Οι κηφήνες των Βρυξελλών αφού διέλυσαν τν ευρωπαϊκή ενεργειακή βάση, κρατικοποιούν τώρα ενεργειακές εταιρείες είτε για να αποφύγουν το «λουκέτο», είτε για να αρπάξουν ρωσικές επενδύσεις φιλέτα, είτε για να συνεχίσουν οι κρατικοί κηφήνες τη ληστεία.
Υπό την πίεση της μειωμένης ροής ρωσικού φυσικού αερίου στα νοικοκυριά και τις παραγωγικές μονάδες (πολλές από τις οποίες αντιμετωπίζουν την προοπτική διακοπής της λειτουργίας εν όψει του αυξημένου ενεργειακού κόστους) σκάει η «φούσκα» στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας με την παράλογη σύνδεση των τιμών του φυσικού αερίου με τις τιμές της ηλεκτρική ενέργειας στο Χρηματιστήριο Ενέργειας του Άμστερνταμ.
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν ένα ακόμη σοβαρότερο σοκ στην προσφορά φυσικού αερίου και άλλων ενεργκειακών προϊόντων, οι κυβερνήσεις επιδίδονται σε ένα πρωτοφανές κύμα κρατικοποιήσεων καθώς πασχίζουν να αποτρέψουν την κατάρρευση της αγοράς και ένα ντόμινο το οποίο θα μοιάζει με αυτό που πυροδότησε η κατάρρευση της Lehman Brothers στον χρηματοοικονομικό κλάδο, το 2008, σύμφωνα με πολλούς αναλυτές της ενεργειακής αγοράς.
Οι κατασχέσεις ρωσικών περιουσιακών στοιχείων
Στη Γερμανία, η κυβέρνηση ανέλαβε τον έλεγχο της γερμανικής μονάδας της ρωσικής πετρελαϊκής Rosneft, ενώ σε προχωρημένο στάδιο βρίσκονται οι συνομιλίες για την κρατικοποίηση της Uniper και άλλων δύο εταιρειών εισαγωγής φυσικού αερίου.
Η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου και η μείωση των προμηθειών από τη Ρωσία επιβαρύνουν τις ευρωπαϊκές εταιρείες με ζημίες, και τις φέρνουν αντιμέτωπες με τα margin calls, που λέγεται ότι ξεπερνούν το 1,5 τρισ. δολάρια, με αποτέλεσμα οι κυβερνήσεις να έχουν ήδη ανακοινώσει μια σειρά από κρατικές διασώσεις και δάνεια στήριξης.
Ομως, τα μέτρα αυτά αποδεικνύονται ολόγιστα μπροστά στην έκταση της κρίσης, με τις κυβερνήσεις να βρίσκονται αντιμέτωπες με το ενδεχόμενο κατάρρευσης συστημικής σημασίας εταιρειών, χωρίς περαιτέρω κρατική στήριξη.
Rosneft: Παράνομες οι ενέργειες της γερμανικής κυβέρνησης – Θα ληφθούν δικαστικά μέτρα
Η απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης για την υπαγωγή σε κρατικό έλεγχο της Rosneft Deutschland, θυγατρικής του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού, προκάλεσε την έντονη αντίδραση του ομίλου Rosneft, που κατήγγειλε μια «παράνομη απόφαση» η οποία συνιστά «παραβίαση όλων των θεμελιωδών αρχών μιας οικονομίας της αγοράς».
Σε δελτίο Τύπου, ο ρωσικός όμιλος αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο προσφυγής στη δικαιοσύνη.
Η ρωσική εταιρεία δήλωσε ότι «θα εξετάσει όλα τα πιθανά μέτρα για την προστασία των μετόχων της, συμπεριλαμβανομένων των νομικών μέτρων»
Ωστόσο, εμφανίζεται έτοιμος να συζητήσει νέο συμβόλαιο της Rosneft Deutchland με τον διαχειριστή, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξουν εγγυήσεις όσον αφορά τις πληρωμές για την προμήθεια πετρελαίου, μεταδίδει το πρακτορείο Reuters.
Απροθυμία για συνεργασία – Τι προβλέπει ο νόμος για την ενεργειακή ασφάλεια
Σύμφωνα με το γερμανικό υπουργείο Οικονομίας, η απόφαση ελήφθη όταν διαπιστώθηκε ότι η συνέχιση της επιχειρηματικής λειτουργίας της εταιρίας κινδύνευε λόγω της μητρικής ρωσικής εταιρίας.
Κεντρικοί πάροχοι κρίσιμων υπηρεσιών, προμηθευτές, μεταφορείς, ασφαλιστικές εταιρίες, εταιρίες πληροφορικής, τράπεζες και πελάτες δεν ήταν πλέον πρόθυμοι να συνεργαστούν με τη Rosneft – ούτε με τα διυλιστήρια στα οποία κατείχε μετοχές.
Το νομικό πλαίσιο για την απόφαση της κυβέρνησης είναι το άρθρο 17 του Νόμου για την Ενεργειακή Ασφάλεια, σύμφωνα με το οποίο μια εταιρία η οποία λειτουργεί υποδομές ζωτικής σημασίας στον ενεργειακό τομέα μπορεί να τεθεί υπό κρατική κηδεμονία, εάν θεωρηθεί ότι υπάρχει συγκεκριμένος κίνδυνος ότι χωρίς αυτό δεν θα μπορέσει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, με τον κίνδυνο υποβάθμισης της ασφάλειας εφοδιασμού.
