H 3η αξιολόγηση έκλεισε άρον άρον. Είναι η ώρα της λαϊκής απάντησης!

1513
ιδιωτικοποιήσεις

Ο στόχος που εδώ και καιρό έθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η όσο το δυνατόν μικρότερη συρρίκνωση του, ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής που άσκησε και των μεταλλάξεων του σε μνημονιακό αντιλαϊκό κόμμα και η παρουσία του στην πολιτική σκηνή ως ο δεύτερος πόλος του δικομματισμού μαζί με τη ΝΔ. Αυτή την προσπάθεια είναι γεγονός ότι την υπηρετεί με συνέπεια και θα την υπηρετεί ως τις ερχόμενες εκλογές και όχι μόνο.
Οι βασικοί άξονες του πολιτικού λόγου και της δράσης του είναι: “Η χώρα τον Αύγουστο του 2018 βγαίνει από τα μνημόνια, απαλλάσσεται από την επιτροπεία, διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για ισχυρή και δίκαιη ανάπτυξη στη χώρα προς όφελος όλου του λαού, εφαρμόζεται δίκαιη και φιλολαϊκή πολιτική όσο είναι δυνατόν στις σημερινές συνθήκες ενισχύοντας τους πλέον αδύναμους, δείγμα του φιλολαϊκού αριστερού χαρακτήρα του. Αποτέλεσμα όλης της προσπάθειας του περασμένου διαστήματος θα είναι η χώρα να γυρίσει οριστικά σελίδα, θα ξημερώσει για όλους μια καλύτερη μέρα”.
Υπηρετώντας με συνέπεια αυτούς τους στόχους, η κυβέρνηση πέτυχε να κλίσει άρον άρον την 3η αξιολόγηση, λέγοντας ουσιαστικά “ναι” σε ό,τι ζήτησε η τρόικα και λειτουργώντας όπως όλες οι προηγούμενες μνημονιακές κυβέρνησης τις οποίες κατηγορούσε και κατηγορεί για απόλυτη υποταγή στους δανειστές. Δεν ήταν ώρα να δυσαρεστήσει τους θεσμούς και να απειληθεί η αποδοχή και η στήριξη την οποία απολαμβάνει από την πλευρά τους. Εξάλλου, έχει κάνει τόσα, έχει πάρει επώδυνα μέτρα, απέσπασε υπέρογκα πλεονάσματα από τα ισχνά λαϊκά εισοδήματα, έδωσε ουσιαστικά χτυπήματα στο εργατικό κίνημα κ.λπ. και φαίνεται ότι για την ώρα όλα αυτά ικανοποιούν τους θεσμούς.
Θριαμβολογεί η κυβέρνηση ότι η 3η αξιολόγηση δεν έφερε νέα μέτρα, πράγμα που δεν είναι αλήθεια, παρότι όλα όσα μέτρα δέχτηκε συμφώνησε και εφαρμόζει με το 3ο μνημόνιο και τις προηγούμενες αξιολογήσεις φτάνουν και περισσεύουν, τουλάχιστο μέχρι στιγμής. Σημειώνουμε ορισμένα από όλα όσα έχουν μπροστά τους τα επόμενα χρόνια οι εργαζόμενοι και επιβλήθηκαν από τη σημερινή κυβέρνηση:
Από 1/1/2019 θα ληφθούν μέτρα 2 δισεκατομμυρίων ευρώ που θα πλήξουν το σύνολο των συνταξιούχων. Σε αυτά περιλαμβάνονται η κατάργηση του ΕΚΑΣ, ο επανυπολογισμός των συντάξεων και η ουσιαστική κατάργηση της προσωπικής διαφοράς.
Η επιχείρηση καταπολέμησης της φοροδιαφυγής που βρίσκεται σε εξέλιξη και προωθείται με επιχειρήματα για “καταπολέμηση της διαφθοράς”, “να πληρώσουν οι μπαταχτσήδες”, “επιβολή φορολογικής δικαιοσύνης”, πλήττει τους φτωχότερους και τους μικρούς, ενώ η φοροασυλία και οι απαλλαγές για το μεγάλο κεφάλαιο βγάζουν μάτι. Το εφοπλιστικό κεφάλαιο έχει απαλλαγεί πλήρως από τη φορολογία, ενώ τα μονοπωλιακά συγκροτήματα που ελέγχουν το μεγαλύτερο κομμάτι της οικονομίας συνεισφέρουν λιγότερο από 5% του κρατικού προϋπολογισμού.
Απ’ ό,τι γράφεται η κυβέρνηση συμφώνησε να μειωθεί το αφορολόγητο από το 2020 και αν απειληθεί η δημιουργία πλεονάσματος 3,5% να εφαρμοστεί από το 2019.
