Το σύστημα της αμερικανικής πολυεθνικής Coca Cola στο πλαίσιο ενός μακροπρόθεσμου προγράμματος αναδιάρθρωσης των δραστηριοτήτων του στην περιοχή των Βαλκανίων έκλεισε οκτώ εργοστάσια στην Ελλάδα, με απώτερο στόχο να μεταφέρει το σύνολο της παραγωγικής δραστηριότητας από τη χώρα μας στη γειτονική Βουλγαρία. Η διαδικασία αυτή διακόπηκε από τον μακροχρόνιο και επίμονο αγώνα των απεργών της Θεσσαλονίκης και από το αίτημα τους να ακυρωθούν όλες οι απολύσεις και να επαναλειτουργήσει το εργοστάσιο. Ως μέσο πίεσης προς την πολυεθνική εταιρία οι απεργοί επέλεξαν το μποϊκοτάζ στα προϊόντα της αμερικανικής εταιρίας με σύνθημα “Ούτε γουλιά Coca Cola μέχρι να επαναλειτουργήσει το εργοστάσιο”. Τα εργοστάσια, τα οποία έκλεισε η Coca Cola είναι: της Κέρκυρας, του Μεσολογγίου, της Ρόδου, των Αθηνών, των Μαλλίων Κρήτης, της Πάτρας, του Βόλου και της Θεσσαλονίκης. Παρά τη διαρκή καταιγίδα των “λουκέτων” το σύστημα Coca Cola ψευδολογεί ασυστόλως στη δημοσιότητα για το υποτιθέμενο ενδιαφέρον του προς την Ελλάδα με στόχο να παραπλανήσει τους καταναλωτές και τις καταναλώτριες και να τους αποσπάσει την προσοχή από τα συνθήματα των απεργών και το αίτημά τους. Στο μεταξύ οι απεργοί της Θεσσαλονίκης, με επιμονή και υπομονή, ενημερώνουν το καταναλωτικό κοινό για τα αιτήματά τους, δεχόμενοι αλλεπάλληλες πιέσεις και δικαστικές διώξεις από την αμερικανική εταιρία, η οποία ευθύς εξ αρχής προσπάθησε να ποινικοποιήσει τον αγώνα τους. Η Coca Cola απαιτεί, συνολικώς, από τους απεργούς ένα εκατομμύριο διακόσιες πενήντα (1.250.000) χιλιάδες ευρώ για ηθική βλάβη! Στο εργοστάσιο της Θεσσαλονίκης εργαζόταν παλαιότερα περίπου 450 άτομα, εκ των οποίων έχουν απομείνει 19 που τώρα διεκπεραιώνουν διάφορες εργασίες, οι οποίες σχετίζονται με την προσωρινή αποθήκευση και την περαιτέρω διανομή προϊόντων, τα οποία έρχονται από αλλού! Ωστόσο, το σύστημα Coca Cola ψευδολογεί διαρκώς και προβάλλει δημοσίως το δήθεν μεγάλο ενδιαφέρον του για την Θεσσαλονίκη, τη Μακεδονία, τη Θράκη και τους καταναλωτές τους.
Η διαρκής ψευδολογία και η συνεχής προσπάθεια παραπλάνησης του καταναλωτικού κοινού είναι και ο λόγος για τον οποίο το σύστημα Coca Cola αποφεύγει να παίρνει θέση στη δημοσιότητα της πατρίδας μας προσωπικώς δια των στελεχών του, αλλά χρησιμοποιεί την απρόσωπη μέθοδο των ανακοινώσεων. Τα στελέχη του συστήματος Coca Cola είναι απλώς ονόματα τα οποία εμφανίζονται στις ανακοινώσεις της επιχείρησης: δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου φωτογραφίες τους στη δημοσιότητα, δεν μιλούν ποτέ στα ραδιοτηλεοπτικά, κυρίως, στα τηλεοπτικά μέσα, δε δίνουν ποτέ συνεντεύξεις (με ηχογράφηση) σε δημοσιογράφους: ότι εμφανίζεται ως συνέντευξη στις εφημερίδες και στο διαδίκτυο είναι απρόσωπες γραπτές συνεντεύξεις. Όλα αυτά εξυπηρετούν τη “σταθερή” δημόσια εικόνα της αμερικανικής πολυεθνικής, διότι έτσι αποφεύγονται τα ανθρώπινα λάθη, στα οποία μπορεί να περιπέσουν τα στελέχη της εταιρίας σε μια αντιπαράθεση με έναν δημοσιογράφο. Πέραν τούτου δεν μπορεί κανείς να ψεύδεται με την ίδια ευκολία όταν ομιλεί, όπως όταν γράφει: όταν γράφει χρησιμοποιεί με ευχέρεια διάφορες πρακτικές της “μισής αλήθειας” για να θολώνει τα νερά στη δημοσιότητα. Το σύστημα Coca Cola είναι ο master chef σε παρόμοιου είδους γλωσσικά μαγειρέματα.
Στην επικοινωνία αυτού του είδους, όπως και στις ανακοινώσεις της εταιρίας στην επίσημη ιστοσελίδα της, χρησιμοποιείται μια ιδιάζουσα γλωσσική ιδιόλεκτος, η οποίο παρουσιάζει τα ίδια υφολογικά χαρακτηριστικά σε όλες τις γλώσσες: είτε διαβάσει κανείς την ιστοσελίδα της Coca Cola στα ελληνικά, στα αγγλικά, στα γερμανικά ή τα ιταλικά αποκομίζει την ίδια εκείνη “στυφή γεύση” που προκαλεί αυτή η ιδιόλεκτος του εργαστηρίου προπαγάνδας της αμερικανικής πολυεθνικής. Είναι προφανές ότι η “πατέντα” αυτού του γλωσσικού ύφους είναι αμερικανική. Παρόμοια είναι το lay out και η εικονογράφηση της ιστοσελίδας της Coca Cola σε όλες τις χώρες του κόσμου, όπως και η μορφή και το περιεχόμενο του διαφημιστικού υλικού της εταιρίας. Πρόκειται για ένα τεράστιο ενιαίο σύστημα προπαγάνδας, το οποίο αφήνει ελάχιστα περιθώρια ανεξάρτητης δημιουργικότητας σε όσους εμπλέκονται σε αυτό: για αυτό είναι ευάλωτο και δυσκίνητο και στηρίζεται στην ισοπεδωτική ικανότητα της οικονομικής ισχύος. Το σύστημα Coca Cola δεν επιβάλλεται στις αγορές λόγω των πρωτοποριακών μεθόδων του στο μάρκετινγκ ή την πρωτοποριακή διαφήμιση του, αλλά χάρη στη βία της οικονομικής ισχύος του, που, κάθε φορά, εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως. Και η εικόνα την οποία προσπαθεί να επιβάλλει δημοσίως το σύστημα Coca Cola σε όλον τον πλανήτη, είναι η εικόνα ενός ενιαίου ολοκληρωτικού κόσμου, στον οποίο οι άνθρωποι συναρπάζονται, κάθε τόσο, από στόχους, επιτυχίες και απολαύσεις! Ο κόσμος της Coca Cola είναι ο απόλυτος κομμουνισμός της κατανάλωσης: ευτυχία και απόλαυση. Η αληθινή ζωή και οι αντιφάσεις της σε αυτή την ολοκληρωτική εικονική πραγματικότητα δεν έχουν καμία θέση.