Συστημική κατάρρευση
Εάν δεν υπάρξει μεγαλύτερη κρατική στήριξη, τότε υφίσταται σοβαρός κίνδυνος κατάρρευσης για τους συστημικά μεγάλους παρόχους ενέργειας όχι μόνο της Γερμανίας αλλά και των υπόλοιπων χωρών.
Μια συντονισμένη απάντηση και για τους τρεις ομίλους σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα στην προσπάθεια της Ευρώπης να αντιμετωπίσει την ενεργειακή κρίση.
Εναλλακτικές πηγές προσφοράς
Με τον Nord Stream να παραμένει κλειστός, η Uniper πιέζεται να βρει εναλλακτικές πηγές προμήθειας, καθώς κάθε ημέρα που περνάει συσσωρεύει ζημίες 100 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της εταιρείας.
Αυτές οι τρεις εταιρείες αποτελούν βασικό πυλώνα της ενεργειακής υποδομής της Γερμανίας, μεταφέροντας φυσικό αέριο στους σταθμούς ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης, τροφοδοτώντας βιομηχανίες και νοικοκυριά.
Ερωτηθείς για τα σχέδια εθνικοποίησης, ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Robert Hableck δήλωσε: «Η κατάσταση είναι πολύ περίπλοκη, εργαζόμαστε με πολύ προσεκτικά βήματα».
Η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα ότι θα αυξήσει τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας εξαιτίας του υψηλού ενεργειακού κόστους.
Τα προβλήματα και ο κίνδυνοι με τις κρατικοποιήσεις
Εν τω μεταξύ, οποιαδήποτε συμφωνία ότι η Γερμανία θα πάρει τον έλεγχο της Uniper θα σήμαινε ότι η φινλανδική κρατική Fortum, η οποία είναι βαρική μέτοχος, θα ήθελε τα χρήματά της πίσω:α
«Είναι πολύ σαφές ότι η Φινλανδία δεν θα συμφωνήσει στο ενδεχόμενο ότι η Γερμανία να εθνικοποιήσει την Uniper χωρίς αποζημίωση», επισήμανε ο Υπουργός Ενεργειακών Πόρων της Φινλανδίας Tytti Tuppurainen.
«Επίσης υποστηρίζουμε ότι η χρηματοδότηση των 8 δισεκατομμυρίων ευρώ που παρέχεται από το Fortum στην Uniper θα είναι ακόμα διαθέσιμη σε εμάς».
Η κίνηση για πιθανή εθνικοποίηση δείχνει την προθυμία του Βερολίνου να παράσχει περαιτέρω υποστήριξη για να διασφαλίσει ότι καμία από αυτές τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας δεν θα αποτύχει να παραδώσει τις απαιτούμενες ποσότητες εν όψε του ψυχρού χειμώνα, η οποία θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια οικονομική κρίση που θα μπορούσε να πλήξει την Ευρώπη.
Οι αναλυτές των αγορών για τη Uniper
Οι αναλυτές της Wall Street για τις υποτιθέμενες συνομιλίες εξαγοράς, εστιάζοντας κυρίως στην Uniper (όπως επισημαίνεται σε δημοσίευμα του Bloomberg):
Ο αναλυτής της RBC, John Musk, δεν βλέπει το όφελος για την Uniper, ενώ βλέπει τη Fortum να επωφελείται, αλλά προσθέτει ότι η διοίκηση στη φινλανδική μητρική εταιρεία μπορεί να χρειαστεί να λογοδοτήσει για την «καταστροφική εξέλιξη της επένδυσης».
Μια συντονισμένη κυβερνητική απάντηση θα εθνικοποιούσε τις γερμανικές εισαγωγές ενέργειας και θα επέτρεπε τον έλεγχο σε μια περίοδο κρίσης, προσθέτει
Αναμένει από τη γερμανική κυβέρνηση να συνεχίσει στην ίδια κατεύθυνση
Ο Jens Zimmermann, αναλυτής μετοχών της Credit Suisse Wealth Management, λέει ότι οι μετοχές της Uniper πέφτουν «πιθανώς επειδή κανείς δεν ξέρει σε ποια τιμή θα εθνικοποιηθεί.
Η εθνικοποίηση δεν σημαίνει ότι πρέπει να πάνε στο μηδέν», λέει, αναφερόμενος στην EDF ως προηγούμενο παράδειγμα
Προσθέτει ότι τα σχέδια της Γερμανίας συνάδουν με την αξιολόγησή της από την αρχή ότι οι εταιρείες δεν ήταν απλώς «πολύ μεγάλες για να αποτύχουν», αλλά μάλλον «πολύ σημαντικές για να αποτύχουν».
Η Ipek Ozkardeskaya, ανώτερη αναλυτής στο Swissquote, λέει ότι «είναι λογικό να αναλάβει η κυβέρνηση τα ηνία» δεδομένου του πόσα χρήματα χρειάζονται για να κρατήσει στη ζωή τις εταιρείες.
Αναρωτιέται επίσης εάν εταιρείες όπως η Uniper θα μπορούσαν ποτέ να πληρώσουν μερίσματα ή να αποζημιώσουν την κυβέρνηση για το χρέος τους.
Τα futures του δείκτη αναφοράς φυσικού αερίου της ΕΕ διαπραγματεύονται στο επίπεδο των 206 ευρώ ανά Mw/h.