Πριν κάποια χρόνια, ακόμη και ο πιο ευφάνταστος δεν θα μπορούσε να πιστέψει ότι μια ελληνική εταιρία θα μπορούσε να σταθεί απέναντι στις δύο πολυεθνικές του κλάδου των αναψυκτικών: την Coca Cola και την Pepsi Cola. Και, όμως, η Green Cola, η ελληνική cola από την ακριτική Ορεστιάδα , με εμφιαλωτήρια στην Γερμανία και στην Ισπανία, με διανομή στην Μεγάλη Βρετανία από μεγάλη αξιόπιστη αλυσίδα διανομής υγιεινών προϊόντων και εξαγόμενη απ΄ ευθείας από το εργοστάσιο του Έβρου στη Σαουδική Αραβία, με την προοπτική της εμφιάλωσής της στο μέλλον και στην αραβική χερσόνησο, αποτελεί σήμερα έναν εξελισσόμενο ανταγωνιστή των δύο παγκόσμιων κολοσσών. Τα σημεία των καιρών είναι ευνοϊκά και η – κατά τους Άγγλους – “πιο υγιεινή Green Cola”, εξελίσσεται σε ιδανικό αναψυκτικό για όσους προσέχουν την υγεία και την ευεξία τους, εφόσον η μεγάλη ποσότητα ζάχαρης που περιέχουν οι άλλοι τύποι cola –ένα αλουμινένιο κουτάκι Coca Cola υπολογίζεται ότι περιέχει επτά κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη– τις καθιστούν απαγορευτικές για τους σύγχρονους καταναλωτές, εφόσον θεωρούνται υπαίτιοι για την παχυσαρκία παιδιών και ενηλίκων ή την καταστροφή των οδόντων από την τερηδόνα.
Στην ελληνική αγορά η Green Cola κυριαρχεί απολύτως στα αναψυκτικά με στέβια, το αντίστοιχο προϊόν που λάνσαρε πριν έναν χρόνο η αμερικανική πολυεθνική, η Coca Cola με στέβια αποδείχτηκε μια αποτυχία, εφόσον οι πωλήσεις της κυμάνθηκαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα και έγιναν, κυρίως, εις βάρος των άλλων αναψυκτικών της Coca Cola. Συνέβη αυτό που προβλέψαμε πέρυσι, με την αναγγελία της κυκλοφορίας του συγκεκριμένου αναψυκτικού, ότι δηλαδή ο μόνος στόχος του ήταν να περιορίσει την αλματώδη ανάπτυξη της Green Cola. [Βλ. το άρθρο στο Διαδίκτυο: Όμηρος Ταχμαζίδης, H Coca Cola και ο “οικονομικός δολοφόνος” της]. Η συνέχιση, ωστόσο, της ανοδικής πορείας των πωλήσεων της Green Cola, παρά την εμφάνιση του νέου προϊόντος και παρά τα υψηλά ποσά που διέθεσε για διαφήμιση το προηγούμενο έτος η Coca Cola, δείχνουν ότι το ελληνικό αναψυκτικό από την Ορεστιάδα εξελίσσεται σε success story στην ελληνική αγορά και εθνικό success story στην παγκόσμια αγορά αναψυκτικών.
Αλλά δεν είναι μόνο η Green Cola, η οποία απειλεί την Coca Cola και την υπό κατάρρευση στην ελληνική αγορά Pepsi Cola, αλλά και άλλες ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν επενδύσει σε πιο υγιεινά αναψυκτικά. Η ΕΨΑ από τον Βόλο, με χαμηλά, αλλά σε κάθε περίπτωση σταθερά μερίδια αγοράς, ιδιαίτερα σε κάποιες περιοχές της χώρας, παρουσίασε πρώτη αναψυκτικά που χρησιμοποιούσαν ως γλυκαντικό στέβια. Στην κατεύθυνση της ενίσχυσης αυτής της τάσης προς τα υγιεινά αναψυκτικά κινείται δυναμικά και η εταιρία Λουξ από την Πάτρα με μια ευρεία γκάμα προϊόντων υπό την επωνυμία plus ΄n΄ light. Η πατρινή εταιρία έχει ξεφύγει προ πολλού από το στενό γεωγραφικό χώρο της Πελοποννήσου και γενικώς της Νοτίου Ελλάδος, έχει κάνει δυναμικά αισθητή την παρουσία της στην Θεσσαλονίκη και σε άλλες περιοχές της μακεδονικής ενδοχώρας και δεν είναι τυχαίο ότι βρίσκεται στη δεύτερη θέση στη ελληνική αγορά μετά την Coca Cola, υποσκελίζοντας τα προηγούμενα χρόνια την Pepsi Cola. Σε ορισμένες περιοχές της χώρας, κάποιες κατηγορίες των αναψυκτικών της βρίσκονται πιο πάνω από τα αντίστοιχα της αμερικανικής πολυεθνικής.