Πρώτη βασική ηθική αρχή των διαχειριστών αυτού του φανταστικού ολοκληρωτικού κόσμου της ισοπεδωτικής ευτυχίας είναι το ψεύδος: όποιος υπηρετεί ένα τέτοιο “ύψιστο αγαθό”, όπως η ευτυχία των πελατών του, δικαιούται και να τους εξαπατά διαρκώς – εννοείται για το καλό τους. Αυτή η έξις δεν μένει χωρίς αντίκτυπο στη δημόσια συμπεριφορά των απρόσωπων στελεχών της: εκείνη τη συμπεριφορά η οποία εκδηλώνεται με την πρακτική της απρόσωπης επικοινωνίας. Είναι τώρα τέσσερα σχεδόν χρόνια που παρακολουθώ εκ του σύνεγγυς το σύστημα Coca Cola εν δράσει και κάθε φορά εκπλήσσομαι από το θράσος των απρόσωπων στελεχών του: σε φτύνουν με τις ανακοινώσεις τους κατάμουτρα και περιμένουν να τους ειπείς στη συνέχεια και ευχαριστώ για την τιμή που σου έκαναν να ασχοληθούν μαζί σου. Δεν αστειεύομαι, κυριολεκτώ. Για του λόγου το αληθές παραθέτω μια δήλωση, στην οποία φέρεται να έχει προβεί κάποια κ. Λίλιαν Νεκταρίου: που αλλού; – μα, φυσικώς στο κατεξοχήν φερέφωνο της Coca Cola, την εφημερίδα “ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ” (έντυπη έκδοση – 15 Μαΐου 2017) και στη δημοσιογράφο Δήμητρα Μανιφάβα ( αν ο χαρακτηρισμός δημοσιογράφος συμβαδίζει με μια τέτοια πρακτική του συνεντευξιάζεσθαι εξ αποστάσεως και δια αλληλογραφίας). [Βλ. αναφορικώς με την «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» και τα άρθρα στο διαδίκτυο: Όμηρος Ταχμαζίδης, Η Coca Cola και η δημοσιογραφία… (επί) του κώλου. Όμηρος Ταχμαζίδης, Ο Ελληναράς Cocaλωσε μπροστά στο δημοσιογράφο]
Η εν λόγω κ. Λίλιαν Νεκταρίου στην γραπτή συνέντευξή της, ένα μνημείο προσαρμογής του δημόσιου λόγου στην απρόσωπη παραπλανητική ρητορεία στην προαναφερθείσα ιδιόλεκτο της αμερικανικής πολυεθνικής και με μια “επιχειρηματολογία” επεξεργασμένη στις λεπτομέρειές της από τα προπαγανδιστικό εργαστήριο της εγχώριας ελίτ των στελεχών της Coca Cola: μια συρραφή από ψεύδη, ανακρίβειες και παραπλανητικά “επιχειρήματα”. Παραθέτω ένα παράδειγμα “φτυσίματος” στα μούτρα των Ελλήνων καταναλωτών και Ελληνίδων καταναλωτριών: “Από έρευνες που κάναμε προέκυψε ότι ο κόσμος δεν ήθελε να βάλουμε την ελληνική σημαία στο κουτί […]Δεν θέλουμε να κάνουμε το πρόχειρο, το εύκολο, και τελικά μη ταιριαστό με τη μάρκα μας, όπως για να βάλουμε μια σημαία στη συσκευασία”.
“Τι λες, μαρή”, θα μπορούσε να αναφωνήσει κάποιος, αν η λεγάμενη Λίλιαν Νεκταρίου, είχε πραγματικό πρόσωπο και δεν ήταν απλώς ένα όνομα, μια υπογραφή σε ένα κείμενο που έδωσε στη δημοσιότητα η Coca Cola για να “περάσει” στο καταναλωτικό κοινό την προπαγάνδα της. Πρόκειται για ένα ασύστολο –αφήνω κατά μέρος την προσβολή περί “προχείρου” στη χρήση της σημαίας – ψεύδος με το οποίο η Coca Cola “απαντάει” στο διογκούμενο κύμα στροφής των καταναλωτών στα ελληνικά προϊόντα, στον κλάδο των αναψυκτικών, των χυμών και του εμφιαλωμένου νερού. Και πρόκειται για ψέμα μεγατόνων διότι πουθενά στον κόσμο, ούτε και στις ΗΠΑ, η Coca Cola δεν χρησιμοποιεί κάποια σημαία κράτους στα προϊόντα της. Εδώ έχουμε έναν πολύ λεπτό τρόπο, μέσω ενός ψεύδους, να ακυρωθεί το πλεονέκτημα ενός αντιπάλου, στην προκειμένη περίπτωση εξ αιτίας του λεγόμενου “οικονομικού πατριωτισμού”: χρησιμοποίησα παλαιότερα τον όρο “οικονομικός αντι-ιμπεριαλισμός” και εξακολουθώ να θεωρώ ότι είναι ο πιο κατάλληλος γιατί περιγράψει τη γενικότερη σχέση εξάρτησης της χώρας από τις καπιταλιστικές μητροπόλεις. Είναι προφανές ότι η Coca Cola εξυπηρετεί καλύτερα τα συμφέρονται του κράτους προέλευσής της χωρίς τη χρήση ως σήματος τη σημαία ενός εκάστου κράτους στο οποίο επεκτείνεται. Η ανάγκη της στιγμής, λόγω του μποϊκοτάζ και της στροφής των καταναλωτών στα ελληνικά προϊόντα και της εκμετάλλευσης της ελληνικής σημαίας από τους ανταγωνιστές, οδήγησε το σύστημα Coca Cola να ανακαλύψει τώρα έναν άλλον ανύπαρκτο λόγο: τους Έλληνες που υποτίθεται δε θέλουν την ελληνική σημαία στα κουτάκια της αμερικανικής πολυεθνικής – η Coca Cola αποφεύγει τις συμβολικές ταυτίσεις με τις χώρες διάθεσης των προϊόντων της, γιατί αποτελεί και αυτό μέρος του γενικότερου αφηγήματος της με το οποίο τροφοδοτεί το φαντασιακό των εξαρτημένων λαών της περιφέρειας.
