Η Βουλγαρία τρόμαξε: 232 μισθοί για ένα σπίτι στην Ελλάδα

56

Το δημοσίευμα «χρειάζονται 232 μισθοί για να αγοράσει κάποιος σπίτι στην Ελλάδα» προκάλεσε έκπληξη στη Βουλγαρία. Προέρχεται από το βουλγαρικό ειδησεογραφικό site Lupa.bg και αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι για το ενδιαφέρον βουλγαρικών ΜΜΕ για την ελληνική αγορά κατοικίας και την οικονομία γενικότερα.

Το άρθρο αναφέρει:

«Η απόκτηση ιδιόκτητης κατοικίας στην Ελλάδα γίνεται όλο και πιο ανέφικτη για χιλιάδες πολίτες, καθώς οι τιμές των ακινήτων αυξάνονται με ρυθμούς που ξεπερνούν κατά πολύ την άνοδο των μισθών. Όπως αναφέρουν ελληνικά ΜΜΕ, η τάση αυτή εντάθηκε μετά την πανδημία του κορονοϊού και συνεχίζεται αδιάκοπα.

Το 2020, για την αγορά ενός διαμερίσματος αξίας 200.000 ευρώ απαιτούνταν περίπου 190 καθαροί μέσοι μισθοί. Έκτοτε, οι μισθοί αυξήθηκαν κατά 24%, ωστόσο η μέση τιμή ακινήτων εκτοξεύθηκε κατά 52%, με αποτέλεσμα το ίδιο ακίνητο να κοστίζει πλέον περί τις 304.000 ευρώ. Συνεπώς, απαιτούνται σήμερα 232 καθαροί μέσοι μισθοί για την αγορά του – αριθμός που καθιστά σχεδόν αδύνατη την ιδιοκτησία για την πλειονότητα των εργαζομένων.

Η κατάσταση επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο όταν πρόκειται για κατοικίες υψηλής ενεργειακής απόδοσης. Σύμφωνα με τα στοιχεία, τα σπίτια με ενεργειακό πιστοποιητικό κατηγορίας Α πωλούνται έως και 125% ακριβότερα σε σχέση με παλαιότερες κατοικίες χωρίς αναβαθμίσεις. Ειδικά στην Αττική, η μέση διαφορά στην τιμή φτάνει το 101,5%, δηλαδή περίπου 2.213 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο περισσότερο σε σύγκριση με αντίστοιχα ακίνητα χαμηλής ενεργειακής κλάσης.

Η ανισορροπία μεταξύ του ρυθμού αύξησης των αποδοχών και του κόστους αγοράς κατοικίας δημιουργεί έναν αυξανόμενο αποκλεισμό των νέων και των οικονομικά ασθενέστερων από την αγορά ακινήτων. Παράλληλα, ενισχύεται η εξάρτηση από την ενοικίαση, σε μια αγορά που επίσης εμφανίζει αυξητικές τάσεις τιμών.

 

Τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν την ανάγκη για αναθεώρηση της στεγαστικής πολιτικής, με μέτρα στήριξης των νέων αγοραστών, προγράμματα επιδότησης ενεργειακών αναβαθμίσεων και στρατηγική ενίσχυσης της προσβασιμότητας στην ιδιόκτητη στέγη. Χωρίς ουσιαστική παρέμβαση, η κατοικία κινδυνεύει να μετατραπεί σε προνόμιο λίγων και όχι σε κοινωνικό δικαίωμα».

Ενδιαφέρον από Βούλγαρους για αγορά κατοικίας

Το άρθρο που δημοσιεύτηκε στη βουλγαρική ειδησεογραφική ιστοσελίδα Lupa.bg με τίτλο «232 заплати са нужни за собствен дом в Гърция» («232 μισθοί χρειάζονται για ένα σπίτι στην Ελλάδα») αντανακλά το έντονο και διαχρονικό ενδιαφέρον που δείχνουν τα βουλγαρικά μέσα ενημέρωσης για τις εξελίξεις στην ελληνική οικονομία – και ειδικότερα στην αγορά ακινήτων. Η Ελλάδα και η Βουλγαρία συνδέονται στενά γεωγραφικά, εμπορικά και πολιτισμικά, ενώ χιλιάδες Βούλγαροι ζουν και εργάζονται στη χώρα μας, κυρίως από την ένταξη της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2007 και έπειτα.

