Εξωδικαστικός, κόκκινα δάνεια και ιδιωτικό χρέος βρίσκονται στο “μικροσκόπιο” της Κομισιόν όσον αφορά στις εξελίξεις του χρηματοοικονομικού κλάδου, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις αλλά και τις συστάσεις που διατυπώνονται στη 2η Μεταπρογραμματική Έκθεση.
Η διαχείριση του ιδιωτικού χρέους μέσω ολοκληρωμένων πλαισίων όπως ο εξωδικαστικός μηχανισμός, αλλά και μέσω της ενεργής διαχείρισης εκ μέρους τραπεζών και servicers χρήζει βελτίωσης με στόχο υψηλότερο ποσοστό βιώσιμων ρυθμίσεων που θα οδηγήσουν σε εξυγίανση των δανειακών χαρτοφυλακίων.
“Παρότι οι μακροχρόνιες ρυθμίσεις αυξάνονται ως ποσοστό των συνολικών ρυθμίσεων των μη εξυπηρετούμενων δανείων τα τελευταία χρόνια, παραμένει η τάση να επιστρέφουν σε καθεστώς καθυστέρησης δάνεια που έχουν ρυθμιστεί”, επισημαίνεται στην Έκθεση. Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με την Κομισιόν, ότι πρέπει οι πιστωτές -τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης- να καταβάλλουν μεγαλύτερη προσπάθεια για επίτευξη βιώσιμων ρυθμίσεων με στόχο τη βιώσιμη εξυγίανση των χαρτοφυλακίων τους.
Προς αυτή την κατεύθυνση, εξηγεί, είναι σημαντικό να ολοκληρωθούν και οι υπόλοιπες τιτλοποιήσεις οι οποίες δεν πρόλαβαν να ενταχθούν στο σχήμα κρατικών εγγυήσεων “Ηρακλής”, καθώς και η δραστική εξυγίανση των χαρτοφυλακίων των μη συστημικών τραπεζών όπου τα ποσοστά NPEs παραμένουν σημαντικά υψηλότερα. Η πώληση αυτών των “κόκκινων” χαρτοφυλακίων αποτελεί μια σημαντική πρόκληση δεδομένου ότι τα εν λόγω χαρτοφυλάκια ήταν πολύ μικρά για να ενταχθούν στον “Ηρακλή”, επισημαίνεται.
Νέα κόκκινα δάνεια
Όσον αφορά στις εισροές νέων κόκκινων δανείων, η Κομισιόν προειδοποιεί ότι προς το παρόν παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, ωστόσο, ο κίνδυνος παραμένει. Οι τράπεζες βρίσκονται σε διαδικασία αναθεώρησης των στρατηγικών μείωσης των NPEs και λήψης προβλέψεων δεδομένης της επιδείνωσης του μακροοικονομικού περιβάλλοντος με κυριότερη πρόκληση την αύξηση των επιτοκίων.
Ο λόγος είναι ότι τα αυξανόμενα επιτόκια υπονομεύουν την ικανότητα των οφειλετών να αποπληρώνουν τα δάνειά τους, δεδομένου μάλιστα ότι στην Ελλάδα η συντριπτική πλειονότητα των στεγαστικών δανείων είναι κυμαινόμενου επιτοκίου.
Πάντως η Κομισιόν υπογραμμίζει την ανάγκη να μειωθούν περαιτέρω τα υπόλοιπα των μη εξυπηρετούμενων δανείων τα οποία “παραμένουν στην οικονομία” μετά την τιτλοποίησή τους και τη μεταβίβασή τους σε funds. “Κάποια από τα τιτλοποιημένα χαρτοφυλάκια δεν επιτυγχάνουν τους αρχικούς στόχους τους κυρίως λόγω των περιορισμένων πλειστηριασμών. Αυτό οφείλεται τόσο στα έκτακτα μέτρα αναστολής των πλειστηριασμών στην πανδημική κρίση, όσο και στα υψηλά ποσοστά άκαρπων πλειστηριασμών παρά την αύξηση του συνολικού ρυθμού ρευστοποιήσεων το 2022”.
