Η ιστορία του ιδρυτή των Wikileaks, λέει πολλά για την κατάντια στην οποία έχει περιέλθει η Δύση
Μετά τον θάνατο του Ρώσου αντιφρονούντα Alexei Navalny στις ρωσικές φυλακές, η Δύση βρήκε άλλη μία ευκαιρία για ρεσιτάλ υποκρισίας.
Όπως αναφέραμε και σε προηγούμενο άρθρο, αυτό που δικαίως εκνευρίζει όποιον έχει λίγη αντικειμενικότητα μέσα του, είναι η υποκρισία της Δύσης που τα τελευταία χρόνια έχει φθάσει σε δυσθεώρητα επίπεδα.
Οι δυτικές χώρες και ειδικά οι ΗΠΑ και Βρετανία δεν δικαιούνται να κουνούν το δάκτυλο σε καμία χώρα του κόσμου.
Θα αναφερθούμε εκ νέου μόνο στο πιο πρόσφατο παράδειγμα, την ιστορία του Julian Assange, ο οποίος βρίσκεται έγκλειστος από το 2012. Αρχικά στην πρεσβεία του Ισημερινού όπου είχε βρει άσυλο, πλέον στη φυλακή υψίστης ασφαλείας Μπέλμαρς στο νοτιοανατολικό Λονδίνο.
Ποιο ήταν το «έγκλημά» του; Το ότι αποκάλυψε εγκλήματα δυτικών κρατών και εταιρειών. Κυρίως, των ΗΠΑ.
Αφού προσπάθησαν να δολοφονήσουν τον χαρακτήρα του με ψεύτικές κατηγορίες, μετά επιχείρησαν να τον εξοντώσουν με δηλώσεις, πολιτικές πιέσεις. Και το κατάφεραν, όταν ο νεοεκλεγείς πρόεδρος του Ισημερινού, πλήρως υποταγμένος στην Ουάσιγκτον, του στέρησε το άσυλο.
Αυτό κάνουν οι διεφθαρμένες δυνάμεις όταν αποκαλύψεις τα εγκλήματά τους: σε εξοντώνουν με όποιον τρόπο μπορούν.
«Ο ιδρυτής του WikiLeaks, Julian Assange, δεν είναι καλά στην υγεία του και για τον λόγο αυτό δε θα παραστεί στην ακροαματική διαδικασία, που ξεκίνησε σήμερα ενώπιον βρετανικού δικαστηρίου», δήλωσε σήμερα 20/2 ο δικηγόρος του. «Δεν αισθάνεται καλά σήμερα, δεν είναι παρών», είπε ο Edward Fitzgeraldτ κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας στο Ανώτερο Δικαστήριο του Λονδίνου, το οποίο θα επανεξετάσει την απόρριψη από άλλο δικαστήριο αιτήματος του Julian να ασκήσει έφεση κατά της έκδοσής του στις ΗΠΑ. Καθώς πλησίαζε η ακροαματική διαδικασία, υποστηρικτές του προειδοποιούσαν για τους κινδύνους που διατρέχει η ζωή του Julian Assange. Η σύζυγός του, Stella, είχε δηλώσει την προηγούμενη εβδομάδα ότι η υγεία του, τόσο η σωματική όσο και η ψυχική, επιδεινώνεται».
Πριν ξεκινήσει η διαδικασία σήμερα, πλήθος ανθρώπων, που είχαν συγκεντρωθεί μπροστά από το Ανώτερο Δικαστήριο του Λονδίνου, φώναζε «Ελευθερώστε τον Julian Assange». «Ο Julian έχει ανάγκη την ελευθερία του και όλοι μας έχουμε ανάγκη την αλήθεια», ανέφερε η ίδια η Stella, ολοκληρώνοντας μια σύντομη ομιλία της προς το συγκεντρωμένο πλήθος.
O Julian θα εκδοθεί άμεσα στις ΗΠΑ, αν το Ανώτατο Δικαστήριο του Λονδίνου απορρίψει το αίτημά του. Τον Ιανουάριο του 2021 η βρετανική δικαιοσύνη είχε αρχικά αποφανθεί υπέρ του ιδρυτή του WikiLeaks. Επικαλούμενη τον κίνδυνο αυτοκτονίας, η τότε δικαστής αρνήθηκε να δώσει το πράσινο φως για την έκδοσή του, όμως η απόφασή της αυτή ακυρώθηκε αργότερα.
Ποιος καλείται λοιπόν να αποφασίσει για την τύχη του Julian Assange;
Ένας από τους δύο δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου που θα αποφανθεί για την προσπάθεια του ιδρυτή των Wikileaks να σταματήσει την έκδοσή του στις ΗΠΑ, εκπροσώπησε τη Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών του Ηνωμένου Βασιλείου (MI6) και το Υπουργείο Άμυνας, σύμφωνα με τη στήλη «Declassified» του Consortium News.
Ο δικαστής Jeremy Johnson ήταν επίσης ειδικός δικηγόρος, ο οποίος έχει λάβει άδεια από τις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου για πρόσβαση σε άκρως απόρρητες πληροφορίες. Θα συμμετάσχει μαζί με την κ. Victoria Sharp, την ανώτερη δικαστή του, για να αποφασίσει για την τύχη του συνιδρυτή του WikiLeaks. Εάν εκδοθεί, ο Julian Assang αντιμετωπίζει μέγιστη ποινή κάθειρξης 175 ετών.
