Η υποχρέωση αυτοκριτικής ως προϋπόθεση για το δικαίωμα στην κριτική

67

Μια αναγωγή στην ετυμολογία των λέξεων θα έπρεπε να είναι η αφετηρία κάθε
σκέψης πάνω σε οποιοδήποτε ζήτημα. Να δίνεται ο ορισμός πριν κανείς προβεί
σε ανάλυση, κρίση και τελικά σε συμπέρασμα.
Ετυμολογία λοιπόν του ρήματος κρίνω, που σημαίνει χωρίζω, διακρίνω,ερωτώ,
σχηματίζω γνώμη ύστερα από λογική διεργασία.
Έλλογο ον ο άνθρωπος, άρα ικανος να θέτει ερωτήματα,να διακρίνει την
αξιοπιστία ή μη των απαντήσεων που δίνονται στα ερωτήματα αυτά,να περνάει
από την κρησάρα (κόσκινο) τις διάφορες απόψεις και ορθολογικά να εξάγει
συμπεράσματα και να καταλήγει στην προσωπική του κρίση.
Παρασάγγας απέχει όμως αυτή η λογική θεώρηση των πραγμάτων από αυτό
που πραγματικά συμβαίνει και το σύνηθες είναι η κρίση να είναι συνώνυμο της
επίκρισης.
Η όποια κριτική, είτε αυτή αφορά το πολιτικό γίγνεσθαι, είτε κοινωνικά
ζητήματα, είτε οικονομία, εξωτερική πολιτική και ούτω καθεξής, δεν είναι
προϊόν λογικής διεργασίας, αλλά πρόχειρη, “μπακαλίστικη” αποτίμηση,
εκφρασμένη τις περισσότερες φορές εν θερμώ,με ρηχά,αστήριχτα επιχειρήματα,
βασισμένα σε ημιμάθεια ή ακόμη χειρότερα σε προκαταλήψεις, προσωπικές
έχθρες και συμφέροντα.
Το ίδιο απορριπτέα με την αυθαίρετη επίκριση θα πρέπει να είναι και επίσης
επιπόλαιη θετική κρίση η οποία συνήθως εξυπηρετεί ιδεολογίες – ιδεοληψίες.
Τίποτα ωφέλιμο δεν προκύπτει, είναι απλώς οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Κι ενώ η ανάγκη για έγκυρη ανάλυση, αξιολόγηση ενός κόσμου που αλλάζει με
καταιγιστικό ρυθμό, καθώς οι οικονομικές και γεωπολιτικές εξελίξεις, αλλά και
τα τεχνολογικά άλματα,τα κοινωνικά φαινόμενα χρήζουν άμεσης εξέτασης,το
ερώτημα που τίθεται είναι, ποιος δικαιούται και δύναται να κρίνει;
Δύο αντίθετα άκρα (μοιάζουν αντίθετα, αλλά στην ουσία την ίδια ζημιά
κάνουν) βρίσκονται στο προσκήνιο, κυρίως των μέσων κοινωνικής
δικτύωσης,τον κατεξοχήν χώρο άσκησης κριτικής “ του ποδαριού” και της
“αμπελοφιλοσοφίας” .
Από τη μια αβάσιμη κριτική επί παντός επιστητού, κυρίως επίκριση, όπου όλα
και όλοι φταίνε εκτός του κρίνοντος και από την άλλη στρατευμένη κριτική από
ειδικούς (όχι πάντα εγκεκριμένων) που χρησιμοποιώντας την όποια ειδικότητά
τους ως μόνο επιχείρημα εξυπηρετούν διάφορους σκοπούς.

Το παιχνίδι αυτό παίζεται και από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης με ακραίες
φωνές εκατέρωθεν, κανέναν ορθολογισμό, καμία επί της ουσίας αξιολόγηση
των δεδομένων.
Φερέφωνα των όποιων συμφερόντων προσπαθούν να κατευθύνουν το κοινό,το
οποίο σε πολύ μεγάλο βαθμό έχει απολέσει την ικανότητα της αναλυτικής
σκέψης,την θεμελιώδη ικανότητα του κρίνειν.
Πώς όμως χωρίς την ικανότητα αυτή μπορεί κανείς να “διαβάσει” τα
τεκταινόμενα,να αντιληφθεί τι συμβαίνει εντός και εκτός,να πάρει θέση, αλλά
και να τοποθετηθεί,να βρει τη δική του θέση,να ορίσει την προσωπική του
στάση;
Δύο πόλεμοι εν εξελίξη,μια υπερδύναμη που αλλάζει γραμμή πλεύσης,
οικονομικοί και κοινωνικοί τριγμοί και κάπου εκεί ο σύγχρονος άνθρωπος,ο
τεχνολογικά εξελιγμένος, αλλά τελείως ανίσχυρος καταρχήν να κατανοήσει και
κατ’επέκταση να διαμορφώσει την ιστορία.
Και κάπου εκεί ανάμεσα στις Συμπληγάδες βρίσκονται οι νηφάλιες φωνές που
τηρώντας την επιστημονική μέθοδο εξαγωγής συμπερασμάτων βάση έρευνας,
γνώσης, ασκούν πραγματική κριτική.
Τι ξεχωρίζει όμως τις νηφάλιες αυτές φωνές; Γιατί η δική τους κριτική είναι
γόνιμη και ωφέλιμη;
Γιατί έχουν αναγνωρίσει και θέτουν ως προϋπόθεση την αυτοκριτική πριν
προβούν σε οποιαδήποτε κρίση.
Δεν προβάλλουν την όποια ιδιότητά τους ως σημαία εγκυρότητας.
Αυτοεξεταζόμενοι εξετάζουν.
Αυτοκρινόμενοι κρίνουν.
Οι ίδιοι θέτουν στον εαυτό τους προϋπόθεση την αντικειμενικότητα,την
επιστημονική έρευνα,την υποχρέωση απέναντι στο σύνολο.
Στην εποχή των λίβελων και των διθυράμβων,της αγιοποίησης και της
λασπολογίας, αυτό που πραγματικά λείπει και είναι απαραίτητο, είναι η κρίση
ως διαδικασία υγιούς αμφισβήτησης από πραγματικά σκεπτόμενους με διαύγεια
νοητική.

Βασιλικη Πετρουδη

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας