Η επίθεση γοητείας του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ στην Αφρική την περασμένη εβδομάδα, μέρος των προσπαθειών συγκέντρωσης υποστήριξης ενόψει της αυξανόμενης απομόνωσης της Ρωσίας, έχει προκαλέσει νευρικότητα στη Δύση.
Κερδίζει έδαφος η Μόσχα στον χώρο των αναδυόμενων οικονομιών; Γιατί οι αφρικανικές χώρες δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι η Ρωσία διεξάγει έναν κατακτητικό πόλεμο; Από την άλλη πλευρά, όπως ήταν αναμενόμενο, έχει τροφοδοτήσει έναν προπαγανδιστικό ορυμαγδό. “Η Ρωσία κερδίζει τον αγώνα για την Αφρική”, είπε στους τηλεθεατές ένας παρουσιαστής της ρωσικής κρατικής τηλεόρασης. “Η περιοδεία αποδείχθηκε μια θριαμβευτική πορεία”.
Και οι δύο απόψεις απέχουν από την πραγματικότητα.
Επίμονη ουδετερότητα
Από την εισβολή της στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ρωσία έχει βρει περισσότερους φιλικούς ή διακηρυκτικά ουδέτερους εταίρους στον παγκόσμιο Νότο απ’ όσο θα ήθελε ή θα προσδοκούσε η Δύση. Ο εκπρόσωπος της Κένυας έδωσε μια συγκινητική ομιλία στο Συμβούλιο Ασφαλείας αναφερόμενος στις επικίνδυνες συνέπειες του ρωσικού αλυτρωτισμού, ωστόσο, όταν η Γενική Συνέλευση των 193 μελών ψήφισε επί ενός ψηφίσματος που καταδίκαζε την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, 35 χώρες – περίπου οι μισές της Αφρικής, συμπεριλαμβανομένης της Νότιας Αφρικής και της Σενεγάλης – ψήφισαν “λευκό”. Άλλες, όπως η Αιθιοπία και το Μαρόκο, δεν ψήφισαν καθόλου.
Οι αντιαποικιακοί δεσμοί της σοβιετικής εποχής λειτουργούν εδώ προς όφελος της Μόσχας, μαζί με μια ευρεία δυσπιστία προς τη Δύση, η οποία καλλιεργείται από τις επιθετικές ρωσικές εκστρατείες παραπληροφόρησης οι οποίες πλαισιώνουν τον πόλεμο ως μια σύγκρουση “πλούσιος κόσμος εναντίον όλων των υπολοίπων”.
Όχι λιγότερο κρίσιμο, υπάρχουν δεσμοί άμυνας και ασφάλειας – αυτό που λείπει από το Κρεμλίνο σε επενδυτική ικανότητα (και δεν πλησιάζει ούτε κατά διάνοια τα δισεκατομμύρια της Κίνας για υποδομές) αντισταθμίζεται με τις πωλήσεις όπλων και τους ιδιωτικούς στρατιωτικούς εργολάβους, χωρίς πολλές άβολες ερωτήσεις. Η Ρωσία είναι επίσης βασικός εξαγωγέας σιτηρών και λιπασμάτων σε μια ευάλωτη περιοχή η οποία έχει μεγάλη ανάγκη και από τα δύο. Χώρες όπως η Αίγυπτος, ο πρώτος σταθμός της περιοδείας του Λαβρόφ, δεν χρειάζονται ιδιαίτερη υπενθύμιση των κινδύνων από την εκτίναξη του πληθωρισμού στα τρόφιμα.
Όρια
Ωστόσο, οι προορισμοί Λαβρόφ – Αίγυπτος, Ουγκάντα, Δημοκρατία του Κονγκό και Αιθιοπία – λένε πολλά για τα όρια της προσπάθειας του Κρεμλίνου. Τα περιορισμένα μέσα της Ρωσίας (και το συνονθύλευμα πολιτικών συστημάτων της Αφρικής) την αναγκάζουν να υιοθετεί μια επιλεκτική προσέγγιση.
Δεν υπάρχουν φανταχτερές υποσχέσεις σε μετρητά από μια χώρα η οποία δυσκολεύεται να επεκτείνει τη δική της οικονομία και η οποία υπόκειται σε κυρώσεις και, μολονότι η Αίγυπτος είναι σημαντικός εμπορικός εταίρος – υπάρχει λόγος που ο ηγέτης της εμφανίστηκε μέσω τηλεδιάσκεψης στο αντι-Νταβός που διοργάνωσε ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν τον Ιούνιο – άλλες χώρες είναι λιγότερο.
Κανένας από τους σταθμούς του ταξιδιού του Ρώσου υπ. Εξωτερικών δεν εμφανίζεται ψηλά στις κατατάξεις ποιότητας της δημοκρατίας, επομένως έχουμε να κάνουμε λιγότερο με έναν θρίαμβο και περισσότερο με έναν γύρο σε αυταρχικές χώρες οι οποίες χαίρονται να λαμβάνουν ώθηση από μια κυβέρνηση ανάλογης νοοτροπίας.
Το πρόβλημα είναι ότι αυτό αποδείχτηκε αρκετό. Πολύ λίγες αφρικανικές χώρες έχουν δει το όφελος να βγουν από την ουδετερότητά τους – και αυτό αφορά τόσο τις αδέσμευτες παραδόσεις και την ιστορική ισχύ της Ρωσίας, όσο και την αποδέσμευση της Δύσης από την ήπειρο.
