Διατήρηση του δείκτη οικονομικού κλίματος στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, οριακή εξασθένιση στην Ελλάδα καταγράφει το ΙΟΒΕ. Αυξάνονται μήνα με το μήνα τα νοικοκυριά που «μόλις τα βγάζουν πέρα».
Ενώ στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος διατηρήθηκε σχεδόν αμετάβλητος, στην Ελλάδα σημειώθηκε οριακή επιδείνωση τον Νοέμβριο, σύμφωνα με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Υποχωρούν έντονα οι επιχειρηματικές προσδοκίες στις κατασκευές, κυρίως στα ιδιωτικά έργα, καθώς ο κλάδος φαίνεται να πιέζεται από τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού – κάτι που επισημαίνουν όλο και περισσότερες επιχειρήσεις.
Η περίοδος πριν τις γιορτές και συμβάλλει παραδοσιακά στη βελτίωση των προσδοκιών στο λιανεμπόριο, αν και η ακρίβεια συνεχίζει να προβληματίζει, τόσο τις επιχειρήσεις όσο και τα νοικοκυριά.
Όσον αφορά το μέτωπο της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, οι Έλληνες παραμένουμε σταθερά οι πιο απαισιόδοξοι καταναλωτές στην Ευρώπη, βλέποντας με τα κυάλια ακόμα και τους Εσθονούς και τους Σλοβένους – που είναι οι αμέσως επόμενοι. Κι ενώ το τέλος της χρονιάς φέρνει μαζί του αναλαμπές ελπίδας στα νοικοκυριά, για βελτίωση των οικονομικών τους το 2025, αυξάνεται συνεχώς το ποσοστό όσων μετά βίας τα βγάζουν πέρα.
Το 67% μόλις τα βγάζει πέρα, το 8% χρωστάει
Τον Νοέμβριο το ποσοστό των καταναλωτών που βγαίνουν τσίμα-τσίμα, σκαρφάλωσε το Νοέμβριο στο 67%, από 66% τον Οκτώβριο και 63% τον Σεπτέμβριο. Αντίστοιχα αυξήθηκαν οριακά στο 8% (από 7%) όσοι αντλούν από τις αποταμιεύσεις τους, ενώ άλλο ένα 7%-8% συσσωρεύει χρέη.
Μολις το 19% καταφέρνει και βάζει κάτι στην άκρη, ενώ μειώνεται εκ νέου η πρόθεση για αποταμίευση. Το 84% των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση το 2025. Πάνω από τους μισούς καταναλωτές (52%) προβλέπουν ότι θα περιορίσουν σε μέτριο ή μεγάλο βαθμό τις δαπάνες τους, με μόλις 5% να αναμένει το αντίθετο.
Αυξημένη εμφανίζεται -πιθανόν ελέω Black Friday και Χριστουγέννων η διάθεση για μείζονες αγορές το επόμενο δωδεκάμηνο (έπιπλα, ηλεκτρικές συσκευές κ.λπ), με τον δείκτη να βελτιώνεται σχεδόν κατά 9 μονάδες. Ωστόσο εξακολουθεί να παραμένει σε αρνητικό έδαφος, με το 44% να αναφέρει ότι θα κάνει πολύ λιγότερες σημαντικές αγορές και το 9% λίγο λιγότερες.
Κλίμα αβεβαιότητας
Όσο για τη χρονιά που τελειώνει, το 66% νιώθει ότι τον άφησε φτωχότερο, ενώ μόλις το 3% απαντά ότι τα οικονομικά του βελτιώθηκαν. Επιβεβαιώνεται δηλαδή ο δείκτης της υποκειμενικής φτώχειας της Erostat, που στη χώρα μας επηρεάζει το 67% του πληθυσμού, έναντι 24% στην ΕΕ – υπερδιπλάσιος ακόμα και από τα ποσοστά της Βουλγαρίας (33,2%). Κι αν το νεοφιλελεύθερο επιχείρημα είναι ότι οι Έλληνες είμαστε «μίζεροι» και κλαιγόμαστε, στην πραγματικότητα ο δείκτης υποκειμενικής φτώχειας βασίζεται στις δυσκολίες κάλυψης βασικών αναγκών και λαμβάνει υπόψιν την υλική ευημερία των νοικοκυριών – σε ό,τι αφορά το εισόδημα, τις δαπάνες, τα χρέη και τα περιουσιακά στοιχεία. Όσοι απαντάνε ότι τα βγάζουν πέρα με δυσκολία ή με μεγάλη δυσκολία εμπίπτουν στην κατηγορία της υποκειμενικής φτώχειας.
Τα νοικοκυριά εξακολουθούν να ζουν σε κλίμα έντονης οικονομικής αβεβαιότητας. Το 65,4% απαντά ότι δύσκολα μπορεί να προβλέψει ποια θα είναι η οικονομική του κατάσταση το επόμενο 12μηνο. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι οι τιμές θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν, με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό (64%), ενώ μόνο το 14% προβλέπει σταθερότητα στις τιμές. Στα θετικά υπάρχει
Οι εξελίξεις στην Ελλάδα
Όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ, στη Βιομηχανία ο δείκτης ανέκαμψε από την υποχώρηση του Σεπτεμβρίου και του Οκτωβρίου (+1,3), λόγω των αισιόδοξων εκτιμήσεων-προβλέψεων και στις τρεις συνιστώσες που συνθέτουν τον σχετικό δείκτη (παραγγελίες- ζήτηση, αποθέματα και παραγωγή τους προσεχείς μήνες).
Στις Υπηρεσίες οι προσδοκίες υποχώρησαν (-0,9), ως αποτέλεσμα της επιδείνωσης όλων των παραγόντων που συνθέτουν στον σχετικό δείκτη : των εκτιμήσεων της τρέχουσας ζήτησης, των προβλέψεων της μελλοντικής ζήτησης και των εκτιμήσεων της τρέχουσας κατάστασης.
Το Λιανικό εμπόριο ενισχύθηκε αισθητά (+2,3), ως επακόλουθο των αισιόδοξων εκτιμήσεων της τρέχουσας κατάστασης και της συγκρατημένης ενίσχυσης των αποθεμάτων, με τις προσδοκίες για την μελλοντική κατάσταση να εξασθενούν.
Στις Κατασκευές, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών υποχώρησε στις 129,9 μονάδες, στο χαμηλότερο επίπεδο εντός του 2024. Στα θετικά, οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα πορεία των εργασιών ενισχύθηκαν ήπια, στις 24 από 21 mονάδες. Το 25% των κατασκευαστικών επιχειρήσεων αναφέρει απρόσκοπτη επιχειρηματική λειτουργία. Τουλάχιστον το
ένα τρίτο των επιχειρήσεων (34%) επισημαίνουν την έλλειψη εργατικού δυναμικού ως το βασικότερο εμπόδιο στη λειτουργία τους, ένα 10% την ανεπαρκή χρηματοδότηση, αλλά και ένα
15% τη χαμηλή ζήτηση.
Οι εξελίξεις στις μεγαλύτερες οικονομίες στην Ευρώπη
Σε ότι αφορά τις τάσεις στις έξι μεγαλύτερες οικονομίες, ο δείκτης βελτιώθηκε αισθητά στην Γαλλία (+3,0), στην Ισπανία (+2,1), στην Ολλανδία( +1,5) και ηπιότερα στην Πολωνία (+0,7), ενώ εξασθένισε στην Γερμανία (-1,3) και σε μικρότερο βαθμό στην Ιταλία (-0.3).
Αναλυτικότερα:
• Στη Βιομηχανία, ο δείκτης προσδοκιών στην ΕΕ διαμορφώθηκε στις -10,4 μονάδες και στις -11,1 μονάδες στην Ευρωζώνη. Οι προσδοκίες για την παραγωγή τους επόμενους τρεις μήνες ενισχύθηκαν τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ευρωζώνη, τα αποθέματα αποκλιμακώνονται ήπια, με τις προβλέψεις παραγγελιών και ζήτησης να βελτιώνονται και στις δύο περιοχές.
• Στις Υπηρεσίες, οι δείκτες προσδοκιών διαμορφώθηκαν στις +5,7 μονάδες στην ΕΕ και στις +5,3 μονάδες στην Ευρωζώνη. Οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για την τρέχουσα δραστηριότητά τους υποχώρησαν ελαφρά τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ευρωζώνη, όπως και οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα ζήτηση που εξασθένισαν και στις δύο περιοχές, με τις προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της να περιορίζονται σε αμφότερες τις ζώνες.
• Στο Λιανικό Εμπόριο, οι δείκτες διαμορφώθηκαν στις -3,0 μονάδες στην ΕΕ και στις -4,4 στην Ευρωζώνη. Οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα επιχειρηματική δραστηριότητα
βελτιώνονται σε αμφότερες τις ζώνες, σε αντίθεση με τις προβλέψεις για τις πωλήσεις σε ΕΕ και Ευρωζώνη, με τα αποθέματα να αποκλιμακώνονται ήπια και στις δύο περιοχές.
• Στις Κατασκευές, οι δείκτες επιχειρηματικών προσδοκιών διαμορφώθηκαν στις -6,7 μονάδες στην ΕΕ και στις -4,8 μονάδες στην Ευρωζώνη. Οι θετικές προβλέψεις για την απασχόληση εξασθενούν ελαφρά σε αμφότερες τις ζώνες, ενώ αντίθετα οι αρνητικές προβλέψεις για το επίπεδο εργασιών αμβλύνονται τόσο στην ΕΕ όσο στην Ευρωζώνη.