Επιβεβαίωσε ο υπουργός Άμυνας της Κύπρου
Είναι αδιανόητο η Κύπρος να ακολουθήσει τις επιταγές των ΗΠΑ και να παραδώσει οπλικά συστήματα στο καθεστώς Ζελένσκι, προκειμένου να σκοτώνει Ρώσους στρατιώτες και να πλήττει τη Ρωσία. Αυτό θα είναι ο «τάφος» της Κύπρου.
Τις πληροφορίες που θέλουν τις ΗΠΑ να ασκούν ασφυκτική πίεση στην Κύπρο για να στείλει τα ρωσικά οπλικά συστήματα που διαθέτει στην Ουκρανία επιβεβαίωσε ο υπουργός Άμυνας της Κύπρου, Χαράλαμπος Πετρίδης.
Οι Αμερικανοί ζητούν τον ολικό αφοπλισμό της Εθνικής Φρουράς, καθώς σύμφωνα με τις πληροφορίες ζήτησαν να μεταφερθούν άμεσα το σύνολο(!) ή μέρος των ρωσικών οπλικών συστημάτων στην Ουκρανία.
Το μεγάλο σοκ είναι ότι η κυπριακή κυβέρνηση δεν είναι αρνητική σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, παρόλο που η Τουρκία κλιμακώνει την ένταση τον τελευταίο καιρό.
Η Λευκωσία βλέπει πρακτικές δυσκολίες, αλλά αναφέρει πως εξετάζει την πρόταση.
Σε δηλώσεις του στο Sigma ο υπουργός Άμυνας της Κύπρου, Χαράλαμπος Πετρίδης, ανέφερε ότι ενδεχομένως οι εξελίξεις να αποτελέσουν καταλύτη για την πλήρη άρση του αμερικανικού εμπάργκο πώλησης όπλων προς την Κυπριακή Δημοκρατία.
«Ενδεχομένως να υπάρχει πρόβλημα στη συντήρηση του υφιστάμενου στρατιωτικού μας εξοπλισμού.
Προκειμένου να επιτύχουμε το στόχο μας για επιχειρησιακή ικανότητα, διερευνούμε και αυτό κάνουμε αυτή τη στιγμή όλες τις πιθανές λύσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Άμυνας.
Το ενδιαφέρον των Αμερικανών εστιάζεται στους δύο τύπους αντιαεροπορικών συστημάτων που διαθέτει η Εθνική Φρουρά, τους TOR/M1 που αγοράστηκαν από την Ελλάδα και παραχωρήθηκαν στην Κύπρο για τη μεταφορά και τοποθέτηση του συστήματος S-300 στην Κρήτη και του αντιαεροπορικού συστήματος BUK M1-2.
Ενδιαφέρον υπάρχει και για τα ρωσικά άρματα μάχης Τ80-U, το τεθωρακισμένο όχημα μάχης BMP-3 όπως επίσης και των επιθετικών ελικοπτέρων Μi-35.
Πώς θα γίνει η αντικατάσταση των ρωσικών όπλων;
Κυπριακές πηγές σημειώνουν πως η Λευκωσία μετά τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν από την ΕΕ στη Ρωσία αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες ως προς την προμήθεια ανταλλακτικών για τα ρωσικά οπλικά συστήματα.
Συνεπώς, το ζήτημα της συντήρησης που προκύπτει λόγω των κυρώσεων στη Ρωσία, αποτελεί μέρος της εξίσωσης.
Εξετάζονται, αρχικά, και λύσεις για συντήρηση μέσω τρίτων χωρών.
«Ενδεχομένως να υπάρξει πρόβλημα στη συντήρηση του υφιστάμενου εξοπλισμού […]. Για να μπορέσουμε να διατηρήσουμε το στόχο μας που δεν είναι άλλος από την επιχειρησιακή ικανότητα, διερευνούμε, κι αυτό κάνουμε κι αυτή τη στιγμή, όλες τις πιθανές λύσεις», συμπλήρωσε ο κ. Πετρίδης.
Αυτό που παραμένει ασαφές είναι αν και εφόσον προχωρήσει το αμερικανικό αίτημα, πως θα γίνει η αντικατάσταση των ρωσικών οπλικών συστημάτων με συστήματα δυτικής προέλευσης.
Όπως ξεκαθαρίζεται, η όποια συμφωνία θα αφορά την Κυπριακή Δημοκρατία και τις ΗΠΑ, ενώ θα πρέπει τα κενά στα εξοπλιστικά της Εθνικής Φρουράς να καλυφθούν με κάποιο τρόπο, είτε με αντικατάσταση είτε με νέες αγορές.
Σύμφωνα με τον υπουργό Άμυνας, Χαράλαμπο Πετρίδη, «φαίνεται ότι ίσως η διαδικασία που γίνεται να είναι καταλύτης αν θέλετε, αν μπορέσουμε με κάποια διαδικασία, αν είναι εφικτή και που θα είναι χρονοβόρα, να αρθεί πλήρως το εμπάργκο από τις ΗΠΑ»
«Θα πυροδοτήσει τρομερά δυσάρεστες εξελίξεις»
Αναλυτές αναφέρουν στο κυπριακό Sigmalive πως μια τέτοια εξέλιξη θα δρομολογούσε ενδεχομένως, από μέρους της Ρωσίας, τρομερά δυσάρεστες εξελίξεις που θα άπτονται και του κυπριακού προβλήματος.
Στο παρόν στάδιο δεν εξετάζεται να σταλεί οπλισμός κατευθείαν στην Ουκρανία, αναφέρει ο υπουργός Άμυνας της Κύπρου, ενώ βλέπει υπαρκτά ζητήματα, όπως το αν επιτρέπουν τη μεταπώληση ή παραχώρηση των συστημάτων, οι Ρώσοι προμηθευτές.
Ο ΥΠΑΜ πρόσθεσε ότι «στα περισσότερα οπλικά συστήματα υπάρχει αυτή η ρήτρα αναλόγως του πότε αγοράστηκαν και με ποιους όρους».
Θέτει δε και ζήτημα έγκρισής μιας τέτοιας συμφωνίας από το Κογκρέσο. Το ζήτημα που προκύπτει είναι αν η κίνηση ευοδώσει, αποτελεί ή όχι διά τοις πλαγίας εμπλοκή της Κύπρου στη ρωσοουκρανική σύρραξη, ή εάν οι ΗΠΑ, επιχειρούν να προσδέσουν καθολικά την Κυπριακή Δημοκρατία στο άρμα της Δύσης και του ΝΑΤΟ, περιορίζοντας δραστικά τα περιθώρια ελιγμών – αν όχι σε μια ουδέτερη, αλλά έστω διακριτική στάση ενώπιον των δύο πόλων.