Στερούνται τα βασικά και απολύτως αναγκαία, έχουν ξεχάσει τις διακοπές, δυσκολεύονται να πληρώνουν εγκαίρως τους λογαριασμούς, δεν μπορούν να θερμανθούν επαρκώς ή δεν θερμαίνονται καθόλου, αδυνατούν να καλύψουν έκτακτες ανάγκες, αγκομαχάνε να πληρώσουν τον νοίκι ή τη δόση του δανείου, ζουν με το φόβο των “αρπακτικών” που καραδοκούν να αρπάξουν και το τελευταίο εναπομείναν κεραμίδι, δεν πάνε σινεμά, δεν πάνε θέατρο, δεν αθλούνται περιορίζουν τις δραστηριότητες των παιδιών.
Αυτή είναι η κατάσταση για τα λαϊκά νοικοκυριά. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) περίπου 3 στους 10 βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό και αυτό αφορά περίπου 2,7 εκατομμύρια ανθρώπους.
Σύμφωνα λοιπόν με την ΕΛΣΤΑΤ o πληθυσμός που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανέρχεται στο 26,3% του πληθυσμού της χώρας (2.722.000 άτομα).
Η Ελλάδα έχει τη δεύτερη χειρότερη επίδοση μετά τη Βουλγαρία σε σχέση με τις εννέα ευρωπαϊκές χώρες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.
Τι σημαίνει όμως «φτωχό» και «μη φτωχό» νοικοκυριό;
Σύμφωνα με τα όρια που έχουν θέσει διεθνείς οργανισμοί, το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.712 ευρώ ετησίως (476 τον μήνα) για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 11.995 ευρώ (1.000 ευρώ τον μήνα) για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών. Κάτω ή ίσο με αυτό το εξευτελιστικό όριο ένα νοικοκυριό θεωρείται φτωχό και πάνω από αυτό «μη φτωχό»! Και μόνο από αυτά τα στοιχεία είναι προφανές ότι μιλάμε για νοικοκυριά που βρίσκονται σε τεράστια αδυναμία, ακόμα κι αν θεωρούνται «μη φτωχά»… Είναι προφανές ότι τα 5.712 ευρώ ετησίως (476 τον μήνα) για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και τα 11.995 ευρώ (1.000 ευρώ τον μήνα) για οικογένεια δεν ορίζουν τη φτώχεια, αλλά την εξαθλίωση.
Είναι άλλο τόσο προφανές, επίσης, ότι αυτού του τύπου η κατηγοριοποίηση εξυπηρετεί μόνο στο συμμάζεμα των αριθμών και στο στρογγύλεμα της ζοφερής και αβίωτης κατάστασης για τον λαό.
Με τις δικές τους κατηγοριοποιήσεις λοιπόν:
– Το 73% των φτωχών νοικοκυριών και το 28,4% των λεγόμενων “μη φτωχών νοικοκυριών” αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά του.
Το 50,7% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει δυσκολία στην έγκαιρη πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, ενώ για τα μη φτωχά νοικοκυριά το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 30,1%.
– Το 32,2% των «φτωχών» νοικοκυριών και το 4,9% των «μη φτωχών» νοικοκυριών δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη μέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας.
– Το 38,7% των φτωχών νοικοκυριών και το 14,1% των «μη φτωχών» νοικοκυριών δηλώνει οικονομική αδυναμία για ικανοποιητική θέρμανση τον χειμώνα.
– Το συνολικό ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν επιβάρυνση από το κόστος στέγασης ανέρχεται σε 26,7%, ενώ το ποσοστό για τα φτωχά και για τα μη φτωχά νοικοκυριά είναι 84,5% και 13,3%, αντίστοιχα.
– Το 84,1% των φτωχών νοικοκυριών δηλώνει αδυναμία πληρωμής μίας βδομάδας διακοπών. Το αντίστοιχο ποσοστό των μη φτωχών νοικοκυριών ανέρχεται σε 40,5%
– Το 83,9% των φτωχών νοικοκυριών και το 34,2% των «μη φτωχών» δηλώνει οικονομική δυσκολία να καλύψει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους, περίπου, 410 ευρώ.
– Το 30,6% του συνόλου των νοικοκυριών που έχουν λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων. Το ποσοστό αυτό διαμορφώνεται σε 60,9% για τα φτωχά νοικοκυριά και σε 24,7% για τα «μη φτωχά».
– Το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιοί σε κατοικία με στενότητα χώρου ανέρχεται σε 28% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 24,7% για τον μη φτωχό πληθυσμό και σε 42,2% για τον φτωχό πληθυσμό. Μεγάλο πρόβλημα αντιμετωπίζει η ηλικιακή ομάδα έως και 17 ετών και ανέρχεται σε 42,4% για το σύνολο του πληθυσμού!
– Tο 29,5% του πληθυσμού δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συμμετέχει τακτικά σε δραστηριότητες αναψυχής, όπως αθλητισμό, σινεμά κ.λπ. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 73,5% και 19,7%.
– Tο 34,9% του πληθυσμού δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να ξοδεύει χρήματα για τον εαυτό του ή για κάποιο χόμπι. Το ποσοστό εκτιμάται στο 79,5% για τον φτωχό πληθυσμό και στο 25% για τον «μη φτωχό» πληθυσμό.
Σε ό,τι αφορά τη φτώχεια, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το ποσοστό κινδύνου πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) ανέρχεται σε 46,1%, ενώ όταν περιλαμβάνονται μόνο οι συντάξεις και όχι τα κοινωνικά επιδόματα μειώνεται στο 23,6%.
Και οι πραγματικά “μη φτωχοί”
Αυτή είναι λοιπόν η άλλη όψη που βιώνουν τα λαϊκά νοικοκυριά, για να μπορούν οι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες να καταγράφουν ρεκόρ κερδών μόνο το 2022 με ενίσχυση πάνω από 303% ή καθαρά κέρδη 10,41 δισ. ευρώ!
Συγκεκριμένα, οι 150 εισηγμένες εταιρείες:
- Κατέγραψαν λειτουργικά κέρδη 14 δισ. ευρώ (+35,6%) και καθαρή κερδοφορία 10,4 δισ. ευρώ.
- Είχαν τζίρο 106,84 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση της τάξης του 48,8% σε σχέση με το 2021. Πρόκειται μάλιστα για την πρώτη φορά που ο τζίρος τους φτάνει το 55% του ΑΕΠ (192 δισ.), χαρακτηριστικό κι αυτό της συγκέντρωσης σε όλο και λιγότερα χέρια.
- Διένειμαν 2,502 δισ. ευρώ σε μερίσματα ή επιστροφές κεφαλαίου, έναντι 2,18 δισ. ευρώ το 2021.
- Είχαν αύξηση 7,7% στα ταμειακά διαθέσιμα, που έφτασαν στα 17,8 δισ.