Σε ένα ιδιαίτερο ερώτημα κλήθηκε να απαντήσει το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας μετά από αίτηση του Συλλόγου Οροθετικών Ελλάδος «Θετική Φωνή» και σύμφωνα με αυτήν εκδόθηκε η σχετική γνωμοδότηση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ιωάννη Προβατάρη, ο οποίος παραπέμπει στην ανάγκη νομοθετικής ρύθμισης για το θέμα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την αίτηση του Συλλόγου, ο Άρειος Πάγος καλείτο να αποφανθεί αν η μη συναινετική αφαίρεση ή σκόπιμη καταστροφή του προφυλακτικού κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξεως μονομερώς, από τον έναν συμμετέχοντα, ενώ έχει δοθεί συναίνεση αποκλειστικά για συνεύρεση με προφυλακτικό, συνιστά βιασμό, εμπίπτοντα στη διάταξη του άρθρου 336 παρ. 4 του Ποινικού Κώδικα.
Η ύπουλη αφαίρεση του προφυλακτικού, κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης -χωρίς να το γνωρίζει η σύντροφος- πρόκειται για μια πρακτική, η οποία μετατρέπει μια συναινετική πράξη σε μια μη συναινετική πράξη, θέτει τη σύντροφο σε κίνδυνο σεξουαλικά μεταδιδόμενων λοιμώξεων και ανεπιθύμητων κυήσεων. Το φαινόμενο έχει κεντρίσει την προσοχή της παγκόσμιας κοινότητας τα τελευταία χρόνια, καθώς όλο και αυξανόμενος αριθμός γυναικών έχει μιλήσει για τις σχετικές εμπειρίες τους.
Γυναίκες ανά τον κόσμο που έχουν υποστεί την κρυφή αφαίρεση του προφυλακτικού, χαρακτηρίζουν την πράξη ως μια εξουθενωτική και ταπεινωτική παραβίαση μιας σεξουαλικής συμφωνίας μεταξύ δύο ανθρώπων, ενώ αρκετά θύματα τοποθετούν την σχετική πράξη δίπλα στον βιασμό, χαρακτηρίζοντας το ωστόσο ως μικρότερης βαρύτητας αδίκημα, αλλά αναμφίβολα μια επικίνδυνη μορφή σεξουαλικής επίθεσης.
Το φαινόμενο αυτό έχει ήδη απασχολήσει τη θεωρία και τη νομολογία σε αρκετές χώρες, όπως τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, την Μεγάλη Βρετανία, την Αυστραλία, την Γερμανία και την Ελβετία.
Όσον αφορά τις έως τώρα λιγοστές καταδίκες παγκοσμίως, το 2017 ένας 47χρόνος άνδρας στην Ελβετία καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους με αναστολή, επειδή αφαίρεσε κρυφά το προφυλακτικό του κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης. Στη Γερμανία, το 2020, το πρωτόδικο δικαστήριο είχε απαλλάξει αρχικά έναν άντρα επειδή δεν θεώρησε τη συγκεκριμένη πράξη ως ποινικό αδίκημα. Τόσο ο εισαγγελέας όσο και η μηνύτρια όμως άσκησαν έφεση κατά της απόφασης, με αποτέλεσμα ο άντρας να υποχρεωθεί να λογοδοτήσει, χωρίς όμως να φυλακιστεί.
Η γνωμοδότηση του Αρείου Πάγου αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «η τέλεση γενετήσιας πράξεως χωρίς τη συναίνεση του παθόντος, αποτελεί μορφή του εγκλήματος του βιασμού, άνευ όμως της χρήσεως εξαναγκαστικών μέσων, ελλειπούσης πάντως της συναινέσεως του θύματος».
Ωστόσο, προστίθεται πως «όταν η σύμφωνη βούληση του παθόντος, αποκλείει την στοιχειοθέτηση της υποστάσεως του εγκλήματος, όπως συμβαίνει και στο βιασμό, δεν υπάρχει ούτε κατ’ αρχήν άδικη πράξη, τα δε ελαττώματα της βουλήσεως (π.χ. πλάνη, απάτη), είναι νομικώς αδιάφορα».
Ειδικότερα, στη γνωμοδότηση επισημαίνεται ότι «η παραπλάνηση- εξαπάτηση του ενός ερωτικού εταίρου από τον άλλον, σχετικά με την έκλειψη προφυλαγμένης συνουσίας, στη διάρκεια αυτής, συνιστά περίπτωση που ανατρέχει στο είδος και στην ένταση της ερωτικής πράξεως και η ποινική τιμώρηση της εναπόκειται στην αυτοτελή, ειδική και συγκεκριμένη θέσπιση-λειτουργία του ποινικού νομοθέτη».
Και για το λόγο αυτό καταλήγει: «Κατόπιν τούτων στο ερώτημά σας, παρέχω την απάντηση ότι το φαινόμενο που περιγράφεται στην αίτησή σας («stealthing» ή «stealth-breeding»), δεν εμπίπτει στην διάταξη του άρθρου 336 παρ. 4 ΠΚ ως αντικ. δι’ άρθ. 71 Ν. 4855/2021 και η κατάταξή του στον κατάλογο των ποινικώς κολαζομένων πράξεων, προϋποθέτει νομοθετική παρέμβαση».
Εύλογα λοιπόν συνάγεται ότι η μη συναινετική αφαίρεση του προφυλακτικού θα μπορούσε να υπαχθεί στο άρθρο 336 παράγραφος 4 του Ποινικού Κώδικα, ειδικά στις περιπτώσεις που η συναίνεση στη σεξουαλική πράξη έχει δοθεί ρητά και ανεπιφύλακτα επί τη βάση της χρήσεως προφυλακτικού και επομένως όταν αφαιρείται το προφυλακτικό, παύει να υπάρχει η απαιτούμενη συναίνεση στη σεξουαλική συνεύρεση. Ακόμα όμως και αν υπάρχουν αμφιβολίες ως προς το αν πρέπει το stealthing να χαρακτηριστεί βιασμός, θα πρέπει πάντα να συμφωνήσουμε ότι είναι ένα έγκλημα που στρέφεται κατά της γενετήσιας ελευθερίας και αξιοπρέπειας, ενδεχομένως και κατά άλλων έννομων αγαθών.
Θάνος Κάλλης
Δημοσιογράφος
Δικηγόρος-Ιστορικός