Ο ανταγωνισμός εντείνεται καθημερινά μέσα στο γενικότερο κλίμα κοινωνικής και οικονομικής ρευστότητας και κάτω από τις πιέσεις που προκαλούν οι αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες των πολιτών. Και φαίνεται τόσο από την εκτόξευση των διαφημιστικών δαπανών της Coca Cola, η οποία προσπαθεί να εμποδίσει τη συνεχιζόμενη κατρακύλα των μεριδίων της στην αγορά των αναψυκτικών και χυμών και να περισώσει συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές της χώρας από την επέλαση των προϊόντων των ελληνικών εταιριών του κλάδου. Κυρίως στις τουριστικές περιοχές (νησιά και διάφορες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας), όπου αυξάνεται το καλοκαίρι η κατανάλωση λόγω τουρισμού. Υπάρχουν, πλέον, πολλές περιοχές, όπου η Coca Cola έρχεται δεύτερη ακόμη και τρίτη σε μερίδια αγοράς συγκεκριμένων αναψυκτικών, εφόσον ορισμένα προϊόντα της, όπως η Fanta και το Sprite, υποχωρούν διαρκώς στις προτιμήσεις των καταναλωτών. Η τάση αυτή δεν έχει σταματήσει και συνεχίζεται, ενώ η αμερικανική εταιρία τρέχει να περισώσει και το βασικό της προϊόν, την Coca Cola, η οποία αρχίζει να περιορίζεται σε συγκεκριμένους χώρους πωλήσεων, γυράδικα και περίπτερα και αυτό λόγω των γνωστών εκβιαστικών και παράνομων πρακτικών της με τα ψυγεία που χορηγεί στους καταστηματάρχες με χρησιδάνειο.
Οι δυσκολίες της αμερικανικής πολυεθνικής φανερώνονται και από την σφοδρότητα και τις μεθοδεύσεις που ακολουθεί στην προσπάθειά της να ποινικοποιήσει και να δυσφημίσει τον αγώνα των απεργών της Θεσσαλονίκης. Συγχρόνως συνεχίζει να δαπανά τεράστια κονδύλια στις χορηγίες και να “κινητοποιεί” διάφορους μηχανισμούς για να ελέγξει την πληροφόρηση γύρω από τον αγώνα των απεργών και τα αιτήματά τους. Αλλά τα συνθήματα “Ούτε γουλιά Coca Cola” και “Κόκκινη κάρτα στην Coca Cola” συνεχίζουν να ηχούν στα αυτιά των καταναλωτών και να επηρεάζουν τις καταναλωτικές συμπεριφορές τους.
Στη σκιά αυτής της διαμάχης απεργών και αμερικανικής πολυεθνικής εκκολάφθηκε και το success story της Green Cola. Όταν ξεκίνησε το μποϊκοτάζ στην Coca Cola και όταν άρχισαν οι απεργοί να μοιράζουν τα πρώτα φυλλάδια έξω από τα σούπερ μάρκετ της Θεσσαλονίκης, με τα οποία καλούσαν τους καταναλωτές να μποϊκοτάρουν τα προϊόντα της αμερικανικής εταιρίας, η Green Cola, όχι μόνο ήταν άγνωστη σε όλους τους Έλληνες και όλες τις Ελληνίδες, αλλά το συγκεκριμένο επιχειρηματικό εγχείρημα της Ορεστιάδας ευρισκόταν σε αδιέξοδο. Εμφανίστηκε το σύνθημα “Ούτε γουλιά Coca Cola” και έδωσε την πρώτη μεγάλη ώθηση στο μεγαλύτερο success story της ελληνικής οικονομίας των τελευταίων ετών.
Υ.Γ.: H Coca Cola και η Pepsi Cola απασχολούσαν -συνολικώς- πριν την κρίση και το κλείσιμο των εργοστασίων τους στην Ελλάδα, σχεδόν το 70% των εργαζόμενων στον κλάδο των αναψυκτικών και των χυμών, τώρα τα ποσοστά αυτά έχουν αντιστραφεί πλήρως και η Coca Cola – η Pepsi Cola δε διαθέτει κανένα εργοστάσιο στην Ελλάδα και ας κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά τις συσκευασίες των χυμών “Ηβη” με σήμα την ελληνική σημαία, για να παραπλανεί τους καταναλωτές– απασχολεί ένα ποσοστό εργαζομένων πολύ πιο κάτω από το 20% στο συγκεκριμένο κλάδο. Και αυτό διατηρείται χάρη στις απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων της Θεσσαλονίκης, διότι το σχέδιο της αμερικανικής πολυεθνικής ήταν εξ αρχής να μεταφερθεί ο όγκος της παραγωγής εκτός Ελλάδος. [Βλ. σχετικώς το άρθρο: Όμηρος Ταχμαζίδης, Έτσι ύπουλα φεύγει η Coca Cola στην Βουλγαρία]
Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι μέλος του Ε.Γ. της “Σοσιαλιστικής Προοπτικής”