Η σκληρή αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει ρεαλιστικός δρόμος για την Ουκρανία που θα μπορούσε να την οδηγήσει σε νίκη επί της Ρωσίας και αυτό σημαίνει ότι είναι σχεδόν βέβαιο πως δεν θα κερδίσει ποτέ την ελευθερία της στο πεδίο της μάχης.
Για να διατηρήσει το έδαφος που κατέχει αυτή τη στιγμή και για ν’ αποτρέψει την απώλεια οποιασδήποτε άλλης γης, η Ουκρανία πρέπει να δεχτεί τη σκληρή πραγματικότητα ότι η πιο συνετή πορεία είναι να επιδιώξει τώρα το πάγωμα της σύγκρουσης και ν’ αρχίσει διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου.
Υψηλό κόστος
Με τις Ουκρανικές Ενοπλες Δυνάμεις (UAF) να πλησιάζουν στην πλήρη τακτική κατάληψη του Ουροζάινε και του Ρομπότινε και να έχουν εδραιώσει τις θέσεις τους σε τρία σημεία στον ποταμό Δνείπερο, από την πλευρά των ρωσικών δυνάμεων, οι υποστηρικτές του Κιέβου ισχυρίζονται ότι η επίθεσή τους αποδίδει επιτέλους καρπούς.
Ελπίζουν ότι η επιχείρηση μπορεί να φτάσει ακόμη και στις ακτές της Αζοφικής. Ωστόσο, από στρατηγική ή ακόμα και επιχειρησιακή άποψη, το κόστος των UAF για την απόκτηση αυτών των κερδών ήταν πολύ υψηλότερο από τα οφέλη που προσέφεραν.
Οπως δείχνουν προηγούμενες αναλύσεις μου δεν υπάρχει για την Ουκρανία ορθολογική πορεία προς τη στρατιωτική νίκη. Οσο περισσότερο το Κίεβο και η Ουάσιγκτον αγνοούν αυτήν την οδυνηρή πραγματικότητα, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η ζημιά που θα προκληθεί άσκοπα στον ουκρανικό λαό και τόσο περισσότερο έδαφος μπορεί να παραχωρηθεί σε μια τελική διαπραγμάτευση.
Είναι καιρός να δοθεί προτεραιότητα στη διπλωματία και να επιδιωχθεί μια διευθέτηση μέσω συνομιλιών, γράφει σε ανάλυσή του ο Daniel Davis. Και προσθέτει ότι ορισμένοι εξακολουθούν να στηρίζουν τις ελπίδες τους στην απόκτηση πιο υψηλής ποιότητας δυτικού στρατιωτικού εξοπλισμού.
Ανεπανόρθωτη απώλεια
Την περασμένη εβδομάδα, η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι επιδιώκει επιπλέον 24 δισεκατομμύρια δολάρια για την Ουκρανία, μεγάλο μέρος των οποίων θα δαπανηθεί για την προμήθεια νέων όπλων και πυρομαχικών.
Αλλοι επισημαίνουν την προθυμία των ΗΠΑ να παράσχουν μαχητικά αεροσκάφη F-16 στο σχετικά εγγύς μέλλον, ως ένα επιπλέον αποδεικτικό στοιχείο για τη δυνατότητα αλλαγής των δεδομένων επί του πεδίου.
Η εντύπωση που έχουν οι περισσότεροι αναλυτές και ειδικοί είναι ότι μόλις ο ουκρανικός στρατός αποκτήσει έναν ορισμένο αριθμό σύγχρονων όπλων και αρκετές από τις δυνάμεις του υποβληθούν σε προηγμένη εκπαίδευση του ΝΑΤΟ, θα είναι σε θέση να δέσουν μεταξύ τους και στη συνέχεια να νικήσουν τη Ρωσία.
Μπορούν τα F-16 ν’ αλλάξουν την πραγματικότητα επί του πεδίου; (φωτογραφία αρχείου Bo Amstrup/Ritzau Scanpix via AP)
Αυτό που δυστυχώς αποκαλύπτουν τέτοιες πεποιθήσεις είναι η έλλειψη κατανόησης του τρόπου με τον οποίο διεξάγονται και κερδίζονται οι πόλεμοι. Είναι η ανθρώπινη διάσταση, όχι τα εργαλεία της μάχης, που καθορίζει την έκβαση των πολέμων. Σ’ αυτό το μέτωπο, οι UAF μπορεί να έχουν ήδη υποστεί ανεπανόρθωτη απώλεια.
Ο ανθρώπινος παράγοντας
Το θέμα δεν αφορά πλέον στον εξοπλισμό. Δεν πρόκειται καν για εκπαίδευση, είτε είναι καλή είτε κακή. Το πιο κρίσιμο στοιχείο της δυνατότητας του ουκρανικού στρατού να διεξάγει πόλεμο είναι το ανθρώπινο δυναμικό.
Σύμφωνα με τις διαρροές των ΗΠΑ, από τον Απρίλιο ο ουκρανικός στρατός αριθμούσε περίπου 130.000 νεκρούς και τραυματίες. Ο αριθμός αυτός πιθανότατα έχει εκτοξευθεί από την έναρξη της επίθεσης στις 5 Ιουνίου. Ιδιαίτερα επιζήμια για την Ουκρανία ήταν η απώλεια των πιο έμπειρων, εκπαιδευμένων από το ΝΑΤΟ στρατευμάτων της.
Θα είναι όλο και πιο δύσκολο ν’ αναπληρωθούν κενά αυτού του μεγέθους. Απομένουν όλο και λιγότεροι ουκρανοί άνδρες για να κινητοποιηθούν, και όλο και περισσότεροι φεύγουν από τη χώρα ή λαδώνουν για ν’ αποφύγουν αυτό που θεωρούν ως άσκοπη θυσία της ζωής τους.
Με τις απώλειες που έχει ήδη υποστεί στην πάνω από σχεδόν ενάμιση χρόνο μάχη υψηλής έντασης – και την αποτυχία κατά την τρέχουσα επίθεση να κερδηθούν ακόμη και ενδιάμεσοι στόχοι – υπάρχει πολύ μικρή πιθανότητα η Ουκρανία να μπορέσει να συγκροτήσει μια νέα επιθετική ικανότητα στο άμεσο μέλλον.
Θα χρειαζόταν πιθανόν μια γενιά για να σχηματιστεί αξιόπιστη μαχητική δύναμη, και αυτό ακόμη θα μπορούσε να καταστεί δυνατό μόνο με μια αδιάκοπη περίοδο ειρήνης και την παροχή ολοκληρωμένης δύναμης τεθωρακισμένων οχημάτων, μαζί με τα πυρομαχικά και την απαιτούμενη επιμελητεία.
Λανθασμένες τακτικές
Από σήμερα, ακόμη κι αν ο ουκρανικός στρατός μπορούσε να τροφοδοτηθεί εξ ολοκλήρου με τον εξοπλισμό και τη συντήρηση του στρατού των ΗΠΑ, η μειωμένη ικανότητα των στρατευμάτων που έχουν απομείνει θα σήμαινε ότι πιθανότατα θ’ απέδιδε όπως τους τελευταίους οκτώ μήνες.
Οι υποστηρικτές του Κιέβου σίγουρα θα διαφωνήσουν μ’ αυτή τη διαπίστωση, υποστηρίζοντας ότι μόνο αν είχαν νωρίτερα περισσότερο εξοπλισμό και πυρομαχικά, θα σημείωναν επιτυχία.
Ωστόσο, όπως έδειξαν προηγούμενες αναλύσεις μου, οι στρατηγικές αποφάσεις που ελήφθησαν από τους ανώτερους ηγέτες της Ουκρανίας και οι, μερικές φορές, κακές τακτικές που ακολούθησαν οι στρατιωτικοί της, ήταν το επίκεντρο της αδυναμίας της να κερδίσει στο πεδίο της μάχης.
Περισσότερος εξοπλισμός και πυρομαχικά σίγουρα θα αύξανε την καταστροφική ισχύ των ουκρανικών δυνάμεων, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία – στην τρέχουσα σύγκρουση ή στη στρατιωτική ιστορία – ότι αυτά θα άλλαζαν το αποτέλεσμα.
Επιπτώσεις
Οι Δυτικοί πρέπει να παραδεχτούν ότι, σωστά ή λάθος, δόθηκε στον ουκρανικό στρατό η ευκαιρία να ξεκινήσει την επίθεσή του και να δει αν θα μπορούσε ν’ αποδώσει ή όχι. Η Δύση γενικά, και οι Ηνωμένες Πολιτείες ειδικότερα, έχουν συνεισφέρει τεράστια ποσά στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία.