 

Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί αυξανόμενο ενδιαφέρον από Βούλγαρους πολίτες για την αγορά εξοχικής ή επενδυτικής κατοικίας στην Ελλάδα, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα (Χαλκιδική, Καβάλα, Θάσος, Ασπροβάλτα κ.ά.). Το γεγονός ότι ένας μέσος Έλληνας εργαζόμενος χρειάζεται πλέον 232 καθαρούς μισθούς για να αγοράσει ένα διαμέρισμα αξίας 304.000 ευρώ –όταν το 2020 απαιτούνταν 190 μισθοί για ακίνητο 200.000 ευρώ– αποτελεί ένδειξη ότι η ελληνική κτηματαγορά έχει ξεφύγει από τη λογική της προσβασιμότητας. Η αύξηση αυτή, που φτάνει το 52% μέσα σε τέσσερα χρόνια, υπερβαίνει κατά πολύ την αντίστοιχη αύξηση των μισθών, που ήταν περίπου 24%. Η ασυμμετρία αυτή καθιστά την κατοικία «μακρινό όνειρο» για χιλιάδες Έλληνες και δημιουργεί συνθήκες οικιστικού αποκλεισμού.

Το ενδιαφέρον των βουλγαρικών μέσων ενημέρωσης, όπως το Lupa.bg, έχει διπλό στόχο. Από τη μία ενημερώνουν το βουλγαρικό κοινό που ήδη ζει ή δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, από την άλλη, προχωρούν σε μια έμμεση σύγκριση με τη βουλγαρική πραγματικότητα. Παρά τις δικές της προκλήσεις, η αγορά κατοικίας στη Βουλγαρία εξακολουθεί να προσφέρει –σε γενικές γραμμές– χαμηλότερες τιμές και περισσότερες δυνατότητες για ιδιοκατοίκηση, σε σύγκριση με την Ελλάδα. Έτσι, το άρθρο μπορεί να λειτουργεί και ως προειδοποιητικό παράδειγμα για τις «παγίδες» μιας υπερθερμασμένης και ανεξέλεγκτης αγοράς.

Ιδιαίτερο βάρος δίνεται και στην ενεργειακή αναβάθμιση των κατοικιών. Όπως αναφέρεται, τα σπίτια με ενεργειακή κατηγορία Α στην Ελλάδα πωλούνται έως και 125% ακριβότερα από εκείνα που δεν έχουν υποστεί ανακαινίσεις δεκαετιών. Στην περιοχή της Αττικής, η διαφορά τιμής φτάνει το 101,5%, δηλαδή περίπου 2.213 ευρώ περισσότερα ανά τετραγωνικό μέτρο. Το κόστος της ενεργειακής μετάβασης μετακυλίεται στον αγοραστή, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο τον αποκλεισμό των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων.

Πλήττει όλους η ακρίβεια

Η δημοσίευση αυτής της είδησης σε βουλγαρικό μέσο υπογραμμίζει όχι μόνο την περιφερειακή σημασία των ελληνικών οικονομικών εξελίξεων, αλλά και την ευρύτερη ευρωπαϊκή διάσταση της κρίσης στην προσβασιμότητα στην κατοικία. Καθώς η ακρίβεια πλήττει σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, η περίπτωση της Ελλάδας προβάλλεται ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου η αύξηση της αξίας των ακινήτων έχει πάψει πλέον να συμβαδίζει με τις δυνατότητες του μέσου πολίτη.

Η αγορά κατοικίας στην Ελλάδα δεν είναι πλέον απλώς μια ιδιωτική υπόθεση, αλλά κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα πρώτης γραμμής. Και όπως φαίνεται, δεν είναι μόνο οι Έλληνες που ανησυχούν για την κατάσταση. Ολόκληρη η ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων παρακολουθεί με ενδιαφέρον και προβληματισμό τη σταδιακή μετατροπή της στέγης από ανθρώπινο δικαίωμα σε είδος πολυτελείας.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας