Του Κώστα Ράπτη
Οι εκλεκτικές συγγένειες δεν κρύβονται: Ο ένοικος του Κρεμλίνου και η “σκληρή” βάση των Ρεπουμπλικανών αισθάνονται αμοιβαία έλξη και αλληλοκατανόηση. Και τίποτε δεν το εικονογράφησε αυτό καλύτερα από τη δίωρη συνέντευξη του Βλαντίμιρ Πούτιν προς τον Αμερικανό δημοσιογράφο Τάκερ Κάρλσον, η οποία μεταδόθηκε διαδικτυακά χθες, μία ώρα μετά τα μεσάνυχτα (ώρα Ελλάδος).
Η συνέντευξη αυτή θα μείνει αναμφίβολα στα χρονικά των δημοσιογραφικών επιτυχιών. Όχι για την πρωτοτυπία των όσων ειπώθηκαν – αφού είναι ήδη γνωστά σε όσους παρακολουθούν στοιχειωδώς τα ρωσικά πράγματα, εφόσον έχουν με διαφορετικούς τρόπους διατυπωθεί από τον Πούτιν αρκετές φορές. Ούτε τόσο για τη δυσκολία του να εξασφαλισθεί η συνέντευξη – εφόσον, αντίθετα από τους ισχυρισμούς του ίδιου του Κάρλσον, και άλλοι δημοσιογράφοι από τη Δύση έχουν ζητήσει, όπως επιβεβαίωσε και ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, συνέντευξη από τον Ρώσο πρόεδρο.
Η συνέντευξη του Πούτιν στον μέχρι πρότινος αστέρα του Fox News αποτελεί φαινόμενο από την άποψη του αντίκτυπου και του “τάιμινγκ”. Μέσα σε 12 ώρες από την προβολή, οι θεάσεις στον λογαριασμό του Κάρλσον στο Twitter είχαν ξεπεράσει τα 80 εκατομμύρια, ενώ πολιτικοί ηγέτες της Δύσης (όπως, λ.χ., ο Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ) ένιωθαν υποχρεωμένοι να απαντήσουν στους ισχυρισμούς του ηγέτη της Ρωσίας. Μάλιστα κάποιοι, όπως ο ευρωβουλευτής και πρώην πρωθυπουργός του Βελγίου Γκι Φέρχοφστατ, είχαν διατυπώσει και τη φαιδρή άποψη να επιβληθούν κυρώσεις στον Κάρλσον, προδίδοντας έτσι μεγάλη ανασφάλεια απέναντι στην ευρεία δημοσιοποίηση των απόψεων του γεωπολιτικού αντιπάλου.
Αλλά η μεγαλύτερη επιτυχία ήταν του ερωτώμενου και όχι του interviewer: Για “προπαγανδιστική νίκη” του Πούτιν κάνει λόγο σε ανάλυσή του το CNN, ενώ η “Washington Post” προσδιορίζει το επικοινωνιακό διακύβευμα ως “προσπάθεια απεύθυνσης” (outreach) του Κρεμλίνου στους “Ρεπουμπλικανούς του Τραμπ”.
Χωρίς μοντάζ, αλλά με “καψόνι”
Πράγματι, ο Κάρλσον εξασφάλισε τη συνέντευξη, την οποία το επιτελείο του Πούτιν έχει αρνηθεί, λ.χ., στην Κριστιάν Αμανπούρ, όχι μόνο γιατί αυτός, ως διαδικτυακός δημοσιογράφος πλέον, είχε τη δυνατότητα να εκπληρώσει τον όρο του Κρεμλίνου να μη μονταριστεί τίποτε, αλλά για λόγους κατεξοχήν πολιτικούς.
Μιλώντας απευθείας στο δυτικό (και μάλιστα το αμερικανικό, μεσούσης της προεκλογικής εκστρατείας των ΗΠΑ) ακροατήριο για πρώτη φορά μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, ο Πούτιν επέλεξε όχι τον οποιονδήποτε συνομιλητή, αλλά τον δημοφιλή σχολιαστή, ο οποίος θεωρείται κατεξοχήν εκφραστής του “κλίματος Τραμπ” και προβάλλει, ιδίως μετά την απομάκρυνσή του από το Fox, ως ένας “αντάρτης” της αδέσμευτης δημοσιογραφίας.
Και αποζημιώθηκε ο Πούτιν στο ακέραιο για αυτή την επιλογή του, εφόσον βρέθηκε να έχει απέναντί του κάποιον ο οποίος τον αντιμετώπιζε με εμφανή θαυμασμό και του έθετε μη πιεστικές ερωτήσεις (softball στη δημοσιογραφική αργκό), ενώ ταυτοχρόνως κολακευόταν να πιστεύει ότι ανοίγει ένα κανάλι επικοινωνίας που θα μπορούσε να σώσει τον κόσμο από μια μεγάλη ρωσο-αμερικανική πολεμική σύγκρουση.
Αλλά επειδή ο ένοικος του Κρεμλίνου αρέσκεται πάντοτε στα “καψόνια”, υποχρέωσε τον Κάρλσον να υποστεί στην αρχή της συνέντευξης ένα μισάωρο μάθημα μεσαιωνικής και νεότερης ρωσικής ιστορίας (ώστε να εμπεδωθεί ότι η Ουκρανία αποτελεί “τεχνητό έθνος”), ενώ προς το τέλος αντιμετώπισε με υπεκφυγές το αίτημα του Αμερικανού δημοσιογράφου να απελευθερωθεί ο νεαρός συνάδελφός του Έβαν Γκέρσκοβιτς, ο οποίος κρατείται στη Ρωσία με την κατηγορία της κατασκοπείας. (Για την ακρίβεια, ο Πούτιν ανέφερε, και έχει αυτό τη σημασία του, ότι το ζήτημα αποτελεί αντικείμενο του διαλόγου των εκατέρωθεν μυστικών υπηρεσιών, ο οποίος δεν έχει σταματήσει.)