Κηδεία ουκρανού στρατιώτη στο Κριβί Ριχ της ανατολικής Ουκρανίας (φωτογραφία AP)
Σε συνδυασμό με τον μεγάλο αριθμό απωλειών που υπέστη, αυτή είναι η ψυχρή, σκληρή αλήθεια: Δεν υπάρχει καμία λογική βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι το Κίεβο θ’ αποκτήσει, μετά απ’ όλες τις απώλειές του, τέτοια ικανότητα που θα υπερβαίνει αυτήν που έχει επιδείξει μέχρι σήμερα.
Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι είναι σχεδόν βέβαιο πως η Ουκρανία δεν θα κερδίσει ποτέ την ελευθερία της στο πεδίο της μάχης. Για να διατηρήσει το έδαφος που κατέχει αυτή τη στιγμή και για ν’ αποτρέψει την απώλεια οποιασδήποτε άλλης γης, θα πρέπει να δεχτεί τη σκληρή πραγματικότητα ότι η πιο συνετή πορεία τώρα είναι να επιδιώξει το πάγωμα της σύγκρουσης και ν’ αρχίσει διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό της.
Είναι αυτονόητο ότι κανείς στη μη κατεχόμενη Ουκρανία δεν θέλει αυτό το αποτέλεσμα. Ωστόσο, το ν’ αρνούμαστε την επιδίωξη ενός τέλους μέσω διαπραγματεύσεων, σημαίνει πως επιλέγουμε ένα μονοπάτι που είναι πιθανό ν’ αποτύχει – ίσως να οδηγήσει στην απώλεια κι άλλων δεκάδων χιλιάδων Ουκρανών και περισσότερες πόλεις και εδάφη στον έλεγχο της Ρωσίας.
Η αμερικανική εθνική ασφάλεια και η οικονομική ευημερία πρέπει να βρίσκονται στο επίκεντρο κάθε πολιτικής που εφαρμόζει η Ουάσιγκτον. Οι ΗΠΑ συνεισέφεραν πάνω από 100 δισεκατομμύρια δολάρια κι έστειλαν χιλιάδες τεθωρακισμένα οχήματα, εκατομμύρια οβίδες και ρουκέτες και σημαντική υποστήριξη στον τομέα των πληροφοριών για σχεδόν ενάμιση χρόνο.
Κίνδυνος νέας κλιμάκωσης
Είναι πλέον απαραίτητο ν’ αναγνωρίσουμε ότι αυτό το αξιοσημείωτο επίπεδο επένδυσης δεν απέφερε τ’ αναμενόμενα αποτελέσματα, ούτε ανέτρεψε την εισβολή της Ρωσίας.
Δεν θα βοηθούσε ούτε την Ουκρανία ούτε τις Ηνωμένες Πολιτείες να διπλασιάσουν και να επενδύσουν σε άλλα 100 δισεκατομμύρια δολάρια και σε αμέτρητα περισσότερα όπλα. Θα επέκτειναν μόνο τον πόλεμο, θα αύξαναν τα δεινά του ουκρανικού λαού και θα κρατούσαν ζωντανή την πιθανότητα κλιμάκωσης.
Είναι καιρός να συνεργαστούμε με το Κίεβο και τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ για να ξεκινήσουμε το δυσάρεστο αλλά απαραίτητο έργο της αναζήτησης μιας διπλωματικής διευθέτησης, τερματίζοντας τη σύρραξη με τους καλύτερους όρους που μπορούν να εξασφαλιστούν.
Το να συνεχίσουμε αυτόν τον πόλεμο με την καρδιά μας, να λαμβάνουμε αποφάσεις με βάση το συναίσθημα ή το αποτέλεσμα που θα επιθυμούσαμε — σε βάρος της πραγματικότητας με την οποία δυστυχώς βρισκόμαστε αντιμέτωποι — θα βαθύνει τη ζημιά που έχει προκληθεί στην Ουκρανία και θα δαπανήσει περισσότερα αμερικανικά χρήματα για μια χαμένη σύγκρουση που θα μπορούσε να κλιμακωθεί.