Του Τάσου Δασόπουλου
“Οι αποφάσεις μας δεν θα εξαρτηθούν από την FED”, είπε την Πέμπτη η Κριστίν Λαγκάρντ, οδηγώντας τις αγορές να ποντάρουν υπέρ του δολαρίου, αφού προβλέπουν προβάδισμα της κεντρικής τράπεζας του Ευρώ στην μείωση των επιτοκίων.
Η θέση που πήραν οι αγορές μετά την δήλωση της προέδρου της ΕΚΤ δικαιολογείται από το γεγονός ότι αντικειμενικά η ΕΚΤ πιέζεται περισσότερο από την FED να χαλαρώσει την νομισματική της πολιτική. Ο πρώτος λόγος είναι ότι ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης υποχώρησε την Μάρτιο στο 2,4%, από 2,6% τον Φεβρουάριο, ενώ στην ΗΠΑ αυξήθηκε στο 3,5% από 3,2% αντίστοιχα. Το πρώτο επίπεδο πίεσης έρχεται από τα λεγόμενα “περιστέρια” του συμβουλίου νομισματικής πολιτικής τα οποία επιμένουν ακόμη και για άμεσες μειώσεις επιτοκίων αφού πλέον ο στόχος, η μείωση του πληθωρισμού έχει επιτευχθεί και πλέον θα πρέπει να τονώσουν και την οικονομία της ζώνης του ευρώ.
Παρότι δεν είναι στα καθήκοντά της, η ΕΚΤ δεν μπορεί να αγνοήσει ότι η Ευρωζώνη διέφυγε οριακά τον στασιμοπληθωρισμό το 2023 και συνεχίζει με ένα οριακά θετικό ρυθμό ανάπτυξης (περίπου 0,8% ) και το 2024. Στο σκηνικό αυτό, δεν θα πρέπει κανείς να λησμονεί και την πίεση που δέχονται οι τράπεζες, σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων που διαρκεί πλέον πάνω από 21 μήνες.
Την ίδια ώρα στις ΗΠΑ η οικονομία μπορεί να συνεχίσει να χρηματοδοτείται με την διεύρυνση του ελλείμματος, κάτι που θεωρείται σχεδόν… αποδεκτό σε μια προεκλογική χρονιά. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι οι ΗΠΑ, με υψηλότερο μεν πληθωρισμό αλλά και επιτόκια πάνω από 5%, πέτυχαν ανάπτυξη 3,2% το τελευταίο τρίμηνο του 2023 (έναντι στασιμότητας της οικονομίας της Ευρωζώνης) με προοπτική να έχουν ανάπτυξη πάνω από 2% και για φέτος.
Την ίδια ώρα, ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στην Ρωσία λόγω της εισβολής, απέκοψαν την Ευρωζώνη από τα φθηνά ρωσικά ορυκτά καύσιμα και την εξάρτησαν από ακριβότερες εισαγωγές ενέργειας μέσω της θαλάσσιας οδού, οι οποίες συνεχίζουν να εκκαθαρίζονται σε δολάρια.
Οι ανησυχίες στην Αθήνα
Η Αθήνα θα πρέπει να αρχίσει να ανησυχεί για την πίεση που δέχεται το ευρώ, καθώς είναι από τις πλέον εξαρτημένες από εισαγωγές χώρες της Ευρωζώνης, όπως φανερώνει άλλωστε και το υψηλό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών που ξεπερνά το 6% του ΑΕΠ.
Προς το παρόν αν και δεν ομολογείται, η ανησυχία μεγεθύνεται λόγω του ότι η υποχώρηση της ισοτιμίας του ευρώ φέρνει οριζόντιες ανατιμήσεις στις εισαγωγές από τρίτες χώρες Επίσης, έρχεται σε μια περίοδο αύξηση της τιμής του πετρελαίου. Ο φόβος για κλιμάκωση της κρίσης στην Μέση Ανατολή είχε επηρεάσει αρνητικά από τις αρχές Μαρτίου την τιμή του πετρελαίου μετά από ένα 12μηνο σχετικής “ηρεμίας”.
Στην Ελλάδα, ο πληθωρισμός αυξήθηκε τον Μάρτιο στο 3,2% από 2,9% τον Φεβρουάριο όταν ενισχύθηκαν οι πιέσεις στην διεθνή τιμή του πετρελαίου μόνο λόγω της φημολογίας για κλιμάκωση στην Μέση Ανατολή.
Σήμερα η τιμή του πετρελαίου Μπρεντ βρίσκεται σταθερά στα 90 δολάρια το βαρέλι με τους αναλυτές να προβλέπουν περαιτέρω αύξηση ακόμη και στα 100 δολάρια το βαρέλι. Το χειρότερο είναι ότι η πρόβλεψη αυτή κερδίζει σταθερά έδαφος καθώς οι ΗΠΑ περιμένουν τα αντίποινα του Ιράν για το χτύπημα στην πρεσβεία του στην Συρία από το Ισραήλ.
Δυστυχώς η υψηλή ακόμη εξάρτηση της Ελλάδας από το πετρέλαιο και τα υγρά καύσιμα σε μεγάλες περιόδους αύξησης των διεθνών τιμών πετρελαίου έχει ως αποτέλεσμα ένα σπιράλ αυξήσεων σε αγαθά και υπηρεσίες δίνοντας σήμα ότι η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού θα είναι λίγο δυσκολότερη από ότι αναμένονταν.