Επανέρχομαι πάλι σε ένα κείμενο του Ανδρέα Παπανδρέου αναφορικά με το ρόλο και τη λειτουργία των πολυεθνικών εταιριών στο διεθνή καταμερισμό, γιατί αποσαφηνίζει και το ρόλο της Coca Cola στη χώρα μας: “Οι κυβερνήσεις των χωρών στις οποίες έχουν τη βάση τους, βλέπουν αυτά τα συστήματα των πολυεθνικών συγκροτημάτων σαν μέσα για την εξάπλωση του οικονομικού τους και τους πολιτικού τους ελέγχου πέρα από τα σύνορά τους, δηλαδή σαν ένα όργανο που χρησιμοποιούν για την εξωτερική τους πολιτική. Σαν αντάλλαγμα, οι πολυεθνικές στηρίζονται στη δύναμη του κράτους για να επεκτείνουν τα συμφέροντά τους παγκοσμίως» [Ανδρέας Παπανδρέου, Multinational Corporation and Empire, η υπογράμμιση είναι στο πρωτότυπο, βλ. επίσης το άρθρο στο Διαδίκτυο, Όμηρος Ταχμαζίδης, Ο Ανδρέας Παπανδρέου, η Coca Cola και ο μίτος της Αριάδνης]
Είναι, προφανές, ότι η αποστασιοποίηση του καταναλωτικού κοινού από τα προϊόντα της Coca Cola, η σύγχρονη άνοδος των μεριδίων αγοράς των ελληνικών επιχειρήσεων, ο αυξανόμενος από φέτος κίνδυνος να καταρρεύσει η δεσπόζουσα θέση της αμερικανικής πολυεθνικής μετά τη “ζεστή” και στην “κρύα αγορά”, αναγκάζουν το σύστημα Coca Cola να προβαίνει στις πιο βλακώδεις, από κάθε άποψη, δημόσιες δηλώσεις και να διασύρεται δημοσίως με απρόβλεπτες συνέπειες σε αυτά που πρόκειται να ακολουθήσουν. Γιατί η Coca Cola τώρα αρχίζει να αισθάνεται τους πραγματικούς κινδύνους από το μποϊκοτάζ και του Κίνημα “Ούτε γουλιά…”: έχει χάσει την κρίσιμη μάζα στην ενημέρωση του καταναλωτικού κοινού και στην καταναλωτική συμπεριφορά του, παρά τις δικαστικές διώξεις των εργαζομένων και τον, από την πλευρά της, έλεγχο της συντριπτικής πλειονότητας των μέσων ενημέρωσης του ελληνικού συστήματος πληροφόρησης.
Η ευρηματικότητα των μηχανισμών της συμβάλλει μεν στις προσωρινές αποφορτίσεις από μικροπροβλήματα, αλλά εξ αιτίας της διάρκειας του απεργιακού αγώνα, οι φορτίσεις συσσωρεύονται και διαμορφώνουν ένα τοξικό για την ίδια κλίμα στην αγορά της Ελλάδος. Μπορεί για παράδειγμα, όταν δημοσίευσα το άρθρο, στους πρώτους μήνες των κινητοποιήσεων των εργαζομένων της Θεσσαλονίκης, “Στην Μακεδονία παράγεται η καλύτερη Coca Cola”, αναπαράγοντας τις δηλώσεις του συστήματος Coca Cola στα Σκόπια, τα στελέχη του στην Αθήνα να θεώρησαν ότι θα ισοσταθμίσουν την πιθανές αντιδράσεις συμπεριλαμβάνοντας, εντελώς ξεκάρφωτα, στο γλωσσάρι της ελληνικής ιστοσελίδας της εταιρίας, την επίσημη ονομασία του γειτονικού κράτους, δηλαδή FYROM. Με αυτή την κίνηση η Coca Cola της Αθήνας θέλησε να διασφαλίσει τα νώτα της σε εθνικιστικές κριτικές αναφορικώς με την δημόσια “δήλωση” των κεντρικών της στα Σκόπια, ότι στη γειτονική χώρα, “στην >Μακεδονία< παράγεται η καλύτερη Coca Cola”. [Βλ. σχετικώς και το άρθρο στο Διαδίκτυο, Όμηρος Ταχμαζίδης, Στην “Μακεδονία” παράγεται η καλύτερη Coca Cola].
Τελικώς, τώρα, ούτε στην “Μακεδονία”, που αναφέρει η Coca Cola, ούτε στην Μακεδονία που γνωρίζουμε εμείς, ούτε στην Ελλάδα ολόκληρη, “παράγεται η καλύτερη Coca Cola”, διότι και οι δύο χώρες συμπεριλαμβάνονται στην περιοχή των χωρών, οι οποίες υπόκεινται στο καθεστώς του “κοινωνικού απαρτχάιντ” (“social apartheid”). Η γεωγραφία ποιότητας των προϊόντων της Coca Cola δεν συμπεριλαμβάνει τις δύο χώρες, την FYROM, ούτως ή άλλως δεν την περιλάμβανε ποτέ, ενώ την Ελλάδα φαίνεται να την υποβάθμισε και να την απέβαλλε από τις χώρες πρώτης ταχύτητας στην ποιότητα τα τελευταία χρόνια: γεωγραφία ποιότητας σημαίνει ότι στην Ελλάδα, τη Fyrom, τη Βουλγαρία δε διατίθεται Coca Cola ιδίας ποιότητας με εκείνη της Γερμανίας, της Αυστρίας ή της Γαλλίας – υπάρχουν διαφορές στη γεύση.
Όταν έκλεισε το τμήμα παραγωγής του εργοστασίου της Coca Cola Θεσσαλονίκης η αγορά της Μακεδονίας και της Θράκης κατακλύσθηκε από προϊόντα της πολυεθνικής από την γειτονική Βουλγαρία με ένδειξη προέλευσης Ε.Ε., δηλαδή Ευρωπαϊκή Ένωση. Πολλοί καταναλωτές αγνοώντας το γεγονός διαπίστωναν μια αλλαγή στην ποιότητα του προϊόντος και εξέφραζαν την άποψη ότι “χάλασε” η γεύση της Coca Cola. Συνδικαλιστικοί κύκλοι απέδιδαν την αλλαγή αυτή στη γεύση του νερού της Βουλγαρίας, το οποίο δεν ήταν εφάμιλλο του ελληνικού. Κανείς δεν υποψιαζόταν ότι οι πολυεθνικές εταιρίες ακολουθούν μια νομότυπη διαδικασία και αλλάζουν ακόμη και τα προϊόντα τους, αναλόγως με την χώρα που τα διαθέτουν. Σε χώρες με φθηνότερη αγοραστική δύναμη του καταναλωτικού κοινού, εξ αιτίας του χαμηλού εισοδήματος των λαϊκών στρωμάτων, η περιστολή των δαπανών και του κόστους μεταφέρεται και στην ιδιοσυστασία του προϊόντος. Κάτι τέτοιο φαίνεται να επιχείρησε και η Coca Cola, μεταφέροντας τη μείωση του κόστους – το τελευταίο ήταν ο κύριος στόχος της διεύθυνσης στην Ατλάντα, σύμφωνα με δηλώσεις, εκείνη την εποχή, του CEO της εταιρίας Muhter Kent – και μέσω της ποιότητας των προϊόντων που διέθετε στην ελληνική αγορά.