Τιτλοποιήσεις
Ειδικά για τις πωλήσεις τιτλοποιημένων χαρτοφυλακίων στη δευτερογενή αγορά, η Κομισιόν επισημαίνει την ανάγκη να περιλαμβάνονται περισσότερα “θεραπευμένα” δάνεια ούτως ώστε να βελτιωθούν σημαντικά οι επιδόσεις των χαρτοφυλακίων αυτών.
Τονίζει δε τη σημασία που έχει η ενεργητική διαχείριση του ιδιωτικού χρέους για την οικονομία και για τον λόγο αυτό, αναφέρει, η αξιολόγηση του υφιστάμενου πλαισίου διαχείρισης και ρευστοποίησης των απαιτήσεων αυτών θα συνεχιστεί επισταμένως το προσεχές διάστημα.
Κεφαλαιοποίηση τραπεζών
Παρά την ισχυρή κερδοφορία και τη θετική τάση που παρατηρείται στους κεφαλαιακούς δείκτες των τραπεζών, η κεφαλαιακή θέση των ελληνικών ιδρυμάτων παραμένει μία από τις χαμηλότερες στην ΕΕ και το γεγονός αυτό παραμένει μια σημαντική ανησυχία κυρίως λόγω του υψηλού ποσοστού αναβαλλόμενης φορολογίας (άνω του 57%).
Για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες, η Έκθεση επισημαίνει την επιδείνωση των συνθηκών λόγω ανόδου των επιτοκίων η οποία υπονομεύει την ικανότητα των οφειλετών να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους. Επίσης, συνεπάγεται αύξηση του κόστους δανεισμού -ιδίως από την αγορά μέσω των εκδόσεων MREL- γεγονός που αναμένεται να “χτυπήσει” στην κερδοφορία τους.
Εξωδικαστικός
Σύμφωνα με την έκθεση, έως τα τέλη Μαρτίου είχαν υποβληθεί για ένταξη στον εξωδικαστικό μηχανισμό αιτήματα ρύθμισης οφειλών ύψους 7,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων έχουν εξεταστεί αιτήματα που αναλογούν στο 54% αυτών των οφειλών. Η Κομισιόν διαπιστώνει επιτάχυνση στις διαδικασίες εξέτασης των αιτημάτων, ωστόσο, παραδέχεται ότι τα δάνεια προς ρύθμιση μέσω του εξωδικαστικού εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό ποσοστό των συνολικών NPEs.
Επισημαίνει, επίσης, ότι υπάρχει πολύ μικρό ενδιαφέρον και για τα υπόλοιπα εργαλεία του πτωχευτικού νόμου με κυριότερο την πλατφόρμα δεύτερης ευκαιρίας. “Αυτό θα μπορούσε να αποδοθεί εν μέρει στην απουσία ουσιαστικά του κινδύνου ρευστοποίησης”, αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας αυτών των εργαλείων, η Κομισιόν προτείνει ενέργειες για μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα των λύσεων αυτών από τους οφειλέτες αλλά και τους συμβούλους τους (λογιστές, δικηγόρους). Επίσης, σημειώνει, είναι σημαντικό να συνεχίζει να παρακολουθείται στενά η ταχύτητα επεξεργασίας των εκκρεμών αιτήσεων ιδίως στην πλατφόρμα δεύτερης ευκαιρίας.
Για τον Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων, τέλος, η Κομισιόν εκτιμά ότι η σύστασή του δεν αναμένεται πριν το δεύτερο εξάμηνο του 2024 δεδομένου ότι η διαδικασία βρίσκεται ακόμη στη φάση του ανταγωνιστικού διαλόγου. Η επικύρωση του νέου νόμου από τη Βουλή αναμένεται σε ένα έτος από σήμερα “το νωρίτερο” γεγονός που σημαίνει ότι η λειτουργία του Φορέα στην καλύτερη περίπτωση θα ξεκινήσει στα τέλη του 2024.