Δεδομένη είναι η επιτάχυνση των πλειστηριασμών μέσα στους οποίους περιλαμβάνονται και πλειστηριασμοί λαϊκών κατοικιών προς χάριν των τραπεζών. Θα διενεργούνται πλειστηριασμοί στα ειρηνοδικεία καθώς και ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, ενώ η απόφαση της κυβέρνησης να στείλει τα ΜΑΤ να ρίξουν δακρυγόνα μέσα στο ειρηνοδικείο της Αθήνας εναντίον των διαμαρτυρομένων πολιτών και των αγωνιστών του κινήματος κατά των πλειστηριασμών υπογραμμίζει την αποφασιστικότητα της για την εφαρμογή του μέτρου.
Αποφασίστηκε η περικοπή των κοινωνικών επιδομάτων από το 2018 και η ιδιωτικοποίηση σημαντικών μονάδων παραγωγής της ΔΕΗ.
Δεν έμεινε εκτός ούτε το συνδικαλιστικό κίνημα. Συμφωνήθηκε με τους θεσμούς και προωθείται στη βουλή για νομοθέτηση η κήρυξη απεργίας από τα πρωτοβάθμια σωματεία να νομιμοποιείται μόνο αν ψηφιστεί από το 50% +1 των εγγεγραμμένων μελών του σωματείου χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν η συμμετοχή στη γενική συνέλευση και το ποσοστό ψήφισης της.
Με αυτά τα δεδομένα σε πολύ λίγες περιπτώσεις θα διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για απεργιακή κινητοποίηση και ουσιαστικά η απεργία τίθεται υπό απαγόρευση. Είναι εξαιρετικά δύσκολο ως αδύνατο για την πλειοψηφία των πρωτοβάθμιων σωματείων να επιτευχθεί τόσο μεγάλη συμμετοχή στη γενική συνέλευση, ώστε η απόφαση να είναι σύμφωνη με το νόμο. Το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι η διάταξη αυτή αφορά μόνο τα πρωτοβάθμια σωματεία και καθόλου δεν αφορά και δεν θίγει τα δευτεροβάθμια και ακόμη περισσότερο τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ είναι προκλητικό. Η κυβέρνηση και οι επιχειρηματίες δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από τις ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Οι ηγεσίες αυτές είτε παρακολουθούν αμέτοχες την επίθεση εναντίον των εργαζομένων, είτε προκηρύσσουν κάποια απεργία τις πιο πολλές φορές κατόπιν εορτής, χωρίς να παίρνουν ουσιαστικά μέτρα για την επιτυχία της. Η προοπτική δραστηριοποίησης των εργαζομένων και ανάκαμψης των αγώνων και του συνδικαλιστικού κινήματος μόνο μέσα από τα πρωτοβάθμια σωματεία και τη δραστηριότητα στη βάση, στους χώρους δουλειάς μπορεί να προέλθει και αυτό θέλει η κυβέρνηση, οι επιχειρηματίες και η τρόικα να εμποδίσουν με την ουσιαστική απαγόρευση της απεργίας και τη θεσμοθέτηση συστήματος που θα ελέγχει την αντιπροσωπευτικότητα των σωματείων.
Αυτά είναι τα δεδομένα για την «επόμενη ημέρα». Η λιτότητα και τα αντιλαϊκά μέτρα συνεχίζονται με αμείωτους ρυθμούς και η επιτήρηση από την ΕΕ θα συνεχιστεί επίσης για πολλές δεκαετίες, έστω χωρίς την ύπαρξη τρόικας αλλά μέσω των μηχανισμών που η ΕΕ έχει διαμορφώσει.
Ενώ αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση σε μια πρωτοφανή προσπάθεια παραπλάνησης και αποπροσανατολισμού του λαού, εντείνοντας την όξυνση και την πόλωση, φέρνουν στην επικαιρότητα και τη δημόσια συζήτηση και συγκρούονται όχι τα πραγματικά προβλήματα. Η κυβέρνηση μοιράζοντας το κοινωνικό μέρισμα των λίγων εκατοντάδων ευρώ, ίσα ίσα για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι των πιο φτωχών, προσπαθεί να σκεπάσει τη λεηλασία του λαϊκού εισοδήματος και την φτωχοποίηση του και η ΝΔ επιμένοντας στην αποκαλύψεις σκανδάλων τη στιγμή που ο καθένας γνωρίζει ότι κανένα από τα καταγγελλόμενα σκάνδαλα δεν θα διερευνηθεί και κανείς δεν πρόκειται να πληρώσει γι’ αυτά. Παράλληλα, εξαγγέλλει λύσεις για όλα τα προβλήματα που απασχολούν την ελληνική κοινωνία από την επομένη κιόλας μέρα που θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας.
Η συμπεριφορά των δύο κομμάτων -ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ- είναι απολύτως κατανοητή· ο αποπροσανατολισμός του λαού είναι και για τα δύο κόμματα μονόδρομος από τη στιγμή που δέχονται και υπηρετούν ανεπιφύλακτα και χωρίς αντιστάσεις την πολιτική των μνημονίων, τη στήριξη του μεγάλου κεφαλαίου με κάθε τρόπο και την πειθαρχία στις απαιτήσεις ΕΕ και ΗΠΑ.
Η απάντηση του συνδικαλιστικού κινήματος σε όλα αυτά είναι η κήρυξη 24ωρης πανελλαδικής απεργίας από τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ για τις 14/12, μετά από μακρύ διάστημα απραξίας. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι θετικό γεγονός η κήρυξη της απεργίας, όχι γιατί οι τριτοβάθμιες ηγεσίες θα εξαντλήσουν τα περιθώρια κινητοποίησης των εργαζομένων και θα αντιτάξουν ισχυρή αντίσταση στην επίθεση που δέχονται, αλλά διότι η κήρυξη απεργίας προσφέρει νομική κάλυψη στις αγωνιστικές δυνάμεις του συνδικαλιστικού κινήματος και κυρίως στα πρωτοβάθμια σωματεία να δράσουν, ενώ συμβάλλει στη διαμόρφωση πανελλαδικά αγωνιστικού κλίματος.
Εδώ όμως εγείρονται σοβαρά ερωτήματα. Τα τελευταία χρόνια οι πανελλαδικές απεργίες ιδιωτικού και δημόσιου τομέα καταλήγουν να έχουν επετειακό χαρακτήρα. Τα ποσοστά των απεργών είναι ελάχιστα, μόνο πρωτοπόροι και πολιτικά συνειδητοί εργαζόμενοι απεργούν, ενώ οι απεργιακές συγκεντρώσεις που οργανώνονται στην Αθήνα και σε επαρχιακές πόλεις είναι ισχνές και άτονες και κατά κανόνα πολυδιασπασμένες. Αν συνεχιστεί η ίδια τακτική από τις συνδικαλιστικές και κυρίως τις πολιτικές ηγεσίες και η προσεχής απεργία θα είναι μια από τα ίδια.
Οι τριτοβάθμιες ηγεσίες και γενικότερα ο εργοδοτικός συνδικαλισμός στηρίζουν την εφαρμογή της κυβερνητικής πολιτικής και με την μέχρι σήμερα δραστηριότητα τους επιτυγχάνουν τον έλεγχο των συνδικαλιστικών οργανώσεων και απομακρύνουν τους εργαζομένους από το συνδικαλισμό και τη δράση, ενώ οι αγωνιστικές δυνάμεις και οι πολιτικοί φορείς τους, επιμένοντας στη δραστηριοποίηση με κύρια κριτήρια την αύξηση της επιρροής καθεμιάς και τις ιδιαίτερες στρατηγικές που κάθε πολιτικός φορέας υποστηρίζει έχουν μερίδιο ευθύνης για τη σημερινή κατάσταση.
Η τακτική αυτή άφησε ελεύθερο το πεδίο στον κυβερνητικό–εργοδοτικό συνδικαλισμό να χειραγωγεί το κίνημα και να υποτάσσει τους εργαζόμενους. Η απώλεια της ευκαιρίας που έδωσε η μεγάλη εργατική και λαϊκή ανάταση στα χρόνια 2010-2012 που κινητοποιήθηκαν εκατομμύρια άνθρωποι φαίνεται ότι δεν έγινε μάθημα.
Η επίθεση του κεφαλαίου στους εργαζόμενους και το λαό, τα κυρίαρχα αστικά κόμματα και η ΕΕ, ο εργοδοτικός-κυβερνητικός συνδικαλισμός αντιμετωπίζονται μόνο με τη δημιουργία ισχυρού ενωτικού εργατικού κινήματος σε ταξική βάση που θα θέσει σε άμεση προτεραιότητα την υπεράσπιση του βιοτικού επιπέδου και των συνθηκών ζωής και δράσης των εργαζομένων, και τη διεύρυνση των κατακτήσεων τους, την ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής και όλου του πλαισίου που δημιούργησε, θα αποκαλύπτει τις μεγάλες ευθύνες των κυβερνήσεων και θα αγωνιστεί εναντίον της ΕΕ και της πολιτικής της με στόχο την αποδέσμευση. Και για το λόγο ότι το πλαίσιο αυτό δεν είναι δυνατόν να καλύπτει όλες τις πλευρές της πολιτικής και των θέσεων όλων των συνιστωσών του μαζικού κινήματος είναι αυτονόητο ότι πέραν της προώθησης της πολιτικής που πηγάζει από τη γενική συμφωνία κάθε δύναμη θα έχει τη δυνατότητα να προβάλει ιδιαίτερες πλευρές και απόψεις και συνολικά τις αντιλήψεις και τις θέσεις της, να παίρνει πρωτοβουλίες δράσης.
Σε κάθε περίπτωση η καλύτερη δυνατή επιτυχία της απεργίας της 14ης Δεκέμβρη μπορεί να αποτελέσει το πρώτο βήμα.
Η δράση όλων εκεί πρέπει να κατευθύνεται.
*Πηγή: ergatikosagwnas.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Παρακαλώ προσθέστε το σχόλιό σας
Παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας