 ευρώ το μήνα. «Οι συνταξιοδοτούμενοι δεν αντικαθίστανται. Στο ίδρυμά μας, δεν υπάρχουν πλέον ενδοκρινολόγοι, παιδίατροι, γυναικολόγοι… Οι ειδικευμένοι γιατροί επιλέγουν να μετακινηθούν στον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, καθώς οι μισθοί είναι υψηλότεροι», αναστενάζει.

Ο Στρατής Εμμανουηλίδης εκτιμά ότι αυτή η έλλειψη προσωπικού έχει σοβαρές συνέπειες όσον αφορά την πρόληψη, αλλά και τις λοιμώξεις που προσβάλλονται στα δημόσια ιδρύματα. «Δεν είναι τυχαίο ότι είμαστε μία από τις ευρωπαϊκές χώρες με το υψηλότερο ποσοστό νοσοκομειακών λοιμώξεων. Δυστυχώς, όταν ένας μόνο νοσηλευτής φροντίζει έναν ολόκληρο όροφο, η περίθαλψη των ασθενών και η υγιεινή μπορεί μπορεί να είναι λιγότερο από το επιθυμητό», σχολιάζει. Σύμφωνα με μια μελέτη του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, που πραγματοποιήθηκε το 2022 και το 2023, οι νοσοκομειακές λοιμώξεις αφορούν περίπου το 12% των νοσηλευομένων ασθενών στην Ελλάδα, ένα ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών (6,8%).

«Έχουμε έλλειψη προσωπικού, γιατρών, νοσηλευτών – κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19, έγιναν προσωρινές προσλήψεις, αλλά δεν ανανεώθηκαν – και βασικού εξοπλισμού. Το μηχάνημα για υπερηχογράφημα που έχω είναι αυτό που απέκτησα χάρη σε μια δωρεά στην κοινωνική κλινική πριν από αρκετά χρόνια, αλλιώς δεν θα το είχα…», εξηγεί ο Γιώργος Βήχας. Στην καρδιολογία, μόνο δύο δημόσια νοσοκομεία διαθέτουν χειρουργεία στην περιοχή της Αθήνας και ο χρόνος αναμονής είναι συχνά πολύ μεγάλος για τους ασθενείς του.

«Συχνά αναγκάζονται να απευθυνθούν στον ιδιωτικό τομέα, όπου πρέπει να δαπανήσουν μεταξύ 5.000 και 6.000 ευρώ για να υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση», σημειώνει ο γιατρός. Οι Έλληνες πληρώνουν περίπου το 33% των δαπανών υγείας από την τσέπη τους, έναντι 15% κατά μέσο όρο για τους άλλους κατοίκους των χωρών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).

 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας