η Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου, στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών συζητήσεων για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, κατατέθηκε, μεταξύ άλλων, η πρόταση για αποστολή πολυεθνικής στρατιωτικής δύναμης υπό ευρωπαϊκή διοίκηση. Την ίδια ώρα, ωστόσο, η Ευρώπη κατηγορείται ότι αποφεύγει να τοποθετηθεί ουσιαστικά απέναντι στις επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις της εκεχειρίας στη Λωρίδα της Γάζας από το Ισραήλ.
Την προηγούμενη εβδομάδα, ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ κάλεσε το Ισραήλ να επιτρέψει απρόσκοπτη ανθρωπιστική πρόσβαση στη Γάζα, με έμφαση στη λειτουργία της UNRWA. Το κείμενο υπερψηφίστηκε από 139 χώρες, ενώ 12 το καταψήφισαν, ανάμεσά τους το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Παρά την ανακωχή που θεωρητικά ισχύει εδώ και περίπου δύο μήνες, σχεδόν 400 Παλαιστίνιοι έχουν σκοτωθεί, σύμφωνα με καταγραφές, λόγω συνεχιζόμενων ισραηλινών επιχειρήσεων. Η ειδική εισηγήτρια του ΟΗΕ για τα παλαιστινιακά εδάφη, Φραντσέσκα Αλμπανέζε, έχει δηλώσει δημόσια ότι το Ισραήλ δεν επιδιώκει ουσιαστική κατάπαυση του πυρός, αλλά τον εκτοπισμό του παλαιστινιακού πληθυσμού. Όπως τόνισε, παρά την έκταση της καταστροφής, οι Παλαιστίνιοι δεν ζητούν μαζική απομάκρυνση.
Η ίδια εκτιμά ότι ο τελικός στόχος είναι η εθνοκάθαρση, θέση που –σύμφωνα με την Αλμπανέζε– εξυπηρετεί και άλλους διεθνείς παράγοντες για τους οποίους η παλαιστινιακή παρουσία αποτελεί εμπόδιο.
Παρέμβαση τεσσάρων υπουργών
Σε αυτό το πλαίσιο, οι υπουργοί Εξωτερικών της Ισπανίας, της Ιρλανδίας, του Βελγίου και του Λουξεμβούργου απέστειλαν κοινή επιστολή προς την επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Κάγια Κάλας. Την επιστολή αποκάλυψε το EUobserver και σε αυτήν οι τέσσερις χώρες εκφράζουν έντονη ανησυχία για τη στασιμότητα στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των αμάχων στη Γάζα.
Η παρέμβαση έγινε στις 15 Δεκεμβρίου, ενόψει του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων στις Βρυξέλλες, όπου τα κράτη-μέλη της ΕΕ συζήτησαν την επανενεργοποίηση της αποστολής EUBAM Rafah για τη διευκόλυνση των διελεύσεων στη Ράφα, καθώς και τη συνέχιση της αποστολής EUPOL COPPS, που εκπαιδεύει Παλαιστίνιους αστυνομικούς και εισαγγελείς.
Οι υπουργοί υπογράμμισαν ότι, δύο μήνες μετά την έναρξη της εκεχειρίας, ο πληθυσμός της Γάζας εξακολουθεί να στερείται βασικά αγαθά, όπως τρόφιμα, στέγη, φάρμακα και επαρκείς υποδομές υγιεινής, ενώ οι χειμερινές συνθήκες επιδεινώνουν περαιτέρω την ανθρωπιστική κρίση.
«Η κατάπαυση του πυρός είναι εξαιρετικά εύθραυστη και, κυρίως, παραβιάζεται συνεχώς. Πρέπει να παγιωθεί οριστικά», δήλωσε ο Ισπανός υπουργός Εξωτερικών Χοσέ Μανουέλ Αλμπάρες, λίγο πριν από τη συνάντηση των Ευρωπαίων υπουργών.
«Απολύτως τραγική» η εικόνα στη Γάζα
Η Ιρλανδή υπουργός Εξωτερικών, Χέλεν ΜακΈντι, χαρακτήρισε την κατάσταση «απολύτως τραγική» για δεκάδες χιλιάδες αμάχους, τονίζοντας ότι η Ευρώπη οφείλει να πιέσει για την άρση των περιορισμών στην είσοδο φορτηγών και ανθρωπιστικής βοήθειας.
Στην επιστολή τους, οι τέσσερις υπουργοί επισήμαναν ότι ο όγκος της βοήθειας που φτάνει στη Γάζα παραμένει δραματικά ανεπαρκής, αποδίδοντας την κατάσταση στους αυστηρούς ισραηλινούς ελέγχους που, όπως σημειώνουν, εμποδίζουν μια αποτελεσματική ανθρωπιστική ανταπόκριση.
Ζήτησαν το πλήρες άνοιγμα όλων των συνοριακών διελεύσεων, την άρση των περιορισμών στον αριθμό των φορτηγών, τη χαλάρωση των τελωνειακών και μετακινησιακών ελέγχων και την ανεμπόδιστη είσοδο κρίσιμων ανθρωπιστικών ειδών.
Ενστάσεις ακόμη και από την Ουάσιγκτον
Υπενθυμίζεται ότι η πρώτη φάση της εκεχειρίας, με τη διαμεσολάβηση των ΗΠΑ, προέβλεπε παύση των εχθροπραξιών, επιστροφή αιχμαλώτων και νεκρών, καθώς και ενίσχυση της ανθρωπιστικής βοήθειας. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη και ο Λευκός Οίκος εξέφρασε ενόχληση προς το Τελ Αβίβ για παραβίαση της συμφωνίας, μετά τη θανάτωση στρατιωτικού ηγέτη παλαιστινιακής οργάνωσης το προηγούμενο Σαββατοκύριακο.
Η δεύτερη φάση της διαδικασίας προβλέπει την αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τη Γάζα, τον αφοπλισμό των παλαιστινιακών ένοπλων ομάδων και τη θέσπιση διεθνών ή κοινών μηχανισμών ασφαλείας για τη διασφάλιση της κατάπαυσης του πυρός.
Ισπανία, Ιρλανδία, Βέλγιο και Λουξεμβούργο επανέλαβαν τέλος τη στήριξή τους στη λύση των δύο κρατών, τονίζοντας ότι η επέκταση των εποικισμών, η προσάρτηση και οι δημογραφικές μεταβολές στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και πρέπει να τερματιστούν άμεσα.










































