“Άλλη” είναι η Ν.Δ. μετά το τέλος της κοινοβουλευτικής παρουσίας του Κώστα Καραμανλή,”άλλος” είναι ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ χωρίς τον Πολάκη στα ψηφοδέλτιά του και στο κόμμα και ” άλλο” το ΠΑ.ΣΟ.Κ. μετά τον Ανδρέα Παπανδρέου. Οι εκατέρωθεν “απαιτήσεις” κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης,περί της μη συμμετοχής στελεχών τους ως υποψηφίων βουλευτών στις επερχόμενες εκλογές,φανερώνουν την παρακμή του υπάρχοντος πολιτικού κατεστημένου. Ο ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ. έπαψε να εκφράζει την Αριστερά,μετά το δημοψήφισμα του 2015 και προκάλεσε απογοήτευση και παραίτηση σε πολλούς ενεργούς πολίτες. Οπότε είναι περίπου βέβαιον ότι τίποτα δεν θα είναι “αλλιώς” την δεύτερη φορά εάν ασκήσει εξουσία,καθώς βαθαίνει εσωκομματικά η κεντροευρωπαική “σοσιαλδημοκρατία”του. Η Ν.Δ. γίνεται ακόμη περισσότερο νεοφιλελεύθερη δεξιά,κόβοντας σταδιακά τους δεσμούς της με το “προοδευτικό” κέντρο. Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ως τρίτο κόμμα εξουσίας το έχει ξαναζήσει το ” έργο”,οπότε διαθέτει προηγούμενη εμπειρία είτε ούτως,είτε “αλλιώς”. Εκείνο το οποίο αναζητείται πολιτικά είναι η χαμένη φυσιογνωμία της Αριστεράς,προοδευτικής και πατριωτικής. Οι ζυμώσεις που τεκταίνονται σε αυτό τον χώρο,όπως και οι Καιροί απαιτούν,μπορούν και πρέπει να είναι αποτελεσματικές,καθώς οι αντικειμενικές συνθήκες-οικονομικές,κοινωνικές,πολιτικές- όσο προχωράει ο χρόνος,ωριμάζουν όλο και περισσότερο. Φώς στην λήξη της παρατεταμένης ύφεσης δεν υπάρχει και ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να πλήττει τους οικονομικά και κοινωνικά ευάλωτους πολίτες και φυσικά καμία κυβέρνηση από τα τρία κόμματα εξουσίας,εφ’όσον δεν θα προβεί σε ριζικές αλλαγές στην οικονομική πολιτική δεν είναι σε θέση να δώσει ουσιαστικές λύσεις στην κατεύθυνση μίας όντως πραγματικής αλλαγής της πολιτικής,η οποία και θα επαναφέρει την ευημερία στην κοινωνία και στους πολίτες. Τα τελευταία συμβάντα που αφορούν στελέχη και των τριών κομμάτων εξουσίας,είναι κάτι που έπρεπε να αναμένεται. Η έκπτωση έως και απουσία ουσιαστικού πολιτικού λόγου,οι πέραν και “πεζοδρομίου” ακόμη πολιτικές αντιπαραθέσεις,αποδεικνύουν την πολιτική ρηχότητα σχεδόν του συνόλου του πολιτικού κατεστημένου,που φυσικά απωθεί και δεν έλκει τους πολίτες. Οπότε η πολιτική παρακμή του συστήματος επιτείνεται και θα συνεχίζει να παρατείνεται,έως του χρονικού εκείνου σημείου που θα επανεφανισθεί ο πολιτικός εκείνος φορέας που θα προσφέρει ελπίδα,έμπνευση,όραμα και προοπτική,όπως ακριβώς συνέβη τον Γενάρη του 2015 και τον Ιούλιο του ιδίου έτους στο δημοψήφισμα. Τούτο θα συμβεί αντικειμενικά και νομοτελειακά,καθώς το Σύμπαν δεν έχει κενά και ασυνέχειες,ακόμη και στην οντολογική πολιτική. Καθώς αυτό θα συμβεί ούτως ή άλλως,είναι ζήτημα μόνον χρόνου και αφορά τον υποκειμενικό παράγοντα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση ο υποκειμενικός παράγοντας είναι τόσο οι πολίτες,όσο και οι πολιτικοί φορείς που εξακολουθούν και παραμένουν συνεπείς τόσο στο πρόγραμμα και ατην κυβερνητική πολιτική που ασκήθηκε το πρώτο εξάμηνο του 2015,όσο και στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του αυτού έτους. Αυτή η σύνθεση του υποκειμενικού παράγοντα αλληλοεπηρεάζεται,αλληλοσυμπληρώνεται και αλληλοκαθορίζεται. Ωστόσο ακόμη και εάν το ένα σκέλος του,οι πολίτες,επιθυμεί και θέλει,εάν το άλλο σκέλος,οι πολιτικοί φορείς,δεν καταφέρει να δημιουργήσει την πολιτική εκείνη πρωτοπορία που να εκφράσει αυτή την βούληση,την επιθυμία των πολιτών και την απαίτηση των Καιρών,τόσο οι αντικειμενικές συνθήκες θα προηγούνται του υποκειμενικού παράγοντα και η χρονική στιγμή του συμβάντος της νομοτέλειας θα καθυστερεί. Ωστόσο η προσπάθεια πρέπει να υπάρχει και να συνεχίζεται,έως εκείνη την στιγμή που η μορφή της θα οριστικοποιηθεί,θα σχηματοποιηθεί και θα δώσει τα πρώτα αποτελέσματα στην πολιτική έκφραση των πολιτών. Το υπάρχον πολιτικό κενό θα αιωρείται ή θα συμπληρωθεί ούτως ή άλλως στρεβλώς ή ορθώς. Στρεβλώς εις βάρος των πολιτών,ορθώς εις όφελος αυτών.
Βεβαίως και η περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοατής συμπίπτει με την προεκλογική περίοδο,γεγονός αντιφατικό μέν,ωστόσο το σύστημα τρέφεται από τις αντιφάσεις του δε.Αντιφατικό λοιπόν,αλλά όχι παράδοξο.
“[….] Ας συμφωνήσουμε σε τούτο: το καπάκι του κουτιού,ενός κουτιού άρτιου στην υγεία του,που ο γύρος του δεν είναι λυγισμένος διαφορετικά από το γύρο του ίδιου κουτιού,ένα τέτοιο καπάκι δε θάπρεπε να γνωρίζει άλλη επιθυμία,απ’το να βρίσκεται πάνω στό κουτί του[….]” (Rainer Maria Rilke “Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε” Εκδόσεις”Βιβλιοπωλείο Α.Ν.Συρόπουλου” 1954,σελ.127)