Η πρακτική αυτή των πολυεθνικών στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης έχει απασχολήσει κυβερνήσεις και καταναλωτικά κινήματα, τα οποία αναφέρονται σε social apartheid (“κοινωνικό απαρτχάιντ”) των πολυεθνικών εις βάρος των καταναλωτών των χωρών τους. Η Coca Cola δεν σκόπευε απλώς να μεταφέρει όλη την παραγωγή στην Βουλγαρία, αλλά συγχρόνως ήθελε να αλλάξει και την ποιότητα του προϊόντος της για την ελληνική επικράτεια και να την προσαρμόσει στις συνθήκες των χαμηλών ημερομισθίων που τροχιοδρομούσε η λεγόμενη “τρόικα” στην Ελλάδα. Έτσι η Coca Cola μετέφερε το ζήτημα της μείωσης του κόστους, πέρα από το κόστος παραγωγής, και στο ίδιο το προϊόν. Αυτό είναι και η μοναδική λογική εξήγηση για τη δυσφορία των καταναλωτών απέναντι στη γεύση των προϊόντων που εισέβαλλαν αιφνιδίως από την Βουλγαρία στην Ελλάδα: η Coca Cola μείωσε ένα μέρος του κόστους παραγωγής με αυτόν τον τρόπο – δεν υπάρχει κίνδυνος σε αυτή τη διαδικασία απώλειας μεριδίων στην αγορά, εφόσον στη συνέχεια οι καταναλωτές συνηθίζουν και δεν αντιλαμβάνονται τη διαφορά. Η Ελλάδα εκσφενδονίστηκε, μια και έξω, στην επικράτεια του νέου “κοινωνικού απαρτχάιντ” ( “social apartheid”) που έχουν επιβάλλει πολλές πολυεθνικές και έχουν “διχοτομήσει” την κατανάλωση των προϊόντων τους στην Ευρώπη.
Η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων έχει πολλές πτυχές…
Υ.Γ.: Υπάρχει μια τάση στα συστήματα πληροφόρησης των χωρών της “πρώτης ταχύτητας” στην Ευρώπη (ο Economist κινήθηκε σε αυτή την κατεύθυνση σε ένα δημοσίευμά του) που ερμηνεύει την καχυποψία κυβερνήσεων και καταναλωτών στις χώρες, όπου έχει επιβληθεί το λεγόμενο “κοινωνικό απαρτχάιντ”, ως απότοκο θεωριών συνομωσίας και τις οποίες αποδίδει στις ακροδεξιές κυβερνήσεις πολλών από αυτές τις χώρες. Αυτή η ερμηνεία αποσιωπά το γεγονός ότι οι διαμαρτυρίες των καταναλωτών/τριών για αυτή την πρακτική των πολυεθνικών είναι πολύ παλαιότερη από την εμφάνιση των ακροδεξιών κυβερνήσεων και της ενίσχυσης των ακροδεξιών κομμάτων. Όπως αποσιωπά και μια σειρά ερευνών και πραγματικών στοιχείων που πιστοποιούν διαφορές στην ποιότητα των προϊόντων. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες της δικής μου γενιάς θα ενθυμούνται τις διαφορές ανάμεσα στις ίδιες μάρκες παντελονιών blue jeans – όταν ήταν μεγάλη υπόθεση για έναν νέο/νέα να φορά “τζην” παντελόνι – που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα και στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Κάτι αντίστοιχο φαίνεται να συμβαίνει τώρα σε μερικά προϊόντα διατροφής που παράγονται από πολυεθνικές εταιρίες: διαφορετική ποιότητα, σημαίνει χαμηλότερο κόστος – και όλα αυτά με το γράμμα του νόμου και τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις των πολυεθνικών. Κανείς δεν υποχρεώνει, για παράδειγμα, την αμερικανική πολυεθνική να χρησιμοποιεί για την παραγωγή ενός μεταλλικού κουτιού αναψυκτικού Coca Cola regular ποσότητα οκτώ αντί για δέκα κουταλάκια ζάχαρης, με ότι και αν σημαίνει αυτό για τη γεύση του προϊόντος.
Ο Όμηρος Ταχμαζίδης είναι μέλος του Ε.Γ. της “Σοσιαλιστικής Προοπτικής”