Η δίωξή του από τις αρχές των ΗΠΑ έγινε κατόπιν εντολής των υπηρεσιών πληροφοριών και ασφαλείας της Ουάσιγκτον, με τις οποίες το Ηνωμένο Βασίλειο έχει βαθιές σχέσεις.
Ο δημοσιογράφος του Consortium News σχολιάζει πως και με προηγούμενους δικαστές που έχουν αποφανθεί για την υπόθεση του Julian, αυτό εγείρει ανησυχίες για θεσμικές συγκρούσεις συμφερόντων. Δεν είναι ξεκάθαρο το πόσα ακριβώς έχει πληρωθεί ο Johnson για τη δουλειά του στα κυβερνητικά τμήματα. Τα αρχεία δείχνουν ότι πληρώθηκε δύο φορές από το Κυβερνητικό Νομικό Τμήμα για τις υπηρεσίες του το 2018. Το ποσό ήταν πάνω από 55.000£.
Ο δικαστής Johnson έγινε αναπληρωτής δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου το 2016 και τακτικός δικαστής το 2019. Η βιογραφία του αναφέρει ότι «ενεργούσε συχνά σε υποθέσεις που αφορούν την αστυνομία και τις κυβερνητικές υπηρεσίες». Ως δικηγόρος, το 2007 εκπροσώπησε την MI6 και μάλιστα σε πολύκροτες και περίεργες υποθέσεις.
Ο Johnson έχει επίσης εκπροσωπήσει το Υπουργείο Άμυνας του Ηνωμένου Βασιλείου σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις. Το 2013, ενήργησε για λογαριασμό του τμήματος κατά τη διάρκεια της υψηλού προφίλ έρευνας Al-Sweady, η οποία εξέτασε τους ισχυρισμούς ότι «Βρετανοί στρατιώτες βασάνιζαν και σκότωσαν παράνομα Ιρακινούς κρατούμενους» το 2004.
Οι δικηγόροι του Υπουργείου Εξωτερικών δήλωσαν ότι οι ιρακινοί ισχυρισμοί ήταν «προϊόν ψεμάτων» και ότι όσοι έκαναν τους ισχυρισμούς «ήταν ένοχοι εγκληματικής συνωμοσίας». Ο Johnson υποστήριξε ότι υπήρχαν «επιτακτικά και εκτεταμένα και ανεξάρτητα ιατροδικαστικά στοιχεία» για να αντικρούσει την υπόθεση. Η πενταετής έρευνα, η οποία κόστισε περίπου 25 εκατ. λίρες, αθώωσε τα βρετανικά στρατεύματα.
Ο Johnson ενήργησε επίσης για το Υπουργείο Εξωτερικών το 2011, σε μια έφεση κατά στρατιωτικού της Βασιλικής Αεροπορίας (RAF), ο οποίος είχε κερδίσει τον προηγούμενο χρόνο την υπόθεση του διεκδικώντας αποζημίωση από το υπουργείο Άμυνας,, υποστηρίζοντας ότι η νευρολογική του κατάσταση παρόμοια με τη νόσο του Πάρκινσον προκλήθηκε από έκθεση σε οργανικούς διαλύτες ενώ υπηρετούσε στη RAF.
Ο Johnson διορίστηκε από τον γενικό εισαγγελέα ως «ειδικός συνήγορος» γύρω στο 2007, σύμφωνα με τη στήλη Declassified. Πρόκειται για ειδικά ελεγμένους δικηγόρους που ενεργούν με σκοπό την ακρόαση μυστικών αποδεικτικών στοιχείων σε κλειστό δικαστήριο.
Το 2016, ο Johnson ενήργησε ως ειδικός συνήγορος στην υπόθεση του Abdel Hakim Belhaj, ενός Λιβύου υπηκόου που κατηγόρησε την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και την MI6 ότι συμμετείχαν στην απαγωγή του ίδιου και της εγκύου συζύγου του, Fatima Bouchar. Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ζήτησε αργότερα συγγνώμη για τις ενέργειές της που συνέβαλαν στην παράδοση, την κράτηση και τα βασανιστήρια των Belhaj και Bouchar.
Επίσης, η κύρια δικαστής στην υπόθεση έκδοσης του Julian Assange στο Ανώτατο Δικαστήριο είναι η Victoria Sharp, η πρόεδρος του King’s Bench Division που διορίστηκε το 2019 από την τότε πρωθυπουργό Theresa May. Η Sharp έχει οικογενειακούς δεσμούς με το Συντηρητικό Κόμμα.
Οι Sharp και Johnson έχουν εκδικάσει άλλες νομικές υποθέσεις υψηλού προφίλ. Το 2022, απέρριψαν την αξίωση για δικαστικό έλεγχο σχετικά με τη μαζική συλλογή και κοινή χρήση δεδομένων από τις GCHQ, MI5 και MI6. Έχουν επίσης εκδώσει αποφάσεις κατά της έκδοσης. Το 2023, αποφάνθηκαν κατά της έκδοσης ενός Βρετανού στις ΗΠΑ για απάτη κρυπτονομισμάτων, υποστηρίζοντας ότι «ήταν δυνατό να ασκηθεί δίωξη στο Ηνωμένο Βασίλειο».
Και τα παραπάνω είναι μόνο λίγα από τα παραδείγματα.
Άρα, έχουμε καταλάβει ακόμη μία φορά τη «Δικαιοσύνη» που θα απονείμει η Δύση…