Στις τελευταίες θέσεις της ευρωπαϊκής κατάταξης με βάση τα επιτόκια καταθέσεων εξακολουθεί να φιγουράρει η Ελλάδα, σε αντίθεση με τα επιτόκια χορηγήσεων, όπου η χώρα μας βρίσκεται στην πρώτη θέση με βάση το κόστος δανεισμού προς τις επιχειρήσεις και στην τέταρτη θέση για τα στεγαστικά δάνεια, όπως καταδεικνύουν τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για τον Απρίλιο.
Την ανισορροπία στη μετακύλιση των αυξημένων επιτοκίων στους καταθέτες, είτε πρόκειται για τις καταθέσεις είτε για τις χορηγήσεις, επισημαίνει σε πρόσφατη έκθεσή του ο οίκος DBRS Morningstar, στον απόηχο της νέας αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης στο 3,75% την προηγούμενη εβδομάδα.
Όπως επισημαίνει, συνολικά στα ευρωπαϊκά επιτόκια καταθέσεων ενσωματώθηκε μόλις το 13% της αύξησης στο Euribor 12μήνου (έναντι του 2021), ενώ την ίδια στιγμή παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Ενδεικτικά, η Ελλάδα βρίσκεται στην ένατη θέση με ποσοστό μετακύλισης 6%, την ώρα που η Γαλλία έχει ενσωματώσει το 23% της αύξησης του Euribor στα καταθετικά της επιτόκια, η Αυστρία 17%, η Ολλανδία και η Φιλανδία 16% και ο ευρωπαϊκός μέσος όρος διαμορφώνεται στο 13%.
Πράγματι, στις προθεσμιακές καταθέσεις νοικοκυριών με διάρκεια ενός έτους, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 1,22%, έναντι 2,27% κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη. Τις πρώτες θέσεις στην κατάταξη της ΕΚΤ καταλαμβάνουν η Ιταλία (3,11%), η Γαλλία (3,03%) και το Βέλγιο (2,65%).
Τι υποστηρίζουν οι τράπεζες
Στο υψηλό κόστος δανεισμού που βαραίνει τις ελληνικές τράπεζες, εξαιτίας της απώλειας της επενδυτικής βαθμίδας, καθώς και στα υψηλά επίπεδα ρευστότητας που διαθέτουν, αποδίδουν οι εγχώριες τράπεζες την “ψαλίδα” που τις χωρίζει από τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα όσον αφορά την αναπροσαρμογή των επιτοκίων καταθέσεων εν μέσω ραγδαίας νομισματικής σύσφιξης.
Όπως εξηγεί η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, σχολιάζοντας τα επιτόκια Απριλίου, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου παρουσιάζουν ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε σύγκριση με τις υπόλοιπες. Στην Ισπανία, για παράδειγμα, το επιτόκιο για προθεσμιακές καταθέσεις ιδιωτών (διάρκειας έως ενός έτους) διαμορφώθηκε στο 1,33%, ενώ στην Πορτογαλία στο 0,95%. Για προθεσμιακές καταθέσεις διάρκειας άνω του έτους τα επιτόκια ανήλθαν στο 1,64% και 1,24% για την Ισπανία και Πορτογαλία αντίστοιχα.
Σημαντική παράμετρος στη διαμόρφωση των τελικών επιτοκίων είναι, σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, το μείγμα δανεισμού των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες είναι περισσότερο εκτεθειμένες στις καταθέσεις μικροκαταθετών. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μετακύλιση της ανόδου των επιτοκίων στις καταθέσεις λειτουργεί εις βάρος του καθαρού περιθωρίου από επιτόκια και προμήθειες (ΝΙΙ), το οποίο έχει ανέλθει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα τους τελευταίους μήνες, εκτοξεύοντας την κερδοφορία των τραπεζών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΒΑ) που παρουσιάζει η DBRS, η Ελλάδα και η Κύπρος βρίσκονται στις πρώτες θέσεις όσον αφορά το ποσοστό συμμετοχής των καταθέσεων των νοικοκυριών στο μείγμα της χρηματοδότησής τους, το οποίο για την Ελλάδα κυμαίνεται περίπου στα επίπεδα του 65%. Ενδεικτικά, στην τελευταία θέση της κατάταξης βρίσκεται η Δανία με ποσοστό 10% περίπου, καθώς το μεγαλύτερο μέρος (70%) της χρηματοδότησής της προέρχεται από χρεωστικούς τίτλους.
Σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση του spread ανάμεσα στα επιτόκια χορηγήσεων και καταθέσεων, η ΕΕΤ υποστηρίζει ότι αυτό έχει μειωθεί σημαντικά, ιδίως μετά τις πρόσφατες αυξήσεις στα επιτόκια των νέων προθεσμιακών καταθέσεων από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Όπως εξηγεί, η απόκλιση μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης περιορίζεται, τόσο στα επιτόκια των νέων προθεσμιακών καταθέσεων όσο και στο spread, παρόλο που το κόστος δανεισμού από τις κεφαλαιαγορές είναι για τις ελληνικές τράπεζες πολύ υψηλότερο από το αντίστοιχο άλλων χωρών.
Σημειώνει δε ότι τον Απρίλιο −για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο− το περιθώριο των νέων στεγαστικών δανείων για αγορά κατοικίας σε σχέση με τις νέες προθεσμιακές καταθέσεις ιδιωτών με συμφωνημένη διάρκεια άνω του 1 έτους ήταν μικρότερο στην Ελλάδα (1,7%) σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (2,2%).
Θυμίζεται, τέλος, ότι από τον Μάιο ισχύει το “πάγωμα” των επιτοκίων στα επίπεδα Μαρτίου 2023 για όλα τα ενήμερα στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου που εκταμιεύθηκαν έως το 2022, ένα έκτακτο μέτρο στήριξης των συνεπών δανειοληπτών που έλαβαν οι τράπεζες με ισχύ 12 μήνες (πρόγραμμα Γέφυρα 3).
“Καμπανάκι” ΕΚΤ για αύξηση ανταγωνισμού
Τον κίνδυνο να περιοριστούν τα έσοδα των τραπεζών από το spread των επιτοκίων, όταν οι καταθέτες στραφούν με μεγαλύτερη ένταση σε καταθετικά προϊόντα του ανταγωνισμού ή σε επενδυτικά προϊόντα προκειμένου να διασφαλίσουν υψηλότερες αποδόσεις για τη ρευστότητά τους, επισημαίνει η ΕΚΤ.
Πράγματι, η DBRS προειδοποιεί ότι ήδη ο ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζών της Ευρωζώνης εντείνεται και τα πιστωτικά ιδρύματα θα αναγκαστούν σε πιο επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις προκειμένου να αναστείλουν ενδεχόμενες μεγαλύτερες εκροές καταθέσεων στο μέλλον.
Επιπλέον, ο οίκος επισημαίνει ότι ήδη οι Ευρωπαίοι καταθέτες αντιδρούν μεταφέροντας − με αυξανόμενο ρυθμό− τα υπόλοιπα των καταθέσεων σε προϊόντα εκτός ισολογισμού. Αυτό συμβαίνει στις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης, ωστόσο το φαινόμενο είναι πιο έντονο εκεί όπου η μετακύλιση των επιτοκίων είναι πιο “μουδιασμένη”, όπως στην Ισπανία ή την Πορτογαλία.
Ειδικότερα, οι εκροές καταθέσεων τον Απρίλιο του 2023 στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε σχέση με το υψηλότερο επίπεδο φθάνουν στο -1,13%, με το μεγαλύτερο ποσοστό απωλειών να καταγράφεται στην Πορτογαλία (-3,85%), στην Ισπανία (-3,79%), στη Φινλανδία (-3,32%), στην Ολλανδία (-3,29%), στην Ιταλία (-3,19%), ενώ η Ελλάδα ακολουθεί με -1,69%.