Στον απόηχο μιας πρώτης πολιτικής παρουσίας στην Πτολεμαΐδα
Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ πραγματοποίησε μια δημόσια εκδήλωση στην Πτολεμαΐδα την (προηγούμενη) Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου στο χώρο του καφέ Splendor, στο κέντρο της πόλης. Κεντρικός εισηγητής ήταν ο επικεφαλής του κόμματος Γρηγόρης Ζαρωτιάδης, καθηγητής Οικονομικών και κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Από την συζήτηση που ακολούθησε έγινε σαφής η αγωνία των πολιτών της Πτολεμαΐδας, αλλά εικάζω ότι αντίστοιχη θα είναι και σε άλλα μέρη της Δυτικής Μακεδονίας, για το μέλλον του τόπου τους.
Δε θα υπεισέλθω στο περιεχόμενο της εισήγησης, ούτε και σε εκείνο της συζήτησης. Δεν είναι το θέμα μου, αλλά αποτελεί τη βάση επί της οποίας κινήθηκαν κάποιοι προβληματισμοί μου και επεξεργασίες μου για την ανάδειξη μιας άλλης προοπτικής για την περιοχή στη “μεταλιγνιτική εποχή”, η οποία συντελείται εσπευσμένα, πρόχειρα και με τη σχετική δομική βία εις βάρος των ανθρώπων της περιοχής, αλλά και την παντελή έλλειψη σχεδίου για την επόμενη ημέρα. Δεν αιτιολογώ αυτή κριτική μου, διότι κρίνω πιο σημαντικό να παραθέσω αμέσως τέσσερα σημεία στρατηγικής φύσεως για ένα ικανοποιητικό μέλλον της περιοχής, η οποία μακροπροθέσμως θα βρεθεί αντιμέτωπη με καταστάσεις πλήρους παραγωγικής αποψίλωσης, δημογραφικής απομείωσης και ραγδαίας απαξίωσης περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών.
Στην παρέμβασή μου στη συζήτηση στην Πτολεμαΐδα ανέφερα ως στρατηγικό σημείο για τον αναπροσανατολισμό της περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας τη σιδηροδρομική σύνδεση με την Αλβανία. Ήδη έχει αποφασιστεί, αλλά η Αθήνα και η συγκεκριμένη κυβέρνηση έχουν “θάψει” κυριολεκτικά αυτή τη σημαντική προοπτική. Η σιδηροδρομική σύνδεση με την Αλβανία (Τίρανα), την Θεσσαλία, αργότερα και την Ήπειρο, αλλά και η συνακόλουθη πύκνωση των σιδηροδρομικών διασυνδέσεων με τα αστικά κέντρα της περιοχής και έξω από αυτήν, επείγει να συμπεριληφθεί στην ατζέντα της συζήτησης για την ανασυγκρότηση της περιοχής μετά το πλήγμα της απολιγνητοποίησης.
Δυστυχώς η σύνδεση αυτή αν και έχει ήδη αποφασιστεί (η συζήτηση άρχισε κατά τη διάρκεια του… μακρινού 2008 και κατέληξε πριν λίγα χρόνια) αποσιωπάται συστηματικά από τα αρμόδια υπουργεία και την κυβέρνηση. Κάποιοι δε θέλουν να βρίσκεται το ζήτημα στην επικαιρότητα και να αποτελεί σημείο αναφοράς για το αύριο της Δυτικής Μακεδονίας.
Δε νομίζω ότι χρειάζεται κάποιος να επιχειρηματολογήσει για τη μακροπολιτική και μακροοικονομική σημασία ενός τέτοιου έργου υποδομής για τις περιφέρειες της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας και για την περιφέρεια Θεσσαλίας. Στην παρούσα συγκυρία η συζήτηση για αυτή την προοπτική σιδηροδρομικής σύνδεσης θα αναπτερώσει το ηθικό των παραγωγικών και κοινωνικών φορέων και των πολιτών της περιοχής, διότι μεμιάς θα παραμεριστεί η εικόνα της παραμελημένης απόμερης γωνιάς της ελληνικής επικράτειας από την εικόνα ενός πολλά υποσχόμενου μελλοντικού κέντρου μιας ευρύτερης περιοχής. Και τέτοια είναι η περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας.
Η κυβέρνηση σιωπά, το ίδιο και τα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης, συγκεντρωτικά και χωρίς όραμα, απεχθάνονται είτε εσκεμμένα είτε από άγνοια και ιδεοληψία κάθε τι που φέρνει στο προσκήνιο την ανάγκη μιας πολιτικής ανασυγκρότησης της ελληνικής περιφέρειας. Και οι τοπικοί παράγοντες δεν τολμούν να εναντιωθούν στους κομματικούς μηχανισμούς της Αθήνας, διότι τα κόμματα δε λειτουργούν δημοκρατικά και κανείς δε θέλει να διακινδυνεύσει την πολιτική περιθωριοποίησή του και να υποστεί τις συνέπειές της. Η κατάσταση επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, ενδημεί στο δημόσιο βίο η αμηχανία και η αδιαφορία. Ό,τι καλύτερο για τα κέντρα των αποφάσεων, όταν θέλουν να αποσιωπήσουν κάτι ή να το θέσουν στο περιθώριο της δημόσιας συζήτησης. Αλλά η συζήτηση σε αυτή τη φάση του μακροπολιτικού στόχου της σιδηροδρομικής σύνδεσης των Τιράνων με την Θεσσαλονίκη και τη Θεσσαλία μέσω Δυτικής Μακεδονίας θα λειτουργήσει “καταπραϋντικά» και θα τονώσει το ηθικό των πολιτών της περιοχής.
Έτσι, όταν και εφόσον “ενθυμηθεί” ο πρωθυπουργός τη χειμαζόμενη περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας και κάνει στους πολίτες της τη “χάρη” να επισκεφτεί τον τόπο τους, θα πρέπει όλοι οι τοπικοί φορείς, από τις παραγωγικές τάξεις έως τους πολιτιστικούς συλλόγους, από τις κομματικές οργανώσεις έως τους αθλητικούς συλλόγους να θέσουν σε πρώτη προτεραιότητα το συγκεκριμένο αίτημα στρατηγικού προσανατολισμού της περιοχής. Πρόκειται για ένα έργο αιώνα για την περιοχή με αφάνταστες θετικές συνέπειες στην τοπική οικονομία και κοινωνία. Η κυβέρνηση πρέπει να υποχρεωθεί να επιταχύνει τις διαδικασίες για την υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου. Ας δείξει την ανάλογη ζέση με εκείνη που έδειξε στην βεβιασμένη και πρόχειρη προώθηση της διαδικασίας απολιγνητοποίησης.
Το μέλλον της περιοχής φαντάζει ζοφερό. Και θα είναι όντως αν δεν υπάρξουν στρατηγικές επιλογές που θα κρατήσουν την περιοχή “όρθια”. Κάτι τέτοιο δε διαφαίνεται από την πλευρά της κυβέρνησης, η οποία ψελλίζει κατά καιρούς διάφορα περίεργα για “οριζόντια μέτρα”, ενώ προσφάτως επιχείρησε να λειάνει επικοινωνιακώς την κατάσταση “υφυπουργοποιώντας” έναν βουλευτή της περιοχής. Πρακτική που ακολούθησε και σε άλλες “επίφοβες” πλέον από εκλογική σκοπιά περιοχές, όπως π.χ. η Εύβοια. Η δεύτερη στρατηγική επιλογή για την περιοχή, η οποία φαίνεται και πιο “απτή” και “κοντινή” είναι εκείνη της εγκατάστασης μιας μονάδας της γερμανικής εταιρίας παραγωγής ηλεκτρικών αυτοκινήτων e.Go, που εδρεύει στο Άαχεν.
Η κυβέρνηση συμφώνησε σε πρώτη φάση με τους ιθύνοντες της γερμανικής εταιρίας: δε θα υπεισέλθω στα “τι και πως” και στις προϋποθέσεις αυτής της επένδυσης, αλλά θεωρώ ότι η Δυτική Μακεδονία δικαιούται να είναι ο τόπος όπου θα πρέπει να κατευθυνθεί η συγκεκριμένη επένδυση, αν και όταν γίνει. Στην Βουλγαρία, όπου και εκεί θα λειτουργήσει μονάδα της συγκεκριμένης επιχείρησης, έχει ανακοινωθεί η περιοχή της εγκατάστασής της. Σε αντίθεση με τη Βουλγαρία στην περίπτωση της κατασκευής εργοστασίου στην Ελλάδα δεν γνωρίζουμε ακόμη τον τόπο εγκατάστασης της μονάδας.
Ο πρωθυπουργός, ο οποίος αρέσκεται να “δεσμεύεται” για ψύλλου πήδημα, θα πρέπει να δεσμευτεί ότι η μονάδα αυτή, αν η επένδυση ολοκληρωθεί όπως συμφωνήθηκε, θα πρέπει να εγκατασταθεί στην ευρύτερη περιοχή της Πτολεμαΐδας. Από την άλλη η τοπική κοινωνία θα πρέπει να ακολουθήσει πρακτικές συστηματικού lobbying, αλλά και φέροντας διαρκώς το ζήτημα στη δημοσιότητα, για να μην καταλήξει στο τέλος και αυτή η επένδυση σε κάποια άλλη περιοχή με μικροπολιτικά και ψηφοθηρικά κριτήρια. Η τοπική κοινωνία της Δυτικής Μακεδονίας δεν πρέπει να αφήσει αυτή την προοπτική σύνδεσης της περιοχής με τις νέες τεχνολογίες στην ηλεκτροκίνηση να χαθεί.
Το τρίτο στοιχείο στρατηγικού ενδιαφέροντος για την περιοχή είναι το πανεπιστήμιο της Δυτικής Μακεδονίας. Η αναβάθμισή του, η “εξειδίκευσή” του σε ορισμένα και διακριτά αντικείμενα με υψηλή “προστιθέμενη” αξία στο χώρο της γνώσης θα μπορούσε να δώσει ώθηση σε μια οικονομική και πολιτιστική άνθιση της περιοχής. Δε θα επεκταθώ σε αυτό το σημείο, διότι αποτελεί μέρος της γενικότερης κατεύθυνσης που θέλει να δώσει η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ στο ζήτημα της σύνδεσης των επιστημών με τις τοπικές κοινωνίας και την οικονομία της χώρας. Σημειώνω μόνο ότι και στη Δυτική Μακεδονία ένας διακριτός και στοχευμένος προσανατολισμός σε συγκεκριμένα πεδία της επιστημονικής γνώσης θα μπορούσε σε βάθος δεκαετίας να συμβάλλει στη δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας.
Το τέταρτο στοιχείο στρατηγικού ενδιαφέροντος συνδέεται μεν έμμεσα αλλά καθοριστικά με το μέλλον της περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας. Σε περιπτώσεις καταρρεύσεων περιοχών δεν είναι τα μέτρα “ενέσεις” που αποκαθιστούν μακροπρόθεσμα τις απώλειες από τις αναδιαρθρώσεις στο χώρο της παραγωγής, αλλά η ύπαρξη κοντά σε αυτές τις περιοχές ενός πλέγματος αστικών “επισυγκεντρώσεων” (agglomerations) με μεγάλη οικονομική ισχύ και δραστηριότητα. Στην περίπτωση της Δυτικής Μακεδονίας ως υποψήφια έρχεται η περιοχή της Θεσσαλονίκης και της Κεντρικής Μακεδονίας, αλλά και εδώ τα πράγματα είναι κάτι παραπάνω από άσχημα, διότι η συγκεκριμένη περιοχή υποβαθμίζεται συνεχώς. Έτσι η επικείμενη αποδιάρθρωση της Δυτικής Μακεδονίας δε θα συγκρατηθεί από την ύπαρξη μιας κοντινής ισχυρής αστικής “επισυγκέντρωσης”. Η αδυναμία της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης θα επιταχύνει ακόμη περισσότερο τις διαδικασίες αποδυνάμωσης της Δυτικής Μακεδονίας. Η συνεχιζόμενη οικονομική αποδυνάμωση των λαϊκών στρωμάτων της Θεσσαλονίκης δε θα αφήσει π.χ. θετικό αποτύπωμα στον (εσωτερικό) τουρισμό της Δυτικής Μακεδονίας. Δυστυχώς και η Θεσσαλονίκη απουσιάζει από κάποιον κεντρικό σχεδιασμό και στην πόλη δε δίδεται κάποιος προσανατολισμός στο πλαίσιο ενός ευρύτερου μακροϊστορικού και μακροπολιτικού σχεδίου. Μέρος ενός τέτοιου σχεδίου θα μπορούσε να είναι και η “προγραμματισμένη” σιδηροδρομική σύνδεση της πόλης με τα Τίρανα μέσω της Δυτικής Μακεδονίας.
Αλλά η κυβέρνηση κωλυσιεργεί και τα υπόλοιπα κόμματα εγκλωβισμένα στον επαρχιωτισμό του αθηναϊκού κέντρου αγνοούν τι ακριβώς σημαίνει περιφερειακή και διασυνοριακή ανάπτυξη…
Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι μέλος του Ε.Γ. της ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣ (www.sopro.gr)