Το 2032 θα πρέπει να πληρώσει τόκους 25 δισ. ευρώ»!
Η γερμανική Handelsblatt με άρθρο του Γκερτ Χόλερ προειδοποιεί ότι το 2024 θα μπορούσε να αποτελέσει σημείο καμπής για την ελληνική οικονομία, λόγω του ελληνικού χρέους που έχει εκτιναχθεί σε απόλυτα μεγέθη και του γεωπολιτικού ρίσκου που αυξάνεται λόγω των πολέμων σε Ουκρανία και Ισραήλ.
Μάλιστα όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο μόνος λόγος για τον οποίο το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο είναι γιατί μέχρι το 2032 η χώρα δεν θα χρειαστεί να καταβάλει τόκους για τα δάνεια του EFSF.
Τότε οι τόκοι θα έχουν φτάσει τα… 25 δισ. ευρώ και θα γίνου απαιτητοί!
Αυτό που αποκαλύπτει η εφημερίδα και στην Ελλάδα φαίνεται πως όλοι έχουν ξεχάσει είναι πως οι συνέπειες των μνημονίων θα δεσμεύουν την Ελλάδα για πολλές δεκαετίες.
Ειδικότερα, όπως επισημαίνει η εφημερίδα:«Πριν από οκτώ χρόνια, η Ελλάδα βρισκόταν στο χείλος της χρεοκοπίας.
Πλέον, η πρώην υποψήφια για πτώχευση χώρα φαίνεται να έχει επιστρέψει στην κανονικότητα, με την ανάκτηση και της επενδυτικής βαθμίδας – και αυτή είναι μια αξιοσημείωτη επιστροφή.
Όμως οι πολιτικοί στην Αθήνα δεν πρέπει να επαναπαυτούν στις δάφνες τους. Η χώρα εξακολουθεί να βαρύνεται τρομακτικά από την κληρονομιά των χρόνων της κρίσης.
Το μεγαλύτερο βάρος είναι το τεράστιο βουνό του χρέους, που αντιπροσωπεύει 1,6 φορές του φετινού ΑΕΠ
Βέβαια, το χρέος θεωρείται βιώσιμο επειδή πάνω από το 70% των υποχρεώσεων βαρύνουν δημόσιους πιστωτές όπως τα ταμεία διάσωσης του ευρώ, ESM και EFSF.
Οι όροι του δανείου είναι μεγάλοι και τα επιτόκια εξυπηρέτησης χαμηλά.
Η χώρα μέχρι στιγμής δεν έχει καταβάλει καθόλου τόκους για τα δάνεια του EFSF, συνολικού ύψους 97 δισεκατομμυρίων ευρώ, από το 2013.
Η εξυπηρέτησή τους έχει λάβει αναστολή μέχρι το τέλος του 2032.
Αλλά τότε οι Έλληνες μπορεί να υποστούν ξανά ένα απότομο και άγριο ξύπνημα.
Οι πληρωμές τόκων που θα έχουν προκύψει μέχρι τότε θα ανέρχονται σε περίπου 25 δισ. ευρώ!
Όταν ληφθούν υπόψη στις αρχές του 2033, ο δείκτης χρέους της Ελλάδας είναι πιθανό να αυξηθεί ξαφνικά κατά οκτώ έως δέκα ποσοστιαίες μονάδες.
Η ανάγκη για αναχρηματοδότηση θα αυξηθεί αναλόγως.
Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι οι δανειστές θα δίνουν στην Αθήνα συνεχώς νέες αναβολές. Αυτό είναι δυνατό.
Αλλά, Έλληνες, δεν πρέπει να βασίζεστε σε αυτό, γιατί κανείς δεν ξέρει πώς θα είναι η πολιτική ισορροπία δυνάμεων στο Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών των χωρών του ευρώ σε οκτώ χρόνια».
Σύμφωνα με τη Handelsblatt, προκειμένου να μετριαστεί το επικείμενο σοκ επιτοκίων, η Ελλάδα θα πρέπει να μειώσει το χρέος της το συντομότερο δυνατό τα επόμενα χρόνια.
Προϋπόθεση για αυτό είναι μια συνετή δημοσιονομική πολιτική που θα επιτρέπει δημοσιονομικά πλεονάσματα και επενδύσεις που προάγουν τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.
«Κατά μέσο όρο στην ΕΕ, οι επενδύσεις αντιπροσωπεύουν το 23% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Στην Ελλάδα είναι μόλις 14%».
Για να καλύψει το χάσμα, η κυβέρνηση στην Αθήνα πρέπει να εφαρμόσει περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, ιδίως στην εκπαίδευση, τη δημόσια διοίκηση και το δικαστικό σύστημα.
Οι επενδυτές χρειάζονται εξειδικευμένους υπαλλήλους, μη περίπλοκες και χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες έγκρισης και εγγυήσεις ασφαλείας σε ό,τι αφορά την απονομή δικαιοσύνης καταλήγει η εφημερίδα.