Ανεβαίνει κι άλλο το θερμόμετρο στις τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη σε μια χρονική περίοδο που οι χώρες σπεύδουν να γεμίσουν αποθηκευτικούς χώρους ενόψει του χειμώνα. Οι τιμές παραμένουν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα μεν από τα περσινά, αλλά έχουν κάνει ράλι έως 40% μέσα σε λίγες μόνο ημέρες δημιουργώντας ανησυχία για τη συνέχεια.
Κύρια αιτία της ανόδου αυτή τη φορά ήταν η απειλή για απεργίες του κλάδου στην Αυστραλία, χώρα η οποία είναι από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) παγκοσμίως. Οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ολλανδία (TTF) για το Σεπτέμβριο διαμορφώθηκαν πάνω από τα 40 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Οι τιμές των συμβολαίων για τον Οκτώβριο πλησιάζουν τα 44 ευρώ και για το Νοέμβριο τα 53 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Την ώρα που οι ευρωπαϊκές χώρες κινούνται να γεμίσουν τις δεξαμενές και να αναπληρώσουν αποθέματα ενόψει του χειμώνα, προβλήματα στην τροφοδοσία από την Αυστραλία θα μπορούσαν να επηρεάσουν το 10% των παγκόσμιων εξαγωγών υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Η Ευρώπη ανησυχεί περισσότερο για τις προμήθειες από ότι χώρες όπως οι ΗΠΑ ή η Κίνα, καθώς προσπαθεί να ανακάμψει από την ενεργειακή κρίση του περασμένου έτους, όταν οι περικοπές της ρωσικής προσφοράς και το κλείσιμο αγωγών όπως ο Nord Stream την άφησαν ιδιαίτερα ευάλωτη απέναντι σε άλλους προμηθευτές.
Αποθηκεύουν συνεχώς στην Ευρώπη
Για το λόγο αυτό οι Ευρωπαϊκές χώρες σπεύδουν να αγοράσουν από τώρα τις προμήθειες που θέλουν και φαίνεται ότι βρίσκονται σε καλό δρόμο. Όπως ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τα αποθέματα φυσικού αερίου έχουν φτάσει ήδη στο 90% της χωρητικότητας αποθήκευσης πολύ πριν από την ημερομηνία- στόχο της 1ης Νοεμβρίου, ανακοίνωσε την Παρασκευή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
«Η αγορά ενέργειας της ΕΕ βρίσκεται σε πολύ πιο σταθερή θέση από ό,τι ήταν αυτή τη φορά πέρυσι», είπε η Επίτροπος Ενέργειας της ΕΕ, Kadri Simson, θυμίζοντας το καλοκαίρι του 2022 όταν η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εκτόξευσε τις τιμές της ενέργειας στα ύψη. Πρόσθεσε ότι η ΕΕ είναι «καλά προετοιμασμένη για το χειμώνα», αλλά οι επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και στην ενεργειακή απόδοση θα μπορούσαν να ενισχύσουν περαιτέρω τη θέση της ΕΕ.
Τα επίπεδα αποθήκευσης φυσικού αερίου έχουν φτάσει τις 1.024 TWh, ή το 90,12% της χωρητικότητας αποθήκευσης, που ισοδυναμεί με κάτι περισσότερο από 93 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, σύμφωνα με ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η ΕΕ εκτιμά ότι με το 90% των αποθηκευτικών χώρων γεμάτο, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχει αρκετό φυσικό αέριο για να καλύψει το ένα τρίτο των χειμερινών αναγκών της. Ωστόσο, τα επίπεδα διέφεραν ανάλογα με τη χώρα της ΕΕ. Η Ισπανία έχει καλύψει το 99% της χωρητικότητάς της, ενώ η Γαλλία έχει το 83% και η Λετονία το 77%. Στη Γερμανία το ποσοστό αυτό είναι περίπου 92%.
Ο παράγοντας Αυστραλία
Οι τιμές όμως συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Στην Αυστραλία τα εργατικά συνδικάτα προειδοποίησαν μέσα στο Σαββατοκύριακο ότι οι απεργίες θα μπορούσαν να ξεκινήσει από τις 2 Σεπτεμβρίου εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία στις μισθολογικές συνομιλίες με την Woodside Energy Group, τον διαχειριστή του εργοστασίου φυσικού αερίου στη χώρα. Η προοπτική απεργιών έχει αυξηθεί με δεδομένο το τελεσίγραφο αυτό, καθώς σύμφωνα με τη νομοθεσία της συγκεκριμένης χώρας για τέτοιου είδους απεργίες απαιτείται προειδοποίηση μιας εβδομάδας.
Ο ρόλος της Κίνας
Η Ευρώπη, ταυτόχρονα, ανησυχεί και για την Κίνα. Οι εισαγωγείς υγροποιημένου φυσικού αερίου της Κίνας ανοίγουν ή επεκτείνουν γραφεία συναλλαγών σε συμβόλαια LNG στο Λονδίνο και τη Σιγκαπούρη για να διαχειριστούν καλύτερα τα αυξανόμενα και διαφοροποιημένα χαρτοφυλάκια εφοδιασμού τους σε μια ολοένα και πιο ασταθή παγκόσμια αγορά.
Η ενισχυμένη παρουσία αυτών των Κινέζων εισαγωγέων τους θέτει σε άμεσο ανταγωνισμό με παγκόσμιες εταιρείες ηγέτες του κλάδου όπως η Shell, η BP, η Equinor και η TotalEnergies για μια αγορά με τζίρο που ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας λέει ότι διπλασιάστηκε σε αξία πέρσι, στα 450 δισεκατομμύρια δολάρια όπως αναφέρει το Reuters.
Οι κινέζοι εισαγωγείς φυσικού αερίου έχουν επίσης επεκτείνει τις μακροπρόθεσμες συμβάσεις LNG με το Κατάρ και τους προμηθευτές των ΗΠΑ κατά σχεδόν 50% από τα τέλη του 2022. Πλέον οι συμβάσεις αυτές φτάνουν τα 40 εκατομμύρια μετρικούς τόνους ετησίως (mtpy).