Δεν είναι ότι η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες απουσιάζουν – ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν μόλις ολοκλήρωσε μια περιοδεία στο Καμερούν, τη Μπενίν και τη Γουινέα-Μπισάου – αλλά ότι αποδείχθηκε ότι αποσπώνται εύκολα προς άλλες κατευθύνσεις.
Τείνουν να απεικονίζουν την Αφρική ως πεδίο γεωπολιτικής μάχης και οι επενδυτικές τους προτεραιότητες δεν ευθυγραμμίζονται πάντα με τις προτεραιότητες της ηπείρου. Μετά από μια διπλωματική υποχώρηση κατά τη διάρκεια των ετών Τραμπ, οι πρεσβείες των ΗΠΑ παραμένουν υποστελεχωμένες και μια σύνοδος ηγετών ΗΠΑ-Αφρικής η οποία ανακοινώθηκε πέρυσι (η δεύτερη, μετά την πρώτη το 2014) μόλις προγραμματίστηκε για το τέλος του 2022. Για να μην αναφέρουμε τη γκάφα της προσπάθειας να απεικονιστεί η κρίση στην Ουκρανία ως ένας πόλεμος “αξιών”, σε μια ήπειρο που έχει δει ουκ ολίγα στοιχεία δυτικής υποκρισίας.
Για να βοηθήσουμε την Αφρική και να στριμώξουμε τη Ρωσία, αυτό πρέπει να αλλάξει.
Τι πρέπει να κάνει η Δύση
Είναι σαφές τι λαμβάνει η Ρωσία, η οποία έχει ανάγκη από φίλους και εμπορικούς εταίρους, από την Αφρική. Είναι μια περιοχή πλούσια σε φυσικούς πόρους την οποία η Ευρώπη βλέπει ως την πίσω αυλή της, με συχνά αδύναμες κυβερνήσεις οι οποίες καθιστούν σχετικά φθηνή την προώθηση των συμφερόντων της Μόσχας (και εκείνων των στενών συνεργατών του Κρεμλίνου που επωφελούνται από συμφωνίες περί πόρων και ασφάλειας).
Αλλά τι υπάρχει εκεί για τη συντριπτική πλειοψηφία των Αφρικανών; Η Ρωσία αντιστοιχεί σε ένα τμήμα άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) στην Αφρική μικρότερο από 1% (στοιχεία 2020) και η στάσιμη οικονομία της δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει σύντομα, καθώς το Κρεμλίνο δίνει προτεραιότητα στις αυτοκρατορικές αυταπάτες του Πούτιν έναντι της οικονομικής ανάπτυξης.
Οι περιορισμοί στις εισαγωγές, η απομάκρυνση της Μόσχας από τα διεθνή συστήματα πληρωμών, η έλλειψη καινοτομίας και έρευνας την καθιστούν απίθανο εταίρο σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τους φυσικούς πόρους, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν εδώ και καιρό το μεγαλύτερο μέρος των ρωσικών επενδύσεων στην ήπειρο, όταν η Αφρική χρειάζεται τεχνολογία. Η Ρωσία αντιπροσώπευε το 44% των πωλήσεων όπλων στην Αφρική για την περίοδο 2017-21, ακόμη όμως και αυτό θα υποχωρήσει καθώς οι περιορισμοί στις εισαγωγές “δαγκώνουν” και η Ρωσία προσπαθεί να ανεφοδιάσει τις δικές της ένοπλες δυνάμεις.
Οι συμμαχικές κυβερνήσεις, οι οποίες είναι πρόθυμες να στηρίξουν την Ουκρανία καθώς ο πόλεμος τραβά σε μάκρος, θα πρέπει να αδράξουν τη στιγμή. Πρώτον, πρέπει να αναγνωρίσουν τις σημερινές ανησυχίες για την επισιτιστική ασφάλεια, ιδιαίτερα μέσω γενναιόδωρης οικονομικής και υλικοτεχνικής υποστήριξης για χώρες οι οποίες εξαρτώνται από τις εισαγωγές τροφίμων και λιπασμάτων, καθώς και μέσω γενναιόδωρης υποστήριξης του Μηχανισμού Χρηματοδότησης Εισαγωγών Τροφίμων του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, καθώς και άλλων μηχανισμών.
Η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει επίσης να αναγνωρίσουν ότι οι επάλληλες κρίσεις – κλίμα, καύσιμα, ασφάλεια, γεωργία – απαιτούν μακροπρόθεσμες λύσεις οι οποίες περιλαμβάνουν δραματική αύξηση της παραγωγής ενέργειας μέσω ανανεώσιμων πηγών, πιο βιώσιμη παραγωγή και χρήση λιπασμάτων, πιο ανθεκτικές καλλιέργειες και βελτιωμένη υποδομή για τον περιορισμό της σπατάλης τροφίμων. Οι ιδιωτικές εταιρείες μπορούν και πρέπει να συνωστίζονται σε αυτούς τους τομείς.
Στη συνέχεια, υπάρχει η ανάγκη για μακροπρόθεσμη διπλωματική δέσμευση και επικοινωνία. Προσωπικό πρεσβειών και επενδύσεις στο είδος των μέσων ενημέρωσης και των εκπαιδευτικών συνεργασιών που η Κίνα χρησιμοποίησε πολύ αποτελεσματικά. Δεν αρκεί να σφίγγουμε τα χέρια στις Βρυξέλλες και στην Ουάσιγκτον όταν ο επικεφαλής της Αφρικανικής Ένωσης κάνει παραπλανητικά σχόλια για τις κυρώσεις της Δύσης και πέφτει θύμα των “παιχνιδιών πείνας” του Πούτιν. Τότε είναι ήδη πολύ αργά.