Τα ΜΜΕ της διαπλοκής προετοιμάζουν γρήγορα διάδοχη λύση κυβερνήσεων συνεργασίας απέναντι στη μονοκομματική αποτυχημένη κυβέρνηση Μητσοτάκη. Επιδιώκουν να εκτονώσουν τις βέβαιες χειμωνιάτικες κοινωνικές εκρήξεις με εκλογές και νέα κυβερνητικά σχήματα με περισσότερα, αν όχι, κατά προτίμηση, όλα τα κόμματα του κατεστημένου. Ο μεγάλος κίνδυνος που τρέμουν είναι ένα κίνημα εθνικής χειραφέτησης, με αντιολιγαρχικό κοινωνικό προσανατολισμό, που θα υποστηρίζει τη Ρωσία στην Ουκρανία και θα προωθεί ανεξάρτητες πολυδιάστατες οικονομικές και εξωτερικές επιλογές. Είναι ακριβώς αυτό το στίγμα που κινείται ο Παν. Λαφαζάνης και το νέο κίνημα για ένα πλατύ κοινωνικό μέτωπο ανατροπής.
Νέες αποκαλύψεις έρχονται στο φως της δημοσιότητας για την υπόθεση των υποκλοπών ενώ πληθαίνουν οι αντιδράσεις για τη στάση της κυβέρνησης που προσπαθεί με κάθε τρόπο να υποβαθμίσει το μείζον αυτό ζήτημα και να αλλάξει εναγωνίως ατζέντα, είτε με τα ελληνοτουρκικά, είπε με την παροχολογία ενόψει ΔΕΘ.
Η ΕΥΠ παρακολουθούσε και άλλα 7-8 πολιτικά πρόσωπα, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται η Καθημερινή της Κυριακής
Σύμφωνα με το δημοσίευμα οι συγκεκριμένες παρακολουθήσεις μέσω νόμιμης επισύνδεσης, για να διαπιστωθούν θα πρέπει να γίνει αναδρομική έρευνα επί των διατάξεων άρσης απορρήτου της Υπηρεσίας.
Παράλληλα η εφημερίδα επικαλούμενη αστυνομικής πηγές τονίζει ότι υπηρεσιακοί παράγοντες σε σοβαρές αστυνομικές έρευνες, είχαν υπονοήσει ότι υπήρχε δυνατότητα υποκλοπής μηνυμάτων προσώπων – στόχων ακόμα και μέσω κρυπτογραφημένων εφαρμογών όπως το WhatsApp και το Viber.
Πρόκειται για δυνατότητες που δεν έχουν τα γνωστά συστήματα επισύνδεσης της ΕΥΠ και της ΕΛΑΣ.
«Κάποιοι ισχυρίζονται ότι το συγκεκριμένο σύστημα παρακολουθήσεων παραμένει στην κυριότητα ιδιωτικής εταιρείας με την ΕΥΠ και έναν μικρό αριθμό προσώπων να κάνουν χρήση των υπηρεσιών του λογισμικού έναντι αντιτίμου.
Το Predator, υποστηρίζουν, δεν αγοράστηκε αλλά νοικιάστηκε για συγκεκριμένο διάστημα» αναφέρει συγκεκριμένα το δημοσίευμα.
Αντισυνταγματικές οι επισυνδέσεις
«Στην υπόθεση Ανδρουλάκη οφείλουν πλέον και οι πιο ανυποψίαστοι την οδυνηρή βεβαιότητα ότι το πλαίσιο εντός του οποίου έχει δομηθεί και διενεργείται, στην καθ’ ημάς έννομη τάξη, η διαδικασία άρσης του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, δεν στοιχεί προς τις εξαγγελίες του Συντάγματος» επισημάνει σε άρθρο της στη Καθημερινή την Κυριακή 14 Αυγούστου η δρ Αικατερίνα Παπανικολάου δικηγόρος και μέλος στην Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών.
Συναφώς με την πολύκροτη υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών θεωρεί ότι το τρέχον θεσμικό πλαίσιο απάδει της προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών και δεν εγγυάται στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων.
Συγκεκριμένα επισημαίνει την αποτυχία της προστασίας των εγγυήσεων του κράτους δικαίου σε συγκεκριμένες διάστασης της διαδικασίας των επονομαζόμενων επισυνδέσεων: «Η αόριστη διάρκεια της άρσης, η πλήρης έλλειψη αιτιολογίας, η δυνατότητα επιβολής του μέτρου, χωρίς αναγραφή του ονόματος του φυσικού προσώπου –αρκεί η αναγραφή του τηλεφωνικού αριθμού–, σε συνδυασμό με τον πρόσφατο νομοθετικό αποκλεισμό γνωστοποίησης –υπό προϋποθέσεις– του μέτρου στον καθ’ ού, διαμορφώνουν ένα περιβάλλον, όπου η κρατική προνομία εκτοπίζει ανησυχητικά τη βασική αρχή του φιλελεύθερου κράτους δικαίου περί αμοιβαίων ελέγχων (checks and balances)».
Η παραπάνω τοποθέτηση του μέλους της ΑΔΑΕ κατακρυμνίζει κάθε … θεσμικό επιχείρημα της κυβέρνησης για τη δικαιολόγηση των υπολοπών καθώς όχι μόνο τίθεται το ερώτημα για όσον αγορά το ποιο εθνικό ζήτημα νομιμοποίησε την παρακολούθηση κυρίως του αρχηγού του τρίτου τη τάξει κοινοβουλευτικού κόμματος, αλλά και η ίδια η διαδικασία η οποια ακολουθήθηκε παρασουσιάζει προβλήματα συνταγματικότητας.